skip to Main Content

Η Δρ. Χριστίνα Αναγνωστοπούλου, αναπληρώτρια Καθηγήτρια Τμήματος Μουσικών Σπουδών ΕΚΠΑ, γράφει για το μουσικό έργο του συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, στην athensvoice.gr 08.09.2021

Είναι πολλά τα μουσικά έργα και πολλοί οι συνθέτες που μπορούμε να πούμε πως μας αγγίζουν συναισθηματικά. Όλοι έχουμε κάποια προτιμώμενα είδη μουσικής, κάποια τραγούδια, κάποια έργα, στα οποία γυρίζουμε ξανά και ξανά για να αισθανθούμε αυτά που έχουμε ανάγκη να αισθανθούμε, να χαρούμε, να συν-λυπηθούμε, και κυρίως να πάρουμε μια ώθηση να συνεχίσουμε τη ζωή μας, μια ανάσα, ένα ταύτισμα ψυχής για να προχωρήσουμε. Η μουσική πλέον συχνά θεωρείται ένα δωρεάν αυτοχορηγούμενο φάρμακο, που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε κατά βούληση. Επίσης, μας προσφέρει την έννοια του «Μουσικού Ασύλου», που μας προστατεύει και μας δίνει κουράγιο να συνεχίσουμε τον δύσκολο δρόμο της ζωής.

Για τη μουσική και το συναίσθημα έχουν γραφτεί πάρα πολλά. Πολλές θεωρίες για το πώς η μουσική προκαλεί συναισθήματα έχει προβάλει η επιστημονική κοινότητα σε όλον τον κόσμο. Δεν μας αρέσουν όλα τα αγαπημένα μας τραγούδια με τον ίδιο τρόπο. Κάποια από αυτά μας αρέσουν γιατί μας θυμίζουν κάτι, κάποια άλλα γιατί τα μοιραζόμαστε με φίλους, κάποια άλλα γιατί έχουν μέσα τους συγκεκριμένα μουσικά χαρακτηριστικά. Για κάθε αγαπημένο τραγούδι, πιθανόν να υπάρχει και διαφορετικός λόγος για τον οποίο χαιρόμαστε να το ακούμε.

Η μουσική του Θεοδωράκη συχνά μας αγγίζει πολύ βαθιά και συχνά την αποκαλούμε «μαγική». Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Πιστεύω ότι εν μέρει είναι η ικανότητα του συνθέτη να μας αγγίζει συναισθηματικά με πολλούς διαφορετικούς τρόπους ταυτόχρονα, σε κάθε του μουσικό έργο.

Ο Μίκης Θεοδωράκης καταρχήν κατανοούσε τον ανθρώπινο πόνο, τη δυσκολία, αλλά και τη χαρά, τη δύναμη, τη νίκη. Ο ακροατής μπορούσε να ταυτιστεί με τον συνθέτη, ή μάλλον ο συνθέτης με τον ακροατή, σε πολύ μεγάλο βαθμό. Αυτό, παρόλο που ίσως προξενήσει έκπληξη, δεν είναι πάντα δεδομένο. Το τι θέλει να μεταδώσει ένας συνθέτης με το τι (θέλει να) κατανοήσει ο ακροατής είναι δύο διαφορετικές διαδικασίες που δεν ταυτίζονται, και συχνά δεν χρειάζεται και να ταυτίζονται. Το μήνυμα του Θεοδωράκη όμως ήταν πάντα απόλυτα ξεκάθαρο, και το έδινε με κάθε δυνατό τρόπο, μουσικό και εξωμουσικό.

Ένας άλλος τρόπος σύνδεσης του ακροατή με τα τραγούδια του συνθέτη, είναι αυτό που στη διεθνή επιστημονική κοινότητα αποκαλείται χαϊδευτικά η θεωρία “Darling they are playing our tune”. O ακροατής έχει συνδέσει στιγμές δυνατής συναισθηματικής φόρτισης με κάποιο τραγούδι, και όταν ξανακούει το ίδιο τραγούδι, επιστρέφει η μνήμη και το ίδιο το συναίσθημα. Η μουσική του Θεοδωράκη και η τόσο στενή σύνδεσή της με την ιστορία του τόπου μας δημιουργούσε τέτοιες στιγμές αβίαστα, όχι μόνο συνδεδεμένη με προσωπικές εμπειρίες αλλά και με πολύ σημαντικές ομαδικές.

Ο Θεοδωράκης όμως, πάνω απ’ όλα, είχε μια απίστευτη ικανότητα να ταιριάξει το εξωμουσικό νόημα, τον στίχο, την ιδέα (όπως η ελευθερία και η δημοκρατία) με τα μουσικά εργαλεία και τα μουσικά χαρακτηριστικά που χρησιμοποιούσε. Κάθε του σύνθεση ήταν μοναδική, σε έναν περίτεχνο συνδυασμό μουσικού και εξωμουσικού νοήματος. Χρησιμοποιούσε συνειδητά την έννοια της μουσικής επανάληψης για να εδραιώσει στο μυαλό του ακροατή τα μοτίβα, τους ρυθμούς και τα λόγια της μουσικής του. Η τέχνη του ήταν μοναδική και στη μουσική υφή του κάθε έργου, στην ενορχήστρωσή του, στην παρουσίαση δηλαδή της μουσικής ιδέας, του μουσικού μοτίβου και θέματος, με έναν τέτοιο τρόπο που να συγκινεί και να ανατριχιάζει τον ακροατή. Ένας αληθινός πρωτομάστορας και εξαιρετικός γνώστης της επίδρασης της κάθε νότας, του κάθε ρυθμού, του κάθε οργάνου, στην ανθρώπινη ψυχή, ένα πολύ σπάνιο θείο δώρο.

Εάν η μουσική είναι ένα δωρεάν αυτοχορηγούμενο φάρμακο στον πόνο, στη χαρά και στη ζωή γενικότερα, τότε ο Θεοδωράκης μας έχει κάνει το μεγαλύτερο δώρο που θα μπορούσε να μας κάνει ένας άνθρωπος- την ομαδική μας θεραπεία και ευζωία.

Back To Top