skip to Main Content

Εκδήλωση στη Ζάτουνα με αφορμή τα δύο χρόνια από τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη

Στα δύο χρόνια από τον θάνατο του μεγάλου μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη και η ΚΕ του ΚΚΕ οργανώνει προς τιμήν του μια αφιερωματική εκδήλωση και συναυλία με τίτλο «Οι “Αρκαδίες” του Μίκη Θεοδωράκη στην Αρκαδία», στις 27 Αυγούστου, στη Ζάτουνα Αρκαδίας, το χωριό όπου είχε εξοριστεί ο συνθέτης με την οικογένειά του κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Θυμίζουμε ότι το σχολείο του χωριού έχει μετατραπεί από το 2006 σε ένα εξαιρετικό σύγχρονο μουσείο για το έργο του Μίκη Θεοδωράκη, το οποίο θα είναι ανοιχτό και επισκέψιμο από το πρωί εκείνη τη μέρα.

Στην εκδήλωση, που θα αρχίσει στις 7.30 μ.μ., θα μιλήσει ο Νίκος Κουτουμάνος, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, Γραμματέας της ΕΠ Πελοποννήσου του Κόμματος και υποψήφιος περιφερειάρχης Πελοποννήσου με τη «Λαϊκή Συσπείρωση».

Την καλλιτεχνική επιμέλεια της συναυλίας που θα ακολουθήσει, θα έχει ο Κώστας Θωμαΐδης και ο ίδιος μαζί με την τελευταία ερμηνεύτρια έργων του Μίκη, Μπέττυ Χαρλαύτη, θα ερμηνεύσουν τις τέσσερις πρώτες «Αρκαδίες» του συνθέτη, καθώς και μια επιλογή από άλλα γνωστά τραγούδια του. Στο πιάνο θα τους συνοδεύσει ο Τάκης Φαραζής.

Έναν σχεδόν χρόνο πριν «φύγει» από κοντά μας ο Μίκης Θεοδωράκης, την ώρα των απολογισμών που σβήνουν απ’ το μυαλό οι λεπτομέρειες και «μένουν τα “Μεγάλα Μεγέθη”», όπως ο ίδιος έλεγε στην επιστολή που έστειλε στον ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπα, ξεχώρισε ότι τα πιο κρίσιμα, δυνατά και ώριμα χρόνια του τα πέρασε κάτω από τη σημαία του ΚΚΕ. Και γι’ αυτό θέλησε να «φύγει» από αυτόν τον κόσμο ως κομμουνιστής.

Το ΚΚΕ δεν θα σταματήσει να τον τιμά για το τεράστιο και πολυσχιδές έργο του, που πάνω του είναι χαραγμένες οι αγωνίες, οι πόθοι και τα οράματα του λαού μας. «Σου το χρωστάμε, λοιπόν, να φροντίσουμε να ανοιχτούν διάπλατα στον κόσμο όλοι οι θησαυροί της μουσικής σου. Σου το χρωστάμε να συνεχίσουμε να διεκδικούμε το μεγάλο όνειρό σου να φτάσουν στον λαό οι θησαυροί σε όλη την ιστορία της μουσικής, μέχρι αυτό ατόφιο να εκπληρωθεί σε μια ανώτερη μορφή κοινωνίας, όπου όλα τα μέλη της θα μπορούν να κατανοούν και να απολαμβάνουν την Τέχνη», είχε πει χαρακτηριστικά αποχαιρετώντας τον μεγάλο μουσικοσυνθέτη ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπας.

Σε αυτό το πλαίσιο, μετά τη μεγάλη συναυλία της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ πέρσι στον Ωρωπό, έξω από το κελί που ο ίδιος κρατήθηκε, η ΚΕ του ΚΚΕ φέτος επιλέγει να τον τιμήσει στη Ζάτουνα και να παρουσιάσει εκεί ένα μέρος από τις «Αρκαδίες» του, από τα τραγούδια που συνέθεσε εκεί και που ήθελε να ακούγονται σε αυτά τα μέρη που πέρασε εξόριστος ένα μέρος από τα μαύρα χρόνια της χούντας.

