skip to Main Content
Συνέντευξη του Μίκη Θεοδωράκη στην μαθητική εφημερίδα «Ακούει κανείς;» της Ηγουμενίτσας

Οι μαθητές έγραψαν στο Μίκη Θεοδωράκη

Λίγα λόγια για την ταυτότητα μας

Γεια σας! Είμαστε μαθητές από Γυμνάσια και Λύκεια του Δήμου Ηγουμενίτσας και συμμετέχουμε σε δράσεις του Κέντρου Πρόληψης κατά των ναρκωτικών «ΑΡΙΑΔΝΗ». Το Κ.Π. «ΑΡΙΑΔΝΗ» υλοποιεί διάφορα προγράμματα πρόληψης (ενημερώσεις, σεμινάρια επικοινωνίας, εργαστήρια αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου, ραδιοφωνικές εκπομπές, θεατρικά και αθλητικά δρώμενα κ.ά.) και απευθύνεται και σε μαθητές. Το καλοκαίρι που είχαμε αρκετό χρόνο αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με την έκδοση εφημερίδας. Ήδη έχουμε εκδώσει το πρώτο μας φύλλο. Την ονομάσαμε: «ΑΚΟΥΕΙ ΚΑΝΕΙΣ;». Μέσα από αυτή την δραστηριότητα θέλουμε να εκφράσουμε τις σκέψεις μας, τα συναισθήματα μας, τις ιδέες μας, θέλουμε να ξεφεύγουμε δημιουργικά από την ρουτίνα μας. Θέλουμε να μας ακούνε. Είμαστε ιδιαίτερα χαρούμενοι που μας δίνεται η δυνατότητα να απευθυνθούμε σε σας παίρνοντας σας έστω με αυτόν τον τρόπο (με γραπτά ερωτήματα) μια μικρή συνέντευξη. Ας αρχίσουμε λοιπόν:

Ευχαριστούμε από την καρδιά μας για τον χρόνο που διαθέσατε σε μας στην εφημερίδα μας, στην προσπάθεια μας!

Γκαρόζης Δημήτρης
Γραμμόζη Καλλιρρόη
Κάτσιου Ναταλία
Κιόση Γεωργία
Μονάχου Βίβιαν
Ρέβης Προκόπης

1.- Κύριε Μίκη Θεοδωράκη, ποια είναι η ιστορία του ονόματος σας; Γιατί «Μίκης»;

Μ.Θ. Προέκυψε από το «Μιχάλης» – «Μιχαλάκης». Αποτελεί άλλωστε συνήθειο οι γονείς να απλοποιούν τα ονόματα και να τα κάνουν δισύλλαβα. Τάκης, Μίμης, Μήτσος, Λάμπης, Ρένα, Λούλα κλπ.

2.- Γνωρίζουμε ότι πολλά χρόνια πριν έχετε επισκεφτεί την πόλη μας. Τι σας έχει μείνει από αυτήν την επίσκεψη;

Μ.Θ. Ήταν στα 1964, σε μια δύσκολη εποχή και μολονότι πιστεύω πως δεν θα έπρεπε να ξύνουμε τις πληγές, εν τούτοις θα σας διηγηθώ την ιστορία της πρώτης επίσκεψής μου στην Ηγουμενίτσα. Πρώτον για να δείτε ότι μοιάζει με παραμύθι και δεύτερον για να διαπιστώσετε την μεγάλη απόσταση που χωρίζει το τότε από το τώρα.

Ξεκίνησα από την Αθήνα με το αυτοκίνητό μου μαζί με τρία στελέχη της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη για μια περιοδεία στην Κέρκυρα, φυσικά πολιτική, που κράτησε περίπου μια εβδομάδα. Ήμουν τότε Βουλευτής της ΕΔΑ και Πρόεδρος των Λαμπράκηδων. Στην Κέρκυρα υπήρχε μεγάλο αριστερό κίνημα, τόσο στην πόλη όσο και στα χωριά και θυμάμαι ότι φεύγοντας από κει ήμασταν πολύ ικανοποιημένοι και χαρούμενοι. Φτάνοντας με το φέρυ-μπωτ στην Ηγουμενίτσα, γνωρίζαμε ότι θα πρέπει να την περάσουμε με ταχύτητα, γιατί η περιοχή ήταν απαγορευμένη για μας της ΕΔΑ. Δηλαδή δεν είχαμε το δικαίωμα να την επισκεφθούμε με την ιδιότητα του Βουλευτή της αριστεράς.

