Γενιές ηθοποιών έσμιξαν σε ένα ξεχωριστό αφιέρωμα για τον Μίκη Θεοδωράκη με αφορμή τη μεγάλη συναυλία που διοργανώνει το ΚΚΕ στις 25 Ιούνη, στο Καλλιμάρμαρο.
Ο Θανάσης Ζερίτης, ο Δημήτρης Καταλειφός, ο Βασίλης Κολοβός, η Νεφέλη Μαϊστράλη, ο Δημήτρης Μαύρος, η Αννα Μονογιού, ο Παύλος Ορκόπουλος και ο Μάκης Παπαδημητρίου «φωτίζουν» στιγμές από τη δημιουργική πορεία του Μίκη.
Με κείμενα του Μίκη γραμμένα σε διαφορετικές στιγμές γινόμαστε κοινωνοί της εποχής στην οποία έγραψε και μεγαλούργησε.
Ακολουθούμε τον Μίκη σε διάφορες φάσεις της ζωής του… Από το “βάπτισμα του πυρός” που πήρε μαθητής στην Τρίπολη ακόμα και την ένταξη του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ, στο ποίημα που έγραψε ως 19χρονος μαχητής του ΕΛΑΣ στις μάχες της Αθήνας έως την ομιλία του στην απονομή του βραβείου Λένιν στη Μόσχα…
Αντίστοιχα παρακολουθούμε πώς διαμορφώθηκαν οι αντιλήψεις για τον ρόλο της Τέχνης, αλλά και τον ρόλο του καλλιτέχνη… Από τους συλλογισμούς του στα δύσκολα χρόνια μετά την Απελευθέρωση, στα χρόνια της παρανομίας, των διώξεων και των φυλακίσεων, μέχρι και αργότερα στα γόνιμα χρόνια, για τον ίδιο και την Τέχνη του, της δεκαετίας του ’60…
Μια ξεχωριστή σειρά… αφιερωμένη στον πρωτοπόρο δημιουργό, στον Μίκη του Αγώνα και της Αντίστασης, στον Μίκη της μεγάλης Τέχνης, στον Μίκη που όπως έλεγε, “ότι φτιάξαμε το πήραμε από το λαό και στο λαό το επιστρέφουμε…”.
Στο πρώτο βίντεο της σειράς «8 ηθοποιοί για τον Μίκη Θεοδωράκη», ο Μάκης Παπαδημητρίου διαβάζει αποσπάσματα από το κείμενο του Μίκη Θεοδωράκη «Ο ήχος» που δημοσιεύτηκε στην έκδοση «Μαχόμενη Κουλτούρα» που κυκλοφόρησε η «Σύγχρονη Εποχή» το 1982.
Ο Μίκης Θεοδωράκης μάς βάζει στο σύμπαν της μουσικής του δημιουργίας. Τι είναι αυτό που τον καθόρισε; Τι σήμαινε για τον ίδιο ο ήχος της μάχης, της διαδήλωσης, των βομβαρδισμών;
Στο κείμενο, επίσης, ο ίδιος ο συνθέτης κάνει μια αποτίμηση των έργων του. Τι είναι το λαϊκό τραγούδι, το ορατόριο, η συμφωνική μουσική, το τραγούδι-ποταμός και πώς διαχωρίζονται στη δημιουργία του;
«Είμαι ένας μουσικός που ζυμώθηκα μέσα από την πρόσφατη ιστορία της χώρας μας. Από ιδιοσυγκρασία μ’ άρεσε να βρίσκομαι εκεί όπου η δίνη στριβολίζει γύρω της σαν άχερα τους ανθρώπους. Εκεί όπου ο εκκωφαντικός θόρυβος των γεγονότων τραντάζει τους τοίχους και τις συνειδήσεις. Μ’ άρεσε ο θόρυβος. Ο θόρυβος της διαδήλωσης. Της μάχης. Του τραγουδιού. Του παιάνα. Ο θόρυβος με τραβούσε σα μαγνήτης. Τότε άφηνα σπίτι, μάνα, μνηστή να τρέξω στην καρδιά του θορύβου. Έτσι έγινα τραγουδιστής, διαδηλωτής, μαχητής. Οι άνθρωποι με φόβιζαν και με φοβίζουν όταν είναι ένας – ένας. Όμως όταν είναι πολλοί μαζί -στο στάδιο, στη διαδήλωση, στη μάχη, στη χορωδία- και κυρίως όταν φωνάζουν όλοι μαζί ρυθμικά, όταν τραγουδούν, προπαντός, τότε φαίνεται πως αποκτούν σιγουριά. Υπάρχει εμπιστοσύνη. Ο άνθρωπος ημερεύει. Τότε μπορείς ν’ αναπνεύσεις. Να αφεθείς, να χαρείς, να τραγουδήσεις κι εσύ με ξεγνοιασιά…».
