skip to Main Content

22/3/1997: Πεθαίνει ο Ανδρέας Λεντάκης. Ο κόσμος τον συνοδεύει στην τελευταία του κατοικία με τα “Τραγούδια του Ανδρέα”.

Αυτά τα τραγούδια τα είχε γράψει o Μίκης κρατούμενος στην περίοδο της δικτατορίας και τα είχε αφιερώσει στον σύντροφό του Αντρέα.


Στο αυτοβιογραφικό έργο «Το Χρέος», ο Μίκης αφηγείται:

«ΚΕΛΙ ΑΡ.3. Το κελί των γυναικών. Στον τοίχο κολλημένες φωτογραφίες παιδιών. Το γυναικείο άρωμα κρέμεται από το ταβάνι. Πλησιάζω το παράθυρο. Ο φωταγωγός. Η ταράτσα. Ο θόρυβος των γραφείων. Οι άγριες φωνές. Χτυπώ. Πλάι στο αποχωρητήριο, το πρώτο μου κελί. Ο ιούδας ανοιχτός. Βάζω βιαστικά το μάτι. Ο Αντρέας! Υποχωρώ. Ένα μάτι με παρατηρεί. Μετά μεγαλώνει. Μπαίνω στο «μέρος». Χτυπώ τον τοίχο συνθηματικά. Ξαναβγαίνω. Μια γρήγορη ματιά. Ο Αντρέας καθισμένος κατάχαμα, χορεύει! Μεσ’ στο κελί ετοιμάζω το Μορς των φυλακών. ΑΒΓΔ-ΕΖΗΘ-ΙΚΛΜ κ.λ.π. Χτυπάς πρώτα τη σειρά της ομάδας και στη συνέχεια τη σειρά του γράμματος μέσα στην ομάδα. Το απόγιομα πετώ το χαρτάκι από την τρύπα του ιούδα. Μετά ξαπλώνω πλάι στον τοίχο κι αρχίζουμε το κουβεντολόι. Ο Αντρέας μου διηγήθηκε τη δράση του και τη σύλληψή του. Τις ανακρίσεις και το μαρτύριό του πάνω στην ταράτσα. «Με χτυπούσαν με μικρούς σάκκους γιομάτους με άμμο στο κεφάλι, γιατί γνώριζαν πως είχα μετατραυματική επιληψία…». Ο Λάμπρου αγαπούσε και θαύμαζε το «κεφάλι» του. «Θαυμάζω τους Λαμπράκηδές σου, μου έλεγε. Έχουν όλοι θαυμάσιο μυαλό. Ο Μανωλάκος, ο Λεντάκης…»

Την άλλη μέρα μου φέρνουν τον Θέμο, τον πρώτο μου σύντροφο στην παρανομία. Μεγάλη χαρά. Ως το βράδυ μου διηγείται. Τα νέα της παρανομίας κι ύστερα τα νέα της Ασφάλειας δεν έχουν τέλος.

Το βράδυ χτυπούν στην ταράτσα. Ο Αντρέας με ειδοποιεί πως πρόκειται για κάποιον Λαμπράκη. Ουρλιαχτά. Η καρδιά μου πάει να σπάσει. Πότε επιτέλους θα γλιτώσω απ’ το ανθρώπινο σφαγείο; Τότε σαν αστραπή χτύπησε τη σκέψη μου η ιδέα της απεργίας πείνας. Όχι μόνο για μένα. Για όλους. Ο Αντρέας συμφωνεί. Τι λέει η απομόνωση; Συμφωνεί. Ειδοποιώ τους φρουρούς. Έρχεται ο αξιωματικός. Του αναγγέλλω την απόφασή μου.

  • – Πόσο; Με ρωτά.
  • – Έως το τέλος.
  • – Δεν κάνεις καλά.
  • – Δικός μου λογαριασμός.

