skip to Main Content

Με κεντρικό ομιλητή τον Α.Ε. Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη πραγματοποιήθηκε το Πολιτικό Μνημόσυνο του Μίκη Θεοδωράκη στις 2 του Σεπτέμβρη 2024 στα Χανιά στο θέατρο Μίκης Θεοδωράκης και μαζί έκλεισαν οι εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Μίκης Θεοδωράκης 2024.

Τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας συνόδευαν, ο Πρέσβης της Δημοκρατίας στην Ελλάδα κ. Σταύρος Αυγουστίδης και ο Αναπληρωτής Κυβερνητικός Εκπρόσωπος κ. Γιάννης Αντωνίου.

Στο πολιτικό μνημόσυνο χαιρετισμό απεύθυναν, η Γενική Γραμματέας Σύγχρονου Πολιτισμού, Ελένη Δουνδουλάκη, εκπροσωπώντας τον πρόεδρο της κυβέρνησης, ο βουλευτής Ν. Χανίων Αλέξανδρος Μαρκογιαννάκης, εκπροσωπώντας τον Πρόεδρο της Βουλής, και από του οργανωτές ο Περιφερειάρχης Κρήτης, Σταύρος Αρναουτάκης, ο Δήμαρχος Χανίων, Παναγιώτης Σημανδηράκης και ο Πρόεδρος του Παγκρήτιου Συλλόγου Φίλων Μίκης Θεοδωράκης, Γιώργος Αγοραστάκης.


Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης  στην ομιλία του, αναφέρθηκε στη στενή σχέση της Κρήτης με την Κύπρο και στην «ακατάλυτη σχέση του Μίκη Θεοδωράκη με την Κύπρο». Πιο συγκεκριμένα η ομιλία του έχει ως εξής:

«Νιώθω πραγματικά ότι θα ήθελα να σας προσφωνήσω όλους με το φίλες και φίλοι, διότι όταν βρίσκομαι στην Κρήτη νιώθω σαν να βρίσκομαι στην Κύπρο, σε ένα πολύ οικείο χώρο, και ακριβώς για αυτό τον λόγο πάντοτε, και προηγουμένως ως Υπουργός Εξωτερικών και τώρα ως Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι με μεγάλη χαρά που αποδέχομαι προσκλήσεις για να βρίσκομαι στην Κρήτη. 

Ως ένδειξη ακριβώς αυτού που προανέφερα ότι, πριν την παρουσία μου εδώ επισκέφθηκα τη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού στο Ηράκλειο, για να επισκεφθώ τους Κύπριους υποψήφιους αξιωματικούς που βρίσκονται εκεί αλλά πολύ περισσότερο για να εκφράσω εκ μέρους της κυπριακής πολιτείας, του κυπριακού λαού, τις ευχαριστίες προς τη διοίκηση της Σχολής που για τόσα χρόνια έχει φιλοξενήσει δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες Κύπριους που υπηρέτησαν εκεί. 

Νιώθω την ανάγκη να το αναφέρω αυτό διότι το 1984, ο μακαριστός αδελφός μου είχε βρεθεί στη Σχολή στο Ηράκλειο. Θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά τότε, όταν εγώ ήμουν μικρό παιδί, όταν επέστρεψε από την εκπαίδευση πίσω στην Κύπρο, τα όσα είχε μεταφέρει για τη φιλοξενία που όλοι οι Κύπριοι τότε, δόκιμοι, είχαν τύχει από τους Κρητικούς. Και θυμάμαι ακόμη τόσα χρόνια μετά, την πολύ χαρακτηριστική του φράση ότι ήταν λες και υπηρετούσαμε στην Κύπρο. 

Αποτελεί ύψιστη τιμή για μένα να απευθύνω φέτος τον επίσημο επιμνημόσυνο λόγο στη σεμνή αυτή εκδήλωση που διοργανώνουν η Περιφέρεια Κρήτης, ο Δήμος Χανίων και ο Παγκρήτιος Σύλλογος Φίλων του Μίκη Θεοδωράκη, για να τιμήσουμε τη μνήμη του μεγάλου Έλληνα μουσικοσυνθέτη.

Ο Μίκης δεν ήταν φυσικά μόνο ένας σπάνιος δεξιοτέχνης της μουσικής με έντονη παρουσία στα πολιτικά, κοινωνικά και δημόσια δρώμενα. Ήταν κάτι πολύ πιο ευρύ και πολύ πιο σημαντικό. Ήταν μια πολυσχιδής προσωπικότητα με ξεκάθαρη θέση και άποψη για όλα τα υπαρξιακά θέματα που απασχολούν τον κάθε άνθρωπο, οποιασδήποτε φυλής, θρησκείας, κοινωνικής προέλευσης και πολιτικών πεποιθήσεων: Η ζωή, ο θάνατος, η ελευθερία, η  δημοκρατία, η  ισότητα, η κοινωνική δικαιοσύνη, ήταν πάντα στον πυρήνα της ζωής του και αποτυπώθηκαν κατά τρόπο μοναδικό και στο πλούσιο έργο του. Αυτός ο πολίτης του κόσμου που έκανε την Ελλάδα γνωστή στα πέρατα της Γης, ήταν οικουμενικός, γιατί οι αξίες που υπηρετούσε ήταν πανανθρώπινες. Ουμανιστής, ειρηνιστής, αντικομφορμιστής, αλλά κυρίως φύσει ελεύθερος, ήταν ένα σύμβολο της σύγχρονης Ελλάδας, στέρεο και αμετακίνητο, ‘με θεμέλια στα βουνά’, κατά τον ποιητή.

Εκείνο όμως που τον έκανε να ξεχωρίζει είναι ότι ήταν ο ίδιος στη ζωή και καθημερινότητά του, το ζωντανό παράδειγμα όσων πραγματικά πρέσβευε. Ο Μίκης δεν ήταν των λόγων αλλά των έργων, ήταν πρωτοπόρος, ήταν μπροστάρης, πρωτοπόρος, ήταν ηγήτορας. 

