skip to Main Content

Το μυθικό έργο που σφράγισε τη μετεμφυλιακή Ελλάδα, αναβιώνει στο Θέατρο Badminton πιο επίκαιρο από ποτέ, 18Μαρτίου – 5 Απριλίου 2015

«Με το Τραγούδι του νεκρού αδελφού ταυτίζομαι περισσότερο απ’ ό,τι με οποιοδήποτε άλλο έργο μου, από κάθε άποψη: μουσική, ανθρώπινη, βιωματική, αγωνιστική και προπαντός “ελληνική”,μιας και ο Εμφύλιος βύθισε την Ελλάδα στα δάκρυα, στο αίμα και στη δίχως τέλος δοκιμασία». Μίκης Θεοδωράκης

Η δεύτερη μεγάλη παράσταση με την οποία το Θέατρο Badminton γιορτάζει τα 90 χρόνια του Μίκη Θεοδωράκη είναι Το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού. Ένα από τα εμβληματικότερα έργα του μεγάλου Έλληνα δημιουργού, ανεβαίνει στη σκηνή του Badminton σε μια ανανεωμένη εκδοχή, που επεξεργάστηκε ο ίδιος ο συνθέτης σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου.

«Το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού» είναι μια κατανυκτική λαϊκή τραγωδία εμπνευσμένη από τον εμφύλιο αλληλοσπαραγμό που ξέσπασε μετά από την εθνική εποποιία κατά του φασισμού. Πενήντα και πλέον χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή του, ο Θανάσης Παπαγεωργίου καταπιάνεται εκ νέου με το κλασικό αυτό έργο, αποτίοντας φόρο τιμής στον κορυφαίο Έλληνα συνθέτη.

Για τη νέα, μεγάλη παραγωγή του Θεάτρου Badminton, ο Μίκης Θεοδωράκης δημιούργησε μια εντελώς καινούρια εκδοχή, επιχειρώντας μια συνομιλία με το παρόν και προσθέτοντας μια ολόκληρη πράξη. Η πρώτη πράξη ασχολείται με τη σκοτεινή περίοδο, πριν και μετά τα Δεκεβριανά και ο συνθέτης ενσωματώνει τα 10 τραγούδια από “Τα Λυρικά” σε στίχους του Τάσου Λειβαδίτη.

Σε ένα θίασο 50 ηθοποιών, τραγουδιστών, χορευτών και μουσικών τους βασικούς ρόλους ερμηνεύουν η Λήδα Πρωτοψάλτη, ο Κώστας Αρζόγλου, ο Νίκος Αρβανίτης, ο Χρήστος Κάλοου, ο Χρήστος Πλαΐνης, η Εύα Καμινάρη, ο Ηλίας Κατέβας, η Στέλλα Γκίκα κ.ά. Η Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης αποδίδει τη μουσική της παράστασης, Τα Λυρικά ερμηνεύουν οι Κώστας Θωμαΐδης, Μπέττυ Χαρλαύτη και η Καλλιόπη Βέττα,  ενώ τον εξέχοντα ρόλο του λαΐκού τραγουδιστή στο Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού έχει ο Κώστας Μακεδόνας. Το σκηνικό της παράστασης υπογράφει ο Γιώργος Πάτσας, τις ενορχηστρώσεις ο Γιάννης Μπελώνης, τα κοστούμια η Λέα Κούση, τις χορογραφίες η Αποστολία Παπαδαμάκη και την παραγωγή ο Μιχάλης Αδάμ.

Μία αυθεντική προσωπική μαρτυρία του Μίκη Θεοδωράκη 70 χρόνια μετά, ένα έργο βαθιάς συγκίνησης και πνοής, Το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού επαναφέρει στο προσκήνιο τα θεμελιώδη αιτήματα για μνήμη, αξιοπρέπεια και εθνική ομοψυχία.

