skip to Main Content
Συνέντευξη του Μίκη Θεοδωράκη στον Andrew Ε. Simpson, 2006

1.Your Lysistrata is the final opera of a tetralogy (with Medea, Antigone, and Elektra). In what ways (musically or otherwise) does Lysistrata relate to its three predecessors? Η Λυσιστράτη σας είναι η τελευταία όπερα μιας τετραλογίας (με τη Μήδεια, την Αντιγόνη και την Ηλέκτρα). Με ποιους τρόπους (μουσικά ή μη) η Λυσιστράτη σχετίζεται με τους τρεις προκατόχους της;

Μ.Θ. Η κάθε όπερα («Μήδεια», «Ηλέκτρα», «Αντιγόνη») έχει το δικό της μουσικό χαρακτήρα. Το ίδιο και η «Λυσιστράτη». Η βασική μου τεχνική στηρίχτηκε στην βυζαντινή παράδοση και στη φόρμα «τραγούδι-ποταμός» («Επιφάνια Αβέρωφ», «Επιζών», «Κατάσταση Πολιορκίας») που κι αυτή είναι εμπνευσμένη απ’ αυτήν. Δηλαδή το μέλος ακολουθεί τη ροή του κειμένου προσπαθώντας να το ερμηνεύσει όσο γίνεται πιο πιστά. Δεν υπάρχει δηλαδή η τεχνική της θεματικής ανάπτυξης που συναντάμε στη δυτική μουσική, στην οποία συχνά ένα μεγάλο έργο, όπως λ.χ. μια Σονάτα ή μια Συμφωνία στηρίζεται σε 2-3 μουσικές φράσεις-θέματα. Εδώ η μουσική ενότητα κατ’ αρχήν όπως είπα ακολουθεί την νοηματική ενότητα του κειμένου και τελικά επιτυγχάνεται με την εσωτερική ενότητα των πολλαπλών μουσικών φράσεων που εξελίσσονται συνεχώς σχηματίζοντας τελικά μελωδίες, πολλές φορές εκατοντάδων μέτρων. Δηλαδή στη βάση υπάρχει ένα μέλος που αναπαράγεται από τον εαυτό του και που όμως αν και μακρύ σαν «ποταμός», θα πρέπει να είναι τόσο πηγαίο και δυνατό, ώστε να μας επιβάλλεται σαν μια μεγάλη σε διάρκεια όμως ενιαία σε χαρακτήρα μελωδία.

Αυτό άλλωστε υπήρξε άλλοτε το γνώρισμα των μεγάλων ψαλμών της βυζαντινής μουσικής τέχνης που θα πρέπει να υπενθυμίσω ότι ήταν έργα μεγάλων συνθετών (όπως λ.χ. ο Ρωμανός ο Μελωδός).

Από την πλευρά μου είχα να αντιμετωπίσω τόσο στις τρεις τραγωδίες όσο και στην «Λυσιστράτη» τα κείμενα των μεγάλων ποιητών που αφορούσαν πρόσωπα σε ιδιαίτερα κρίσιμες στιγμές και φυσικά διαλόγους και συγκρούσεις που κατά κάποιο τρόπο οδηγούσαν την πλοκή σε κρίσεις, σε εκρήξεις και τελικά σε λύσεις. Ήταν δηλαδή για μένα τον συνθέτη ένα νέο στοιχείο το να ερμηνεύσω μουσικά τις ψυχικές μεταπτώσεις, διαδρομές και αλλαγές -το ψυχικό και συναισθηματικό οδοιπορικό των ηρώων μέσα από τον δαίδαλο στον οποίο τους είχαν οδηγήσει οι ίδιες τους οι ιδέες και οι πράξεις. Έπρεπε γι’ αυτό να ταυτιστώ με τα πρόσωπα και να εκφράσω τον ιδιαίτερο κόσμο του καθενός. Αυτό με οδήγησε στην προσπάθεια να ακολουθεί η μουσική αποτύπωση του λόγου του καθενός την ιδιαίτερη προσωπικότητα και τον ξεχωριστό χαρακτήρα που είχαν τα διάφορα κείμενα και παράλληλα να διατηρηθεί μέσα στην διαφορετικότητα η ενότητα της κάθε δραματικής στιγμής. Υπήρχε δηλαδή σε κάθε Σκηνή ένας ενιαίος μουσικός χαρακτήρας, μέσα στον οποίο θα έπρεπε τα πρόσωπα να διατηρούν την ιδιαιτερότητά τους. Σαν να υπήρχαν διάφορα ρυάκια που κατέληγαν όλα στην ίδια κοίτη του μεγάλου ποταμού που ήταν τελικά η τραγωδία.

