Μεγάλη ήταν η θλίψη που προκάλεσε η είδηση θανάτου του Μίκη Θεοδωράκη, στο καλλιτεχνικό κόσμο, που τον αποχαιρετά με συγκινητικά λόγια. Παρακάτω ορισμένες δηλώσεις καλλιτεχνών που καταφέραμε και συγκεντρώσαμε από τα ΜΜΕ.
«Η τεράστια πολιτιστική κληρονομιά που αφήνει ως πολύτιμο δώρο σε όλους τους Έλληνες, οι συνεχείς αγώνες και το ασίγαστο πάθος του για την ελευθερία και τη δημοκρατία για μια καλύτερη Ελλάδα, αποτελούν φωτεινά σημεία μίας αξεπέραστης προσωπικότητας με παγκόσμια αναγνώριση και ακτινοβολία» αναφέρει το Διοικητικό Συμβούλιο και η Καλλιτεχνική Διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου.
»Συνεργάστηκε επανειλημμένα ως συνθέτης σε πολλές θεατρικές παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου, λαμπρύνοντας με το σπουδαίο ταλέντο του αξέχαστες στιγμές των Επιδαυρίων. Ο Μίκης Θεοδωράκης θα ζει για πάντα μέσα στις ψυχές και στις καρδιές όλων μας με τη μουσική, την ποίηση και τους ακατάβλητους αγώνες του» καταλήγει η ανακοίνωσή, παραθέτοντας τις συνεργασίες του με τον σπουδαίο Έλληνα συνθέτη.
Γιώργος Κουµεντάκης, συνθέτης καλλιτεχνικός διευθυντής ΕΛΣ
Σήμερα θρηνούμε την απώλεια του κορυφαίου Έλληνα συνθέτη και σπουδαίου διανοούμενου και αγωνιστή Μίκη Θεοδωράκη. Αν και ο Μίκης έμοιαζε να έχει κερδίσει την αθανασία, εντούτοις η μέρα του φυσικού του θανάτου ξημέρωσε για να μας γεμίσει θλίψη και να σημάνει με τον πιο οδυνηρό τρόπο το οριστικό τέλος μιας εποχής.
Το σπουδαίο έργο του, συνώνυμο με τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, θα παραμείνει στην ψυχή και την καρδιά του καθενός από μας, χωρίς καμία φθορά από τον χρόνο. Είναι χρέος μας να το διαφυλάξουμε και να το μεταλαμπαδεύσουμε στις γενιές που θα έρθουν. Το έργο του Μίκη ξεπερνάει τα όρια της μουσικής, του τραγουδιού, της τέχνης και αποτελεί μια ωδή στον αστείρευτο αγώνα για ζωή και ελευθερία.
Για όλους εμάς εδώ στην Εθνική Λυρική Σκηνή, που είχαμε σχεδιάσει μαζί του τον τριετή κύκλο αφιερωμένο στο έργο του (2021-2024), η σκέψη ότι θα τον πραγματοποιήσουμε χωρίς να τον έχουμε στο πλάι μας να μας συμβουλεύει και να μας καθοδηγεί όπως πάντα, αλλά ότι θα πρέπει να του τον αφιερώσουμε στη μνήμη του, αποτελεί μια ακόμα οδυνηρή συνειδητοποίηση.
«Μίκη μου, με τα χέρια-φτερά σου, όσο ζω θα σε βλέπω πάντα να διευθύνεις τα τραγούδια μας και τα όνειρά μας», σημειώνει η Μαρία Φαραντούρη μεταξύ άλλων, αποχαιρετώντας τον Μίκη Θεοδωράκη.
«Ο Μίκης είχε την τύχη πριν φύγει να ζήσει την αθανασία του. Μας χάρισε το ωραίο ταξίδι, για αυτό θα είναι πάντα κοντά μας σαν να μην έφυγε ποτέ», αναφέρει μεταξύ άλλων η μεγάλη ερμηνεύτρια.
Αναλυτικά η δήλωση της Μαρίας Φαραντούρη:
«Η Ελλάδα σήμερα ορφάνεψε. Ο Μίκης είναι η έκφραση της ελληνικής ψυχής και με το έργο του έδειξε σε όλο τον κόσμο ότι ελληνισμός σημαίνει πολιτισμός. Γεννήθηκε με την ευλογία των Μουσών. Μίλησε με την οικουμενική γλώσσα της μουσικής και της ποίησης για τον άνθρωπο, τους αγώνες, τις χαρές και τους καημούς του.
Ο Μίκης είναι παγκόσμιος, μα πάνω απ’ όλα είναι Έλληνας κι αποτελεί την αντάξια συνέχεια των μεγάλων παραδόσεών μας. Αγωνίστηκε κι υπέφερε υπερασπιζόμενος την ελευθερία, τη δημοκρατία και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.
Είχα τη χαρά και την τιμή να υπηρετήσω το μεγάλο του έργο, μια ολόκληρη ζωή, να μοιραστώ μαζί του συγκινητικές στιγμές, την επαφή με τόσους λαούς, τους αγώνες και την ιστορία τους δίνοντας συναυλίες σε ελληνικά και παγκόσμια ακροατήρια.
Ο Μίκης είχε την τύχη πριν φύγει να ζήσει την αθανασία του. Μας χάρισε το ωραίο ταξίδι, για αυτό θα είναι πάντα κοντά μας σαν να μην έφυγε ποτέ. Με τη μουσική και τα τραγούδια του θα ενώνει τις καρδιές μας, θα μας ανοίγει καινούργιους κόσμους όπως κάνει κάθε μεγάλη τέχνη που συνομιλεί με την εποχή της και την Ιστορία.
Μίκη μου, με τα χέρια-φτερά σου, όσο ζω θα σε βλέπω πάντα να διευθύνεις τα τραγούδια μας και τα όνειρά μας».
«Ως μουσικός, προσκυνώ. Ως Έλλην, θρηνώ. Ως ιχθύς, σιωπώ», έγραψε πριν λίγα λεπτά στο Facebook ο Σταύρος Ξαρχάκος, με αφορμή τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη. Την ανάρτηση συνόδεψε με μια φωτογραφία του μαζί με τον κορυφαίο συνθέτη.
«Έφυγε σήμερα ο τελευταίος των μεγάλων. Των τελευταίων μεγάλων Ελλήνων», έγραψε ο Διονύσης Σαββόπουλος για τον Μίκη Θεοδωράκη.
«Είναι ημέρα πένθους, βαθιάς συγκίνησης αλλά και πνευματικής ανάτασης νομίζω, γιατί μετά τον θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι, του Γιώργου Σεφέρη, του Γιάννη Ρίτσου, του Οδυσσέα Ελύτη, και όλων των άλλων πνευματικών ηγετών μας, έρχεται τώρα και η αναχώρηση του Μίκη Θεοδωράκη, στην 200η επέτειο της Ανεξαρτησίας, σαν να μας λέει “κοιτάξτε τι έχει πραγματική αξία σε όλη αυτή την πορεία και αφήστε τα μικρά και τα ασήμαντα”», ανέφερε ακόμη.
«Ήταν παράφορος. Δεν τον χωρούσε ο τόπος. Ξεχείλιζε από μουσική, αιώνια νιάτα, πάθος και ρομαντισμό. Ήταν ένας μεγαλοφυής, ένας λεοντόκαρδος, ένας άνθρωπος αναγεννησιακός. Ένας οικουμενικός άνθρωπος», επεσήμανε ακόμη.