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ

Γραμμένο το 1961, το Τραγούδι του νεκρού αδελφού είναι ένα από τα κορυφαία έργα του μεγάλου Έλληνα δημιουργού. Το έργο είναι μια λαϊκή τραγωδία εμπνευσμένη από τον εμφύλιο αλληλοσπαραγμό που ξέσπασε μετά από την εθνική εποποιία κατά του φασισμού. Το Τραγούδι του νεκρού αδελφού περιλαμβάνει οκτώ ανυπέρβλητα λαϊκά τραγούδια, σε μουσική και στίχους του συνθέτη (πλην ενός, τους στίχους του οποίου έγραψε ο Κώστας Βίρβος). Το έργο, που διαπνέεται από μια συγκίνηση αρχετυπική –σχεδόν θρησκευτική–, είναι ένας ύμνος στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και στη συλλογική ανάγκη για μνήμη. Ταυτόχρονα, αποτελεί ένα γενναίο κάλεσμα σε εθνική ομοψυχία, σκύβοντας με συγκλονιστική ωριμότητα πάνω στις πληγές του Εμφυλίου, οι οποίες την εποχή που γράφτηκε ήταν ακόμα ανοιχτές.

Η πρώτη παρουσίαση του Τραγουδιού έγινε το 1962 από τον θίασο του Μάνου Κατράκη, με βασικό ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση στην κορυφαία ίσως στιγμή του. Έκτοτε ακολούθησαν κι άλλες παραστάσεις, ανάμεσα στις οποίες ξεχωριστή θέση κατέχουν εκείνες του Θανάση Παπαγεωργίου του Θεάτρου Στοά(1999).

Τα «Λυρικά» που πρόσθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης στη νέα επεξεργασία του έργου έρχονται και ολοκληρώνουν ιδανικά «Το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού». Αν και γράφτηκαν το 1977, συντροφεύουν με απόλυτη αρμονία την αφήγηση και τις μαρτυρίες του συγγραφέα Μίκη Θεοδωράκη για τη μεταπολεμική και προεμφυλιακή Ελλάδα των Δεκεμβριανών, της προδοσίας, των ψεύτικων και αληθινών αντιθέσεων. Τα «Λυρικά» είχαν την ιδιαιτερότητα να γραφτεί πρώτα η μουσική και μετά οι στίχοι από τον ποιητή και «συντοπίτη» του Μίκη Θεοδωράκη στη Μακρόνησο, Τάσο Λειβαδίτη. Τα «Λυρικά» πρωτοτραγούδησε ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης και ηχογραφήθηκαν ζωντανά στο Λυκαβηττό το 1977.

Μια νέα εκδοχή, ένας μεγάλος θίασος

Φέτος, δεκαπέντε χρόνια μετά από την πρώτη του συνάντηση με το μυθικό αυτό έργο και πενήντα δύο χρόνια από την πρώτη παρουσίαση, ο Θανάσης Παπαγεωργίου επανέρχεται στο «Τραγούδι του νεκρού αδελφού» και το προσεγγίζει εκ νέου με μια σύγχρονη ματιά.

Η νέα εκδοχή, που προέκυψε ως φόρος τιμής του σκηνοθέτη προς τον μεγάλο δημιουργό, διατηρεί το κατανυκτικό αίσθημα που διατρέχει το έργο, προεκτείνοντας την προβληματική του προς το σήμερα. Η παράσταση ανεβαίνει μ’ έναν σπουδαίο θίασο, ένα σύνολο πενήντα ηθοποιών, τραγουδιστών, χορευτών και μουσικών, που περιλαμβάνει σημαντικές προσωπικότητες του ελληνικού θεάτρου και πενταγράμμου. Τους βασικούς ρόλους ερμηνεύουν η Λήδα Πρωτοψάλτη, ο Κώστας Αρζόγλου, ο Νίκος Αρβανίτης, ο Χρήστος Πλαίνης, η Εύα Καμινάρη η Στέλλα Γκίκα και ο Χρήστος Κάλοου. Τα Λυρικά ερμηνεύουν ο Κώστας Θωμαίδης, η Μπέτυ Χαρλαύτη και η Καλλιόπη Βέττα συνδευόμενοι από μία κιθάρα και ένα ακορντεόν σε μία κατανυκτική νέα ενορχήστρωση του Γιάννη Μπελώνη σύμφωνα με την επιθυμία και έμπνευση του ίδιου του Μίκη Θεοδωράκη. Στον εξέχοντα ρόλο του Λαϊκού Τραγουδιστή ο Κώστας Μακεδόνας με μεγαλοπρέπεια αποδίδει τα αθάνατα τραγούδια του έργου. Μαζί τους η «Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης» υπό τον Γιάννη Μπελώνη, που με την καθοδήγηση του Μίκη Θεοδωράκη πραγματοποίησε τις ενορχηστρώσεις.