Οι «Αρκαδίες» του Μίκη

Η «Αρκαδία Ι» αποτελείται από τραγούδια σε στίχους του ίδιου του Μίκη, με έντονους συμβολισμούς και ειρωνεία για την κατάσταση της χώρας, αλλά και τον εγκλεισμό του ίδιου και της οικογένειάς του: «Ο γιος μου είναι εννιά χρονών εννιά χειμώνες εννιά καλοκαίρια / του βάλαμε στο βλέμμα κεραυνό τις θάλασσες κρατά στα δυο του χέρια. / Τα χέρια του τα σήκωσαν ψηλά την πλάτη του κολλήσανε στον τοίχο / μετράνε της ανάσας του τον ήχο κι ανασκαλεύουν τη μικρή του την καρδιά. / Να ζούσαμε σε γκέτο εβραϊκό γύρω Γερμανούς φρουρούς θηρία / Ζάτουνα, χίλια εννιακόσια εξήντα οκτώ την τρίτη μου περνάμε εξορία»…

Την ίδια περίοδο ο Μάνος Ελευθερίου αναζητά συνθέτη να μελοποιήσει έναν κύκλο τραγουδιών του. Οι στίχοι του, όμως, δεν κατάφεραν να μελοποιηθούν από κανέναν συνθέτη, αφού καμία εταιρεία δεν έβγαζε αυτά τα τραγούδια. Ετσι, ύστερα από τρεις – τέσσερις μήνες και αφού τελειοποίησε τους στίχους του, αποφάσισε ότι ο Μίκης είναι η μόνη λύση. Μετά από πολύ κόπο και ολόκληρη μυστική επιχείρηση καταφέρνει τελικά να του στείλει στη Ζάτουνα δύο κύκλους τραγουδιών (ο δεύτερος χαρακτηρισμένος από τον Ελευθερίου «Τα τραγούδια για τη μάνα και τους φίλους») και ο Μίκης τους μελοποιεί, δημιουργώντας τις «Αρκαδίες» ΙΙ και ΙΙΙ. Γράφει μουσική πάνω σε εξαιρετικούς στίχους του Ελευθερίου με έντονες πάλι αλληγορίες και αναφορές στα δύσκολα χρόνια της χούντας: «Πήρε τη νύχτα ο χαμός και τ’ όνειρο μαχαίρια / ψεύτικος ήταν ο χρησμός / πως θα γυρίσει ο ποταμός / με δέκα περιστέρια», ή ακόμη: «Ήρθαν οι ανθρώποι με τα μαύρα, που έχουν σκοτάδι στα μαλλιά τους / κι αυτοί που έχουν βροχή στα χέρια / και κεραυνό στο κοίταγμά τους. / Και πήραν τα όνειρά μας νόμοι και τα τραγούδια μας καπνός / και πήραν τη ζωή μας δρόμοι και την αγάπη καθενός». Αξίζει να σημειωθεί ότι από την τρίτη «Αρκαδία», τα τραγούδια «Του χάρου η μάνα» και «Μάνα, το μάννα τ’ ουρανού» είναι τα μοναδικά ζεϊμπέκικα απ’ όλους τους κύκλους των «Αρκαδιών» και ο Μίκης τα χαρακτηρίζει «τα ζεϊμπέκικα της Ζάτουνας».

Η αγάπη του Μ. Θεοδωράκη για την ελληνική ποίηση, που έχει ήδη αποδώσει μέχρι τότε τεράστια τραγούδια με τις μελοποιήσεις του, τον οδηγεί να στραφεί στην ποίηση του Ανδρέα Κάλβου και να μελοποιήσει αποσπάσματα από τις «Ωδές» του για να ισχυροποιήσει το αντιδικτατορικό φρόνημα και να ξεσηκώσει τους όποιους απαθείς Ελληνες: «Οσοι το χάλκαιον χέρι / βαρύ φόβου αισθάνονται, / ζυγόν δουλείας ας έχωσι / θέλει αρετή και τόλμην η ελευθερία»… Ετσι γεννιέται η «Αρκαδία ΙV».

Ακολούθησαν η «Αρκαδία V» πάνω στο «Πνευματικό Εμβατήριο», το δημοφιλέστερο ίσως αντιστασιακό ποίημα του Αγγελου Σικελιανού, που καλεί «να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα», καθώς και οι «Αρκαδίες» VI και Χ σε ποίηση του ίδιου του Μίκη και οι «Αρκαδίες» VII σε ποίηση Τάκη Σινόπουλου, VIII σε ποίηση Μανώλη Αναγνωστάκη και IX σε ποίηση Κώστα Καλατζή. Στη συνέχεια είχε αρχίσει να μελοποιεί το ποίημα «Ηλιε μου βγες» του Νότη Περγιάλη, αρχίζοντας τον κύκλο τραγουδιών «Αρκαδία XI», όμως η μεταφορά του συνθέτη από τη Ζάτουνα στις φυλακές του Ωρωπού, τον Οκτώβρη του 1969, είχε ως αποτέλεσμα να μην ολοκληρωθεί ποτέ η σύνθεση της ενδέκατης «Αρκαδίας».