«Θα ζει πάντα στην μνήμη της Αντίστασης, στην τραγική μνήμη του εμφυλίου και της εξορίας, στους αγώνες της δεκαετίας του ΄60, στην φυλακή του αντιδικτατορικού αγώνα. Μα πάνω από όλα θα ζει πάντα στο αιώνιο τραγούδι της ελληνικής λαλιάς με την συναρπαστική και θυελλώδη μουσική του», έγραψε ακόμη και κατέληξε γράφοντας: «O Captain, my Captain, Η δάφνη κερδήθηκε, Ποτέ δεν θα πεθάνεις».
«Αντίο Μίκη» ήταν τα λόγια με τα οποία αποχαιρέτησε ο Σταμάτης Κραουνάκης τον συνθέτη, αναδημοσιεύοντας την ανάρτηση της Έλενας Ακρίτα στο Facebook.
«Έδυσε ο ήλιος», δήλωσε ο Χρήστος Λεοντής για τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη.
Εδυσε ο ήλιος αφήνοντας μια παρακαταθήκη ομορφιάς, αξιοπρέπειας, αγώνα, ελευθερίας και διδάγματος για τους ανθρώπους που έχουν να υπερασπιστούν τη ζωή τους με αξιοπρέπεια. Αυτός ήταν ο Μίκης. Αυτή είναι η παρακαταθήκη που μας αφήνει. Είμαι ευγνώμων στον Μίκη γιατί ήταν ο πρώτος που με στήριξε και με ενθάρρυνε ως μουσικό. Η γνωριμία μαζί του ξεκινάει τότε που είχε επιστρέψει από το Παρίσι και ετοίμαζε τη συναυλία που έκανε στο θέατρο Κεντρικό. Εγώ μαζί με τον Γιάννη Μαρκόπουλο κάναμε τα αντιγραφικά για την ορχήστρα της ΕΡΤ που συμμετείχε τότε. Αντιγράφαμε δηλαδή από την παρτιτούρα του Μίκη, για το κάθε όργανο το μέρος του. Ηταν πάρα πολύ η δουλειά αυτή, περίπου 10.000 σελίδες. Για δέκα μέρες εκείνη την εποχή είχαμε εγκατασταθεί στο σπίτι του στη Νέα Σμύρνη για να δουλεύουμε. Εκεί γνωριστήκαμε και μια μέρα με ρώτησε. «Γράφεις τραγούδια;». Τότε ήμουν 21 ετών – γεννήθηκα το 1940 και η συναυλία ήταν το 1961 και είχα μόλις αρχίσει να συνθέτω. Είχα μελοποιήσει Νικηφόρο Βρεττάκο, Μάνο Ελευθερίου – το πρώτο τραγούδι του «Το σπίτι γέμισε με λύπη» – και Μιχάλη Παπανικολάου. Νέοι ήμασταν όλοι τότε. Του έπαιξα ένα δυο και λέει: «Θέλεις να κάνουμε μαζί συναυλίες;». Εμεινα κατάπληκτος γιατί εκείνη την περίοδο ακουγόταν ο «Επιτάφιος» στα ραδιόφωνα που αποτελούσε μια τομή και αναδύονταν ένας καινούργιος μουσικός κόσμος στο τραγούδι τόσο με τις μελωδίες όσο και με τα ποιήματα που έδωσε στον κόσμο μέσα από τη μουσική. Ετσι λοιπόν κάναμε τις πρώτες συναυλίες όπου εγώ έπαιζα δύο τρία τραγούδια – το «Πού να χωρέσει το όνειρο», «Το σπίτι γέμισε με λύπη» και δύο ακόμη που δεν θυμάμαι. Κάναμε μερικές συναυλίες στο Ναύπλιο, στην Κρήτη και αλλού.
Ο Μίκης δυο χρόνια αργότερα, το 1963, μου έδωσε την ευκαιρία να γράψω για πρώτη φορά μουσική για το θέατρο. Ηταν ένα έργο του Ηλία Λυμπερόπουλου το οποίο ήταν μια παράφραση του «Ματωμένου γάμου» του Λόρκα. Στο έργο αυτό ακούγονταν 13 τραγούδια τα οποία από τον ενθουσιασμό μου τα έγραψα σε ένα βράδυ. Ο Μίκης είχε τη μουσική επιμέλεια σε εκείνη την παράσταση. Ο ίδιος δεν μπορούσε ν ασχοληθεί γιατί τότε έγραφε μουσική για τις Φοίνισσες, για το Εθνικό Θέατρο. Ετσι το έδωσε σε εμένα. Του έπαιξα ένα δυο και παίρνει τηλέφωνο τον Λυκούργο Καλλέργη και του λέει: «Λυκούργο έτοιμη η μουσική». Με βοήθησε πάρα πολύ στο να με βάλει στον θεατρικό χώρο τον οποίο υπηρέτησα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα περισσότερα τραγούδια μου από εκεί έχουν προκύψει – είναι ένας χώρος μαγικός για εμένα. Το τελευταίο ορατόριό μου «Φυλάττειν Θερμοπύλας» σε ένα ποίημα του Γιάννη Νεγρεπόντη, το μεγαλύτερο σε διάρκεια έργο μου, δίωρο, το έχω αφιερώσει στον Μίκη. Το 1963 με κάλεσε ξανά για να διευθύνω την ορχήστρα στο θέατρο Park, όπου είχαν κάνει ένα θεατρικό έργο με τον Μάνο Χατζιδάκι τη «Μαγική πόλη». Εκεί γνώρισα τον Χατζιδάκι που και σε αυτόν έχω μια ίδια αγάπη και εκτίμηση με τον Μίκη, γιατί κι εκείνος είχε μιλήσει για μένα με τα πιο τιμητικά λόγια χωρίς να με ξέρει.
Πριν από ένα χρόνο μου ζήτησε και πήγα στο σπίτι του και ακούσαμε το έργο που του είχα αφιερώσει, με αγκάλιασε και με φίλησε. Μουσική με έχει διδάξει ο μεγάλος Παλάντιος, αλλά τον Μίκη τον θεωρώ πνευματικό μου δάσκαλο. Στα ωδεία τότε επικρατούσε το «ωδειακό» σύνδρομο όπως το λέω εγώ. Υπήρχε η αντίληψη ότι το τραγούδι είναι ευτελές είδος τέχνης. Οταν όμως είδα τότε ως νεαρός σπουδαστής στο Ωδείο έναν συνθέτη να γράφει τραγούδια, ενώ οι σπουδές του ήταν κλασικές, πήρα κουράγιο για να φωνάζω κι εγώ ελεύθερα ότι γράφω τραγούδια. Μου έδωσε ελευθερία.
Υπάρχει ένα περιστατικό που θυμάμαι έντονα και συνέβη στην πρώτη συναυλία που κάναμε με τον Μάνο Λοΐζο στο Θέατρο Ακροπόλ το 1963. Τότε ο Μίκης μου παρέδωσε μια πέτρα που του είχαν πετάξει οι παρακρατικοί στην ώρα συναυλίας στη Νάουσα. Μου την έδωσε ως ένα σύμβολο συνέχειας ενός αγώνα μέσα από τη μουσική. Πριν από δέκα χρόνια ο δήμαρχος της πόλης μου ζήτησε να την επιστρέψω για να φύγει το άγος της πόλης. Μου έδωσε μια άλλη πέτρα από το σημείο που θυσιάστηκαν οι γυναίκες το 1822. Κράτησα μια πέτρα εγώ και μια έδωσα στον Μίκη.
Με μια ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην επίσημη σελίδα του στο facebook το βράδυ της Παρασκευής 2 Σεπτεμβρίου, ο Γιάννης Μαρκόπουλος αποχαιρέτησε τον Μίκη Θεοδωράκη.
