Του Γιώργου Αγοραστάκη
Στις 14 Ιουνίου 1821 γίνεται η πρώτη πολεμική σύγκρουση στην επανάσταση του ’21 στην Κρήτη, στο Λούλο Κεραμειών Χανίων. Το βάφτισμα πυρός έγινε από τον οπλαρχηγό Γιάννη Χάλη, τον Παπαδανδρέα, τον Μουτσογιάννη και τα παλικάρια τους από τα Κεραμειά και τις ρίζες των Λευκών Ορέων.
Ο Γιάννης Χάλης ήταν ο παππούς της γιαγιάς του Μίκη Θεοδωράκη Αικατερίνης Σπυριδάκη και ήταν ο μεσαίος από τους τρεις αδελφούς Χάλη, πρωτεργάτες της επανάστασης του ’21 στην Κρήτη. Συμμετείχε ως οπλαρχηγός σ΄ όλες σχεδόν τις μάχες με τα Τουρκικά στρατεύματα, από την πρώτη μέχρι και τις τελευταίες που έλαβαν χώρα στη Κρήτη από το 1821 ως το 1828 αλλά και ενδιάμεσα και στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Στην επέτειο των 200 χρόνων η Περιφέρεια Κρήτης – Περιφερειακή Ενότητα Χανίων με το Δήμο Χανίων διοργανώνουν εκδήλωση τιμής και μνήμης στον τόπο της πρώτης μάχης, στον Λούλο Κεραμειών, τη Δευτέρα 14 Ιουνίου 2021 και ώρα 7.00 μ.μ.
Για το ιστορικό του γεγονότος μεταφέρω εδώ ένα απόσπασμα από την ιστορική αφήγηση του Καλλίνικου Κριτοβουλίδου[1]. Ο Κριτοβουλίδης συμμετείχε στην επανάσταση του 1821 και η ιστορία του είναι η πιο αξιόπιστη περιγραφή της επανάστασης στην Κρήτη.
Μαθαίνοντας τα νέα για την Επανάσταση του ’21 στην Πελοπόννησο οι Τούρκοι των Χανίων θορυβήθηκαν και προσπάθησαν να επιβεβαιώσουν τις πληροφορίες.
«…Υπερχρέωσαν λοιπόν γέροντα Γάλλον Βαλέστραν, όπως μεταβάς εις Κύθηρα, ή αλλαχόσε, πληροφορηθή μετ’ ακριβείας περί των γενομένων.
Επανελθών ο Βαλέστρας την 9 Ιουνίου εκ Κυθήρων, εβεβαίωσεν εις τον περικυκλώσαντα αυτόν όχλον κατά την πρώτην απόβασίν του (εις το φρούριο των Χανίων) την γενικήν, επανάστασιν των Ελλήνων κατά της Οθωμανικής δυναστείας…
Την 14η (Ιουνίου), Τούρκος ωμός και θηριώδης, ονόματι Ταμπουρατζής, παραλαβών μεθ’ εαυτού εξήκοντα άνδρας ως πρωτοπαλήκαρα, εξήλθε του φρουρίου, και προέβη εις Κεραμειά, δια να καταπράξη παρόμοιας θηριωδίας· ευρεθέντες όμως ενταύθα ο Ιωάννης Χάλης, ο Παπαδανδρέας (Κεραμιανός), και Μουτσογιάννης με σαράντα περίπου οπλοφόρους εκ των Ριζητών και Σφακιανών, προσέβαλον κατά πρώτη φοράν τους θρασείς εκείνους κατά την θέσιν Λούλον. Οι Τούρκοι, μη ελπίζοντες ν’ απαντήσωσιν αντίστασιν, εχαρακώθησαν το πρώτον απειλούντες και γενναίως εναντιούμενοι αλλ’ εις ουδέν ωφέλησεν η απειλή και αντίστασις εις εκείνους. Έμελλον