Ο Μίκης στη Ζάτουνα

Με την επιβολή της δικτατορίας ο Μίκης Θεοδωράκης βγήκε αυτόματα στην παρανομία, ενώ μόλις δύο μήνες μετά το χουντικό πραξικόπημα με ειδική διαταγή του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού απαγορεύτηκαν η κυκλοφορία των δίσκων του και κάθε είδους εκτέλεση και ακρόαση των τραγουδιών του. Ο ίδιος συνελήφθη τον Αύγουστο του 1967. Αφού πέρασε από την Ασφάλεια στην Μπουμπουλίνας κι έπειτα από τις φυλακές Αβέρωφ τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό στο Βραχάτι, αλλά καθώς το καθεστώς έβλεπε ότι δεν μπορούσε ουσιαστικά να τον περιορίσει αποφάσισε τον Αύγουστο του 1968 τη μεταφορά του στη Ζάτουνα, ερημικό ορεινό χωριό της Αρκαδίας, κοντά στη Δημητσάνα, στο οποίο κατοικούσαν περίπου 20 οικογένειες.

Τη φύλαξή του αναλαμβάνει μια διμοιρία χωροφυλάκων. Ο ίδιος είχε το δικαίωμα να κυκλοφορεί στο χωριό μόνο για τέσσερις ώρες τη μέρα, με συνοδεία δύο αστυνομικών και ήταν υποχρεωμένος να παρουσιάζεται δύο φορές τη μέρα στο αστυνομικό τμήμα. Δεν του επιτρεπόταν να επικοινωνεί με τον κόσμο, να διατηρεί αλληλογραφία, ενώ οι έλεγχοι ήταν διαρκείς και στο σπίτι που διέμενε και στην οικογένειά του. Ωστόσο του είχαν επιτρέψει να έχει μαζί του εκεί το πιάνο του.

Τον πρώτο καιρό το κλίμα και οι συνθήκες δεν τον άφησαν ανεπηρέαστο. Για κάποιους μήνες δεν μπορούσε να παίξει τίποτα στο πιάνο. Ομως μετά άρχισε να παίζει αρχικά τραγούδια του Χατζιδάκι και στη συνέχεια αποφασίζει να συνθέσει δικά του καινούργια τραγούδια. Γιατί δεν έχει σταματήσει να ζει, να ονειρεύεται, να παλεύει. Εκεί γεννήθηκαν λοιπόν οι 10+1 κύκλοι τραγουδιών με τον τίτλο «Αρκαδίες» και άλλα έργα του. Οι αστυνομικοί γίνονται το… κοινό που ακούει για πρώτη φορά αυτές τις μελωδίες του Μίκη. Και βέβαια, παρά τις απαγορεύσεις, με διάφορους τρόπους καταφέρνει να στέλνει μαγνητοταινίες με τα καινούργια έργα του στο εξωτερικό (όπου είχαν καταφέρει να βγουν η Μαρία Φαραντούρη και ο Αντώνης Καλογιάννης με τη λαϊκή Ορχήστρα του).

Σε μήνυμα του Μίκη Θεοδωράκη από τη Ζάτουνα, που μεταδόθηκε από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Μόσχας και σώζεται στο Αρχείο του ΚΚΕ, διαβάζουμε: «Σαν πνευματικός δημιουργός, επιτελώντας το λαϊκό λειτούργημά μου, συνέθεσα και εδώ στη Ζάτουνα έξι κύκλους τραγουδιών, που τους ονομάζω “Αρκαδίες”. Αυτά τα τραγούδια που γράφω τώρα όπως εκείνα που θα γράψω και αύριο είναι αφιερωμένα σε σας, δηλαδή σε όλους τους ανθρώπους που πιστεύουν στον άνθρωπο, που πιστεύουν στη ζωή, στο δίκιο, στη δημοκρατία και την ελευθερία και που έχουν τάξει σκοπό της ζωής τους τον αγώνα για την υπεράσπισή τους. Αφιερώνονται ιδιαίτερα στους Έλληνες αγωνιστές της ελευθερίας και τους ξένους φίλους του λαού μας που μας συμπαραστέκονται στον δύσκολο αγώνα μας». Και ολοκληρώνει τον χαιρετισμό του λέγοντας: «Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον ανελέητο αγώνα έως την τελική νίκη. Κι ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι η λευτεριά δε χαρίζεται, η λευτεριά κερδίζεται. Γεια χαρά».

Πηγή: Ριζοσπάστης

Back To Top