Η μουσική πενθεί έναν σπουδαίο δημιουργό που εμπνεύστηκε από τη χώρα και ενέπνευσε.
Οι καλλιτεχνικές μας αντιθέσεις πολλές, τις εκφράζαμε ενίοτε με έντονο τρόπο, αλλά νομίζω πως στην ουσία μας διασκέδαζαν και μας κρατούσαν σε εγρήγορση. Ενθυμούμενος αυτά νιώθω μοναξιά.
Ως άνθρωποι δυσκολευόμαστε να δεχτούμε το τετελεσμένο του θανάτου, είμαστε όλοι φθαρτοί. Η μουσική όμως όχι. Έτσι ο Μίκης Θεοδωράκης δεν φεύγει από κοντά μας, το έργο του παραμένει αθάνατο.
«Δεν έχουμε δύναμη να γράψουμε τίποτα», γράφουν στο Facebook οι Φίλοι του Μίκη Θεοδωράκη, μια σελίδα αφιερωμένη στον κορυφαίο συνθέτη από φίλους και θαυμαστές του, λίγη ώρα μετά την γνωστοποίηση του θανάτου του, ενώ την ίδια στιγμή, ο Γιώργος Νταλάρας σημειώνει στη δική του σελίδα: «Για λίγο τώρα ΣΙΓΗ».
Γιώργος Νταλάρας: Ένωσε τον κόσμο, τον σήκωσε ψηλά
Η Ελλάδα και ο κόσμος πενθούν. Άπνοια. Σαν να κόπηκε ο αέρας. Έφυγε η φθαρτή υπόσταση. Αυτό το δυνατό, στιβαρό σώμα που υπέμεινε καρτερικά και αγόγγυστα πολέμους, διωγμούς, εξορίες, φυλακές, φάλαγγα, προβοκάτσιες, κυνηγητά. Το πνεύμα όμως μένει. Αυτό το πνεύμα που έκανε την υψηλή ποίηση τραγούδι, που ένωσε τον λαό και τον σήκωσε ψηλά, με μια φωνή σε όλο τον κόσμο. Από την Κρήτη μέχρι τη Λατινική Αμερική. Ο Μίκης, ως μέγιστος εθνικός ευεργέτης, προσέφερε απλόχερα τη μουσική του, τα τραγούδια του, τον λόγο του, το υπόδειγμα της ζωής του. Ανεκτίμητη περιουσία! Τα θεμέλιά του είναι στα βουνά. Και αυτά τα βουνά καλούμαστε όλοι και κυρίως ο σκεπτόμενος και ο ανήσυχος λαός, που τόσο αγάπησε, να σηκώσει τώρα στους ώμους του, όσο αντέξει, αυτή την παρακαταθήκη. Έτσι όπως σήκωνε αυτός στους ώμους έναν αιώνα όλη την Ελλάδα έως τα πέρατα της Γης. Δεν είναι εύκολο ν’ αντέξουμε, αλλά θα προσπαθήσουμε! Μικρό παιδί με πήγε η μάνα μου, συναγωνίστριά του, στη Νέα Σμύρνη να τον δω για πρώτη φορά. Σήκωσα τα μάτια μου ψηλά, πολύ ψηλά, για να τον συναντήσω. Σήμερα τα κατέβασα για πρώτη φορά για να τον δω, για να του πω πόσο τον αγαπάμε και πόση ευγνωμοσύνη του χρωστάμε. Εμείς και ο κόσμος όλος.
Γιώργος Χατζηνάσιος: Ο Μίκης είναι ένα τέλος εποχής
Ο ελληνικός λαός βιώνει σήμερα ένα πολιτιστικό και πολιτισμικό σοκ. Δεν θυμάμαι στο παρελθόν τέτοια στενοχώρια στην Ελλάδα, σαν αυτό που συμβαίνει σήμερα. Και αυτό, γιατί έφυγε ένας Έλληνας δημιουργός παγκόσμιας αναγνώρισης. Ο Θεοδωράκης διέδωσε την ελληνική μουσική διεθνώς. Μπορώ να πω ότι με τον Μίκη έκλεισε ένας κύκλος των μεγάλων συνθετών. Είναι ένα τέλος εποχής. Δεν νομίζω ότι μπορεί να ξαναβγεί με τέτοια δύναμη μουσική, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Ο Μίκης δεν ήταν μόνο ένας χαρισματικός μουσικός. Ήταν μια σπάνια ιδιοσυγκρασία ανθρώπου, που δεν παραβάλλεται με καμία άλλη, από όσες γνωρίζουμε σήμερα στην Ελλάδα. Ήταν ένας άνθρωπος που ενδιαφερόταν για την Ελλάδα, για τον απλό άνθρωπο. Ήταν αγαπητός από όλους τους Έλληνες. Ήταν ο άνθρωπος που έλεγε κάτι και αμέσως γινόταν απόφθεγμα, το οποίο ακούγεται μέχρι και σήμερα. Πιστεύω ότι τελικά, ακόμα κι αυτοί που προσπάθησαν να ακολουθήσουν τη μουσική του έκαναν μεγάλες προσπάθειες, οι οποίες απέδειξαν ότι δεν μπορεί να ξαναβγεί στο μέλλον ένας Θεοδωράκης.
«Ξύπνησα με τη είδηση θανάτου του Μίκη Θεοδωράκη. Και δεν μπορώ κι ούτε θέλω να ελέγξω τα δάκρυα μου. Βαθιά συγκίνηση για έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες, απέραντη ευγνωμοσύνη για το κολοσσιαίο μουσικό έργο και την κοινωνική και πολιτική του επιδραστικότητα. Δεν θα υπάρξει άλλος Μίκης Θεοδωράκης. Όμως υπήρξε, και ένα κομμάτι της ελπίδας που ένιωσε αυτός ο τόπος, του ανήκει εις τους αιώνες των αιώνων», σημείωσε ο συνθέτης Θέμης Καραμουρατίδης.
«Ο μόνος άνθρωπος που είδα να πετάει», τιτλοφορεί ο Φοίβος Δεληβοριάς το δικό του αποχαιρετιστήριο στον Μίκη Θεοδωράκη.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ που οι γονείς μου –ο πατέρας μου δεν αγάπησε ποτέ άλλη μουσική περισσότερο απ’ τη δική του- με πήγαν στο Ηρώδειο 14 χρονών να ακούσουμε το «Άξιον Εστί», που θα παιζόταν για πρώτη φορά εκεί.
Ο Μίκης στα 60 του δεν είχε ακόμα τη χαρά να του παραχωρηθεί το Ηρώδειο. Του το αρνούνταν σθεναρά οι διάφορες εκλεγμένες καρέκλες. Μόλις ξεκίνησε η συναυλία, καταλάβαμε όλοι γιατί.
Πρώτη και τελευταία φορά τη μέρα εκείνη είδα άνθρωπο να πετάει. Δεν ήταν διεύθυνση αυτό, ήταν το πρώτο πέταγμα του ανθρώπου. Ο Μίκης μπορούσε να το κάνει. Και ήθελε να πάρει κι εμάς μαζί. Το ότι άλλες φορές το ελληνικό σώμα τον αντιμετώπιζε σα Θεό και άλλες φορές ομοθυμαδόν ήθελε να τον εξευτελίσει, δεν οφειλόταν στην όποια ανθρώπινη ανισότητά του. Αλλά στην δική μας σχέση με την πτήση.