Άλλωστε την ίδια μέρα μας περίμεναν δυο συγκεντρώσεις, μια στα πορτοκαλοχώρια της Άρτας και μια στο ορεινό χωριό Πέτα και έπρεπε να κάνουμε γρήγορα. Όμως καθώς διασχίζαμε την αγορά, μας χαιρέτησε μια μαθήτρια και τότε αποφασίσαμε να σταματήσουμε και να δούμε τι θα συνέβαινε αν κάναμε μιαν… εισβολή στην απαγορευμένη πόλη. Ρωτήσαμε την κοπέλα κι αυτή με πολύ φόβο μας έδειξε τις ξύλινες παράγκες μέσα στην υπαίθρια αγορά. Μπαίνοντας μέσα στον κόσμο και ρωτώντας βρεθήκαμε σ’ ένα ξύλινο καμαράκι που χωρούσε δε χωρούσε δυο ανθρώπους. Στο εσωτερικό του διακρίναμε μια αφίσα του Προέδρου της ΕΔΑ Γιάννη Πασσαλίδη. Σταθήκαμε λοιπόν μπροστά και περιμέναμε. Ο κόσμος περνούσε και μόλις με αναγνώριζαν έριχναν βλέμματα φοβισμένα και έσπευδαν να εξαφανιστούν. Φαίνεται όμως πως κάποιοι ειδοποίησαν τους τοπικούς ΕΔΑίτες και σε λίγο κατέφθασε σύσσωμη η τοπική οργάνωση, δηλαδή πέντε-έξι όλοι κι όλοι μεσήλικες, που πέσανε στην αγκαλιά μας με δάκρυα χαράς.

– Πώς έτσι και αποφασίσατε να σπάσετε την απομόνωσή μας;

– Περάσαμε για ένα «γεια». Τι θα μας κάνουμε άλλωστε;

– Δεν θα τολμήσουν. Δεν βλέπετε που ο κόσμος σιγά-σιγά ξεθαρρεύει;

Πράγματι στην αρχή ένας-ένας και μετά αρκετοί, άρχισαν να σταματούν για να μας σφίξουν τα χέρια. Σε λίγο ο χώρος είχε γεμίσει με πρόσωπα δακρυσμένα.

– Να μείνετε! Να πάρουμε κι εμείς λίγο απάνω μας. Ο κόσμος μας διψάει να δείξει το πιστεύω του.

– Δυστυχώς έχουμε δουλειά. Μας περιμένουν στην Άρτα.

– Δεν θα σας κρατήσουμε πολύ. Μιας και ήρθατε, ας βαδίσουμε όλοι μαζί μέχρι τα καφενεία για να σπάσει ο πάγος.

Έτσι λοιπόν εμείς μπροστά αγκαλιά με τους ΕΔΑίτες και πίσω μας λίγοι γενναίοι, πήγαμε στο κέντρο της πόλης και μπήκαμε μέσα σ’ ένα μεγάλο καφενείο. Εκεί αμέσως με γνώρισαν, ενώ μερικοί σηκώθηκαν θαρρετά να με χαιρετήσουν δια χειραψίας. Μόλις καθήσαμε, ένας νέος σηκώθηκε κι έβαλε στο τζου-μποξ ένα τραγούδι μου. Σε λίγο άρχισαν να καταφθάνουν άντρες όλων των ηλικιών. Οι περισσότεροι προσπαθούσαν να βρουν θέση να καθήσουν δήθεν αδιάφοροι. Ήταν όμως και μερικοί που έρχονταν κατ’ ευθείαν πάνω μας για να μας σφίξουν τα χέρια.

