skip to Main Content

Η Μήδεια ήταν η πρώτη λυρική τραγωδία – όπερα του Μίκη Θεοδωράκη που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στην Όπερα Arriaga του Μπιλμπάο της Ισπανίας την 1/10/1991. Είναι γραμμένη σε Libretto του ίδιου του συνθέτη .

Στο Μπιλμπάο στη διεύθυνση ορχήστρας ήταν ο Λουκάς Καρυτινός, στο ρόλο της Μήδειας η Κατερίνα Οικονόμου, του Ιάσωνα ο Ζάχος Τερζάκης και στη σκηνοθεσία ο Luis Itturi.

Ο Μίκης Θεοδωράκης με την Κατερίνα Οικονόμου στο Bilbao για το ανέβασμα της “Μήδεια”
Συνέντευξη τύπου για την παγκόσμια πρεμιέρα της “Μήδειας” στο Bilbao. O Μ. Θ. με τους Itturi, Landaburu, Κ. Οικονόμου, Λ. Καρυτινό.
Ο Μίκης Θεοδωράκης σε γεύμα στο Bilbao κατά την προετοιμασία της “Μήδειας” με τους Αλ. Παπατζιάκου, Δ. Γιακά, Σ. Μπερή, Β. Χατζησίμο, Λουκά και Μαριλένα Καρυτινού.

Εδώ μπορείτε να δείτε όλη την Λυρική Τραγωδία – Playlist: M.Theodorakis: ‘MEDEA’ Bilbao 1991


Η συνέχεια της Μήδειας στην Όπερα του Μάινινγκεν (Meiningen) της Θουριγγίας στη Γερμανία

Στις 5/05/1995 έγινε πρεμιέρα μιας γερμανικής διασκευής της Μήδειας από την κρατική όπερα του Μάινινγκεν (Meiningen) της Θουριγγίας στη Γερμανία. Σκηνοθεσία: Ζάχος Τερζάκης, Μουσική Διεύθυνση: Στέφανος Τσιαλής. Στο ρόλο της Μήδειας η Laurie Gibson και του Ιάσωνα ο Ζάχος Τερζάκης.

Εδώ ένα απόσπασμα από τη β’ πράξη:


Γράφει η Gail  Holst  –  Warhaft στο “Αρχαίες και σύγχρονες ελληνικές τραγωδίες στις όπερες του Μίκη Θεοδωράκη” για τη Μήδεια

 

Ακολουθώντας την πεποίθηση ότι η τραγωδία οδηγεί στην αυτογνωσία, ο Θεοδωράκης επέλεξε πρώτα τη Μήδεια ως «τραγωδία των τραγωδιών» και βυθίστηκε για δύο χρόνια στην όπερά του, προσπαθώντας να μετουσιώσει αυτή την «εποποιία της ανθρώπινης ψυχής»  [4 Από συνέντευξη Τύπου του συνθέτη με την ευκαιρία της πρώτης παράστασης στο Μπιλμπάο της Ισπανίας το 1991 (Θέατρο Arriaga, μουσική διεύθυνση: Λ. Καρυτινός). Επίσης, Μίκης Θεοδωράκης Μελοποιημένη Ποίηση, τ. 3 (Λυρικές Τραγωδίες), Ύψιλον Βιβλία, Αθήνα, 1999,103: Προσπάθησα να εξαντλήσω όση μελωδική φλέβα διαθέτω στην προσπάθειά μου να παρακολουθήσω τον Ευριπίδη στους λαβύρινθους αυτής της πρωτοφανούς ανάλυσης που κάνει στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Άλλωστε, αυτό ήταν και το βασικό στοιχείο που με οδήγησε στην επιλογή της Μήδειας»] σε μουσική μορφή. Ο σεβασμός για το κείμενο του Ευριπίδη τον οδήγησε όχι μόνο να το ακολουθήσει λέξη προς λέξη, αλλά να δημιουργήσει, όπως λέει, μια «μοναδική μελωδική γραμμή», η οποία αρχίζει με την πρώτη φράση της τροφού και τελειώνει με το τελευταίο χορικό5 (5Μήδεια, όπερα σε δύο πράξεις βασισμένη στο κείμενο του Ευριπίδη. Μετάφραση, προσθήκες,προσαρμογή: Μίκης Θεοδωράκης). Ακούγοντας την όπερα γίνεται σαφές ότι η μελωδία είναι το κυρίαρχο μουσικό στοιχείο που ανταποκρίνεται στις άπειρες αντιθέσεις και μεταβολές των χαρακτήρων. Μερικές φορές ακόμα και μικρά μελωδικά κομμάτια φέρουν ένα συμβολικό βάρος. Για όσους είναι εξοικειωμένοι, το εναρκτήριο θέμα της Μήδειας θυμίζει τη μουσική που έγραψε για την ταινία Ηλέκτρα. Η απειλητική, μελαγχολική ατμόσφαιρα ανακαλείται σε κρίσιμα σημεία της όπερας, όπως και στις άλλες «λυρικές τραγωδίες» του. Τέτοιες οικείες μελωδίες και ρυθμοί, που μερικές φορές απηχούν τις δικές του συνθέσεις, και άλλες, έναν δημοτικό χορό ή τραγούδι, χρησιμεύουν σαν ηχητικά σημεία αναφοράς για το κοινό, εδραιώνοντας τη συνέχεια μεταξύ αρχαίας και σύγχρονης Ελλάδας και υπογραμμίζοντας ότι αυτό το δράμα συμβαίνει σε έναν γεωγραφικό χώρο που κατοικείται ακόμα από Έλληνες.