Στο δεύτερο βίντεο της σειράς «8 ηθοποιοί για τον Μίκη Θεοδωράκη», η Νεφέλη Μαϊστράλη διαβάζει αποσπάσματα από την αυτοβιογραφία του Μίκη Θεοδωράκη και μαζί της μεταφερόμαστε 82 χρόνια πίσω…
Τότε που ο έφηβος Μίκης, μαθητής του Γυμνασίου στην Τρίπολη πήρε το “βάφτισμα του πυρός” μετά από την πρώτη του συμμετοχή σε διαδήλωση ενάντια στους φασίστες κατακτητές.
Τότε που “μεγάλωσε ο νους και η ψυχή του” παίρνοντας μέρος στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ.
“Χωρίς να το καταλάβω, παρασυρόμουνα μέσα στη δίνη του καιρού μου. Ό,τι θεωρούσα μόνιμο και στέρεο οικοδόμημα γύρω μου και μέσα μου, από τον Θεό έως τον φαλαγγάρχη, περνώντας από τον χωροφύλακα και τον δεσπότη, έπεφταν συντρίμμια κάτω. Μαζί τους έννοιες, δοξασίες, πίστεις, επιφωνήματα, τα σάρωσε ο άνεμος της καθημερινής ζωής και των γεγονότων, που τώρα δεν μπορούσες πια να τα ξεχωρίσεις και να τα περιορίσεις στη μικρή σου επαρχία. Ό,τι συνέβαινε στη μικρή μας πόλη, την ξεχασμένη, συνέβαινε ακριβώς το ίδιο στις πόλεις της Νορβηγίας, της Πολωνίας, στην κοιλάδα του Ντον, στη νοτιοανατολική Ασία, στη βόρεια Αφρική. Μίκρυνε ο κόσμος. Μεγάλωσε αναγκαστικά ο νους και η ψυχή μας…”.
Στο 3ο βίντεο της σειράς «8 ηθοποιοί για τον Μίκη Θεοδωράκη» ο Δημήτρης Καταλειφός απαγγέλλει το ποίημα που έγραψε ο 19χρονος Μίκης, ο 19χρονος μαχητής του ΕΛΑΣ στις μάχες της Αθήνας, με τίτλο «Χριστούγεννα 1944».
Αντίσταση – Απελευθέρωση – Δεκέμβρης: Ο Μίκης μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ και της ΕΠΟΝ συμμετείχε σε όλες τις μεγάλες στιγμές του αγωνιζόμενου λαού μας. Είναι αυτά τα «μεγάλα» χρόνια που «σφράγισαν» τη ζωή και το έργο του Μίκη Θεοδωράκη και έθεσαν τις βάσεις της μεγάλης Τέχνης του, η οποία συλλαμβάνει τον σφυγμό της εποχής της και προαισθάνεται το επερχόμενο… Είναι αυτά τα χρόνια που η ευαισθησία του νεαρού Μίκη, έγινε ευθύνη και χρέος, που η δημιουργία του δέθηκε για πάντα με τον λαό, τον λαό που μάχεται, που νικά, που ηττάται, τον γίγαντα λαό…
Οι 33 μέρες του Δεκέμβρη τον βρίσκουν μαχητή στον 1ο Λόχο του 1ου Τάγματος του Εφεδρικού ΕΛΑΣ, που είχε τη βάση του στην Άνω Νέα Σμύρνη. Πήρε μέρος στις μάχες της Νέας Σμύρνης, του Χαροκόπου, των Παλαιών Σφαγείων και του Μακρυγιάννη. Όπως ο ίδιος έλεγε, «η Μάχη του Δεκέμβρη με ατσάλωσε πρώτα απ’ όλα ως άνθρωπο, όπως κάθε πόλεμος στον οποίο αναγκάζεται κανείς να πάρει μέρος για να υπερασπίσει τα ιδανικά του».