Στόχος του Θανάση Παπαγεωργίου είναι να αναδείξει την επικαιρότητα του έργου σε μια εποχή αναδυόμενης πόλωσης, που έχει επιτακτική ανάγκη –όσο καμία άλλη στο πρόσφατο παρελθόν– την εθνική ενότητα. Ο σκηνοθέτης θα πει:

«Το Τραγούδι του νεκρού αδελφού δεν τραγουδιέται από εκείνους που αδιαφορούν για το τραγικό παρελθόν της χώρας, δεν τραγουδιέται από εκείνους που έχασαν τη μνήμη τους γυρίζοντας την πλάτη στον εφιάλτη που έζησε η πατρίδα. Τραγουδιέται μόνο από εκείνους που εύχονται να μην υπάρξει άλλος αλληλοσπαραγμός».

Η προσέγγιση του Παπαγεωργίου δικαιώνει τη σκέψη του ίδιου του Μίκη Θεοδωράκη. Γραμμένα στις αρχές της δεκαετίας του ’60 με αφορμή την πρώτη παρουσίαση του έργου, τα λόγια του συνθέτη ηχούν σήμερα απολύτως επίκαιρα:

«Σε στιγμές τόσο κρίσιμες για το έθνος και το λαό, πιστεύω πως ο ζωντανός καλλιτέχνης πρέπει να καταπιάνεται με έργα και με ενέργειες που θα βοηθήσουν άμεσα για να λυθεί η κρίση, για να βρεθεί διέξοδος. Πιστεύω πως ο μοναδικός δρόμος για να κερδίσουμε τη μάχη μπροστά στην ιστορία και στον πολιτισμό, είναι αυτή τη στιγμή η αληθινή ενότητα. Οχι ενότητα συμβατική, σκόπιμη, ενότητα τακτική –αλλά ενότητα ουσιαστική όλων των Ελλήνων».

Από τις 18 Μαρτίου, «το Τραγούδι του νεκρού αδελφού» επαναφέρει στο προσκήνιο τα θεμελιώδη αιτήματα για μνήμη, αξιοπρέπεια και ομοψυχίαΜια ιστορική παράσταση, για την ιστορία που ξαναγράφεται.

«Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» : από το 1961 στο 2015

«Το Τραγούδι του νεκρού αδελφού» γράφτηκε το 1961 στο Παρίσι και πρωτοπαρουσιάστηκε το 1962. Οι ερμηνευτές της πρώτης παρουσίασης ήταν ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και η Βέρα Ζαβιτσιάνου. Αρχικά, το έργο περιελήφθη στο ρεπερτόριο του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, ενώ λίγο αργότερα ανέβηκε από το Ελληνικό Λαϊκό θέατρο του Μάνου Κατράκη, σε σκηνοθεσία Πέλλου Κατσέλη. Πρωταγωνιστές της παράστασης ήταν ο Μάνος Κατράκης, η Βέρα Ζαβιτσιάνου, η Μαρία Κωνσταντάρου, ο Νίκος Ξανθόπουλος, η Δέσποινα Μπεμπεδέλη και η Μπέτυ Αρβανίτη. Η πρώτη ηχογράφηση του έργου έγινε το 1963, ήταν όμως κομμένη, καθώς η λογοκρισία απαγόρευσε το τραγούδι «Αλυσίδα» (Την αλυσίδα τη βαριά/ την κάνω χελιδόνι/ τη φυλακή τη σκοτεινή/ την κάνω ξαστεριά).