Αισθάνομαι πραγματικά  ιδιαίτερη συγκίνηση γιατί έχω το τιμητικό προνόμιο εξ ονόματος του κυπριακού λαού, της Κυπριακής Δημοκρατίας, να εκφωνώ τον αποψινό λόγο και να απευθύνω μερικά λόγια αγάπης και εκτίμησης για τον άνθρωπο που κυριολεκτικά κράτησε την Κύπρο στη ζωή του, στην ψυχή και στην καρδιά του. Ο Μίκης Θεοδωράκης ασφαλώς δεν χρειάζεται συστάσεις, ειδικά εδώ στην Κρήτη. Εξάλλου, έχουν γραφεί και ειπωθεί πάρα πολλά γι’ αυτόν τον ξεχωριστό άνθρωπο και το έργο του. Επέλεξα, λοιπόν, απόψε, να μιλήσω για κάτι διαφορετικό, να αναφερθώ στην ακατάλυτη σχέση του Μίκη Θεοδωράκη με την Κύπρο. Μια σχέση στέρεη και ουσιαστική, μια σχέση πραγματικής αγάπης και διαχρονικής προσφοράς. Εξάλλου, ο Θεοδωράκης αυτοπροσδιοριζόταν όχι μόνο ως Έλληνας και Κρητικός, αλλά και ως Κύπριος. Αγωνιούσε πραγματικά για το μέλλον του Κυπριακού Ελληνισμού και ήταν πάντοτε παρών σε όλους τους αγώνες του λαού μας. Ήταν δίπλα μας, ειδικά τις δύσκολες ώρες της δοκιμασίας, πριν ακριβώς 50 χρόνια, όταν οι γονείς μας και οι παππούδες μας, οι γιαγιάδες μας αναγκάστηκαν από τον Τούρκο εισβολέα να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, τις πατρογονικές τους εστίες και να αναζητήσουν μια χαραμάδα ελπίδας για να αντέξουν. Ήταν μαζί μας όταν γυρεύαμε ένα αποκούμπι για να κρατηθούν και να αντιμετωπίσουν τις δοκιμασίες.

Ο Μίκης Θεοδωράκης επισκέφθηκε την Κύπρο για πρώτη φορά πριν από περίπου 60 χρόνια, τον Φεβρουάριο του 1964. Στην Κύπρο είχε ήδη χαραχθεί η πρώτη πράσινη γραμμή του διαχωρισμού. Ήταν μια δύσκολη περίοδος για την Κύπρο, λίγα μόλις χρόνια μετά την ανεξαρτησία, το 1960, αφού οι δικοινοτικές ταραχές που είχαν ξεσπάσει σαν αποτέλεσμα της πρώτης τουρκικής απόπειρας για επιβολή της διχοτόμησης στην Κύπρο, προκάλεσε για πρώτη φορά στην Ιστορία της Κύπρου γεωγραφικό διαχωρισμό ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους.   

Στο πρώτο, λοιπόν, σύντομο ταξίδι του τότε στην Κύπρο, ο Μίκης Θεοδωράκης ανέφερε ότι εργαζόταν πάνω στο Άξιον εστί’ του Οδυσσέα Ελύτη και ανακοίνωσε ότι θα μελοποιούσε τραγούδια για την Κύπρο σε στίχους Κυπρίων ποιητών, καθώς πίστευε ‘στην αλληλουχία Τέχνης και ζωής, στην αλληλουχία Τέχνης και αγώνα’. Στη συνέχεια, τα ταξίδια του στην Κύπρο πύκνωσαν, λόγω της συνεργασίας του με το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου για τις ανάγκες της ταινίας ‘Το νησί της Αφροδίτης’, που έγινε η αφορμή για τη δημιουργία του δίσκου ‘Χρυσοπράσινο Φύλλο’, με το ομότιτλο τραγούδι, σε στίχους Λεωνίδα Μαλένη. Οι σχέσεις του Μίκη Θεοδωράκη με την Κύπρο είχαν πλέον ριζώσει για καλά. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο  η επίσημη πρώτη ραδιοφωνική μετάδοση του ΄’Άξιον Εστί’ έγινε από το ΡΙΚ, στις 24 Μαΐου 1964. 

Όταν το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου, η τουρκική αεροπορία σκορπούσε τον θάνατο και την καταστροφή στην μαρτυρική Τηλλυρία, ο Θεοδωράκης έδωσε και πάλι το παρών του στην Κύπρο και βρέθηκε στο πλευρό του κυπριακού λαού. Ήταν τότε που συγκροτήθηκε η κυπριακή εθνοφρουρά σε μια προσπάθεια να αποτραπούν τα τουρκικά σχέδια για τη διχοτόμηση. Ο Μίκης Θεοδωράκης απάντησε θετικά χωρίς δεύτερη σκέψη όταν του ζητήθηκε να μελοποιήσει τον ύμνο του εθνοφρουρού, σε στίχους του Άντη Περνάρη. Την ίδια εποχή είχε συνθέσει τον ίσως πιο αναγνωρίσιμο ελληνικό ρυθμό διεθνώς, το συρτάκι ΄Ζορμπάς’, για την ομότιτλη ταινία του σπουδαίου Κύπριου σκηνοθέτη, Μιχάλη Κακογιάννη, βασισμένο σε παραδοσιακή κρητική μουσική. 

Στα χρόνια που ακολούθησαν οι αδελφικοί δεσμοί του Μίκη Θεοδωράκη με την Κύπρο έγιναν ακόμη πιο ισχυροί. Η μουσική του έγινε σύμβολο για όλους εμάς, του αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου αλλά και των απανταχού Ελλήνων. Ειδικά την περίοδο της Χούντας, το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου μετέδιδε καθημερινά μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, κόντρα στη λογοκρισία των συνταγματαρχών.