Όσα βίωσε εκείνη την περίοδο γίνονται ήχος αργότερα στην Πρώτη Συμφωνία, αλλά και σε κατοπινά του έργα. Ενώ πολλές από αυτές τις στιγμές γίνονται η έμπνευση για τα ποιήματα που γράφει εκείνη την περίοδο. Καταγράφει εν θερμώ τα γεγονότα. Γράφει για τους αμούστακους ΕΛΑΣίτες και τα όνειρά τους. Γράφει γιατί δεν σηκώνει το άδικο, για το αύριο που έρχεται ανεμίζοντας κόκκινες σημαίες. Έτσι, και στο «Χριστούγεννα 1944» γράφει:
«… Από πάνω μας τ’ αεροπλάνα της RAF
φυτεύουν στο σκοτάδι πύρινες μαργαρίτες
(έτοιμα να πολυβολήσουν την πομπή των παιδικών μας ονείρων…)
Χαϊδεύω με το γυμνό δάχτυλο τη σκανδάλη του όπλου
καθώς περιπολώ στην ψηλή ταράτσα.
Ο άνεμος κι η βροχή
χαστουκίζουν στο πρόσωπό μου
τα περβόλια με τα όνειρα
την αίθρια τόλμη της γενιάς μου.
(Δεν είμαι μόνος εδώ ψηλά
ο Κώστας που σκοτώθηκε χτες πρωί
με κεντημένους στο στήθος μικρούς κόκκινους πανσέδες
κάθεται πλάι και μου ζεσταίνει
με τα χνώτα του τα χέρια)…».
Στο 4ο βίντεο της σειράς «8 ηθοποιοί για τον Μίκη Θεοδωράκη» ο Βασίλης Κολοβός διαβάζει απόσπασμα από την αυτόβιογραφια του Μίκη που φανερώνει την κατάσταση που επικρατούσε την περίοδο της λευκής τρομοκρατίας και πως αυτή επιδρούσε στις σκέψεις και τον ψυχισμό του νεαρού Μίκη.
Οι πιέσεις, οι προσπάθειες ενσωμάτωσης, η βία από τη μία πλευρά και από την άλλη η πίστη για το δίκιο, η απόφαση μιας ολόκληρης ζωής…
Εκείνον τον καιρό, ναι – ο μόνος τρόπος για να μείνεις πιστός στον εαυτό σου ήταν να διαλυθείς μέσα στους άλλους, που το έπαιζαν κορόνα γράμματα με την ιστορία…
Η απόφαση που παίρνεις εσύ ο ίδιος και σε εκσφενδονίζει στο κέντρο του ηφαιστείου. Γίνεσαι τότε ένα με τη λάβα. Κι αν επιζήσεις θα έχεις πολλά και σημαντικά να διηγηθείς στους ανθρώπους…
Στο 5ο βίντεο της σειράς «8 ηθοποιοί για τον Μίκη Θεοδωράκη» ο Θανάσης Ζερίτης παίρνει τη «σκυτάλη» και μας οδηγεί στα χρόνια των διώξεων, του εμφυλίου και της παρανομίας…
Χρόνια δύσκολα που όμως τα «φώτιζε» η πεποίθηση ότι «η ζωή θα έπαιρνε τελικά τη μορφή που της δίναμε εμείς», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μίκης.