Σε λίγο άρχισε να μαζεύεται κόσμος απ’ έξω. Μας λένε οι ντόπιοι:

– Ειδοποιήσαμε τους δικούς μας για να πάμε όλοι μαζί λίγα λουλούδια στο μνημείο που βρίσκεται λίγο έξω από την πόλη και που έγινε προς τιμήν αυτών που τουφεκίστηκαν από τους Γερμανούς. Στο μεταξύ θα κάνουμε πορεία να δούνε ότι υπάρχουμε και να αναθαρρήσει ο κόσμος μας.

Τι να πούμε; Βγήκαμε και άρχισαν να μας αγκαλιάζουν και να μας φιλούν γυναίκες και άντρες, αγόρια και κορίτσια που κρατούσαν στην αγκαλιά τους λουλούδια. Βάλαμε τα παιδιά μπροστά κι εμείς από πίσω και η πορεία με τους εκατό – διακόσιους (τόσοι περίπου ήταν) ξεκίνησε αργά μπροστά στα έκπληκτα μάτια των κατοίκων που γέμισαν τα πεζοδρόμια. Εκείνο που μας έκανε εντύπωση ήταν το ότι δεν είδαμε πουθενά χωροφύλακες ή άλλους ένστολους, λες και τους κατάπιε η γη. Τέλος βγήκαμε από την πόλη και είδαμε στα 2-3 χιλιόμετρα μια τούφα δέντρα.

– Να, εκεί είναι το μνημείο.

Συνεχίσαμε την πορεία με τον ίδιο αργό βηματισμό, γιατί μας είχε συνεπάρει όλους μια απίστευτη συγκίνηση. Βαδίζαμε σιωπηλά με την σκέψη σε κείνους που θυσιάστηκαν και σε τούτους, τους συγγενείς και ομοϊδεάτες τους, που εξακολουθούσαν να ζούνε σε συνθήκες σκλαβιάς, αν και στην Αθήνα οι κυβερνήτες δήλωναν πως πιστεύουν στην Δημοκρατία και στην Ελευθερία…

Ξαφνικά δεξιά μας κι ανάμεσα στα σπαρτά του κάμπου είδαμε να προχωρεί σαν ένα μαύρο φίδι μια σειρά από δεκάδες μαθητές και μαθήτριες:

– Είναι η δασκάλα του χωριού και πήρε μαζί της το σχολειό κι έρχονται να καταθέσουν κι αυτοί στεφάνια.

Σμίξαμε όλοι μπροστά στο μνημείο, στα αριστερά του δρόμου, μια κολώνα μαυρισμένη από τον χρόνο με τα ονόματα των σκοτωμένων.

Τα κορίτσια μου έδωσαν τα λουλούδια κι εγώ έπρεπε να προχωρήσω, να τα αποθέσω μπροστά στον τύμβο και να πω δυο λόγια. Γύρισα να δω τον κόσμο και τους είδα όλους να κλαίνε. Οι μαθητές έτρεμαν και μερικές γυναίκες θρηνούσαν με σιγανή φωνή. Γύρω η φύση ήρεμη. Η μέρα φωτεινή. Μόνο τα πουλάκια αμέριμνα τιτίβιζαν τριγύρω. Βλέπω τους Αθηναίους, βλέπω τους ηλικιωμένους ηγέτες της τοπικής οργάνωσης για να πάρω θάρρος, όμως κι αυτοί με χαμηλωμένα τα βουρκωμένα τους μάτια είχαν συνεπαρθεί από την καθολική συγκίνηση.