Οι δίσκοι του Θεοδωράκη έγιναν φυλακτό σε κάθε κυπριακό σπίτι και η μουσική του σήμανε εγερτήριο ψυχικής ανάτασης, ειδικά κατά τα πέτρινα χρόνια μετά το προδοτικό πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή του 1974. Οι προσπάθειες του Θεοδωράκη για την εξασφάλιση της διεθνούς υποστήριξης στον αγώνα του κυπριακού λαού, για λευτεριά και ανεξαρτησία ήταν απαράμιλλες. Όργωσε, χωρίς καμία δόση υπερβολής, όλο τον κόσμο, διοργανώνοντας συναυλίες αλληλεγγύης για την Κύπρο, για να βοηθήσει τους πρόσφυγες. Οργάνωνε και συμμετείχε ο ίδιος σε πορείες ειρήνης, έδινε το παρών του σε αντικατοχικές εκδηλώσεις, σε διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις. 

Ο Μίκης έγινε ο μπροστάρης ενός αγώνα στον οποίο πήραν μέρος δεκάδες άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών, σε όλη την Ελλάδα, σε όλο τον κόσμο. Οι ανεπανάληπτες μελωδίες του που έντυσαν τους θρυλικούς στίχους των σπουδαίων ποιητών, έγινε το βάλσαμο στην πληγή των μαυροφορεμένων Κυπρίων, των κατατρεγμένων προσφύγων, των συγγενών των αγνοουμένων, των εγκλωβισμένων μας, των ανθρώπων που είδαν τα πάντα να χάνονται μέσα σε μερικές μέρες. Την ώρα που ο κυπριακός λαός ένοιωθε στο πετσί τους την προδοσία, την κατοχή ήταν η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη που μαρτυρούσε -με τρόπο συγκλονιστικό- την παρουσία του ελληνικού λαού, τη συμπαράσταση των Ελλήνων αδελφών μας που δεν είχαν καμία σχέση με όσα έπραξε η Χούντα των Αθηνών. 

Για όλους αυτούς τους λόγους, ο Μίκης κατέκτησε πρωτεύουσα θέση στη συνείδηση των Κυπρίων, όλων των Κυπρίων. Η κυπριακή πολιτεία,  όλες οι πολιτικές δυνάμεις, οργανώσεις, αλλά και πληθώρα φορέων της κοινωνίας των πολιτών αναγνώρισαν την ανεκτίμητη προσφορά του και του απέδωσαν τις πρέπουσες τιμές. Ήταν μέσα σε αυτό το πλαίσιο που το 1999, για πρώτη φορά, ο Πρόεδρος Γλαύκος Κληρίδης του απένειμε το Μετάλλιο εξαίρετης προσφοράς της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ το 2005 ο Πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος τού απένειμε τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Μακαρίου Γ’. Με τον θάνατό του, το όνομά του δίδεται, ως ελάχιστη ένδειξη αναγνώρισης και τιμής, σε λεωφόρους, σε δρόμους, σχολεία, πάρκα και πλατείες σε όλη την ελεύθερη Κύπρο. 

 Είναι ένα λιτό αντίδωρο του λαού μας, του κυπριακού λαού, για όσα πρόσφερε στη χώρα μας ο μουσουργός της Ρωμιοσύνης, τον οποίο μνημονεύουμε με συγκίνηση και αγάπη. Ποτέ δεν θα ξεχάσουμε όσα πρόσφερε ο Μίκης Θεοδωράκης στην κατεχόμενη μας πατρίδα και τον λαό της. Και πάντοτε θα χρωστάμε ένα δάκρυ αγάπης στο άκουσμα των τραγουδιών που χάραξαν για πάντα τις ζωές μας.

Είμαι ο πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας της μεταπολεμικής γενιάς, ο πρώτος Πρόεδρος που γεννήθηκε λίγους μόλις μήνες πριν από εκείνο τον μαύρο Ιούλιο του 1974 και μεγάλωσε μαζί με τα άλλα παιδιά του πολέμου, της προσφυγιάς, του Δεν Ξεχνώ, της αδιάκοπης προσπάθειας για ευημερία, αλλά και της συνεχούς αναζήτησης του σωστού, του δίκαιου, της ελπίδας μετά από πολλές και συνεχιζόμενες απογοητεύσεις, που μεγάλωσε σε μια πατρίδα, ακούγοντας πολλά ηχηρά συνθήματα, αλληλοκατηγορίες, αναφορές σε προδότες και πατριώτες, πολλές φορές στημένες διαχωριστικές γραμμές ανάμεσά μας, με τον τόπο, όμως, να συνεχίζει να είναι υπό κατοχή. Πενήντα χρόνια μετά, στην ευρωπαϊκή Κύπρο, σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ από το 2004, υπάρχουν ακόμη πρόσφυγες, 50 χρόνια μετά βιώνουμε το δράμα των αγνοουμένων, ανάμεσα τους και αδελφοί μας από την Ελλάδα, των οποίων η τύχη δεν έχει ακόμη διακριβωθεί, βιώνουμε την παραβίαση βασικών ελευθεριών και θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων, των εγκλωβισμένων, που παρέμειναν, παρά τις αντιξοότητες, στα σπίτια τους, την καταστροφή της πολιτιστικής και θρησκευτικής μας κληρονομιάς, τη συνεχιζόμενη αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα της πατρίδας μας, τον καθημερινό σφετερισμό των περιουσιών μας.

Όλα όσα απαράδεκτα και καταδικαστέα βλέπουμε να διαδραματίζονται σήμερα στην Ουκρανία, στα οποία πολύ ορθώς αντιδρά με καταδικαστικό τρόπο η διεθνής κοινότητα, στα οποία η Κύπρος και η Ελλάδα βρίσκονται στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, διαπράχθηκαν πριν από 50 χρόνια στην ευρωπαϊκή Κύπρο και κάθε μέρα βιώνουμε τις συνέπειές τους.