Στην «Λυσιστράτη» η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι το έργο αυτό προσφέρεται για επικαιροποίηση. Όλα τα θεατρικά ανεβάσματα του έργου αυτού είναι γεμάτα από στοιχεία της τρέχουσας πραγματικότητας. Εξ άλλου και ο ίδιος ο Αριστοφάνης, κυρίως με το ασαφές τέλος του έργου οδηγεί στην αναζήτηση κάθε φορά και νέων προτάσεων-λύσεων. Πολλές παραστάσεις μάλιστα στην Επίδαυρο το παρακάνουν παρουσιάζοντας την «Λυσιστράτη» σαν μια σύγχρονη θεατρική επιθεώρηση. Η αλήθεια είναι ότι το πλατύ ελληνικό κοινό θεωρεί τον Αριστοφάνη ως ένα σημερινό συγγραφέα και γι’ αυτό κάθε φορά που παίζεται, όπου και όπως κι αν παίζεται, η μεγάλη επιτυχία είναι εξασφαλισμένη.

Η πρόταση για την συμπλήρωση της Τριλογίας μου με μια Κωμωδία -κατά το πρότυπο της Αρχαίας Αθήνας- μου έγινε από τον Χρήστο Λαμπράκη κι εγώ με τη σειρά μου, αφού επέλεξα την «Λυσιστράτη», τον παρακάλεσα να κάνει εκείνος το decoupage. Πράγματι είναι αυτός που διαμόρφωσε τη βασική αρχιτεκτονική του έργου βασιζόμενος στη μετάφραση του Κώστα Βάρναλη. Διατηρώντας τις κύριες γραμμές της πρότασης Λαμπράκη: Πρώτον διαμόρφωσα το κείμενο με τον δικό μου τρόπο και λόγο, ώστε να είναι πιο κοντά προς τη μουσική μου, Δεύτερον πρόσθεσα τον ρόλο του Ποιητή που φυσικά είναι ο Αριστοφάνης κι εγώ μαζί -πιθανώς λίγο περισσότερο εγώ- και Τρίτον θέλοντας να τιμήσω τον Μάνο Χατζιδάκι και την δική του «Λυσιστράτη» έβαλα τη γνωστή σκηνή διακωμωδώντας τους δυο μας, με σκοπό να ακουστεί η υπέροχη μουσική του «Μύθου» διασκευασμένη για χορωδία και ορχήστρα. Επίσης το Φινάλε είναι επινόηση δική μου, για να υμνήσω με τρόπο όσο γίνεται περισσότερο δοξαστικό και συγκινητικό την Ειρήνη και για να καταγγείλω τους σύγχρονους εχθρούς της.

Χρησιμοποίησα γι’ αυτό τραγούδια από παλιότερους κύκλους τραγουδιών μου, που με τη νέα χορωδιακή τους μορφή και με τη συμμετοχή όλων των σολίστ έπαιρναν τώρα μια νέα διάσταση. Οι τελικές μουσικές φράσεις θυμίζουν το φινάλε του «Άξιον Εστί» σύμφωνα με την πάγια πρακτική μου να συνενώνω τα έργα μου σε διαφορετικούς μουσικούς αστερισμούς, που όλοι μαζί συνθέτουν τον Γαλαξία της Μουσικής μου.