«Το Τραγούδι του νεκρού αδελφού» είναι ένας από τους πρώτους «λαϊκούς» κύκλους τραγουδιών του συνθέτη. Το έργο περιλαμβάνει οκτώ κλασικά τραγούδια, που σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή. Κυρίως, όμως, αποτελεί έναν ύμνο του Μίκη Θεοδωράκη στο ζεϊμπέκικο: πέντε από τα οκτώ τραγούδια του έργου είναι ζεϊμπέκικα («Ένα δειλινό», «Τον Παύλο και τον Νικολιό», «Το όνειρο», «Τα περβόλια» και «Ενωθείτε») – και μάλιστα μερικά από τα καλύτερα ζεϊμπέκικα που γράφτηκαν ποτέ.

Το 1981 το έργο ανέβηκε ξανά σε σκηνοθεσία του Αλέξη Σολωμού. Στη δεύτερη αυτή παρουσίαση τραγουδούσαν ο Γιώργος Νταλάρας, ο Πέτρος Πανδής, η Μαργαρίτα Ζορμπαλά και ο Γιάννης Κούτρας. Γι’ αυτή την εκδοχή, ο συνθέτης πρόσθεσε τα τραγούδια «Μοιρολόι» και «Κλάψε Πικρό μου Σύννεφο», καθώς και το «Τανγκό του Εφιάλτη». Το 2001 ο Μίκης Θεοδωράκης το ηχογραφεί ξανά, συμπεριλαμβάνοντας όλα τα τραγούδια της παράστασης.

Το 1999 ο Θανάσης Παπαγεωργίου έδωσε για πρώτη φορά στο Θέατρο Στοά, αλλά και σε υπαίθρια θέατρα, τη δική του εκδοχή. Σήμερα, ο σκηνοθέτης επιστρέφει στο σπουδαίο έργο θέλοντας να τιμήσει τον δημιουργό του: «Μακάρι», δηλώνει ο σκηνοθέτης, «με τη δουλειά που θα κάνω στο έργο του, να αποσβεστεί ένα μικρό έστω μέρος του χρέους που νιώθω απέναντί του».


Στη συνέντευξη Τύπου για «Το τραγούδι του Νεκρού Αδελφού»

Μίκης Θεοδωράκης: «Είμαστε ατίθασος λαός με υπερηφάνεια»

Τη μετεμφυλιακή Ελλάδα θα αναβιώσει το μυθικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού», το οποίο θα ανέβει στη σκηνή του θεάτρου Μπάντμιντον από τις 18 Μαρτίου έως τις 5 Απριλίου. Πρόκειται για ένα από τα εμβληματικότερα έργα του μεγάλου Έλληνα δημιουργού, σε μία ανανεωμένη εκδοχή, που επεξεργάστηκε ο ίδιος ο συνθέτης, σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου. «Στο θέατρο Μπάντμιντον συνεχίζουμε να γιορτάζουμε τα 90 χρόνια του Μίκη Θεδωράκη μαζί με τον ίδιο τον Μίκη Θεοδωράκη, γιατί μαζί του σχεδιάζουμε τις μουσικές παραστάσεις και τον ευχαριστούμε γι’ αυτά τα ανεπανάληπτα έργα που μας έχει προσφέρει» ανέφερε στον χαιρετισμό του ο πρόεδρος του θεάτρου Μπάντμιντον, Μιχάλης Αδάμ, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, παρουσία του δημιουργού.

Ο σκηνοθέτης της παράστασης Θανάσης Παπαγεωργίου, μαζί με τους βασικούς συντελεστές, Λήδα Πρωτοψάλτη, Κώστα Αρζόγλου, Νίκο Αρβανίτη, Χρήστο Πλαίνη, Εύα Καμινάρη, Στέλλα Γκίκα και Χρήστος Κάλοου, ανέδειξαν αρκετά από τα στοιχεία που συνθέτουν το έργο και αποκάλυψαν πτυχές από την μεταξύ τους συνεργασία και το κλίμα που επικρατεί στις πρόβες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στον εξέχοντα ρόλο του Λαϊκού Τραγουδιστή, θα είναι ο Κώστας Μακεδόνας που με μεγαλοπρέπεια αποδίδει τα αθάνατα τραγούδια του έργου.