Πενήντα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, η δική μου γενιά, η γενιά του πολέμου, έχει την ευθύνη της απαλλαγής από τα κατοχικά δεσμά, την ευθύνη της απελευθέρωσης και της επανένωσης της πατρίδας μας.

Όραμά μας μια πατρίδα χωρίς κατοχικό στρατό, χωρίς εγγυητές, χωρίς προστάτες. Γι’ αυτό από την πρώτη μέρα της εκλογής μου κάνω ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις και να επιτύχουμε την επίλυση του Κυπριακού σύμφωνα με τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες. Για μας η παρούσα κατάσταση πραγμάτων δεν είναι επιλογή για εμάς, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελεί το μέλλον της Κύπρου. Παρά τις δυσκολίες, τις προκλήσεις και τις απογοητεύσεις, εξακολουθώ να πιστεύω πραγματικά ότι μπορούμε να πετύχουμε μια αμοιβαία επωφελή συμφωνία. Στο δικό μου όνειρο, η Κυπριακή Δημοκρατία, ως ισότιμο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει τη δυνατότητα να προσφέρει σε όλους τους νόμιμους πολίτες της, Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Μαρωνίτες, Αρμενίους και Λατίνους,  συνθήκες ειρήνης, ασφάλειας και ευημερίας. Για όλα αυτά, δηλαδή, που και ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης υπήρξε ακούραστος υπηρέτης. Υπηρέτης του αγώνα των απλών ανθρώπων για συνεργασία, για ειρήνη, για ειρηνική συνύπαρξη. 

Σε πλήρη συνεργασία με την Ελλάδα, η οποία αποτελεί τον πιο σταθερό και ανιδιοτελή μας σύμμαχο, εργαζόμαστε ώστε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για επανέναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων για επίλυση του Κυπριακού.

Για να επιτύχουμε τον στόχο μας, την επίλυση του εθνικού μας προβλήματος, απαραίτητη προϋπόθεση είναι και η ύπαρξη, στην πράξη και όχι στα λόγια, ενός ισχυρού και αρραγές εσωτερικού μετώπου. Είναι απαραίτητη προϋπόθεση η ύπαρξη πνεύματος ενότητας στην Κύπρο και την Ελλάδα, που πολύ συχνά υμνούσε στις τοποθετήσεις του και ο Θεοδωράκης. Στην αντιφώνησή του, κατά την τελετή παρασημοφόρησής του στην Κύπρο, είχε πει χαρακτηριστικά: ‘Η ίδια η Ιστορία μάς διδάσκει ότι μπροστά στα μέγιστα θέματα, όπως είναι τα εθνικά, δεν χωρούν προσωπικές φιλοδοξίες και κομματική λογική και συμφέροντα’. Αυτή, λοιπόν, την παρακαταθήκη του Μίκη Θεοδωράκη οφείλουμε όλοι να τη διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού και να την αποδεικνύουμε καθημερινά μέσα από τις τοποθετήσεις και πράξεις μας.

Πριν από λίγα χρόνια, τον Φεβρουάριο του 2019, είχα τη χαρά, ως Υπουργός Εξωτερικών τότε, να απευθύνω ομιλία στην παρουσίαση στην Κύπρο του συγγράμματος υπό τον τίτλο ‘Η Διαλεκτική της Αρμονίας’, το οποίοαποτελεί το απόσταγμα της σοφίας του Μίκη Θεοδωράκη και ενός άλλου στοχαστή, του πανεπιστημιακού Κώστα Γουλιάμου. Στο εν λόγω βιβλίο, ο Μίκης Θεοδωράκης τονίζει ότι ο φυσικός νόμος Θέση – Αντίθεση οδηγεί στη Σύνθεση, ενώ η Θέση χωρίς Αντίθεση μοιραία καταλήγει στην Αποσύνθεση. Το βλέπουμε να επαληθεύεται στην πράξη. Διαμέσου των αιώνων όσα πολιτικά συστήματα εμπόδιζαν να εκδηλωθεί ελεύθερα η ζωτική αντίθεση που εξασφαλίζει τη σύνθεση, δηλαδή την ανάπτυξη και την πρόοδο, έπεφταν σε αποσύνθεση, μαρασμό και παρακμή. Στο δημοκρατικό πολίτευμα όλες οι θέσεις εκφράζονται, συνδιαλεγόμαστε ελεύθερα και μέσα από τον διάλογο μπορούμε να βρούμε λύσεις, μπορούμε ακόμη και στα πιο δύσκολα θέματα να βρούμε την κοινή συνισταμένη. Πάνω σε αυτή τη βάση πιστεύω ότι μπορούμε να βρούμε και τον τρόπο να επανενώσουμε την Κύπρο και να ζήσουμε ειρηνικά. Το μόνο που δεν μπορούμε να διαπραγματευτούμε είναι την απόλυτη προσήλωσή μας στον σεβασμό των δικαιωμάτων του κάθε ανθρώπου, των αρχών και αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Από τα πανέμορφα Χανιά της ηρωομάνας Κρήτης, θέλω να μεταφέρω την έντονή μου πεποίθηση ότι ο αγώνας της Κύπρου για λευτεριά και επανένωση μπορεί να στεφθεί με επιτυχία και ο ήλιος της Δικαιοσύνης να ανατείλει επιτέλους πάνω από την πατρίδα μας. Θα ήθελα απόψε, με αφορμή το μνημόσυνο του Μίκη να αποτίσω φόρο τιμής στους Ελλαδίτες αδελφούς μας, μεταξύ των οποίων και αρκετοί Κρητικοί που έπεσαν μαχόμενοι με ανδρεία και αυταπάρνηση για προάσπιση της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, πολλοί από αυτούς αφήνοντας την τελευταία τους πνοή στην ακριτική Κύπρο. Εκφράζω την ευγνωμοσύνη της Πολιτείας και σύμπαντος του Κυπριακού Ελληνισμού για τη θυσία και την προσφορά τους, καθώς επίσης σε όλους τους Ελλαδίτες αδελφούς μας οι οποίοι αγωνίστηκαν για την απόκρουση της ιταμής Τουρκικής Εισβολής. 

