skip to Main Content

Της Βασιλικής Στεργίου* στην ΕφΣυν 2/9/2023

Δύο χρόνια μετά την απώλεια του Μίκη Θεοδωράκη, η αναγνώστρια της «Εφ.Συν.» Βασιλική Στεργίου του γράφει μια συγκινητική επιστολή για το νόημα που έδωσε στη ζωή της -και τη δική μας- το έργο του και την οποία αναδημοσιεύουμε στο mikisguide.

Αγαπημένε μου Μίκη, πέρασαν κιόλας δυο χρόνια από τότε που έφυγες, αυτό το γράμμα ωστόσο γράφτηκε μερικά χρόνια πριν τον βιολογικό σου θάνατο.

Συχνά μέσα στα χρόνια ήθελα να σε συναντήσω ή να σου γράψω. Ζυμώθηκα από παιδί από τα έξοχα τραγούδια σου. Τραγούδια και μουσικές που ανέδιδαν την κατάφαση ενός ευωδιαστού μανταρινιού σε γελαστό κυκλαδίτικο αυλόγυρο. Τραγούδια που από την άλλη νοηματοδοτούσαν τις μαύρες ζωές εκείνων των Ελλήνων που ακόμα άντεχαν να είναι άνθρωποι με μια ελπίδα ανάταξης στο φως. Αυτή η ζοφερή όμως εποχή που ζούμε όλοι, με ρίχνει πεντάρφανη στο πουθενά, πεντάρφανη από ουρανό, από οράματα, από όνειρα.

Δεν έχω πατρίδα παρά μόνο το χλομό φάντασμά της. Δεν έχω ένα όραμα για έναν καλύτερο κόσμο, αυτή η λέξη είναι κιόλας ένα νοητικό απολίθωμα.

Δεν έχω ουρανό. Δεν μου νεύουν πια τις νύχτες τα αστέρια, μόνο τρέχουν να κρυφτούν, να σώσουν τη λάμψη τους απ’ την ανθρώπινη απληστία που σιγά σιγά αφανίζει την εμφάνισή τους στο κοντινό μας Στερέωμα.

Αγαπημένε μου Μίκη, είμαι το παιδί ενός νεκρού Θεού, ενός συντριπτικά απομαγευμένου Κόσμου.

Ενός Θεού και ενός Κόσμου που σκότωσαν και συνεχίζουν να σκοτώνουν οι άνθρωποι στο διηνεκές, ξέρεις εσύ καλύτερα από όλους μας τι εννοώ, τον μύθο, τη συνείδηση, τη δικαιοσύνη, τη συμπόνια, την αλληλεγγύη, την ελευθερία, την αγάπη, την αρμονία, το ρίγος της συγκίνησης, την ευγνωμοσύνη.

Εσύ όμως έχεις πραγματώσει θαυμαστά με τη μοναδική μουσική ιστορία σου αλλά και τη σπάνια προσωπικότητά σου μια Κιβωτό οικουμενικής Ομορφιάς που τα εμπεριέχει όλα αυτά και ήδη γλιστράει λαμπερή στο φάσμα του μέλλοντος κι ας είναι το παρόν μας πνιγμένο σε μια γκρίζα, αδιαπέραστη ομίχλη.

Και να πώς μέσα από σένα έρχεται αίφνης η ανάσταση ενός οράματος και ο επαναπατρισμός μου. Μέσα από σένα αίρεται η ψυχική και πνευματική μου ορφάνια.

Μέσα από σένα ο ουρανός γίνεται πάλι έναστρος και τα όνειρά μου μεταμορφώνονται σε πουλιά που με ταξιδεύουν κι ας είναι πάντα περιπετειώδες το ταξίδι.

Καμιά φορά ακούγοντας τα υπέρ-ωχ-α τραγούδια σου από το «Αξιον Εστί» μέχρι την «Κατάσταση πολιορκίας» και από τον «Επιτάφιο» μέχρι το «Μαουτχάουζεν», αναπαριστώ μέσα μου τη μορφή σου: μορφή λιονταριού, αγέρωχη, αρχέγονα βασιλική. Μετά φτάνει στα αυτιά μου το γέλιο σου, γέλιο φιλοπαίγμονος παιδιού.

Καθώς χαμογελάς βλέπω το πρόσωπό σου να αποκτά μια όψη πελαγίσια, μια όψη του απέραντου που εκπέμπει την τεράστια λαχτάρα σου να πετάξεις.

Και τότε σε φαντάζομαι να πετάς με στιλπνά κάτασπρα φτερά στους ώμους, με την μπαγκέτα του Μαέστρου στο δεξί σου χέρι και στο άλλο να κρατάς ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο.

Πετάς ευθύβολος και ανάλαφρος πάνω απ’ τις σγουρές θάλασσες του Αιγαίου, τα δωρικά ηπειρώτικά βουνά, τα κρητικά λιβάδια με τα άγρια κρινάκια και το δίκταμο.

Ύστερα σιγά σιγά γλιστράς πιο κάτω και φτερουγίζεις πάνω από τις στέγες των σπιτιών, τα καμπαναριά τις υψικάμινους.
Μετά υψώνεσαι πάλι με προτεταμένο το ένα πόδι μπροστά σαν εκείνον τον αρχαιοελληνικό Κούρο που με αυτή του την κίνηση πήγε όλη την Ανθρωπότητα για πρώτη φορά μπροστά και τότε βλέπεις με την άκρη του ματιού σου πάνω σε ένα πουπουλένιο σύννεφο την Αθανασία να σε καλεί με το ρόδινο χέρι της να πας κοντά της.

Κι εγώ ακούω ξανά και ξανά το τραγούδι της Φαίδρας.

Ακούω αυτό το τραγούδι σου που πάντα με κάνει και βουρκώνω γιατί είναι το τραγούδι που γεννάει, πεθαίνει και ανασταίνει μέσα μου όλη μου τη ζωή.

Σε ονομάζω πνευματικό μου πατέρα, εσένα που η συστατική και κυτταρική δομή της υλικής σου ύπαρξης μαζί με το αιθέριο πνεύμα σου και την αδάμαστη ψυχή σου είναι φτιαγμένα από χιλιάδες φλογερά ηλιάκια… αλλιώς πώς θα κατόρθωνες μια τόσο ένδοξη φωτοσύνθεση της Ομορφιάς;

ΥΓ: Εξαίρω την Ομορφιά καθώς πιστεύω πως δεν είναι τίποτα πιο πολιτικό από αυτήν. Το Κάλλος της Τέχνης παρηγορεί, ελευθερώνει, εναρμονίζει, εξελίσσει τον άνθρωπο σε αντίθεση με την ασχήμια που ο οίκος της είναι ο φόβος, η μοναξιά, η επικίνδυνη ομοιομορφία, το μίσος της διαφορετικότητας και η συντριβή του σκέπτεσθαι, του αισθάνεσθαι και του πράττειν.

*Συγγραφέας

Back To Top