Είναι αυτά τα χρόνια που τον καθόρισαν βαθιά. Τόσο τον ίδιο, όσο και το έργο του. Σε αυτά τα χρόνια έσπασε το «εγώ» και έγινε για πάντα «εμείς». Ήταν ένα ξεχείλισμα ψυχής. Κάθε μέλος αυτής της ιδιάζουσας κοινότητας μπορεί να παρομοιαστεί με μια τεντωμένη χορδή, που όσο τη σφίγγεις, τόσο ψηλώνει ο ήχος της. Και ο καθένας φιλοδοξούσε, εμπνεόμενος από μια βαθύτατη ανάγκη, να τεντωθεί όσο γίνεται περισσότερο και, αν είναι δυνατό, να σπάσει. Να χαρίσει, δηλαδή, ακόμα και τη ζωή του.
Ο ίδιος ήταν δοσμένος στον Αγώνα, τη Μουσική, αλλά και την Μυρτώ…
Στο 6ο βίντεο της σειράς «8 ηθοποιοί για τον Μίκη Θεοδωράκη» η Άννα Μονογιού διαβάζει το κείμενο «Λαός και Συμφωνική Μουσική» ζωντανεύοντας το παράδειγμα της Μικρής Συμφωνικής Ορχήστρας.
Η δεκαετία του ’60 βρίσκει τον Μίκη «στις επάλξεις». Δεν σταματά λεπτό να δημιουργεί. Δεν σταματά να βρίσκεται μέσα στο λαό και μαζί με το λαό να παλεύει… Καταφέρνει και γίνεται ο οδηγός και ο πρωτεργάτης μιας νέας, μαχόμενης τέχνης στη μουσική, σε μια εποχή που ποτέ άλλοτε το πολιτικό σύνθημα δεν δέθηκε τόσο πολύ με την Τέχνη.
Ο Μίκης γνωρίζει καλά σε ποιους θέλει να απευθυνθεί με την Τέχνη του. Θέλει να προσεγγίσει, να φωτίσει τον δρόμο του λαού που δοκιμάστηκε, «όπως δοκιμάζεται το σίδερο στη φωτιά», που τα συναισθήματά του φούσκωναν «αληθινός υπόγειος ποταμός»…
Σε αυτά τα χρόνια αποφασίζει με άλλους προοδευτικούς καλλιτέχνες τη δημιουργία της Μικρής Συμφωνικής Ορχήστρας. Σκοπός της: να φτάσει η μεγάλη, η αληθινή Τέχνη στον φυσικό της αποδέκτη, τον λαό. Βγάζουν την κλασική μουσική, τις μελωδίες των Μότσαρτ, Μπετόβεν, Μπαχ έξω από τα λυρικά θέατρα. Το κοινό τους είναι μαθητές, φοιτητές, εργαζόμενοι, αγρότες. Γυρνούν τις συνοικίες, τα χωριά…
«Δεν υπάρχει καιρός! Καλλιτέχνες και κοινό πρέπει γρήγορα να πιαστούν χέρι χέρι και ν’ ανέβουν μαζί στην κορυφή του λόφου, για να δουν αυτό που κρύβεται από την άλλη μεριά!», αναγράφεται στο πρόγραμμα των συναυλιών.
«Αυτό ήταν το χαρακτηριστικό γνώρισμα του Κινήματος της Μαχόμενης Κουλτούρας. Κάθε ζωντανός πνευματικός άνθρωπος και καλλιτέχνης, θα έπρεπε να πάει με το έργο του εκεί που ζει και εργάζεται και παλεύει ο λαός. Να μοιραστεί μαζί του τόσο τα όνειρα και τους πόθους του, όσο και τους αγώνες, τα βάσανα, τις δοκιμασίες στις οποίες τον υπέβαλλε ένα καθεστώς βάρβαρο και αναχρονιστικό. Μέσα σ΄ αυτή τη γενική κατεύθυνση τοποθετείται και η προσπάθεια της Μικρής Ορχήστρας Αθηνών.