Θα ήθελα, επίσης, να εκφράσω τη γνήσια ευγνωμοσύνη του Κυπριακού Ελληνισμού για την έμπρακτη και σταθερή συμπαράσταση και στήριξη που η Ελλάδα και ο αδελφός ελληνικός λαός προσφέρουν κατά τα 50 αυτά χρόνια στον αγώνα μας για επιβίωση, ανάπτυξη και δικαίωση. Η συμπαράσταση και η στήριξη αυτή αποτελούν το ισχυρότερο και συμπαγέστερο θεμέλιο του αγώνα που διεξάγουμε. Και γνωρίζουμε πολύ καλά ότι μια ισχυρή Ελλάδα είναι ένας ισχυρός σύμμαχος της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι ένας πόλος σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή μας. 

Η Κύπρος και η αδελφική μας Κρήτη, όπου αναπαύεται ο αλησμόνητος Μίκης Θεοδωράκης, στέλνουν μήνυμα ειρήνης και αδελφοσύνης, μήνυμα κατά των διαχωριστικών γραμμών, των κατοχικών στρατευμάτων και των αναχρονιστικών εγγυήσεων, με την ελπίδα ότι θα μπορέσουμε να τιμήσουμε τη μνήμη του Μίκη με μια μεγαλειώδη συναυλία σε μια ελεύθερη και επανενωμένη Κύπρο. Το γνωρίζουμε ότι για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή. Εμείς είμαστε εδώ για να πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν, μέχρι το τέλος, μέχρι την απελευθέρωση».


Ο Περιφερειάρχης Κρήτης, Σταύρος Αρναουτάκης στην ομιλία αναφέρθηκε στην σημαντικότητα της προσωπικότητας, του έργου και της προσφοράς του  Μίκη Θεοδωράκη στον Πολιτισμό και καλωσόρισε τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη στην Κρήτη. Ειδικότερα ο κ. Αρναουτάκης, απευθυνόμενος στον Πρόεδρο της Κύπρου, ανέφερε:

«Με μεγάλη τιμή και χαρά, σας υποδεχόμαστε κ. Πρόεδρε στην Κρήτη. Η παρουσία σας απόψε, υπογραμμίζει τη θεμελιώδη σχέση της Κύπρου με την Κρήτη, όπως αυτή διαμορφώθηκε στο διάβα των αιώνων, αλλά και κυρίως όπως αυτή χαράκτηκε με αίμα το καλοκαίρι του 1974, τότε που οι Κρητικοί υπερασπίστηκαν τα χώματα της Κύπρου, σαν να επρόκειτο για τη γη των δικών τους προγόνων.

 «Η Κύπρος δεν έφυγε ούτε στιγμή από τη σκέψη μου, σε όλη τη διάρκεια της πολυτάραχης ζωής μου», έλεγε ο ίδιος, ο Μίκης  τολμώντας να δηλώσει «Έλληνας, Κρητικός, Κύπριος», κατά την τελετή απονομής του παρασήμου από τον τότε Πρόεδρο, Τάσσο Παπαδόπουλο.»

«Τρία χρόνια μετά τον τελευταίο αποχαιρετισμό στο Γαλατά,  επιβεβαιώνεται πως ο Μίκης, αναδύθηκε στην ελληνική ζωή, ως ένα από τα σημεία αναφοράς της, ένα κραταιό πολιτικό και πολιτισμικό σύμβολο. Στην πολύχρονη επικοινωνία του με το λαό, στα χρόνια της σιωπής, τα τραγούδια της φωτιάς, κυριάρχησαν σε κάθε σπίτι, σε κάθε πλατεία και γειτονιά. Ο Μίκης Θεοδωράκης υπήρξε μήνυμα, σύμβολο, έμπνευση, εθνικό τρόπαιο, μεγάλος παράγοντας και μέρος του σύγχρονου ελληνισμού.

Κλείνοντας και αφού ευχαριστήσουμε τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας για τη μεγάλη τιμή που μας κάνει απόψε, να επισημάνω πως η δύναμη της συγκίνησης παραμένει ανεξάντλητη, γιατί η μορφή του Μίκη Θεοδωράκη «φτιάχτηκε από υλικά αντοχής και ανθεκτικότητας. Γι’ αυτό θα ανήκει στο σύνολο της νεοελληνικής ιστορίας, ως ο τελευταίος «μύθος» του νεοελληνικού πολιτισμού. Ένα μνημείο που διασταυρώνεται με την ιστορία, τη φωνή του πατριωτισμού και της μουσικής, τις φωνές που καθόρισαν τη ζωή του», όπως έλεγε ο ίδιος.»


Ο Δήμαρχος Χανίων, Παναγιώτης Σημανδηράκης έκανε λόγο για μια ιστορική ημέρα για τα Χανιά αναφέροντας τους άρρηκτους δεσμούς της Κρήτης με την Κύπρο αλλά και του ίδιου του Μίκη με την μεγαλόνησο.  Ειδικότερα ο κ. Σημανδηράκης  στην ομιλία του ανέφερε:

«Εξοχότατε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας,

Με ιδιαίτερη χαρά και τιμή, σας υποδεχόμαστε σήμερα στα Χανιά, στην Κρήτη, στην μητέρα Ελλάδα.

Είναι εξαιρετική τιμή να βρίσκεστε ανάμεσα μας, με αφορμή το ετήσιο μνημόσυνο και το Φεστιβάλ «Μίκης Θεοδωράκης» που η Περιφέρεια Κρήτης, ο Δήμος Χανίων και ο Παγκρήτιος Σύλλογος Φίλων «Μίκης Θεοδωράκης» θέσπισαν για τον μεγάλο Κρητικό, τον μεγάλο Έλληνα, τον μεγάλο Ρωμιό κι Οικουμενικό Άνθρωπο, τον πολιτικό αλλά πρωτίστως τον μεγάλο καλλιτέχνη, που μας χάρισε δημιουργίες άρρητα συνδεδεμένες με τις σημαντικές στιγμές του ελληνισμού, δημιουργίες που πλαισιώνουν καλλιτεχνικά και παντοτινά, τη συλλογική μας μνήμη.