ήδη να εύρωσι τολμηρούς πολεμιστάς, πνέοντας δικαίαν εκδίκησιν διά τας προς τους αδελφούς των αδυνάτους Έλληνας βιαιοπραγίας και αδίκους φόνους. Θαρραλέως επετέθησαν κατ’ εκείνων οι Έλληνες, Στενοχωρηθέντες δε οι Τούρκοι υπό της ισχυροτέρας βίας, ετράπησαν εις επονείδιστον φυγήν· τοσούτον δε κατελήφθησαν υπό του φόβου, ώστε φεύγοντες έρριπτον τα όπλα των. Οι δ’ Έλληνες ενθαρρυνθέντες εδίωκον αυτούς μέχρι της πεδιάδας, κάτωθεν των Νεροκούρων, χωρίου ολιγώτερον της ώρας απέχοντος τού φρουρίου· έπεσαν τότε οκτώ Τούρκοι, μεταξύ των οποίων και ο θρασύς αρχηγός Ταμπουραζής· εκ δε των Ελλήνων ουδείς, οίτινες πρώτην φοράν ελαφυραγώγησαν μετά ευχαριστήσεως όπλα εχθρικά πολλής τιμής άξια.
Η μικρά δε αυτή νίκη, η εκ τοιαύτης αψιμαχίας προελθούσα, ενεποίησεν εις τους Έλληνας θάρρος πολύ, και εγένετο πρόξενος διά το μέλλον λαμπρότερων νικών· διότι εις μεν τους μέχρι τούδε άοπλους και κατεπτοημένους υπό του βάρους των κινδύνων έδωκεν αφορμήν να συλλογίζωνται, ότι δύνανται συν Θεώ να καταβάλωσι γίγαντα εχθρόν, εις δε τους εναντίους επέφερε δειλίαν και άθυμίαν και ήρχισαν ήδη να πείθωνται, ότι εάν οι υπήκοοί των οπλισθώσιν άπαξ, αδύνατον να υποφέρωσιν ως οι άοπλοι τον θάνατον ατιμωρητί· διό, ως παρακατιών θέλομεν ιδεί, καθ’ εκάστην έσπευδον δραστηρίως να προλάβωσι το επικείμενον κακόν, το οποίον και δεν ηδυνήθησαν να κατορθώσωσιν…»
Η απάντηση των Τούρκων ήταν η σφαγή των αμάχων. Άρχισαν πρώτα εντός των τειχών των Χανίων και τις επόμενες μέρες επεκτάθηκαν Ρέθυμνο, Ηράκλειο και σ’ όλη την Κρήτη. Εκατοντάδες Έλληνες θα βρουν μαρτυρικό θάνατο. Η εκκλησία της Κρήτης στην συνέχεια θ’ αποκεφαλιστεί…
Γράφει ο Κριτοβουλίδης για την επόμενη μέρα στην πόλη των Χανίων.
«Προς εκδίκησιν δε τούτων, την 15 του Ιουνίου κατεπράχθη εντός τον φρουρίου της Κυδωνιάς φρικτή τραγική σκηνή! Κλείσαντες θορυβωδώς την πύλην πρωίθεν, εθανάτοναν εις τας αγυιάς τους εντυγχάνοντας αδιακρίτως ως κτήνη· με ορμήν θηριώδη ώρμησαν εις τας χριστιανικός οικίας, και εφόνευσαν και ηχμαλώτισαν άνδρας, γυναίκας, και παιδιά·… Τριακόσιοι περίπου έπεσαν θύματα εκείνην την τρομεράν ημέραν ένδον του φρουρίου, εκτός τοσούτων άλλων εκ των περίοικων και παρατυχόντων, τους οποίους εφόνευσαν τας προτεραίας…»
[1] Κριτοβουλίδης Καλλίνικος, Απομνημονεύματα του περί της αυτονομίας της Ελλάδος πολέμου των Κρητών, εν Αθήναις 1859, σελ.5-8