Κάποτε –το 2005 νομίζω- πήγαμε μαζί κι ακούσαμε την πρόβα της «Πρώτης Συμφωνίας» του στο Μέγαρο. Δεν έχω δει μεγαλύτερο καλλιτεχνικό παράπονο απ’ αυτό που είχε όσο παρακολουθούσε. Θυμόταν την εποχή που –ανάμεσα σε εξορίες- είχε πρωτογράψει το έργο. Θυμόταν κάθε αρνητική κριτική, κάθε πολιτικο-καλλιτεχνική συνομωσία που του στέρησε τότε τη χαρά και τον έπαινο. «Δεν είχα ενθάρρυνση», μου έλεγε. «Διαφορετικά, θα είχα προχωρήσει αλλιώς». Σκέψου να το ακούς αυτό απ’ τον άνθρωπο που έφτασε στο απροχώρητο.
Γυρνώντας στο σπίτι του, περνώντας απ’ του Μακρυγιάννη, μου διηγήθηκε –έτσι όπως ποτέ δεν τα έγραψε- τα δικά του Δεκεμβριανά. Είχε πάλι τόση ζωντάνια και τόσο παράπονο ο λόγος του, που αισθάνθηκα σα να παίζω στο φινάλε του «Αποκάλυψη Τώρα». Σα να είμαι με τον -μεγαλύτερο από τη Ζωή- συνταγματάρχη Κουρτς και να προσπαθώ να αποκρυπτογραφήσω το νόημα της ανείπωτης ελευθερίας του, της βουτηγμένης στο αίμα και στην ομορφιά. Όταν το βράδυ γύρισα στο σπίτι μου, αισθανόμουν πως η όποια ελευθερία των σημερινών επιλογών μου, η Δημοκρατία στην οποία ζούσα, έγραφα και ανέπνεα, οφειλόταν στην τρελή θυσία της γενιάς του.
Πολλές φορές περνούσα κάτω απ’ το σπίτι του, απέναντι απ’ την Ακρόπολη. Δεν του χτυπούσα το κουδούνι. Μόνος στο αμάξι άκουγα τη μουσική του-σαν ένα είδος χάρτη, κάποια πρωϊνά που το ταξίδι ήταν δύσκολο.
Δεν πειράζει που εμείς οι συγκαιρινοί του Έλληνες δεν μπορέσαμε να ακολουθήσουμε την «οδηγία» της Μουσικής του. Το μέρος όπου καταλήγει η πτήση μας, είναι εκεί. Χαρτογραφημένο. Μια αληθινή Νεφελοκοκκυγία του μέλλοντος. Κάποια στιγμή, από τα σωστά παιδιά -που ίσως σήμερα γεννιούνται- θα ανακαλυφθεί.
Με συγκινητικά λόγια αποχαιρέτησε τον Μίκη Θεοδωράκη και ο Μανώλης Μητσιάς, τον οποίο χαρακτήρισε ως «ο μέγιστος των Ελλήνων». «Είναι σαν να έφυγε μια κολώνα του Παρθενώνα. Ο Μίκης ήταν η καινούργια μας Ακρόπολη», είπε μιλώντας στον ΑΝΤ1.
Ο Γιάννης Μπέζος αποχαιρέτησε τον Μίκη Θεοδωράκη με δήλωση του στην ΕΡΤ, καθώς ο ηθοποιός είχε συνεργαστεί πολλές φορές με τον σπουδαίο μουσικοσυνθέτη στο παρελθόν.
«Μιλάμε για μια ουσιαστική απώλεια και ένα κλείσιμο μιας πολύ μεγάλης εποχής. Ήταν ο τελευταίος επιζών από μια γενιά που προσέφερε πάρα πολλά στον τόπο και δεν έχουν αποτιμηθεί ακόμα δεόντως. Δεν έχουμε καταλάβει τι ακριβώς μας προσέφεραν αυτοί οι άνθρωποι και ελπίζω κάποτε να το καταλάβουμε. Είναι πολύ μεγάλη η απώλεια του Θεοδωράκη. Νομίζουμε ότι έφυγε ένας άνθρωπος που ανακατευόταν με την πολιτική ή έκανε κάποιες συναυλίες, το έργο του το εμπεριέχουμε χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Ο Μίκης μας έφερε σε επαφή με μεγάλα κείμενα, με μεγάλες μελωδίες και μαζί με τον Μάνο Χατζιδάκι δημιούργησαν μια πολύ μεγάλη εποχή. Το έργο τους και οι προσωπικότητές τους. Αυτά θα μας ακολουθούν και θα πρέπει να στοιχιζόμαστε πίσω από τέτοιες προσωπικότητες και όχι πίσω από ανόητους. Να συλλυπηθούμε την οικογένεια και ας τον έχουμε και στη μνήμη και στην καρδιά μας» ανέφερε μεταξύ άλλων, ο Γιάννης Μπέζος.
«Μίκη μου αγάπη της ψυχής μου. Μορφή Θεϊκή ελληνική. Παρουσία της πατρίδας Σε όλο το κόσμο. Σ’ ευχαριστώ με τη καρδιά και το μυαλό μου, αλλά και με τη γνώση μου, που είσαι η καθοριστικότερη προσωπικότητα της. Υποκλίνομαι στο βαθύ έργο σου. Που έχει ρίζες στην ελληνική φιλοσοφία στο δίκαιο που έκανες ιδεολογία. Η Ελλάδα χωρίς εσένα στην καθημερινότητα θα ήταν αλλιώς. Με λιγότερη ποίηση, με διαφορετικούς ρυθμούς. Σ ευχαριστούμε» σημειώνει ο Γιάννης Ζουγανέλης.
«Καλό ταξίδι φίλε, σύντροφε και δάσκαλε. Τώρα μόνο σιωπή… Η Ελλάδα πενθεί. Έφυγε ο Μίκης Θεοδωράκης…», έγραψε ο τραγουδιστής Γιάννης Κότσιρας.
«Σήμερα πενθούμε όλοι», σημείωσε η Μαρίζα Κωχ. «Θέλω να πω συλλυπητήρια σε όλους μας. Έφυγε αυτός -και μαζί με άλλους γιατί δεν έπαψε ποτέ η Ελλάδα να δίνει τέτοιες μορφές- που μας ανέβασε λίγο ψηλότερα. Είμαι καθηλωμένη γιατί τα σπίτια μας είναι απέναντι και βλέπω τον κόσμο να συγκεντρώνεται και πώς κλαίει…Άνθρωποι που κλαίνε με αναφιλητά για το τι συμβολίζει, τι αναφορές υπάρχουν στη μορφή του Μίκη», συμπλήρωσε η ίδια.
«Χρόνια ερχόντουσαν μαζί με τον Νίκο Κούνδουρο στο σπίτι που είμαι εδώ απέναντι, για χρόνια ήμασταν πολύ καλή συντροφιά και με άλλους πολλούς. Κάναμε πολύ καλή παρέα, τα μεσημέρια, όταν οι άλλοι έκαναν σιέστα εμείς καθόμασταν στο τραπέζι και το κρατούσαμε ως το βράδυ. Γιατί είχαμε πολλά να πούμε», πρόσθεσε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Έχω πολλά να θυμάμαι, όπως όλοι οι Έλληνες. Η μουσική του μίλησε σε όλους μας, αλλά τουλάχιστον μέχρι τα τελευταία λίγα χρόνια, κάθε Έλληνας έχει να πει και μια προσωπική στιγμή για τον Μίκη. Ο τρόπος που χαριζόταν, τα χέρια που έσφιγγε, πώς αγκάλιαζε, τι έκανε… Η πατρική μορφή του», κατέληξε.
