
Μια ποιητική περιγραφή των Δεκεμβριανών, 80 χρόνια πριν.
Από την αυτοβιογραφία του Μίκη Θεοδωράκη «Δρόμοι του Αρχάγγελου», Έκδοση Κέδρος τομ.2ος, σελ.64-66
«Ο αγέρας κάλπαζε βαστώντας με πύρινα χαλινά τα σκοτεινά σύννεφα.
Τσακισμένοι, βολευτήκαμε ο ένας πλάι στον άλλον / πάνω στο σανίδι, που είχε μυρουδιά κηδείας / Από πάνω μας τ’ αεροπλάνα της RAF / σπέρνουν στο σκοτάδι πύρινες μαργαρίτες / Οι λεύκες γέρνουν στο χώμα οργισμένες / προσπαθώντας να φτάσουν τα τανκς / που μας παραμονεύουν σιωπηλά / μέσα στη νύχτα. / Ο Μαργαρίτης πηγαίνει μπροστά / στη γυριστή σκάλα που οδηγούσε στη σκοπιά / Ανεβαίναμε σπρώχνοντας προς τα πάνω / με όλη μας τη δύναμη / το σκοτεινό ουρανό που μας πιέζει / Χαϊδεύω με το γυμνό δάκτυλο τη σκανδάλη του όπλου / ο άνεμος κι η βροχή χαστουκίζουν στο πρόσωπό μου, τα περιβόλια με τα όνειρα / την αίθρια τόλμη της γενιάς μου / (…) Ήξερα τώρα, πως τα βήματά μου / πάνω στην παγωμένη πλάκα της ταράτσας / μετρούσαν τον παλμό του κόσμου».
Στην «ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ», ένα κάπως εκτεταμένο ποίημα, γραμμένο στα 1946 τελειώνω ως εξής: «Το αίμα έχει σχηματίσει μια λίμνη / λίγο πιο πάνω από το μέρος που στεκόμαστε. / Ο μύθος της φυλής αυτής λέει / πως στο βυθό της / κατοικούνε τα ινδάλματα όλων των ανθρώπων. / Όποιος θελήσει να δει τον εαυτό του / δεν έχει παρά να σταθεί / πάνω απ’ την ακίνητη επιφάνειά της».
Βλέπει κανείς την αγωνία από την αδελφοκτόνο διαμάχη, που καθημερινά παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις. Ήδη, στο βάθος του ορίζοντα, αρχίζει να διακρίνεται αποκρουστικό το φάντασμα του επερχόμενου εμφύλιου. Έτσι, όλα θα κατέληγαν σε μια πελώρια λίμνη αίματος.
Καθισμένοι στο πατάρι του Λουμίδη, στη Σταδίου, συζητάμε για την πολιτική κατάσταση. Όλοι μας φυσικά ΕΑΜίτες. Νέοι, ως επί το πλείστον, διανοούμενοι, καλλιτέχνες. Νεοσσοί. Ο βασικός διαχωρισμός γίνεται ανάμεσα σε δυό απόψεις. η πρώτη: «Εμείς, σαν πνευματικοί άνθρωποι, έχουμε ανάγκη τα κρατικά μέσα για να επικοινωνήσουμε με το λαό. Το ΕΑΜ χάνει τη μάχη. Αν το ακολουθήσουμε στην πτώση του, τότε πως θα επικοινωνούμε με το λαό, που είναι και το βασικό μας χρέος;» η δεύτερη: «Το πρώτο μας χρέος είναι να εκφράσουμε πιστά και σωστά το λαό. Αν το ΕΑΜ τον εκφράζει πολιτικά, τότε κι εμείς, μόνο μαζί με το ΕΑΜ, συμμεριζόμενοι τα πάθη του λαού, μέσον των παθών του ΕΑΜ, θα μπορέσουμε, αν και εφόσον επιζήσουμε, να εκφράσουμε καλλιτεχνικά το λαό. Το πρόβλημα της επικοινωνίας έρχεται μετά…».
Ύστερα από λίγους μήνες βρεθήκαμε οι μισοί στις εξορίες και οι μισοί στην Αθήνα, στα σπίτια τους, έως ότου, τους περισσότερους η αντιδραστική εξουσία, μέσον του κράτους-Σειρήνα, εξαγόραζε τη φρονιμάδα τους με την ψυχή τους. Μέσα από τις σκέψεις και τα ποιήματα, εγώ προετοίμαζα να σταθώ πάνω από τη λίμνη του αίματος, προκειμένου να δω το πρόσωπό μου. Να είμαι, δηλαδή, εγώ ο ίδιος και όχι ένας άλλος. Κάθε εποχή έχει, φυσικά, το δικό της τίμημα, θα σού ζητούν πάντα να σταυρωθείς για να αναστηθείς. Όμως, εκείνον τον καιρό, ναι — ο μόνος τρόπος για να μείνεις πιστός στον εαυτό σου ήταν να διαλυθείς μέσα στους άλλους, που εκείνην τη στιγμή το ‘παιζαν κορόνα γράμματα με την ιστορία, θα μού πείτε: «Και τι έγινε; νικήσαμε; φτάσαμε στην Ιθάκη;» την απάντηση την έχει δώσει προ πολλού ο ποιητής. Σημασία είχε το «ταξίδι». Η απόφαση που παίρνεις εσύ ο ίδιος και που σε εκσφενδονίζει στο κέντρο του ηφαιστείου. Γίνεσαι τότε ένα με τη λάβα. και αν επιζήσεις, τότε θα έχεις πολλά και σημαντικά να διηγηθείς στους ανθρώπους. «Η λέξη “ευαισθησία” είναι κάτι που ταιριάζει / στους ώριμους καρπούς που πλημμυρίζουν από ζωή / πολύ περισσότερό αν είναι μητρικό στήθος / παρ’ ότι αν είναι μια φωνή που σε καλεί σε βοήθεια / Εξάλλου οι αναθυμιάσεις αυτές του αίματος δεν μπορούν ν αφήσουν ασυγκίνητο ούτε ένα μικρό σπόρο σταριού / Ήδη τρώγοντας ψωμί / τρέφεις τις σάρκες σου / με πόνους και χρέη» («Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ»).
Αεροσκάφος της RAF βομβαρδίζει τις ανατολικές συνοικίες της Αθήνας