Ένα παράδειγμα αυτής της τεχνικής είναι η εναρκτήρια σκηνή της Μήδειας. Ο Ευριπίδης μάς καλεί να καταλάβουμε την τρομερή θέση της Μήδειας, ως ντροπιασμένης εξόριστης, με το τέχνασμα της τροφού που κάνει έκκληση ευθέως στους θεατές για συμπόνια. Ο Θεοδωράκης αποδίδει αυτή την έκκληση για κατανόηση με μια μουσική γλώσσα που υπογραμμίζει ότι η Μήδεια δεν είναι εντελώς ξένη, αλλά πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία. «Νιώθω πόνο στην καρδιά. Κ’ ήρθα να κλάψω… Να πω τα πάθη της κυράς μου σε ουρανό και γη, για να ξαλαφρώσω!» μας λέει η τροφός, σε μια άρια που θα μπορούσε να ενορχηστρωθεί ξανά σαν κλασικό ρεμπέτικο τραγούδι.6 (6Για μια σύντομη εισαγωγή στη ρεμπέτικη μουσική και το κοινωνικό πλαίσιο βλ. Gail Holst, Δρόμος για το ρεμπέτικο, Denise Harvey, Aθήνα, 1977). Η αναφορά στη Μικρά Ασία δεν μπορεί να θεωρηθεί υπερβολή. Η μητέρα του Θεοδωράκη καθώς και η σύζυγός του και η οικογένειά της ήταν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία που ξεριζώθηκαν από τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1922. Το ότι ανακαλεί τη μουσική που οι Μικρασιάτες πρόσφυγες έφεραν μαζί τους στην ηπειρωτική χώρα γίνεται για να προκαλέσει την άμεση συμπάθεια του ελληνικού κοινού για τη Μήδεια. Αντί όμως για συμπόνια, η Μήδεια αντιμετωπίζει από τους Κορινθίους τον ίδιο σωβινισμό και έχθρα με την οποία πολλοί υποδέχτηκαν τους πρόσφυγες του 1922.7 (7Ρενέ Χίρσον-Φιλιππάκη, Κληρονόμοι της Μικρασιατικής Καταστροφής – Η κοινωνική ζωή των Μικρασιατών προσφύγων στον Πειραιά, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2004).

Όταν ο Ιάσονας διαλαλεί ότι πρέπει να είναι ευγνώμων που τώρα ζει στην Ελλάδα και ο Χορός των ανδρών επαναλαμβάνει «Ζεις στην Ελλάδα!.. Σε δοξάσαν οι Έλληνες», ενοχλούμαστε με τον σωβινισμό τους. Ο Χορός των γυναικών μάς θυμίζει ότι αυτά είναι κούφια λόγια που λέγονται πολύ καθυστερημένα προς αντίπαλο πιο ισχυρό από τον ίδιο. Σε τέτοιες περιπτώσεις βλέπουμε το πλεονέκτημα της ένταξης από τον Θεοδωράκη του ανδρικού Χορού. Η διαίρεση του Χορού τού επιτρέπει να τονίσει τη διαφορά μεταξύ της αρσενικής και θηλυκής στάσης απέναντι στη συμπεριφορά της Μήδειας. Ενώ οι άντρες τη φοβούνται και την καταδικάζουν, οι γυναίκες –τουλάχιστον στην αρχή– είναι με το μέρος της.