Μίλτος Πασχαλίδης
«Είναι μία πολύ στενάχωρη ημέρα σήμερα. Αυτά τα πρόσωπα δεν πεθαίνουν. Για τον κόσμο ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν είναι και θα είναι σύμβολο. Πρόκειται για μία τεράστια απώλεια για τη χώρα. Ταυτόχρονα αφήνει πίσω του μία μεγάλη παρακαταθήκη. Είμαστε ευγνώμονες στον Μίκη. Ειδικά εμείς που είχαμε την τιμή να συνεργαστούμε μαζί του. Ο Μίκης θα είναι πάντα παρών», είπε χαρακτηριστικά στο NEWS24/7.
Δήµητρα Γαλάνη
Η απώλεια του Μίκη Θεοδωράκη είναι μοναδική. Η στιγμή είναι ιστορική. Με ένα έργο όμως που παραμένει ζωντανό είναι και ο ίδιος εξαιρετικά παρών. Αν είναι κάτι η αθανασία, είναι αυτό.
Χάρις Αλεξίου
Σήμερα μας αποχαιρέτησε ο μεγαλύτερος άνδρας δημιουργός της χώρας μας. Ο συνθέτης του αιώνα. Ο Μίκης μας, ο Ζορμπάς μας. Αυτό το γελαστό ελεύθερο παιδί. Οσοι ζήσαμε στον καιρό του είμαστε ευλογημένοι. Τραφήκαμε από το πνεύμα του και τη μουσική του και αισθάνομαι πως κάπου εδώ μπαίνει μια δυνατή τελεία στη χρυσή εποχή της μουσικής της γενιάς μου. Αποχαιρετάμε έναν θεό, μια χώρα, ένα έθνος, έναν αιώνα Ελλάδας.
Άλκηστις Πρωτοψάλτη
«Θρηνεί όλη η Ελλάδα.
Θρηνεί όλη η υφήλιος.
Ο Μίκης μας πέταξε στη γειτονιά των αγγέλων και πέρασε στη σφαίρα της Αθανασίας.
Ο Άνθρωπος που μελοποίησε όλη την Ελλάδα.
Ο Άνθρωπος που συνδέθηκε με τις σημαντικότερες στιγμές της σύγχρονης Ιστορίας μας, ο πολιτικός, ο συγγραφέας, ο Μαέστρος μας.
Μίκη μου αγαπημένε φίλε πάντα θα είσαι ένα ορμητικό ποτάμι και θα ρέεις με το έργο σου σα γάργαρο νερό στη ψυχή μου!
Τι τυχερή που σε γνώρισα και σε τραγούδησα!
Μίκη φίλε μου ήσουν ο πιο ρόκ άνθρωπος που έχω γνωρίσει με ανοιχτές τις κεραίες σου σε ο, τιδήποτε σε συγκινούσε.
Μίκη μου τι ωραίες κουβέντες που κάναμε στο σπιτι σου και τι !!! ουσία είχαν οι συζητήσεις μας.
Θα μείνεις ολοζώντανος στις καρδιές μας μέσα από το συγκλονιστικό σου έργο, τις ιδέες και τη στάση ζωής σου.
Μίκη ήσουν ανεκτίμητος και σπάνιος άνθρωπος με ψυχή λιονταριού και καρδιά μοναδικής ευαισθησίας», ανέφερε η Άλκηστις Πρωτοψάλτη κι έπειτα ξεκίνησε τον αποχαιρετισμό της με στίχους του Οδυσσέα Ελύτη από το τραγούδι «Του Μικρού Βοριά», που είχε μελοποιήσει ο Μίκης Θεοδωράκης.
«Γειά σας περβόλια , γειά σας ρεματιές/ Γειά σας φιλιά και γειά σας αγκαλιές/ Γειά σας οι κάβοι κι οι ξανθοί γιαλοί/ Γειά σας οι όρκοι οι παντοτεινοί», έγραψε και συνέχισε: «Γειά σου φίλε μου Μίκη, με τα τραγούδια σου πάντα θα μας ξεδιψάς».
Λευτέρης Παπαδόπουλος: Τέτοιο φαινόμενο δεν θα ξαναφανεί
Είναι μέγας. Τέτοιο φαινόμενο μουσικό, πολιτικό, πολιτιστικό, δεν ξαναφάνηκε ούτε θα φανεί. Σφράγισε όλον τον 20ό αιώνα. Και πάνω από όλα ήταν μέγας Έλληνας.
Χρήστος Νικολόπουλος
«Είμαι τυχερός που συνεργάστηκα μαζί του βρέθηκε ένας άνθρωπος που ανέδειξε τη μουσική. Τον λάτρευα, είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ πολύ στενά μαζί του να παίξουμε τραγούδια να του δείξω κάποιους λαϊκούς δρόμους ένα διάστημα. Ήταν γεμάτος δημιουργία στο στούντιο, απ’ τη μια στιγμή στην άλλη, πώς άλλαζε τα πράγματα, τις μελωδίες τις εισαγωγές, ήταν απερίγραπτος» ανέφερε μιλώντας στο ΣΚΑΪ ο συνθέτης, Χρήστος Νικολόπουλος. «Είναι πολύ γνωστά τα έργα του, αυτός πρώτος χρησιμοποίησε την ποίηση που δεν το είχε φανταστεί κανείς ότι θα γίνει κάτι τέτοιο στην Ελλάδα», συμπλήρωσε.
Μίμης Πλέσσας: Κατέβασε την ποίηση στο πεζοδρόμιο
Μου την έσκασε ο μπαγάσας. Είχαμε πει ότι θα φύγουμε μαζί. Δεν του το συγχωρώ. Ηταν σπουδαίος φίλος. Ταπεινός άνθρωπος. Μέγας συνθέτης, οικουμενικός. Πολλές οι συναντήσεις μας τα τελευταία χρόνια στο σπίτι του. Πηγαίναμε με τη Λουκίλα και την κόρη μας, την Ελεάνα, για μία ώρα και μέναμε τέσσερις, καταλήγοντας να τρώμε τα αγαπημένα μας αυγά… Αλλοτε ακούγαμε μαζί ένα συμφωνικό του έργο και άλλοτε μου ζητούσε να του παίξω στο πιάνο «πειραγμένα» τα τραγούδια του… Και όταν λέω «πειραγμένα», εννοώ με τζαζίστικη διάθεση… Του χρωστάμε το γεγονός ότι κατέβασε την ποίηση στο πεζοδρόμιο. Την έβαλε στα σπίτια μας με τη μουσική του. Καλό ταξίδι στον Σπουδαίο μου Φίλο, στον Αξιο Ελληνα.
Γιώργος Κατσαρός: Απλός άνθρωπος, αγάπησε τον λαό
Εφυγε, αλλά μένει το έργο του, το οποίο είναι αναγνωρίσιμο παγκοσμίως. Ο συνθέτης Μίκης Θεοδωράκης κατάφερε να περάσει την ελληνική μουσική σε όλο τον κόσμο. Είναι ένας συνθέτης ο οποίος, μελοποιώντας τα ποιήματα των μεγάλων Ελλήνων ποιητών, κατόρθωσε να γνωρίσουμε την ποίηση μέσα από τη μουσική του. Είναι ένας συνθέτης που αγαπήθηκε διεθνώς και που πάντα συμπεριφερόταν με τον καλύτερο τρόπο σε εμάς τους συναδέλφους του. Το ξέρω, γιατί συνεργάστηκα μαζί του και συνδικαλιστικά, ενώ είχα την τύχη να κάνω με εκείνον και ένα ταξίδι στη Νέα Υόρκη, όταν γιορτάστηκαν εκεί τα 70 χρόνια του ελληνικού ραδιοφώνου, του ράδιο Cosmos. Ήθελαν να τιμήσουν τον Μίκη και να αναθέσουν σε κάποιον Έλληνα συνθέτη να παρουσιάσει το έργο του. Είχα την τύχη να είμαι εγώ αυτός. Περάσαμε μαζί περίπου μια εβδομάδα και τον έζησα τότε σαν φίλο. Ήταν ένας απλός άνθρωπος, ο οποίος αγάπησε τον Έλληνα και την ελληνική μουσική.