«Να πίνεις νερό με λίγη ζάχαρη», χτυπά ο Αντρέας. Πρώτη, δεύτερη,  τρίτη, τέταρτη, πέμπτη μέρα. Οι πιο δύσκολες, γιατί ο οργανισμός διαμαρτύρεται, αντιδρά, πονά. Μετά ζαλάδες. Ξαπλώνω. Ημέρα δωδέκατη. Μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Ακούω τη γυναίκα μου να φωνάζει στους διαδρόμους: «Δολοφόνοι». Θυμάμαι το τελευταίο μου μήνυμα: «Αρχίζω την τελευταία μου μάχη για τη Λευτεριά του Λαού μας…».

Ο Αντρέας χτυπά γρήγορα και δυνατά. Διαμαρτύρεται. Και μετά: «Δεν είναι η τελευταία. Θα δώσουμε μαζί κι άλλες ως την τελική νίκη…».

Με μεταφέρουν στα χέρια. Αυτοκίνητο. «Άγιος Παύλος…»


 


ΟΜΙΛΙΑ Μ. ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΣΤΗΝ ΚΑΡΠΑΘΟ
ΣΕ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΛΕΝΤΑΚΗ 8/2010

ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ  ΛΕΝΤΑΚΗ

Γνώρισα τον Ανδρέα Λεντάκη στα 1963, λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, όταν η ΕΔΑ τον πρότεινε για τη θέση του μέλους της πενταμελούς ηγετικής ομάδας της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη. Από τότε και έως το 1967 ήμασταν αχώριστοι και μπορώ να πω ότι με κανέναν άλλον δεν ταίριαζαν τόσο πολύ οι ιδέες μας, τόσο για την τρέχουσα πολιτική όσο και για το όραμα της μελλοντικής Ελλάδας.

Μετά τη Χούντα υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Πατριωτικού Αντιστασιακού Μετώπου, με αποτέλεσμα να βρεθούμε σε γειτονικά κελλιά στο τέταρτο πάτωμα της Γενικής Ασφάλειας στην οδό Μπουμπουλίνας κάτω από την φοβερή ταράτσα, όπου τον βασάνισαν. Από κείνη την περίοδο προέκυψε και το τακ-τακ  του τραγουδιού «Το σφαγείο», που μαζί με άλλα τρία δημιούργησαν τον κύκλο τραγουδιών «Τα τραγούδια του Ανδρέα», ένα ελάχιστο δείγμα της αγάπης και του θαυμασμού μου στο πρόσωπό του. Μετά από λίγο καιρό, τα 1969-70 βρεθήκαμε δεσμώτες στο στρατόπεδο Ωρωπού.

Στην Μεταπολίτευση, στα 1976, ιδρύσαμε μαζί το Κίνημα Πολιτισμού και Ειρήνης και αργότερα συμμετείχαμε στην ίδρυση της Νέας ΕΔΑ μαζί με τον Ηλία Ηλιού και τον Μανώλη Γλέζο. Μετά και μέσα στην δίνη των γεγονότων οι δρόμοι μας χώρισαν, πράγμα που το θεωρούσα και το θεωρώ ως ένα από τα πιο βαρειά πλήγματα στη ζωή μου. Η βασική Ιδέα που μας ένωνε ήταν οι απόψεις μας για τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τον ρόλο του Μαζικού Κινήματος, που το θεωρούσαμε ως τον μοναδικό μοχλό στα χέρια του Λαού για να κατορθώσει να διαφεντεύει τη Μοίρα του και να γράψει Ιστορία. Ομολογώ ότι έναν τέτοιο σύντροφο με τέτοιες ταυτόσημες ιδέες δεν ξαναβρήκα ως τώρα και καταριέμαι την ώρα και τη στιγμή που διάλεξε ο Χάρος να μας τον πάρει στον ανθό της ηλικίας του…

Ειδικά σήμερα η έλλειψή του για μένα είναι δραματική. Γιατί ομολογώ ότι μαζί θα ήμασταν σε θέση να προτείνουμε ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα για την έξοδό μας από την κρίση. Κάποτε, στα 1969, και όταν η νεολαία της ΕΔΑ είχε δεν είχε 2.000 μέλη, εμείς οι δυο βασικά (και στη συνέχεια μαζί με άλλους 5-6 συντρόφους) επεξεργαστήκαμε και θέσαμε σε εφαρμογή μια σειρά πολιτικές πρωτοβουλίες, που μέσα σε έξι μήνες ανέβασαν τη δύναμή μας σε 70.000 τακτικά μέλη και την επιρροή μας σε 300.000 νέους και νέες, όπως εξ άλλου το επιβεβαίωσαν και οι δύο γιγαντιαίες Μαραθώνιες πορείες στα 1964 και 1965 με ραχοκοκκαλιά τους Λαμπράκηδες.