Άρχισα να βουρκώνω κι εγώ και ντρεπόμουνα καθώς ήμουνα ψηλός και με έβλεπε όλος ο κόσμος. Τι θα πουν τα παιδιά, σκεφτόμουν, όταν δουν τον αρχηγό των Λαπράκηδων να κλαίει; Σκέφτηκα τότε τους σκοτωμένους, σκέφτηκα τους αγώνες του λαού μας, έσφιξα τα δόντια κι αφού απόθεσα τα λουλούδια, άρχισα να μιλώ. Τι είπα, δεν θυμάμαι… Θυμάμαι όμως καλά ότι χωρίσαμε έχοντας όλοι φωτεινά πρόσωπα. Στο κάτω-κάτω αυτή η αναπάντεχη εκδήλωση ήταν μια πρώτη νίκη για να σταματήσουν οι διακρίσεις και να θεωρηθούν οι παραμεθόριες περιοχές της χώρας ελεύθερες, όπως όλες οι άλλες. Το πότε έγινε αυτό, δεν το ξέρω. Όμως στην Ηγουμενίτσα το πρώτο βήμα έγινε τότε και θα πρέπει να υπάρχουν ακόμα μερικοί που θα το θυμούνται με συγκίνηση, όπως εγώ.

3.- Ξέρουμε ότι την πρώτη σας συναυλία την δώσατε στα 17 σας χρόνια. Τι μνήμες σας έχει αφήσει; Πώς ήταν τα εφηβικά σας χρόνια και ποια η γνώμη σας για τους σημερινούς έφηβους;

Μ.Θ. Δεν είναι ίδιες εποχές και οι άνθρωποι δεν είναι οι ίδιοι. Έτσι δεν μπορώ να κρίνω και να συγκρίνω το τότε με το τώρα. Τώρα εξ άλλου βλέπω να υπάρχουν όχι μια αλλά περισσότερες Ελλάδες. Και θυμώνω όταν κάποιος ή κάποιοι διατείνονται ότι εκπροσωπούν το ΟΛΟΝ. Ο Λαός πιστεύει σ’ αυτό, του αρέσει εκείνο, προτιμά το άλλο, αγοράζει εκείνο… Ποιος Λαός; Στην καθημερινότητά μας, στις συνήθειες και στις προτιμήσεις στα πολιτικά πιστεύω και τα γούστα μας στην Τέχνη, στη Μουσική κλπ. είμαστε πολυδιασπασμένοι. Ο καθένας ανάλογα με την τσέπη του, την αγωγή του, την μόρφωση και το ήθος του. Φαίνεται ότι όταν είναι κανείς φτωχός κι όταν κινδυνεύει, τότε υπάρχει μια …κολλώδης ουσία που δένει τον έναν με τον άλλον.

Αυτή ήταν η δική μας Ελλάδα τότε, γιατί ως φαίνεται, είχαμε ορισμένα πράγματα κοινά που μας ενώνουν. Το αντίθετο συμβαίνει σήμερα, όπου ο ένας βλέπει ανταγωνιστικά –να μην πω εχθρικά- τον άλλον. Κι έτσι η κοινή μας πατρίδα μοιάζει με σκορποχώρι. Για να πω την αλήθεια, ενώ απ’ τη μια μεριά νοιώθω ικανοποιημένος γιατί υπάρχει Δημοκρατία, Ελευθερία και γενικά ευημερία δεκάδες φορές ανώτερη από τις εποχές τις δικές μας, απ’ την άλλη θλίβομαι γι’ αυτή την πολυδιάσπαση, που ειδικά στον χώρο του πολιτισμού και της τέχνης είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Φαντάζομαι λοιπόν ότι το φαινόμενο αυτό θα πρέπει να επιδρά πολύ αρνητικά επάνω στη σημερινή νεολαία.

4.- Μιλήστε μας λίγο για το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ. Με τι συναισθήματα το συνθέσατε και γιατί νομίζετε ότι αγαπήθηκε τόσο πολύ από τον κόσμο, ώστε ακόμη και τώρα μετά από χρόνια και εμείς οι έφηβοι ακούμε τα τραγούδια σας.

Μ.Θ. Τι να σας πω; Να σας μιλήσω για το … παιδί μου; Ο καλλιτέχνης δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να εκφράζει τον εαυτό του και την εποχή του. Η δύναμη που κρύβει μέσα του, η αξία των ιδεών και η αρτιότητα της Τέχνης του καθορίζουν για το πόσο μακριά μέσα στον χρόνο θα πάει το έργο του.