«Είναι μια μαύρη μέρα που δεν θα ξεχάσουμε εύκολα, όπως δεν θα ξεχάσουμε τον Μίκη Θεοδωράκη. Είναι πολύ δύσκολη στιγμή για εμάς τους συνθέτες γιατί ήταν ένας από τους πρωτεργάτες στο ελληνική τραγούδι», ανέφερε μεταξύ άλλων και ο Γιώργος Κατσαρός στον ίδιο σταθμό.
Νατάσα Μποφίλιου
Ολόκληρος λαός απλώθηκε καθώς άνοιγες τα χέρια σου σ’ όλη την οικουμένη.
Και μαζί απλώθηκαν κι οι πόνοι του, οι αγώνες του, οι ήρωές του.
Μαζί η ποίησή του, οι ζωγραφιές του, οι φωνές του.
Η Ρωμιοσύνη σου.
Μίκη, ήσουν ο πατέρας μας.
Σήμερα μείναμε ορφανοί.
Γιάννης Πάριος
Επάνω σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η ελληνική μουσική, όπως τα δύσκολα χρόνια είχε λεχθεί ότι στο φέρετρο του Κωστή Παλαμά ακουμπά η Ελλάδα.
Γλυκερία
Το παλικάρι που ‘πεσε μ’ ορθή την κεφαλή του
Δεν το σκεπάζει γης ογρή σκουλήκι δεν τ αγγίζει
Φτερό στη ράχη του ο σταυρός κι όλο χυμάει τ’ αψήλου
Και σμίγει τους τρανούς αϊτούς και τους χρυσούς αγγέλους…
(Γιάννης Ρίτσος)
Η Ελλάδα φτωχότερη κι εμείς ορφανοί…
Αντίο Μίκη της καρδιάς μας!
Ο Μίκης ήταν αυτός που δημιούργησε τον μουσικό πολιτισμό του 20ού αιώνα. Επειδή τον γνώρισα προσωπικά, ήταν ένας άνθρωπος με πολύ μεγάλη καρδιά κι ανοιχτή αγκαλιά, ήταν ένας «παραμυθάς»-αφηγητής. Ηθελες να τον ακούς να σου αφηγείται με τις ώρες τις ιστορίες της ζωής του και είχε πολλές να πει, από τις διάφορες κακουχίες μέχρι τις ωραίες στιγμές που έζησε. Από τις εξορίες μέχρι τις συναυλίες στο εξωτερικό και όλο αυτό το μεγάλο κοινό που ήρθε να τον θαυμάσει. Εγώ συνεργάστηκα μαζί του σ’ έναν διπλό δίσκο με επανεκτελέσεις τραγουδιών και κυρίως λαϊκών που ονομάζεται «Τα θεμέλιά μου στα βουνά» από ένα ποίημα του Ελύτη. Είχε τύχει να συναντηθώ πολλές φορές μαζί του για να προετοιμάσουμε αυτόν τον δίσκο και να τον γνωρίσω προσωπικά. Ως άνθρωπος ήταν μεγαλόκαρδος, ανοιχτόκαρδος. Νομίζω ότι με το θάνατό του, αναπόφευκτο δυστυχώς αφού όλοι οι άνθρωποι κάνουν τον κύκλο τους, είναι σαν να ξεριζώνεται ένα σώμα από το σώμα μας, την καρδιά μας. Τον θεωρούμε πολύ δικό μας άνθρωπο. Οσο ψηλός ήταν στο μπόι τόσο ψηλό ήταν και το πνεύμα του. Θα μας λείψει αυτό κι αυτός ο τρόπος που μπορούσε και δημιουργούσε. Τι να πρωτοξεχωρίσεις από τα τραγούδια του. Τις μπαλάντες του; Τα λαϊκά του; Εχει σπουδαία έργα ο Μίκης. Το «Αξιον εστί», το «Τραγούδι του νεκρού αδερφού», «Της Δικαιοσύνης». Κάποια του τραγούδια που τραγούδησα κι εγώ, τα αγαπάω ιδιαίτερα. Ανάμεσά τους κι ένα τραγούδι που έχει μία μόνο εκτέλεση ακόμα, το «Βροντά το κάστρο του Αναπλιού», που εκφράζει πάρα πολύ αυτό που υπήρξε ο Μίκης.
Λάκης Χαλκιάς
Είμαι συντετριμμένος. Mε μεγάλη θλίψη και οδύνη πληροφορήθηκα πρωί πρωί τον χαμό του Μίκη μας, του κορυφαίου Έλληνα συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, ολόκληρου του Ελληνισμού, αλλά και αναγνωρίσιμου επίσης και από το παγκόσμιο κοινό. Ο Μίκης μας αυτή τη φορά μάς ξεγέλασε όλους, γιατί νομίζαμε ότι και πάλι θα τα κατάφερνε να τον ξεγελάσει τον άτιμο τον Χάρο και να τον νικήσει, όπως έκανε τόσα χρόνια τώρα, αλλά δυστυχώς δεν τα κατάφερε αυτή τη φορά.
Τον πήρε από κοντά μας, όμως μόνο το σώμα του, γιατί η ψυχή του και το πνεύμα του βρίσκονται και θα βρίσκονται για πάντα εδώ κοντά μας και θα τραγουδούν μαζί μας αιώνια! Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν ο μοναδικός Έλληνας συνθέτης που ανέδειξε το ηρωικό στοιχείο μέσα στη σύγχρονη παγκόσμια μουσική σκέψη ως μοναδικότητα που χαρακτηρίζει τις εκφάνσεις του σύγχρονου ανθρώπου.
Είναι αυτός που πήρε τη συνθετική μουσική σκυτάλη από τον Βασίλη Τσιτσάνη και δίνοντάς της με την προσωπική συνθετική του μοναδικότητα νέα εξελικτική διάσταση στη λαϊκή μας μουσική κατάφερε για να τη στείλει στα πέρατα της γης. Η ποίηση και οι ποιητάρηδες δώσανε την υγιή βάση για να αναγνωρίσει ο Μίκης Θεοδωράκης τις μελωδίες, να μας τις μεταγγίσει κι εμείς να τις τραγουδήσουμε. Συναντήθηκα για πρώτη φορά με τον Μίκη Θεοδωράκη καλλιτεχνικά το καλοκαίρι του ’81, στην αξέχαστη μεγάλη περιοδεία του ΚΚΕ σε Ήπειρο και Θεσσαλία συνοδεύοντας τον Χαρίλαο Φλωράκη· η περιοδεία αυτή μετατράπηκε σε μια ατελείωτη λαϊκή γιορτή και ένα ξέφρενο πανηγύρι του λαού μας. Εκεί τα βράδια, μετά το μουσικό μέρος που καλύπταμε με τον Μίκη, καθόμασταν ώρες ολόκληρες και ακούγαμε τις ιστορίες ατελείωτες που μας διηγούταν ο Μίκης. Τον Οκτώβριο του 1981 με κάλεσε και πήγα κοντά του, στη μάχη που έδινε ως υποψήφιος βουλευτής του ΚΚΕ στην Β’ Περιφέρεια Αθηνών (από εκεί είναι και η φωτογραφία που σας στέλνω). Συλλυπητήρια στην οικογένειά του, τις εγκάρδιες ευχές μου για δύναμη και κουράγιο. Καλό σου ταξίδι, Μίκη μας, και ο δρόμος σου να είναι στολισμένος και γεμάτος μελωδίες από τα τραγούδια σου.