Το Φθινόπωρο του 1962 -τριανταπέντε νέοι μουσικοί – μερικοί φοιτούσαν ακόμα στο Ωδείο- και μαζί τους ο Στέλιος Καφαντάρης και εγώ, κλειστήκαμε για ένα και πλέον μήνα μέσα σε ένα υπόγειο καμπαρέ. Δουλέψαμε με όλη μας την ψυχή και ετοιμάσαμε υλικό για πολλές συναυλίες. Διαλέξαμε σαν αρχή για την προσπάθεια μας τη μουσική της Αναγέννησης, γνωστή και σαν μουσική “Μπαρόκ”: Βιβάλντι, Κορέλλι, Χάιντελ, Μπαχ, κλπ.
Όταν είμαστε έτοιμοι, τότε καλέσαμε στο θέατρο Καλουτά, όπου είχε στεγαστεί το “Λαϊκό Θέατρο”, πολλά εργατικά και φοιτητικά σωματεία και συλλόγους. Τους μιλήσαμε για την προσπάθεια μας και τους παρουσιάσαμε δείγματα της εργασίας μας. Το κεντρικό επιχείρημα ήταν το εξής:
Όλη η κληρονομιά των μεγάλων δημιουργών ανήκει στο λαό. Μην περιμένετε να σας δώσουν οι άλλοι αυτό που σας ανήκει. Απλώστε το χέρι να το πάρετε… Εμείς θα σας δώσουμε ένα μικρό κομμάτι από τα μουσικά αριστουργήματα που έγραψαν για σας και μόνο για σας , ο κύριος Βιβάλντι και ο κύριος Μπαχ…».
Στο 7ο βίντεο της σειράς «8 ηθοποιοί για τον Μίκη Θεοδωράκη» ο Δημήτρης Μαύρος διαβάζει αποσπάσματα από ομιλία του Μίκη στα Χανιά τη δεκαετία του ’60.
Σε αυτή την ομιλία του αποτυπώνεται ξεκάθαρα η αντίληψή του για τον κοινωνικό ρόλο του καλλιτέχνη.
«Εσύ, μου λένε, έχεις ταλέντο και πρέπει να το διαφυλάξεις. Ξεχνούν πως όλη τη ζωή μου τη μοίρασα σε αγώνες και σε μουσική. Και είναι οι αγώνες και η μουσική τόσο δεμένα πια μέσα μου, ώστε δεν μπορώ να φανταστώ ούτε αγώνες χωρίς τραγούδι ούτε τραγούδι χωρίς αγώνα. Φαίνεται πως το ταλέντο μου, σαν μια παράξενη μπαταρία, εκεί μέσα γεμίζει. Μέσα στη ζεστασιά της χειραψίας, μέσα στο αετίσιο βλέμμα του συναγωνιστή, μέσα στις ιαχές των συλλαλητηρίων και στη βοή της μάχης.
Όμως το ταλέντο δεν έρχεται μόνο του. Για να φυτρώσει, του πρέπει στρώμα παχύ ευαισθησίας. Αυτό σημαίνει πως ο αληθινός καλλιτέχνης δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος όταν γύρω του οι άλλοι βογκούν, ταπεινώνονται, πεινούν, τσακίζονται…», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μίκης.
Στα βίντεο που είναι αναρτημένα στον κανάλι του 902.gr στο YouTube και στο site mikis100.kke.gr στην ενότητα «Ήχος και Λόγος» μπορεί κανείς μέχρι στιγμής να παρακολουθήσει τον Μάκη Παπαδημητρίου, τη Νεφέλη Μαϊστράλη, τον Δημήτρη Καταλειφό, τον Βασίλη Κολοβό, Θανάση Ζερίτη και την Άννα Μονογιού. Ο καθένας αναδεικνύει στιγμές που καθόρισαν τη ζωή και το έργο του Μίκη.