5.- Αγωνιστήκατε και καταδιωχθήκατε για τα πιστεύω σας. Πώς αισθάνεστε τώρα που είστε ελεύθερος και ζωντανός, με τι μάτια βλέπετε την σημερινή εποχή, τους νέους, τα πιστεύω τους και τις αξίες τους;

Μ.Θ. Για να πω την αλήθεια, μόνο το μισό απ’ αυτά που ονειρευόμασταν τότε που μπήκαμε στη φωτιά έχει πραγματοποιηθεί. Μονάχα ποσότητα. Δηλαδή οι εξωτερικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων (κι αυτό βέβαια σχετικό). Δηλαδή οι σχέσεις ισοπολιτείας, τα ίσα δικαιώματα μέσα σε συνθήκες δημοκρατίας. Το άλλο μισό, δηλαδή η ποιότητα, έχει ξεχαστεί.

Η κοινωνική αγωγή, η μόρφωση και η συνείδηση των υποχρεώσεων του ενός προς το σύνολο, με μια λέξη ο ανθρωπισμός και το ήθος. Η πίστη στα υψηλά ανθρώπινα ιδανικά, στην Ειρήνη και στην αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων και των λαών. Και τέλος η ψυχική προετοιμασία του κάθε ανθρώπου να θυσιαστεί για το γενικό καλό, αυτό που ήταν το κύριο γνώρισμα της γενιάς της Εθνικής μας Αντίστασης. Πιστεύω ότι δεν θα πρέπει να θεωρούμε ότι για να υπάρχει αυτό το υψηλό αίσθημα της θυσίας για τους άλλους είναι ανάγκη σώνει και καλά να ζούμε σε συνθήκες ξένης κατοχής! Για να υπάρξει μια ιδεώδης κοινωνία, όπου εκτός από τις υλικές απολαύσεις οι πολίτες θα επιθυμούν εξ ίσου και τις ηθικές, τις πνευματικές και τις ψυχικές, χρειάζεται να καλλιεργείται στον κάθε πολίτη και να διαφεντεύει η ανάγκη της επικράτησης των μεγάλων ανθρώπινων αξιών και ιδεωδών.

Να γιατί πιστεύω ότι η σημερινή ελληνική κοινωνία είναι μισερή. Είναι ανάπηρη. Γιατί απαντά μόνο στο ερώτημα «Πώς ζεις». Δεν απαντά στο «Γιατί ζεις».

6.- Την περσινή σχολική χρονιά το Α΄ Γυμνάσιο της πόλης μας έκανε μια γιορτή αφιερωμένη στο έργο σας. Τι σκέψεις και τι συναισθήματα σας πλημμυρίζουν όταν λαμβάνετε επιστολές από σχολεία που κάνουν εκδηλώσεις προς τιμήν σας;

Μ.Θ. Με ανακουφίζουν. Και πρέπει να πω ότι από τις ερωτήσεις διαπιστώνω συχνά μια ωριμότητα που ξαφνιάζει ευχάριστα.

7.- Κάνοντας μια αναδρομή στο παρελθόν σε ποια κρίσιμα γεγονότα της ζωής σας θα θέλατε να σταθείτε;

Μ.Θ. Νομίζω ότι τα έχω καταγράψει στο βιβλίο «Άξιος Εστί» του Γιώργου Μαλούχου. Είναι πολλά, γιατί τα γεγονότα που έζησα ήταν πυκνά και ποικίλα.