Αντίθετα με τις ηρωίδες Ηλέκτρα και Αντιγόνη στις επόμενες όπερες, σταθερές στο πένθος τους και απαρέγκλιτες στον σκοπό τους, η Μήδεια είναι μια ασταθής γυναίκα, διχασμένη ανάμεσα στην επιθυμία της για εκδίκηση και στην αγάπη της για τα παιδιά της. Έχει την ικανότητα να συγκινήσει όχι μόνο εμάς –το κοινό της– αλλά και τους εχθρούς της.

Μουσικά, οι διαθέσεις της αποκαλύπτονται με γρήγορες αλλαγές της μελωδικής γραμμής, τέμπο και ρυθμού. Από την εμφάνισή της στη δεύτερη σκηνή, όπου απευθύνεται στις γυναίκες της Κορίνθου, είναι μια δύναμη της φύσης. Με εναλλαγές υπερηφάνειας, αυτολύπησης και ικεσίας, η άριά της «Ω, δύστυχη γυναίκα. Αχ, δεν υπάρχει πιο δύστυχη από ’μένα!» δεν είναι απλώς ένας θρήνος, αλλά και μια έκκληση προς τις γυναίκες της Κορίνθου για κατανόηση. Ο Χορός καταγγέλλει όχι μόνο τον Ιάσονα, αλλά και την τύχη των γυναικών. Η κορυφαία του Χορού μάς θυμίζει τι θυσίασε αυτή η ξένη πριγκίπισσα, αφήνοντας το πατρικό της σπίτι και ταξιδεύοντας με το μικρό σκάφος του Ιάσονα στην Ελλάδα. Η άρια φτάνει σε δραματική κορύφωση όταν ο Χορός μαζί με την κορυφαία κάνουν μια επίθεση στην ελληνική ηθική, που δεν μπορεί παρά να επηρεάσει το ελληνικό κοινό:

Ω, Ελλάδα! Ελλάδα δοξασμένη! Ποιος σήμερα σέβεται όρκους και τιμή; Στους ουρανούς πέταξε και χάθηκε η ντροπή!..

Ανηλεής και τρομερή από τη μανία της, αφού έχει σκοτώσει τη νύφη του Ιάσονα, η Μήδεια ετοιμάζεται να σκοτώσει τα παιδιά της. Η επιστροφή στη δυσοίωνη μουσική της αρχής της όπερας ακολουθείται από μια καταπληκτική άρια. Η μελωδία βασίζεται στο τραγούδι «Ο χρησμός» (1969), σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, από την περίοδο που ο Θεοδωράκης βρισκόταν σε κατ’ οίκον περιορισμό στη Ζάτουνα, κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας. Σε αυτό το νέο πλαίσιο, η μελαγχολική μελωδία μεταμορφώνει τη γυναίκα, που χαίρεται για δύο φρικτούς φόνους και ετοιμάζεται να σκοτώσει τα παιδιά της, σε τρυφερή μητέρα. Ένα χαρακτηριστικό της τραγωδίας γενικότερα είναι πως όλοι οι πρωταγωνιστές έχουν δίκιο από την πλευρά τους. Μέχρι και ο Ιάσονας έχει τη λυτρωτική του στιγμή. Η άρια που τραγουδάει, όταν μαθαίνει για τον θάνατο των παιδιών του, είναι μια μελωδία γνώριμη από μια σπαρακτική μελοποίηση του ποιήματος «Χάθηκα», του αδερφού τού συνθέτη, Γιάννη Θεοδωράκη, από τον κύκλο Λιποτάκτες (1950). Πρόκειται για τον θρήνο ενός ανθρώπου που έχει λυγίσει από την απελπισία και η εμφάνισή του εδώ σηματοδοτεί μια ξαφνική ανατροπή των ρόλων. Ο πόνος δίνει στον Ιάσονα νέα αξιοπρέπεια, ενώ η Μήδεια μετατρέπεται σε μια θριαμβεύουσα ξένη η οποία πετάει ψηλά σε ένα άρμα που το σέρνουν δράκοντες. Η σύντομη άρια της Μήδειας, με την οποία δηλώνει το σκοπό της να θάψει τα παιδιά της μακριά από την Κόρινθο και προσεύχεται στον Ήλιο να τα λούσει στο φως, είναι μία ακόμα ιερή στιγμή, όταν η δράση σταματά και προσφέρεται η λύτρωση της ηρωίδας καθώς τελειώνει η όπερα.

Back To Top