«Στο ερώτημα για ποιον δημιουργώ απάντησα πάντοτε για τον λαό. Έτσι, γράφοντας για τον δικό μου λαό, τον ελληνικό, ευτύχησα να δω τη μουσική μου να ξεπερνά τα σύνορα της χώρας μου και ν’ αγγίζει τις καρδιές των απλών ανθρώπων ανεξάρτητα από εθνικότητα, γλώσσα, θρησκεία, φυλή. Έτσι όπως έθεσα τη μουσική και τον εαυτό μου στην υπηρεσία του ελληνικού λαού, θέλω να υπηρετεί και έξω από τη χώρα μου τον κοινό αγώνα όλων των τίμιων ανθρώπων της Γης που αγωνίζονται ενάντια στην τυραννία, στη βία και την εκμετάλλευση, που αγωνίζονται για έναν κόσμο με λευτεριά, δημοκρατία, κοινωνική προκοπή και ειρήνη».
Αυτά δήλωνε μεταξύ άλλων στην ομιλία του ο Μίκης Θεοδωράκης κατά την απονομή του Βραβείου «Λένιν» το 1983, σημειώνοντας πως στέκεται μπροστά τους ως ένας απλός εκπρόσωπος της γενιάς του, «της γενιάς της Εθνικής Αντίστασης, που η ψυχή της ήταν οι Έλληνες κομμουνιστές». Και ολοκλήρωνε λέγοντας ότι στέκεται «σαν μουσικός και σαν αγωνιστής, απλός στρατιώτης μέσα στην απέραντη και ακατάβλητη στρατιά των απλών ανθρώπων που είναι αποφασισμένοι να υπερασπίσουν με κάθε θυσία τα δημιουργήματα και τον πολιτισμό του ανθρώπου».
Αποσπάσματα από αυτήν την ομιλία διαβάζει ο ηθοποιός Παύλος Ορκόπουλος στο τελευταίο βίντεο της σειράς «8 ηθοποιοί για τον Μίκη Θεοδωράκη» , το οποίο είναι αναρτημένο στο κανάλι του «902.gr».
Για τον Μίκη Θεοδωράκη η στράτευση και οι αγώνες κάτω από την κόκκινη σημαία αποτελούν την ιερότερη περίοδο της ζωής του.
Αντίστοιχα, η σχέση του με την ΕΣΣΔ κρατά χρόνια. Από τη δεκαετία του ’40 κιόλας. Στην ΕΣΣΔ πραγματοποίησε πολλές περιοδείες, ενώ εκεί έλαβε το 1957 το πρώτο βραβείο σύνθεσης διά χειρός Σοστακόβιτς. «Στη Σοβιετική Ένωση πρωτοήρθα το 1957. Ήρθα με τη γαλλική αποστολή, με το πλοίο “Μπαλτίκα”. Καθώς από μακριά φαινόταν το Λένινγκραντ, ξέσπασα σε αναφιλητά. Η ιδέα ότι θα έβλεπα την πόλη του Λένιν έφερε στη μνήμη μου όλες τις αναμνήσεις της Κατοχής, της Αντίστασης, του Εμφυλίου, της παρανομίας, της φυλακής, της Μακρονήσου. Τους συντρόφους που βασανίστηκαν, σακατεύτηκαν, εκτελέστηκαν. Χίλια δυο πρόσωπα αγαπημένα μπαινόβγαιναν εκείνη τη στιγμή στη μνήμη μου, λες και ήθελαν εγώ ο τυχερός να χαιρετήσω από μέρους τους την ηρωική πόλη του Λένιν».
Ενώ δεν διστάζει να πάρει σαφή θέση και στην απόπειρα ξαναγραψίματος της Ιστορίας. Δήλωνε στον «Ριζοσπάστη» το 2005 με αφορμή το αντικομμουνιστικό μνημόνιο και το άθλιο κατασκεύασμα της ΕΕ για την εξίσωση του φασισμού με τον κομμουνισμό: «Το Συμβούλιο της Ευρώπης αποφάσισε να αλλάξει την Ιστορία. Να τη διαστρεβλώσει, εξισώνοντας τα θύματα με τους θύτες. Τους εγκληματίες με τους ήρωες. Τους κατακτητές με τους απελευθερωτές και τους ναζιστές με τους κομμουνιστές».
Πηγή: https://www.youtube.com/@902gr
Η ιστοσελίδα της συναυλίας: https://mikis100.kke.gr
