skip to Main Content

Χαιρετισμός του Γιάννη Ρίτσου δημοσιευμένος στην Ελευθεροτυπία με αφορμή τα 70 χρόνια του Μίκη Θεοδωράκη

Εβδομήντα χρόνια Μίκης Θεοδωράκης.- τα περισσότερα από τα οποίο έχουν σημαδευτεί -κι έχουν σημαδέψει και τον τόπο- οπό την πληθωρική παρουσία του. Μουσικοί ποταμοί, εξάρσεις, αγώνες, ήττες, λατρεία, παλινωδίες.

Κανένας όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει την καταλυτική παρουσία του στη νεότερη ελληνική ζωή.

Αντί κάποιου δικού μας κειμένου, αναδημοσιεύουμε το ακόλουθο θαυμάσιο κείμενο του συναγωνιστή, φίλου και συνεργάτη του, του ποιητή Γιάννη Ρίτσου, με το οποίο προλογιζόταν το βιβλίο του συνθέτη «Μαχόμενη Κουλτούρα», που κυκλοφόρησε το 1982 από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» (παραλείποντας κάποια, ελάχιστο, σημεία που αφορούν το βιβλίο):

«Μίκης Θεοδωράκης: ο πολυτάλαντος, ο πολυδιάστατος, ο πολυσύνθετος, ο πολυδύναμος. Όλα σ’ αυτόν είναι μεγάλα: ανάστημα, χέρια, πόδια, φωνή, γέλιο, κίνηση – όλα στον υπερθετικό βαθμό. Είναι απ’ αυτούς που όταν χορεύουν στην πλατεία μέσο στο σπίτια τρέμουν τα ταβάνια και κουδουνίζουνε τα γυαλικά στα ράφια.

Ρωμιός. Γνήσιος Ρωμιός. Κι έχει πάντα κρεμασμένο στον κόρφο του. σε χοντρό, λαϊκό, τσαγκαράδικο σπάγκο (κι όχι σε χρυσή αλυσιδίτσα) γκόλφι του την Ελλάδα. Κι η Ελλάδα αναγνωρίζει στο έργο του το πρόσωπά της.

Ο Μίκης. στον οραματικό δυναμισμό του, έχει κάτι απ’ Μογιακόβσκη. απ’ τον Ουγκώ και τον Μπετόβεν. Ούτε στιγμή δε θα βρούμε το ΜΙκη σε χαλάρωση. Πάντα σε έξαρση. Ένας παλαιστής. Ένας ακάματος αγωνιστής. Φλέβες, νεύρα, μυώνες νεύμα της ιστορίας, σε κάθε νεύμα απ’ το “μέσα” του «(…) έβγαλε από τις σκοτεινές, βαρύθυμες βιβλιοθήκες (την ποίηση) και την έφερε ως το τραπέζι του λαού», έγραψε ο Γιάννης Ρίτσος για τον Μίκη Θεοδωράκη.

Ας μη νομιστεί ότι επιχειρώ να δώσω ένα υποτυπώδες έστω πορτραίτο του Μίκη. Ούτε την πρόθεση ούτε την ικανότητα έχω. Ο δημιουργικός του “Φανατισμός” είναι τέτοιος που δε χωράει σε χαρακτηρισμούς και σχήματα. Κι είναι να θαυμάζεις πόσο τεράστια δύναμη θα πρέπει να διαθέτει ο ίδιος για να μπορεί να οργανώνει και να μορφοποιεί αισθητικά την εκρηκτική του δύναμη. Κι όμως ετούτη η δύναμη που χαστουκίζει κατά πρόσωπο κάθε μεγάλη και μικρή αδικία, ξέρει στιγμές στιγμές ν’ απαλαίνει και να θωπεύει κάθε καλό κι ωραίο του κόσμου τούτου κι αυτής της εποχής, γιατί μες στις τροχιές φλέβες της δύναμής του κυκλοφορεί σαν αίμα μια παιδική σχεδόν αθωότητα • το πείσμα και το χαμόγελο ενός αγέραστου παιδιού- που “αθωώνει” τη σεισμικότητά του (…).

Ο δονούμενος Μίκης, με τη μπαγκέτα στο χέρι, σαν μ’ ένα μαγικό ραβδί, αγγίζει κατευθείαν την καρδιά του λαού, την καρδιά των λαών, διευθύνοντας και πραγματώνοντας ένα θαύμα – ένα θαύμα που εδραιώνει την πίστη πως είναι κατορθωτή η αγάπη, η ευτυχία, η ειρήνη, η ελευθερία.

Μέσα στη μουσική του Μίκη (έντεχνη, λαϊκή και συμφωνική) συνθέτονται οι κοινωνικές και προσωπικές του αντιφατικότητες κι αποθεώνεται η πανανθρώπινη ομοψυχία κι ομοθυμία (…).

Ένα άλλο, ιδιαίτερα τιμητικό κεφάλαιο της προσωπικότητας του Θεοδωράκη είναι η προσφορά του στην ποίηση, που, με τη μουσική του, την έβγαλε απ’ ης σκοτεινές, βαρύθυμες βιβλιοθήκες, την έβγαλε στον καθαρόν αέρα και την έφερε ώς το τραπέζι του λαού, πλάι στο ποτήρι και το ψωμί.

Μα τι να πει κανείς για το Μίκη; Τι να πρωτοπεί; Ένα ακατάπαυστο μονάχα χειροκρότημα κι ένα μεγάλο.

ΓΕΙΑ ΣΟΥ ΜΙΚΗ!

Back To Top