Κώστας Καζάκος: Πολύτιμο κομμάτι της ζωής μας
Έζησε ευτυχώς πολλά χρόνια μαζί μας και προλάβαμε, όσοι τον αγαπούσαν και εκείνοι που η δουλειά του τους συγκινούσε και οι μεμψίμοιροι, να φτιάξουμε μια εικόνα που μας στήριξε σε δύσκολες ώρες. Ο Μίκης στήριξε τον ελληνικό λαό με τη δουλειά του, την παρουσία του, το πάθος, τον ψυχικό και πνευματικό πλούτο που έβγαινε από μέσα του. Εγινε ένα κομμάτι της ζωής μας, είναι από τα ακριβά και πολύτιμα κομμάτια της ζωής μας. Ο καθένας μας παίρνει από αυτό τον πλούτο που έχουμε συλλέξει τόσα χρόνια στη συνείδησή μας. Όταν είχες την τύχη να συνεργαστείς μαζί του και στη μουσική και το θέατρο, όταν είχες μια φιλική σχέση μαζί του ήταν ένας πλούτος. Μια ευτυχισμένη συνάντηση. Εφυγε πλήρης ημερών, βασανίστηκε στο τέλος αλλά ήταν ένας ευτυχισμένος άνθρωπος. Τιμήθηκε, αγαπήθηκε, δοξάστηκε. Και τι δεν πέρασε, ταλαιπωρίες, βασανιστήρια, φυλακές, εξορίες, κατοχή, φυματίωση. Η ζωή του είναι συνυφασμένη με την Ιστορία της Ελλάδας και κατάφερε να γίνει 97 χρονών. Τι άλλο να ποθήσει κανείς; Ήταν ευτυχία που γνωρίσαμε τον ίδιο και την τέχνη του, αυτή τη μουσική που γεννοβόλαγε. Ήταν γεμάτος.
Λύδια Κονιόρδου, Ένας Έλληνας, ένα κεφάλι πιο ψηλός από τους υπόλοιπους
Τραγούδησα τα απαγορευμένα τραγούδια του με άλλους εφήβους συμμαθητές, κρυφά στα σπίτια, στα χρόνια της χούντας, εφηβική αντίσταση στον φασισμό, με το ρίσκο της σύλληψης.
Αυτός ο τόπος στις πιο οδυνηρές περιόδους του κυοφορεί και γεννά ιδιοφυΐες. Αυτό ήταν ο Θεοδωράκης. Ένας Έλληνας, ένα κεφάλι πιο ψηλός από τους υπόλοιπους που έδωσε φωνή και αξιοπρέπεια και ανάταση σε ένα λαό πληγωμένο από τον πόλεμο, διχασμένο από τον εμφύλιο.
Με αυτούς και ήταν πολλοί, που αγωνίστηκαν στην αντίσταση προδομένους και άγρια κυνηγημένους. Κυνηγημένος κι ο ίδιος τραγούδησε αυτό που δεν μπορούσαν να πουν αυτοί οι άνθρωποι με στίχους των μεγάλων ποιητών. Γεφύρωσε τη μεγάλη τέχνη, με τον απλό, γονατισμένο άνθρωπο. Τον μύησε στη μεγάλη μας ποιητική παράδοση, προνόμιο των μορφωμένων αστών.
Την έκανε λαϊκό τραγούδι. Ενώ μπορούσε να γίνει παγκόσμιος, διάλεξε να τραγουδήσει τον Έλληνα και έκανε το τοπικό παγκόσμιο.
Τραγούδησα τα απαγορευμένα τραγούδια του με άλλους εφήβους συμμαθητές, κρυφά στα σπίτια, στα χρόνια της χούντας, εφηβική αντίσταση στον φασισμό, με το ρίσκο της σύλληψης. Συνειδητοποιήθηκα πολιτικά με τη μουσική του και τους ποιητές μας.
Τον συνάντησα σαν συνθέτη, νέα ηθοποιός στο Εθνικό Θέατρο και έμεινα έκθαμβη με το απίστευτο μουσικό του εύρος, τη συναρπαστική πολυπλοκότητα της μουσικής του που όμως έπαιρνε την οικεία μορφή ενός τραγουδιού.
Αυτή η φωνή ενός ενεργού πολίτη παρόντα σε κάθε δύσκολη στιγμή, που ακόμα και μέσα από τις αντιφάσεις του μας ξύπναγε, έσβησε. Νιώθω βαθύ, διαρκές πένθος, σαν να αποχαιρετά ο τόπος μου την Ελλάδα που ήξερε.
Είθε η νέα γενιά να κρατήσει με τον τρόπο της το φως της αντίστασης στη φθορά και στο σκότος αναμμένη. Είθε να κρατήσει ζωντανή τη φλόγα της αντίστασης για ένα κόσμο ελεύθερο, δίκαιο, με ισότητα όπως το έκανε με βαρύ τίμημα σε εποχές μαύρες ο Μίκης.
Μόνο βαθιά ευγνωμοσύνη νιώθω για την κληρονομιά του. Τα λόγια με εγκαταλείπουν, είναι φτωχά. Μίκη, σε ευχαριστούμε.
Ευανθία Ρεμπούτσικα, Για μένα ο Μίκης ήταν και πάντα θα είναι η Ελλάδα.
…Ένα τεράστιο μουσικό ταλέντο που γεννούσε μελωδίες μέσα από τις κοινωνικές και τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Αυτό ήταν ο Μίκης. Ένας άνθρωπος που βασανίστηκε από τους φασιστές, αλλά ποτέ δεν λύγισε. Ένας πραγματικά μεγάλος Έλληνας, ένας σπουδαίος από εκείνους που πέρασαν στην αιωνιότητα πριν τον θάνατό τους. Για μένα ο Μίκης ήταν και πάντα θα είναι η Ελλάδα.
Ελένη Καραΐνδρου
Πρώτη επαφή με τον Μίκη ο «Επιτάφιος», γροθιά στο στομάχι. Ωρες ατελείωτες ρουφούσαμε παιδιά είκοσι χρονών τη φοβερή αυτή σύζευξη του βιωματικού στίχου του Ρίτσου με τη σπαραχτική μουσική του Μίκη. Ημασταν φοιτητές της Φιλοσοφικής η παρέα μας. Και κάθε έργο του που ερχόταν στα χέρια μας το ακούγαμε με πάθος και μιλούσαμε γι’ αυτό με τις ώρες. Υστερα μαζευόμασταν και τραγουδάγαμε. Μια φορά στην Πνύκα μας βρήκε το πρωί. Αυτό κατάφερε από την πρώτη στιγμή ο Μίκης με τη μουσική του. Να μας ενώσει. Είχε βρει τον τρόπο η μελωδία του να ταιριάξει με όλες τις ψυχοσυνθέσεις και να παντρεύει τα κοινά μας ακούσματα. Η ποίηση γινόταν δύο φορές δική μας και ο πολιτικός στοχασμός που αποτύπωνε μέσα από τη μουσική του ο Μίκης γινόταν πάθος και εξέγερση για τις νεανικές μας ψυχές. Τη ρωμιοσύνη μην την κλαις… Ετσι πορευτήκαμε μαζί του και στη μαύρη επταετία…
Μάκης Μάτσας, πρόεδρος Δ.Σ Minos EMI
Ενας μύθος της ελληνικής μουσικής, έφυγε σήμερα από κοντά μας.