Η παρουσία Σας σήμερα εδώ, στα Χανιά είναι ιστορική, όπως ιστορική είναι και η ίδια η πόλη. Μια από τις αρχαιότερες της Ευρώπης, μια από τις σημαντικότερες της μινωικής Κρήτης αλλά και συνάμα μια πόλη σύγχρονη, ευρωπαϊκή, ζωντανή και δυναμική.

Στο κέντρο της Μεσογείου, μεταξύ Ανατολής και Δύσης, διαχρονικό σταυροδρόμι πολιτισμών, παλίμψηστο αρχιτεκτονικής, πολύτιμη κιβωτός ιστορικών αναμνήσεων, η Κρήτη, όπως άλλωστε και η Κύπρος έθρεψαν και διέδωσαν τον ελληνικό πολιτισμό στα πέρατα της γης, σφυρηλατώντας μια διακριτή ταυτότητα αλλά και έναν αδιάσπαστο δεσμό μεταξύ των Κρητικών και Κυπρίων, επί αιώνες.

Ο Δήμος Χανίων άλλωστε, είναι αδελφοποιημένος με 4 πόλεις της Κύπρου: την Πάφο, την Αμμόχωστο, την Πόλη Χρυσοχούς και την Έγκωμη, τιμώντας αυτόν τον δεσμό, μέσω της έμπρακτης και ουσιώδους συνεργασίας.

Είναι για εμάς είναι σημαντικό, διατηρώντας την ιστορική μνήμη, να μπορούμε να καταγράφουμε τις ιστορικές διαδρομές, τόσο της Κρήτης όσο και της Κύπρου, καθώς αμφότερες αποτέλεσαν κεντρικά ζητήματα στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα.

Το Κρητικό ζήτημα, όπως άλλωστε και το κυπριακό αλλά και το μεσανατολικό αποτέλεσαν ζητήματα που απασχόλησαν και τα δύο τελευταία απασχολούν τη διεθνή πολιτική και συσχετίζονται άμεσα με ευρύτερα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα της περιοχής.

Και στο σημείο αυτό θα ήθελα να τονίσω ότι δεν ξεχνάμε ποτέ ότι εδώ και πέντε δεκαετίες η Κύπρος παραμένει, ημικατεχόμενη χώρα. Δεν ξεχνάμε τον βίαιο ξεριζωμό και τον εκτοπισμό χιλιάδων Ελληνοκυπρίων, τη διχοτόμηση του νησιού αλλά τον βίαιο χωρισμό Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.

Και αν η Κρήτη, έπειτα από αιώνες αγώνων και διεκδικήσεων, ευτύχησε να στέκεται ελεύθερη, οφείλεται πρωτίστως, στο γεγονός ότι στο τελευταίο, εξαιρετικά κρίσιμο στάδιο του κρητικού ζητήματος, είχε ως πρωθυπουργό τον εθνάρχη, Χανιώτη, Ελευθέριο Βενιζέλο.

Υπό την εμπνευσμένη ηγεσία του Ελευθερίου Βενιζέλου, επιτεύχθηκε η επιθυμητή έκβαση και η ένωση της Κρήτης με την μητέρα Ελλάδα και τα τεκμήρια της σπουδαίας αυτής διαδρομής και πολιτικής δράσης εκτείθενται σε μικρή απόσταση από το Ενετικό Λιμάνι, βρίσκεται το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος», το οποίο αποτελεί τον θεματοφύλακα της κληρονομιάς του Ελευθερίου Βενιζέλου.

Κληρονομιά που μας καλεί να αναστοχαστούμε το Κυπριακό ζήτημα, ως μια ιστορία χαμένων ευκαιριών που μας στοιχειώνει, και δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολιών, για τη σημασία, την ευθύνη και την κρισιμότητα των πολιτικών ηγεσιών ανά  τους αιώνες και ανά την υφήλιο. 

Και ότι οι μελλοντικές μας επιλογές πρέπει να γίνονται στη βάση του ρεαλισμού, αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και κάθε συμμαχίες, έχοντας πάντα ως γνώμονα ότι η εξωτερική πολιτική πρέπει να ασκείται με το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες γενιές, απαλλαγμένη από εφήμερες συγκυρίες και ματαιόδοξους πολιτικούς χειρισμούς.

Η Κύπρος το 2004, πέτυχε να εισέλθει στην Ευρωπαϊκή οικογένεια ως το 14 μέλος της, γεγονός που αποτελεί ένα ιστορικό ορόσημο για την πορεία της. Και ως ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καλείται αλλά και προσκαλεί τα υπόλοιπα μέλη να αποδεικνύουν καθημερινά την αλληλεγγύη μεταξύ τους και την απαρέγκλιτη προσήλωση τους στους κανόνες της διεθνούς πολιτικής, στις αποφάσεις και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ.

Και είναι σήμερα περισσότερο επιτακτικό από ποτέ, στη βάση των τραγικών γεγονότων που εκτυλίσσονται στην Ουκρανία και την Μέση Ανατολή, οι υπερεθνικοί αυτοί οργανισμοί της Ε.Ε. και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών να ανακτήσουν και να διευρύνουν την αποτελεσματικότητά τους, ανατρέχοντας στις ιστορικές συγκυρίες και δικαιώνοντας τους λόγους, και εκείνες τις κορυφαίες πολιτικές προσωπικότητες που οδήγησαν στη γέννηση τους.