Η «Λυσιστράτη» μου απευθύνεται βασικά στο μεγάλο ελληνικό κοινό που έχει γνωρίσει και έχει αγκαλιάσει ένα μεγάλο μέρος της μουσικής μου. Λόγω του γεγονότος ότι στη χώρα μου την Ελλάδα η δυτική μουσική όχι μόνο δεν έχει γίνει γνωστή και αποδεκτή από τον λαό μας αλλά θα έλεγα ότι αισθάνεται και κάποια αποστροφή ειδικά όταν πρόκειται για καθαρά συμφωνικά έργα και όπερες, για να το κάνω να αντιμετωπίσει φιλικά ένα έργο με έντονα δυτικά στοιχεία, έπρεπε να χρησιμοποιήσω στοιχεία που του είναι οικεία. Όπως λ.χ. ο Λαϊκός Τραγουδιστής (Ποιητής), τα μπουζούκια και γνωστές-αγαπητές του μελωδίες-τραγούδια. Γι’ αυτόν τον λόγο θα συναντήσουμε στην «Λυσιστράτη» ένα πλήθος από προγενέστερες μελωδίες, που όμως δένουν απόλυτα, δεδομένου ότι η προσπάθειά μου υπήρξε εξ αρχής να «ελληνοποιήσω» μια φόρμα όπως η όπερα, όχι μόνο για να την καταστήσω πιο προσιτή στο ελληνικό κοινό αλλά και γιατί καθώς κατοικώ ακριβώς κάτω από την Ακρόπολη, συνθέτοντας τη μουσική είχα την αίσθηση ότι τα πρόσωπα του έργου είναι σύγχρονα, είναι κατά κάποιο τρόπο γείτονές μου και όσα συμβαίνουν γίνονται σήμερα.

Ένα άλλο στοιχείο που δεσπόζει στο έργο είναι οι ζωντανοί ελληνικοί χορευτικοί ρυθμοί όπως ο Καλαματιανός (7/8) και ο Καρσιλαμάς (9/8). Ο πρώτος αναλύεται σε 3+2+2 και ο δεύτερος σε 2+2+2+3 και είναι και οι δύο πολύ δημοφιλείς. Εξ άλλου το γεγονός ότι οι δύο βασικοί εχθροί, οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες τραγουδούν, κινούνται και χορεύουν με την ίδια-κοινή μουσική και τους ίδιους-κοινούς χορούς, έχει τον δικό του συμβολισμό. Ότι δηλαδή αυτοί οι «εχθροί» έχουν κοινό πολιτισμό, κοινή γλώσσα και κοινά γούστα. Γεγονός πάνω στο οποίο και ο Αριστοφάνης βασίζει την επιχειρηματολογία του έργου του με συμπέρασμα ότι στο βάθος είναι αδέλφια που οφείλουν να ζουν μεταξύ τους ειρηνικά.

Η μεγαλοφυής του ιδέα να βάλει μπροστά τις γυναίκες και να ενώσει τις Αθηναίες με τις Σπαρτιάτισσες γύρω από το ίδιο αίτημα του σεξ, πάει φυσικά πιο βαθειά, στην ίδια τη φύση του ανθρώπου, που την προσβάλλει και την ποδοπατά ο πόλεμος. Όμως εγώ, με την προβολή της κοινής κουλτούρας, των κοινών χορευτικών ρυθμών, πρόσθετα ένα επιχείρημα παραπάνω, που με βοηθάει να χρησιμοποιήσω σε μια παρτιτούρα όπερας νέα μουσικά στοιχεία για τα αυτιά των ξένων ακροατών.

2. Does any music from your 1966 dramatic score for Lysistrata appear in your opera? Does any other music of yours (besides the quotation from your Canto General and the song from “TA LYRIKA” appear? Στην όπερα σας εμφανίζεται κάποια μουσική από τη δραματική παρτιτούρα του 1966 για τη Λυσιστράτη; Εμφανίζεται κάποια άλλη μουσική σας (εκτός από την παράθεση από το Canto General σας και το τραγούδι από το “ΤΑ ΛΥΡΙΚΑ”;