Ο πολυγραφότατος Θεοδωράκης είναι ο συνθέτης που χάρισε το μοναδικό προνόμιο στην Ελλάδα, ο λαός της να γνωρίσει, να αγαπήσει και να τραγουδήσει στην καθημερινότητά του μελοποιημένους τους μεγαλύτερους έλληνες ποιητές και αυτό παρά τις αρχικές αντιρρήσεις των ίδιων των ποιητών.
Πώς μπορώ να ξεχάσω τις υπέροχες δημιουργικές συναντήσεις μας, στο Παρίσι, όταν τον επισκεπτόμουν εξόριστο, την εποχή της Δικτατορίας.
Πώς να ξεχάσω όταν του είχα παρουσιάσει για πρώτη φορά στην εξορία του, τον Γιώργο Νταλάρα, που ακόμα τότε δεν τον γνώριζε, για να του εμπιστευτεί τις καινούργιες του συνθέσεις, τα 18 Λιανοτράγουδα της Πικρής Πατρίδας. Εγώ θα αναλάμβανα την ηχογράφησή τους στην Ελλάδα, κρυφά τα βράδια λόγω της απαγόρευσης των τραγουδιών του από τη Χούντα, ώστε να είναι έτοιμα να κυκλοφορήσουν στο κοινό μόλις θα έπεφτε η Δικτατορία.
Πώς να ξεχάσω την ένδοξη υποδοχή του στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, μετά την πτώση της Δικτατορίας με τιμές ήρωα. Τον μεταφέραμε από το αεροπλάνο στα χέρια μας, μέχρι το αυτοκίνητό του.
Ο Μίκης με τίμησε με την αποκλειστική του συνεργασία, τουλάχιστον για δέκα χρόνια, για να γράψουμε την υπόλοιπη μουσική ιστορία του.
Αναμνήσεις που θα μείνουν ανεξίτηλες χαραγμένες στο μυαλό μου μέχρι την ώρα που σε κάποιον άλλον κόσμο, πιστεύω καλύτερο, να ξανασυναντηθούμε και να τα ξαναπούμε.
Κώστας Γαβράς
Για μένα η εικόνα του Μίκη που τον συλλαμβάνει η δικτατορία είναι η εικόνα μιας χώρας σε πολιορκία. Γιατί ο άνθρωπος αυτός έκλεινε ως σύμβολο και ζωντανός μύθος την περιπέτεια μιας ολόκληρης χώρας. Ετσι τον γνώρισαν και στο εξωτερικό όταν βγήκε για συναυλίες, τις οποίες παρακολούθησαν χιλιάδες άνθρωποι διαδηλώνοντας εναντίον της χούντας. Αλλά για μένα εικόνα του Μίκη είναι και η εντύπωσή του όταν του έδειξα την κόπια του «Ζ» στο Παρίσι. Μου είχε στείλει πρώτα από τη Ζάτουνα, όπου ήταν εξόριστος, το μήνυμα ότι μπορούσα να πάρω μουσική του απ’ όπου ήθελα, γραμμένο σ’ ένα πακέτο τσιγάρα. Πήρα λοιπόν στοιχεία, έντυσα τη σκηνή που χτυπάνε τον Μοντάν και πηγαίναμε μπρος – πίσω το φιλμ. Είπα, λοιπόν, είπα στους μουσικούς να γράψουν και τη μουσική ανάποδα. Οταν το είδε με ρωτάει ποιανού είναι η μουσική. Του απαντάω «δική σου». «Πρώτη φορά ακούω τη μουσική μου μπρος – πίσω και μου αρέσει». Είχε μια παιδικότητα ο Μίκης και πείσμα, ήθελε να είναι ο πρώτος και ξεχωριστός. Ακόμη και οι αντιφάσεις του, οι συγκρούσεις μαζί του είχαν ενδιαφέρον.
Ομέρ Ζουλφού Λιβανελί και Άρια Σαγιονμάα
«Είμαστε πολύ στενοχωρημένοι και λυπημένοι», δήλωσαν μετά το πέρας του λαϊκού προσκυνήματος στον Μίκη Θεοδωράκη, έξω από τη Μητρόπολη Αθηνών, δυο αγαπημένοι συνεργάτες του κορυφαίου δημιουργού: ο Τούρκος μουσικός Ομέρ Ζουλφού Λιβανελί και η Φιλανδή ερμηνεύτρια Άρια Σαγιονμάα.
Ο Ζουλφί Λιβανελί: Νιώθω ένα μεγάλο κενό στη ζωή μου
«Έρχομαι από την Τουρκία αντιπροσωπεύοντας τους προοδευτικούς ανθρώπους της, οι οποίοι σέβονται και ευγνωμονούν και αγαπούν τον Μίκη. Είμαι πολύ στενοχωρημένος, ύστερα από 40 χρόνια συνεργασίας και τόσες πολιτικές και μουσικές δραστηριότητες, νιώθω ένα μεγάλο κενό στη ζωή μου τώρα. Είμαι πάρα πολύ στενοχωρημένος. Για μένα ο Μίκης ήταν ο δάσκαλός μου, ο μεγαλύτερος αδελφός μου, ο καλός μου φίλος, ήταν τα πάντα…», δήλωσε ο Ομέρ Ζουλφού Λιβανελί.
Ζουλφί Λιβανελί: Ο τελευταίος των Μεγάλων
Ήταν μεγάλος συνθέτης, μεγάλος δημιουργός. Την ουσία της μουσικής που πήρε από τον λαό του, την έπλαθε με νέες συνθέσεις. Αυτό το κάνουν όλοι οι μεγάλοι μουσικοσυνθέτες. Έτσι έκαναν ο Μπετόβεν, ο Μπαχ, ο Βάγκνερ, έβαζαν το γερμανικό πνεύμα. Και ο Θεοδωράκης πήρε το ελληνικό πνεύμα και την ελληνική μουσική παράδοση, την έπλασε και τη μεταμόρφωσε. Ήταν και μεγάλη προσωπικότητα, δεν ήταν ένας απλός συνθέτης. Ήταν αγωνιστής, πολεμιστής. Σε όλη του τη ζωή αγωνίστηκε για την ειρήνη, για τη δημοκρατία, για τα ανθρώπινα δικαιώματα και για την ισότητα. Ήταν μια αξία της Ελλάδας, αλλά ουσιαστικά ήταν μια αξία που η Ελλάδα έκανε δώρο σε όλο τον κόσμο. Και ίσως ήταν ο τελευταίος Μεγάλος Έλληνας.
Άρια Σαγιονμάα: Πενθούμε όσο και οι Έλληνες
«Δούλεψα σχεδόν 50 χρόνια με τη μουσική του Μίκη, την οποία έφερα στις σκανδιναβικές χώρες, στη φινλανδική και στη σουηδική γλώσσα. Έτσι η μουσική του Θεοδωράκη και όλη η Ελλάδα ήρθαν εξαιρετικά κοντά μας στον βορρά και πενθούμε όσο και οι Έλληνες. Ήρθα να δείξω σεβασμό, να πενθήσω μαζί σας στην Ελλάδα. Δεν ξέρω πώς θα τα καταφέρετε χωρίς τον Μίκη. Ο Μίκης, όσο ζούσε, έδωσε στην Ελλάδα ταυτότητα. Είμαστε πολύ στενοχωρημένοι και λυπημένοι, όμως έχουμε τη μουσική του και στη Φινλανδία και στη Σουηδία. Πενθούμε μαζί σας», δήλωσε η Άρια Σαγιονμάα.