Στην παγκόσμια, σύγχρονη και σύνθετη πραγματικότητα, καμία ισορροπία δεν μπορεί να επέλθει αν δεν παραμεριστούν οι εθνικισμοί, αν δεν επικρατήσει η συναδέλφωση και αν δεν βρεθούν τα τολμηρά μέσα και οι τρόποι, ώστε να μπορούν να επιβάλλονται, απαρέγκλιτα οι επιταγές του διεθνούς δικαίου και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Είμαι σίγουρος ότι η συνεργασία της κυβέρνησης της Κύπρου με την κυβέρνηση της Ελλάδας, προσανατολίζεται προς αυτήν την κατεύθυνση και απ’ αυτό εδώ το βήμα, θέλω να στείλω τις εγκάρδιες ευχές της κοινωνίας των Χανίων να μπορέσει, επιτέλους, ο ελληνισμός να δει ξανά την επανένωση της Κύπρου και τις κοινότητες του νησιού να ζουν σε ένα ειρηνικό πλαίσιο, όπως έχουν αποδείξει ότι μπορούν και στο παρελθόν.

Για τους παραπάνω σκοπούς αγωνίστηκε και ο ίδιος ο Μίκης, ο οποίος μεγάλωσε και γαλουχήθηκε στην μεγαλόνησο της Κρήτης αλλά συνδέθηκε και με την μεγαλόνησο της Κύπρου· τη γη της λεμονιάς, της ελιάς, των παλικαριών και της αγάπης, τ’ άδικου χαμού, του χρυσοπράσινου φύλλου ριγμένου στο πέλαγο, όπως αναφέρει στα τραγούδια του.

Κι ο Μίκης Θεοδωράκης, θρέμμα περήφανων Κρητικών, αυτόν τον ιερό δεσμό μεταξύ των τόπων και των ανθρώπων μας, τον βίωσε, τον τίμησε και τον μετουσίωσε σε πνευματικό αγώνα, το μόνο όπλο που διέθετε, όπως έλεγε και ο ίδιος.

Μέσα από το έργο, την προσφορά του, την παρακαταθήκη του και κάθε πτυχή της τεράστιας προσωπικότητας του, ο Μίκης Θεοδωράκης, ήταν ένας ακούραστος αγωνιστής, που σήμερα περισσότερο από ποτέ, αποτελεί ένα φάρο ελπίδας για κάθε αγώνα, συλλογικό ή προσωπικό.

Το μουσικό  έργο του δε, πολυδιάστατο, ήταν ελληνικό και παγκόσμιο αλλά και μια οικουμενική πρόσκληση αγώνα, ελευθερίας και ελπίδας, για όλους τους ανθρώπους σε όλη τη γη.

Εξοχότατε Πρόεδρε,

Κυρίες και Κύριοι

Η παρουσία σας σήμερα εδώ, προσδίδει ιδιαίτερη τιμή και κύρος στην πρωτοβουλία που έχουμε αναλάβει από κοινού με την Περιφέρεια Κρήτης και τον Παγκρήτιο Σύλλογο Φίλων «Μίκης Θεοδωράκης» και θεωρούμε ότι θα αποτελέσει ένα σημείο αναφοράς για να μπορέσουμε να αναδείξουμε και να παραδώσουμε στις επόμενες γενιές της ανθρωπότητας, τη σπουδαία παρακαταθήκη του Μίκη Θεοδωράκη και τα μηνύματα που αυτή φέρει.

Την ίδια στιγμή αποτελεί και ένα αντίδωρο ευγνωμοσύνης του κυπριακού λαού απέναντι στις μεγάλες δημιουργίες του Μίκη και μια αναγνώριση για όσα προσέφερε μέσα από τον πνευματικό του αγώνα, στην ανάγκη του να εκφράσει τον πόθο, τον πόνο, τις αγωνίες και τη χαρά του ελληνισμού, πανταχού.

Από εδώ, λοιπόν, τον χώρο που φέρει το όνομα του μεγάλου μουσικοσυνθέτη, σας καλωσορίζω για ακόμα μια φορά στα Χανιά και θέλω να γνωρίζετε πως τόσο εσείς όσο και όλοι οι αδελφοί Κύπριοι είστε πάντα ευπρόσδεκτοι στον τόπο μας, έχοντας την ευγενή φιλοδοξία να συναγωνιστούμε την αξεπέραστη κυπριακή φιλοξενία.»


Ο Πρόεδρος του Παγκρήτιου Συλλόγου Φίλων Μίκη Θεοδωράκη Γιώργος Αγοραστάκης στην ομιλία του αναφέρθηκε στις σχέσεις του Μίκη Θεοδωράκη με την Κύπρο και έκανε μια εκτενέστερη αναφορά στον πολιτικό Μίκη Θεοδωράκη με αφορμή τα 50 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα και την τραγωδία της Κύπρου. Αναλυτικότερα η ομιλία του κ. Αγοραστάκη είχε ως εξής:

«Εξοχότατε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας

Κυρίες, κύριοι

Αποτελεί μεγάλη μας τιμή να υποδεχόμαστε εδώ τον Πρόεδρο της Κύπρου για να μας μιλήσει στο πολιτικό μνημόσυνο του Μίκη Θεοδωράκη.

Κύριε Πρόεδρε

από την πλευρά του Μίκη Θεοδωράκη οφείλομε από την αρχή να σας ευχαριστήσομε προσωπικά αλλά και στο πρόσωπό σας όλους τους φορείς, όλο τον Κυπριακό λαό, για όσα έχετε κάνει για τον Μίκη Θεοδωράκη, και για την αγάπη με την οποία τον περιβάλατε και τον περιβάλετε (μετά θάνατο).

Πρέπει να σας μεταφέρω την συγκίνησή μας όταν βλέπουμε πως αυτό έχει περάσει στην νέα γενιά της Κύπρου. Το βλέπουμε στα λουλούδια που αφήνουν οι μαθητές της Κύπρου στον τάφο του Θεοδωράκη στο Γαλατά.