8.- Πού βρίσκατε κέφι και όρεξη για ζωή και δημιουργία τα δύσκολα χρόνια που ζήσατε;

Μ.Θ. Η περίπτωση του καλλιτέχνη – δημιουργού δεν είναι απλή. Αν κάποιος από σας κατά τύχη διάβασε τον Πρώτο Τόμο του βιβλίου μου «Οι Δρόμοι του Αρχάγγελου» θα ενημερώθηκε για την θεωρία μου σχετικά με την Συμπαντική Αρμονία. Θεωρία που συνδέεται με την διαδικασία της Μουσικής Σύνθεσης. Επειδή νομίζω ότι θα σας ενδιαφέρει, σας πληροφορώ ότι στις 10 και 11 Μαρτίου θα γίνει στο Ηράκλειο και υπό την αιγίδα του Πανεπιστημίου Κρήτης ένα Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο με θέμα την θεωρία αυτή. Και θα παρακαλέσω τον εμπνευστή και διοργανωτή του Συνεδρίου Καθηγητή κ. Γιάννη Κουγιουμουτζάκη να έρθει σ’ επαφή μαζί σας, για να σας κατατοπίσει σχετικά. Από την μεριά μου θα σας στείλω την δική μου παρέμβαση ευθύς μόλις την ετοιμάσω.

9.- Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των δημιουργών που κατάφεραν να προβάλλουν σε όλον τον κόσμο όχι μόνο τον εαυτό τους, αλλά και τον πολιτισμό της χώρας τους;

Μ.Θ. Η ικανότητα να δημιουργούν, δηλαδή να γεννούν με την φαντασία και την τεχνική τους αληθινά έργα Τέχνης.

10.- Παλιότερα τα προβλήματα ήταν πολλά: η φτώχεια, ο πόλεμος, η καταπίεση. Και η αντίδραση σε όλα αυτά έντονη και συλλογική. Στην εποχή μας τα προβλήματα είναι διαφορετικά κι όμως το ίδιο έντονα. Ποιος νομίζετε ότι είναι ο λόγος που η αντίδραση δεν είναι ορατή και τόσο δυναμική όσο παλιότερα;

Μ.Θ. Γιατί όπως είπα πιο πριν, η κοινωνία μας είναι πολυδιασπασμένη και δεν υπάρχει σήμερα εκείνος ο συνεκτικός δεσμός που θα ενώσει αυτούς που για τον α ή τον β λόγο θίγονται από τις σημερινές συνθήκες πάσης φύσεως και να τους μετατρέψει σε αυτό που λέμε «προοδευτικό μαζικό κίνημα». Και επειδή οι εξουσίες το μόνο που φοβούνται είναι ο ενωμένος λαός, όταν βλέπουν ότι δεν υπάρχει, είναι ήσυχες και … γλυκές. Μόνο λουκούμια δεν μοιράζουν σ’ όλους αυτούς τους ανεγκέφαλους που τυρβάζουν στα κανάλια αποδεικνύοντας το πόσο γυμνοί, άδειοι και ακίνδυνοι είναι οι σημερινοί κάτοικοι αυτής της χώρας.

11.- Πόσο εύκολο είναι στην εποχή της πληροφορικής, του καταναλωτισμού, των ατομικών συμφερόντων, να ανθίσει η ποιότητα στο τραγούδι, την τέχνη αλλά και γενικά στη ζωή;

Μ.Θ. Δεν είναι η πληροφορική που φταίει και οι άλλες τεχνολογίες αλλά η έλλειψη ιδεολογίας. Η κρίση των σοσιαλιστικών ιδεωδών που προηγήθηκε και ακολούθησε την πτώση των καθεστώτων στις ανατολικές χώρες άφησε πίσω της ένα μεγάλο κενό, καθώς οι λαοί δεν έχουν προοπτική για το μέλλον των κοινωνιών τους ούτε την δυνατότητα άμυνας απέναντι στις επιθετικές ορέξεις του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.

12.- Τέλος, τώρα που έχουν περάσει χρόνια από τότε που ενηλικιωθήκατε και έχετε αποκτήσει εμπειρίες πείτε σε εμάς, τους έφηβους, με μια φράση, τι σημαίνει για σας πρόληψη για το ευ ζην;

Μ.Θ. «Να κάνεις αυτό που δεν μπορείς». (Νίκος Καζαντζάκης)

1.12.2005

Back To Top