skip to Main Content

Απόσπασμα από το βιβλίο «Μίκης Θεοδωράκης, Η ανατομία της μουσικής, Εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1983»

Μεγάλη και αγεφύρωτη είναι η διαφορά της τέχνης από την επιστήμη, ειδικά στο πρόβλημα της δημιουργικής έκφρασης. Με την επιστήμη μπορούμε να γνωρίσουμε λογικά τον κόσμο που μας περιβάλλει με τη βοήθεια της διανοητικής μας δραστηριότητας, που αποκρυσταλλώνεται σε βασικούς νόμους σχετικούς με την αντικειμενική παρατήρηση του φαινομένου και προκειμένου να καθορίσουμε τις αιτιατές σχέσεις. Με άλλα λόγια, επιστήμη είναι η εκδήλωση και το αποτέλεσμα για την κατάκτηση του πραγματικού από τον άνθρωπο.

Αντίθετα, η τέχνη είναι μια δημιουργική δραστηριότητα που ουσιαστικά οδηγείτο ανθρώπινο πνεύμα προς το ξεπέρασμα αυτού του πραγματικού. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν ενδιαφέρεται για πραγματικές γνώσεις, αλλά απευθύνεται στις εποικοδομητικές ψυχολογικές αντιδράσεις του εσωτερικού μας κόσμου, ζητώντας σ’ αυτές τη δική της λογική και το δικό της αποτέλεσμα.

Μέσα στην τέχνη, παντού και πάντα, θα βρούμε μόνο την ερμηνεία του πραγματικού και ποτέ την αναπαραγωγή του. Δεν είναι δηλαδή μέσα στους φυσικούς υλικούς νόμους που το πνεύμα θα βρει τα μεγέθη της δημιουργικής του δραστηριότητας, αλλά μέσα στον εαυτό του, μέσα σ’ αυτό που αποτελεί την ουσία του, τη ζωή του, δηλαδή την ανθρώπινη σκέψη. Αυτό το βλέπουμε ακόμα και στις εικονικές τέχνες, εκεί που το έργο τέχνης ξεφεύγει από τα «δεσμό» της ύλης που πάνω της βασίζεται, όπως το μάρμαρο, η πέτρα, το μέταλλο, το χρώμα. Ας αναλογιστούμε λοιπόν πόσο μεγαλύτερη είναι αυτή η «αποκόλληση» σε μια τέχνη όπως η μουσική, που στηρίζεται στον άυλο ήχο και που από την ίδια της τη φύση είναι απολύτως ξένη σε σχέση με την παράσταση του εξωτερικού μας κόσμου.

Η τέχνη είναι μια ελεύθερη επιλογή και μια ελεύθερη δημιουργία του ανθρώπινου πνεύματος. Κι αν αυτό είναι αληθινό για τις υπόλοιπες τέχνες, τότε είναι περισσότερο αληθινό για τη μουσική. Ίσως γι’ αυτό τον λόγο, μέσα στη μυθολογία η μουσική εμφανίζεται με υπόσταση υπερφυσική. Όλα τα ιερά κείμενα της Περσίας, των Ινδιών, της Κίνας, της αρχαίας Βαβυλωνίας αποδίδουν στη μουσική θεία καταγωγή. Όλοι ο μουσικοί της ελληνικής μυθολογίας ήσαν παιδιά του Απόλλωνα, του Δία ή του Ποσειδώνα. Και βλέπουμε τον μέγα Κρίσνα να γοητεύει με τον ήχο της φλογέρας του όλα τα ανθρώπινα όντα και ολόκληρη τη φύση.

Από τη στιγμή όμως που η μουσική πέρασε στη Δύση, όλοι αυτοί οι μύθοι και όλη αυτή η μαγεία άρχισαν να θάβονται κάτω από την κυριαρχία του νου και της λογικής. Είδαμε πώς λειτούργησε η σχέση ανάμεσα στο απολλώνιο και το διονυσιακό πνεύμα την εποχή των μεγάλων συνθετών. Με το τέλος του ρομαντισμού όμως, αυτή η ισορροπία θρυμματίζεται. Ο Διόνυσος εγκαταλείπει την Ευρώπη και γυρίζει στις «βάρβαρες» πατρίδες του. Κι από τον Απόλλωνα μένει η ξερή λογική: ο στείρος διανοητικός, ο σχολαστικισμός, η κυριαρχία του επιστητού επί της μαγείας. Της εξεζητημένης ηχητικής κατασκευής επί του Λυρισμού.

Γιατί ο Λυρισμός είναι ο Απόλλων και ο Διόνυσος μαζί. Ο νους και η καρδιά. Η σκέψη και το συναίσθημα. Η τέλεια ισορροπία. Είναι η ψυχική έκρηξη μέσα στην αέρινη σφαίρα του μουσικού έργου.