Η παράσταση, σε μία κατανυκτική νέα ενορχήστρωση του Γιάννη Μπελώνη σύμφωνα με την επιθυμία και έμπνευση του ίδιου του Μίκη Θεοδωράκη, θα κάνει πρεμιέρα στις 18 Μαρτίου και θα διαρκέσει μέχρι τις 5 Απριλίου.

«Είμαι από τη γενιά των ορθίων»

Στην υπερηφάνεια του ελληνικού λαού, στις κρίσιμες καμπές της ζωής του, αλλά και στις μελανές στιγμές της εξορίας στη Μακρόνησο, αναφέρθηκε ο Μίκης Θεοδωράκης στη συνέντευξη Τύπου. «Είμαστε ατίθασος λαός και αυτό φάνηκε από τη στάση του Βαρουφάκη προς τον Ντάισελμπλουμ».

Ιδιαίτερη, όμως, μνεία έκανε στην υπερηφάνεια του ελληνικού λαού, που υπάρχει «παρόλο που δεν έχουμε χρήματα».

»Είμαστε μια γενιά των ορθίων, είμαι από τη γενιά των ορθίων», τόνισε ο Μίκης Θεοδωράκης, και μιλώντας για την ελληνική μουσική υπογράμμισε:

«Είμαστε ανώτεροι από τους Ευρωπαίους. Ο λαός μας έχει μεγάλο μουσικό πλούτο». Δίνοντας έμφαση στην αξία της μουσικής ο κ.Θεοδωράκης «όρισε» την «πραγματική σκλαβιά ως σκλαβιά πολιτισμική».

Με χιούμορ αναρωτήθηκε, δε, «πώς είναι δυνατόν να είμαι 90 χρονών ζωντανός», ενώ δήλωσε «αδυσώπητος μεν, ευπαθής δε».

Ο μουσικοσυνθέτης δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στις αναμνήσεις από την εξορία του στη Μακρόνησο. «Έκαναν τους ανθρώπους σκουπίδια… όταν με χτυπούσαν έβγαζα τόσο αίμα που νόμιζαν ότι πέθανα», είπε χαρακτηριστικά, αν και δήλωσε ότι του άρεσε «ο ήχος της μάχης».

»Με έσωσε η μουσική μου, η κρητική γενιά μου», ανέφερε ο κ. Θεοδωράκης που για άλλη φορά μίλησε για το κομμουνιστικό παρελθόν του, και είπε: «Ήμουν κομμουνιστής ως το κόκαλο»

Μαζί με τις εμπειρίες του στη Μακρόνησο, μίλησε και για τα χρόνια της διαμονής του στο Παρίσι. Εκεί που δημιούργησε τα περισσότερα τραγούδια του «με τη νοσταλγία της Ελλάδας».

Αναφέρθηκε, δε, στις δυσκολίες που γνώρισε. «Έμενα σε ένα αχούρι, οι Γάλλοι δεν μου έδιναν δουλειά», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Όταν, όμως, μέσα από τη μουσική γνώρισε την αριστοκρατία, αναρωτήθηκε: «τι γυρεύω εγώ εδώ;».O Mίκης Θεοδωράκης, όπως σημειώνει βίωσε τη φτώχεια. «Γνώρισα τον ελληνικό λαό, έζησα εξόριστος», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Κάνοντας μια αναδρομή στην ιστορία, υπογράμμισε την Μάχη του Στάλινγκραντ, ως «τη μεγαλύτερη καμπή της ανθρωπότητας», ενώ μίλησε και για «δύσκολη συμβίωση με Γερμανούς», με «ζωώδεις συμπεριφορές».


Δείτε εδώ το έργο:

Back To Top