Τελειώνοντας θα παραθέσω τους στίχους από τα δυο όχι τόσο γνωστά τραγούδια του κύκλου «Τα τραγούδια του Ανδρέα», που εκφράζουν πιστά την κοινή μας διαχρονική και προφητική θα ΄λεγα σκέψη. Αποτελούν και τα δυο πολιτικές πλατφόρμες, που αν τυχόν γίνονταν πράξεις, όχι μόνο δεν θα φτάναμε στο σημερινό κατάντημα που είναι το τέρμα μιας συνεχούς κατηφορικής πορείας αλλά αντίθετα η ζωή μας θα «τραβούσε την ανηφόρα», που θα μας έφτανε σε μιαν άλλη Ελλάδα αντάξια των παραδόσεων, των ονείρων και των αγώνων του μάρτυρα Λαού μας.

Σου είπαν ψέματα πολλά
ψέματα σήμερα σου λένε ξανά
ψέματα σου λένε οι εχθροί σου
μα κι οι φίλοι σου σού κρύβουν την αλήθεια.
Ψεύτικη δόξα σου τάζουν οι ψεύτες
μα κι οι φίλοι σου με ψεύτικες αλήθειες σε κοιμίζουν.
Πού πας με ψεύτικα όνειρα;
Καιρός να σταματήσεις
καιρός να τραγουδήσεις
καιρός κλάψεις και να πονέσεις
καιρός να δεις.

Αυτό που ήσουν κάποτε, θα γίνεις ξανά
πρέπει να γίνεις, πρέπει να κλάψεις.
Ο εξευτελισμός σου να γίνει τέλειος.
Η εκπόρθηση να φτάσει ως τις ρίζες των βουνών.
Είσαι Έλληνας! Είσαι Έλληνας!
Πίνεις την προδοσία με το γάλα
πίνεις την προδοσία με το κρασί.
Ο εξευτελισμός σου να γίνει τέλειος.
Πρέπει να γίνεις, πρέπει να γίνεις!
Αυτό που ήσουν κάποτε, θα γίνεις ξανά!

 

Το σφαγείο

Το μεσημέρι χτυπάνε στο γραφείο

μετρώ τους χτύπους τον πόνο μετρώ

είμαι θρεφτάρι μ’ έχουν κλείσει στο σφαγείο

σήμερα εσύ αύριο εγώ

Χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα τον Ανδρέα

μετρώ τους χτύπους το αίμα μετρώ

πίσω απ’ τον τοίχο πάλι θα `μαστε παρέα

τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ

Που πάει να πει

σ’ αυτή τη γλώσσα τη βουβή

βαστάω γερά, κρατάω καλά

Μες στις καρδιές μας αρχιναέι το πανηγύρι

τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ

τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ

Μύρισε το σφαγείο μας θυμάρι

και το κελί μας κόκκινο ουρανό

Μύρισε το σφαγείο μας θυμάρι

και το κελί μας κόκκινο ουρανό

Χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα τον Ανδρέα

μετρώ τους χτύπους το αίμα μετρώ

πίσω απ’ τον τοίχο πάλι θα `μαστε παρέα

τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ

Που πάει να πει

σ’ αυτή τη γλώσσα τη βουβή

βαστάω γερά, κρατάω καλά

Μύρισε το σφαγείο μας θυμάρι

και το κελί μας κόκκινο ουρανό

Μύρισε το σφαγείο μας θυμάρι

και το κελί μας κόκκινο ουρανό

ΠΗΓΗ:ledakis.gr


 

 

Back To Top