Λυρισμός είναι Μουσική. Και Μουσική είναι Λυρισμός. Από όσα έργα, λαϊκά είτε έντεχνα, μας έφερε η παράδοση σαν αριστουργήματα της ανθρώπινης δημιουργίας, δεν υπάρχει ούτε μια σελίδα ούτε μια φράση που να μην είναι Λυρισμός. Ο Λυρισμός είναι σαν τα φυσικά φαινόμενα. Ένας ηφαίστειο που εκρήγνυται. Ένας κεραυνός που φωτίζει τη σκοτεινή πεδιάδα. Ένας σεισμός. Ένας χείμαρρος που παφλάζει. Η Μουσική-Λυρισμός μας τυλίγει ολόκληρους και μας παρασέρνει. Τι μας νοιάζουν τα κοντραπούντο που χρησιμοποιεί ο Μπαχ ή τα ακόρντα της Ενάτης και οι ενορχηστρώσεις της Φανταστικής; Όταν αφήνεσαι στον άνεμο σκέφτεσαι τάχα τους νόμους της φυσικής, όταν σε παρασέρνει ο χείμαρρος, τι σε νοιάζει για τη μορφολογία του βυθού; Κι όταν αγκαλιάζεις μια γυναίκα που αγαπάς, μήπως σκέφτεσαι το αναπνευστικό της σύστημα; Έτσι λοιπόν όλοι αυτοί, αντί να μας δείξουν τη «γυναίκα», μας αναλύουν τη μορφολογία των εσωτερικών της οργάνων. Στο τέλος, ξεχνούν τη «γυναίκα» κι ο ένας λατρεύει το πάγκρεας κι ο άλλος το νεφρό.

Ας μη γελιόμαστε. Στη Δύση στείρεψε ο Λυρισμός, ο Μότσαρτ (Διόνυσος-Απόλλων) ξαναγυρίζει πίσω στο χωριό του. Στο μεγάλο χωριό που αρχίζει από τις συνοικίες του Παρισιού, της Κολωνίας, της Βαρσοβίας, του Βερολίνου και του Μιλάνου και που είναι ο κόσμος ολόκληρος!

«Χωρίς καμιά αμφιβολία, το δυτικό μας πνεύμα», γράφει ο Γάλλος συνθέτης Ρομπέρ Σιοάν στους Horizons Sonores (εκδόσεις Φλαμαριόν), «στηριγμένο επάνω στη λογική του και στον ορθολογισμό του δεν έχει πια γι’ αυτούς τους μύθους παρά μονάχα ένα συγκαταβατικό χαμόγελο. Αυτό όμως δεν εμπόδισε τη δύναμη της τέχνης των ήχων που συγκέντρωσε γύρω της τους πρώτους μύστες των ορφικών και ελευσίνιων μυστηρίων να επιζήσει πέρα από τα γκρεμίσματα των αυτοκρατοριών και των πολιτισμών και να αναφανεί μέσα στη βυζαντινή μελωδία. Όπως επίσης, αφού ταυτίστηκε με τους ήρωες της αισχυλικής τραγωδίας, να ξαναζήσει μέσα στα πρόσωπα του βαγκνερικού δράματος. Και περνώντας μέσα από το έργο του Μπαχ και του Μπετόβεν. το ίδιο πνεύμα πάντα, δίνοντας ζωή στη στραβινσκική φρενίτιτδα, να μας κάνει να ξαναβρίσκουμε τη θεϊκιά έξαρση που συνέπαιρνε τις Βάκχες του Διόνυσου. Είναι λοιπόν δύσκολο, μπροστά στην αυθεντικότητα αυτής της εξουσιαστικής δύναμης, να μη σκεφτούμε ότι στη βάση της μουσικής βρίσκεται μια δυναμική αρχή, μια δύναμη, μια πνοή, τόσο δυνατή που να μαγεύει το είναι μας σε βαθμό που να το κάνει να ξεπερνά τον εαυτό του και να το εκσφενδονίζει έξω από το πραγματικό, μέσα στην περιοχή του υπερευαίσθητου, εκείνου που δεν μπορεί να εκφραστεί. Έτσι, η μουσική, με την ιδιαιτερότητα της φύσης της, γίνεται ο ιδανικός ερμηνευτής αυτού του μυστηρίου που τυλίγει τη σκέψη, τη συνείδηση, τη διαίσθηση και, τέλος, το υποσυνείδητο, αυτόν τον ανεξερεύνητο κόσμο μας».

Μίκης Θεοδωράκης

 

Πηγή: Μίκης Θεοδωράκης, Μια ζωή δημιουργίας, ειδική έκδοση ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΚΗ, 2018

Back To Top