Γνωρίζοντας ίσως καλύτερα τις απόψεις του Θεοδωράκη και τα αισθήματά του για την Κύπρο, θα μπορούσα τώρα να τα διερμηνεύσω, παραφράζοντας ένα στίχο από το ποίημα «στηθάγχη» του Ναζίμ Χικμέτ:

«αν η μισή μου καρδιά βρίσκεται στην Κρήτη στην Ελλάδα, η άλλη μισή στη Κύπρο βρίσκεται»

εξάλλου ο ίδιος το εξέφρασε διαφορετικά ενώπιον του αείμνηστου προέδρου Τάσου Παπαδόπουλου δηλώνοντας ό,τι «είναι Έλληνας Κρητικός και Κύπριος».

Ο μεγάλος Μίκης Θεοδωράκης, υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής του αγώνα της Κύπρου για απελευθέρωση, ανεξαρτησία και ενότητα.

Αγάπησε την Κύπρο και την τραγούδησε με πάθος και με αγωνία, σ΄ όλο το κόσμο. Άσκησε μεγάλη επιρροή στην διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης των Κυπρίων και προπαντός του Κυπριακού πολιτισμού.

Σ’ αυτό το μνημόσυνο, στην επέτειο των 50 χρόνων από την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, οφείλω στην μνήμη του -ενώπιον σας- να επισημάνω «το μάθημα της ιστορίας» από τον πολιτικό Μίκη Θεοδωράκη.

Ο Μίκης Θεοδωράκης -αδιαμφισβήτητα- υπήρξε ο πρωταγωνιστής του αντιστασιακού αγώνα για την ανατροπή του χουντικού καθεστώτος στην Ελλάδα.

Αρχές του 1973 (16/1) ενάμιση χρόνο πριν την πτώση της χούντας και ενώ είχαν ναυαγήσει όλες οι προσπάθειες για την ενότητα των αντιστασιακών οργανώσεων και την ανατροπή του χουντικού καθεστώτος, ο Θεοδωράκης από το Λονδίνο σε συνέντευξη στα ΜΜΕ, με θάρρος και παρρησία, δήλωνε ότι:  όσο παρατείνεται το χουντικό καθεστώς μόνο δεινά μπορεί να συσσωρεύσει και ότι μια μόνο λύση έμενε για την ανατροπή της χούντας και την επάνοδο της Δημοκρατίας. Ήταν η λύση Καραμανλή, την οποία ονόμασε «μαλακή» κρίνοντας ότι είναι η μόνη που θα αποδεχόταν ο στρατός, ο λαός και ξένοι.

Αυτή δηλαδή η λύση που  δόθηκε τελικά, όταν είχε συντελεστεί όμως η καταστροφή, η χουντική προδοσία και η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο.

Ο Θεοδωράκης ενήργησε πολιτικά ως σοφός, είχε την πολιτική διορατικότητα και έβλεπε μπροστά. Αυτό το πολιτικό του χαρακτηριστικό πρέπει να του το αναγνωρίσουμε.

Ενήργησε ως σοφός στο ποίημα του Καβάφη / ή του Φιλόστρατου «Σοφοί δε προσιόντων».

“Τα μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί,

Οι άνθρωποι γνωρίζουν τα γινόμενα.

Οι σοφοί των προσιόντων (επερχόμενων) γεγονότων ακούνε τη βοή”.

Άκουγε την βοή των επερχόμενων γεγονότων… ο Μίκης.

Δυστυχώς τότε η πρότασή του όχι μόνον απορρίφτηκε, αλλά  δέχτηκε τα ομαδικά πυρά όλων των πολιτικών δυνάμεων και συνέχισε να τα δέχεται και μετά την πτώση της χούντας…

50 χρόνια μετά -σήμερα- φαίνεται καθαρά πως: αν είχε γίνει αποδεκτή η πρότασή του το 1973, θα είχε αποφευχθεί η τραγωδία της Κύπρου.

Η ιστορία -δυστυχώς- και εδώ δικαίωσε το Μίκη Θεοδωράκη.

Αδελφοί μας Κύπριοι

πρέπει να ξέρετε ότι ο Μίκης Θεοδωράκης δεν έφυγε.

Όσο συνεχίζεται η κατοχή και η διαίρεση της Κύπρου ο Μίκης θα είναι παρών. Όπως θα είναι παρών, όσο και όπου υπάρχουν πόλεμοι, ξένες κατοχές, πόνος, κι αδικία.

Θα είναι παρών με το έργο του και το παράδειγμά του, να εμπνέει, να δίνει κατεύθυνση, να δίνει κουράγιο κι αντοχή στον αγώνα. Στηριχτείτε στο πνεύμα του.

Εξοχότατε Πρόεδρε

Ο Μίκης είναι η Γέφυρα που ενώνει την Κρήτη με την Κύπρο. Αυτή τη γέφυρα πρέπει να την κρατήσομε ανοικτή και να την διευρύνομε. Εναπόκειται στις Πολιτικές αρχές ένθεν και ένθεν να βρούνε τους τρόπους.

Σας δηλώνουμε αλληλέγγυοι στον αγώνα του Κυπριακού λαού για Λεύτερη, Ενωμένη και Ανεξάρτητη Κύπρο.

Ευχόμαστε στο παρόν ευόδωση των νέων προσπαθειών του ΟΗΕ για την έναρξη του διαλόγου μεταξύ των δύο Κοινοτήτων.


Η εκδήλωση έκλεισε με την μουσική αναφορά «Ένας διάλογος της Κρητικής με την Συμφωνική Μουσική του Μίκη» με την Κωνσταντίνα Βιδαλάκη, Σολίστ Πιάνου. Εκτελέστηκαν αποσπάσματα από έργα για πιάνο του Μίκη Θεοδωράκη της δεκαετίας του ’50, με τα οποία βραβεύτηκε και διακρίθηκε ως κορυφαίος νέος συνθέτης στον κόσμο.

 

 

Back To Top