Μ.Θ. Όχι. Όσο για το “Canto General” νομίζω ότι οδηγήθηκα από κάτι που νόμιζα ότι είναι κωμικό εύρημα, που διακωμωδούσε επί πλέον τον Πρόβουλο. Δηλαδή τον έβαζα να τραγουδά στα ισπανικά το “Vienen los pajaros” και τον διέκοπτε ο μαέστρος λέγοντάς του ότι βρίσκεται σε λάθος έργο. Το κοινό που γνωρίζει το “Cantο”, ξεσπάει σε γέλια. Τότε η ορχήστρα, αλλάζοντας απλώς τόνο, ξαναπαίζει την ίδια μουσική και αυτή τη φορά ο Πρόβουλος τραγουδά και πάλι το ίδιο μέρος, όμως με λόγια δικά μου προσαρμοσμένα πάνω στη μουσική. Και πάλι έχουμε εδώ μια νέα σύνδεση ανάμεσα στη «Λυσιστράτη» και το “Canto” αλλά κυρίως πρέπει να πω ότι οδηγήθηκα στη λύση αυτή για δύο λόγους: πρώτον γιατί θέλω με κάθε τρόπο να αναδείξω και να διαδώσω τη μοναδική ρυθμολογία αυτής της μουσικής και δεύτερον γιατί μου αρέσει αφάνταστα η τέχνη των μουσικών variations, που τις θεωρώ ως ένα αποκορύφωμα της μουσικής φαντασίας και της τεχνικής ενός συνθέτη. Φυσικά αυτοί οι λαμπεροί ρυθμοί, μού έδωσαν την ευκαιρία να προχωρήσω σε εξ ίσου λαμπερά νομίζω ενορχηστρωτικά ευρήματα, που τόσο ταιριάζουν με τον χαρούμενο χαρακτήρα που πρέπει να έχει ένα τέτοιο έργο.

3. Have you revised or changed anything in the libretto or the score of Lysistrata since its April 2000 premiere? Έχετε αναθεωρήσει ή αλλάξει κάτι στο λιμπρέτο ή στην παρτιτούρα της Λυσιστράτης από την πρεμιέρα της τον Απρίλιο του 2000;

Μ.Θ. Όχι, δεν έχω αλλάξει απολύτως τίποτα.

4. In writing the libretto, you were very faithful to Aristophanes’ comedy. Christos Lambrakis created the scenario for you, however: could you please describe the roles
each of you played in creating the libretto?
Also, have you departed from Aristophanes’ text, adding to or altering the ancient words?

Γράφοντας το λιμπρέτο ήσουν πολύ πιστός στην κωμωδία του Αριστοφάνη. Ο Χρήστος Λαμπράκης δημιούργησε το σενάριο για σένα, ωστόσο: μπορείς να περιγράψεις τους ρόλους
ο καθένας σας έπαιξε στη δημιουργία του λιμπρέτου;
Επίσης, έχετε απομακρυνθεί από το κείμενο του Αριστοφάνη, προσθέτοντας ή αλλάζοντας τις αρχαίες λέξεις;

Μ.Θ. Έχω ήδη απαντήσει.

5. Did the director of the 2002 production, George Michailidis, develop a production
concept independently of you, or did you work together? Ο σκηνοθέτης της παραγωγής του 2002, Γιώργος Μιχαηλίδης, ανέπτυξε την παραγωγή; ανεξάρτητα από εσάς ή συνεργαστήκατε;

Μ.Θ. Ο Γιώργος Μιχαηλίδης (όπως και ο σκηνογράφος και ενδυματολόγος Διονύσης Φωτόπουλος) έδωσε φυσικά τη δική του άποψη. Είναι αρχή μου να μην επεμβαίνω στους συνεργάτες μου, πρώτον από σεβασμό στην προσωπικότητα αυτών που επιλέγω και δεύτερον γιατί με ενδιαφέρει να δω πώς ο α ή ο β ερμηνεύει το έργο μου. Πάντως αν το σκηνοθετούσα εγώ, θα έκανα τελείως διαφορετικά πράγματα. Εάν δεν το επιχείρησα έως τώρα, είναι γιατί θεωρώ όλα τα ανεβάσματα των έργων μου (μιλώ για τις όπερες) ως προσπάθειες ενός κατεστημένου συστήματος που δεν είναι διατεθειμένο να ρισκάρει πειραματισμούς. Αλλά ούτε κι εγώ τολμώ να αναλάβω μια τέτοια ευθύνη.

Γι’ αυτό ονειρεύομαι να έχω ένα δικό μου χώρο διαμορφωμένο όπως πιστεύω εγώ, ειδικά για τα έργα μου και από κει και πέρα επιλεγμένες συνεργασίες (σκηνοθέτες, χορογράφους, σκηνογράφους, φωτιστές) που σε συνεργασία μαζί τους θα ανεβάσουμε παραστάσεις εντελώς πρωτότυπες, που να μην έχουν καμμιά σχέση με ό,τι προηγήθηκε στον χώρο αυτό. Διότι πιστεύω ότι στην πραγματικότητα επιχειρώ να παρουσιάσω το ίδιο ακριβώς έργο, λ.χ. τη «Μήδεια» με άλλα μέσα. Κι ακόμα γιατί θεωρώ ότι ο συμφωνικός ουσιαστικά τρόπος τον οποίο χρησιμοποιώ, με τις μεγάλες δυνατότητες ηχητικής-εκφραστικής, αναδεικνύουν με διαφορετικό και σύγχρονο τρόπο ορισμένες ουσιαστικές πλευρές της τραγωδίας, άγνωστες έως τώρα.

Η τραγωδία για μένα έχει τον χαρακτήρα μιας θρησκευτικής ιεροτελεστίας που μας ενώνει με το Κέντρο της Συμπαντικής Αρμονίας, δηλαδή με την κορύφωση της ανθρώπινης προσπάθειας για πνευματική και ψυχική ολοκλήρωση. (Σας επισυνάπτω την Εισήγησή μου στο Διεθνές Συνέδριο που οργάνωσε το Πανεπιστήμιο Κρήτης με θέμα την Συμπαντική Αρμονία).

6. The role of the Poet in your opera represents not only Aristophanes, but you, as well. In what way do you envision this connection? Ο ρόλος του Ποιητή στην όπερά σας δεν αντιπροσωπεύει μόνο τον Αριστοφάνη, αλλά και εσάς. Με ποιον τρόπο οραματίζεστε αυτή τη σύνδεση;

Μ.Θ. Επίσης έχω απαντήσει.

7. Do the women in your Lysistrata represent a particular group or groups of people? Οι γυναίκες στη Λυσιστράτη σας αντιπροσωπεύουν μια συγκεκριμένη ομάδα ή ομάδες ανθρώπων;

Μ.Θ. Μάλλον το δεύτερο, δηλαδή groups of people.

8. In 2002, the newspaper Kathemerini (English edition) quoted you as dedicating Lysistrata to the Palestinian people. What were your reasons for this dedication? Was this a long-planned dedication, or was it in response to events at the time? Το 2002, η εφημερίδα Καθημερινή (αγγλική έκδοση) ανέφερε ότι αφιερώνατε τη Λυσιστράτη στον παλαιστινιακό λαό. Ποιοι ήταν οι λόγοι για αυτήν την αφοσίωση; Ήταν μια μακροχρόνια προγραμματισμένη αφιέρωση ή ήταν ως απάντηση στα γεγονότα της εποχής;

Μ.Θ. Δεν αφιέρωσα το έργο αλλά τις συγκεκριμένες παραστάσεις που συνέπεσαν με μια εποχή όξυνσης μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων.

9. You pay tribute to Manos Hadjidakis in Lysistrata by quoting his music. Could you please briefly describe the history of your relationship with him, and why you quoted his music (from his own “Lysistrata”) in your opera? Αποτίετε φόρο τιμής στον Μάνο Χατζιδάκι στη Λυσιστράτη παραθέτοντας τη μουσική του. Θα μπορούσατε παρακαλώ να περιγράψετε εν συντομία την ιστορία της σχέσης σας μαζί του και γιατί παραθέσατε τη μουσική του (από τη δική του «Λυσιστράτη») στην όπερά σας;

Μ.Θ. Μίλησα πιο πριν. Από το 1945 που γνωριστήκαμε έως τον θάνατό του το 1996, μοιραστήκαμε μαζί όλα τα ιστορικά, κοινωνικά και μουσικά γεγονότα. Είχαμε μεταξύ μας πολλά κοινά σημεία, όπως και πολλές διαφορές. Συνεργαστήκαμε συχνά μαζί και διαφωνήσαμε επίσης συχνά, συνήθως γύρω από καλλιτεχνικά θέματα. Υπήρξαμε όμως πάντοτε φίλοι, με αληθινή αγάπη και εκτίμηση ο ένας για τον άλλον.

10. Could you please summarize your political activities since the fall of the junta in 1974?  Θα μπορούσατε παρακαλώ να συνοψίσετε τις πολιτικές σας δραστηριότητες από την πτώση της χούντας το 1974;

Μ.Θ. Σας στέλνω το βιβλίο του Guy Wagner, δεδομένου ότι αυτά που συνέβησαν στη ζωή μου είναι τόσο πολλά, που με δυσκολία χωρούν ακόμα και μέσα σ’ ένα βιβλίο.

Back To Top