Το Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, θέτοντας σε συν-λειτουργία το ανθρώπινο δυναμικό του, αποφάσισε να αφιερώσει την επετειακή εκδήλωση για τα 20 χρόνια της λειτουργίας του -στις 13 Ιανουαρίου 2018 στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης-, προς τιμή του «σπορέα» της ίδρυσής του, «ιθύνοντα νου» του εφαρμοσμένου χαρακτήρα της φυσιογνωμίας του και πρώτο αναγορευθέντα επίτιμο διδάκτορα, Μίκη Θεοδωράκη και το έργο του.
ΤΟ ΤΜΗΜΑ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ (1998-2018)
Το Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης (ΤΜΕΤ) της Σχολής Κοινωνικών, Ανθρωπιστικών Επιστημών και Τεχνών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας ιδρύθηκε το 1996, καλωσόρισε τους πρώτους τριάντα φοιτητές το 1998 και έχει απονείμει μέχρι σήμερα 618 πτυχία. Στο τρέχον εικοστό ακαδημαϊκό έτος της λειτουργίας του, για τη διδασκαλία των 540 συνολικά ενεργών φοιτητών, διαθέτει 35 τακτικούς και 33 έκτακτους διδάσκοντες.
Με καταστατική αποστολή την καλλιέργεια και προαγωγή της μουσικής τέχνης στους κλάδους των εφαρμοσμένων καλλιτεχνικών σπουδών και των επιμέρους ειδικεύσεων στις Κατευθύνσεις: (i) Ευρωπαϊκής (κλασικής) Μουσικής, (ii) Βυζαντινής Μουσικής, (iii) Ελληνικής Παραδοσιακής (Δημοτικής) Μουσικής και (iv) Σύγχρονης Μουσικής, προσφέρει υψηλού επιπέδου σπουδές που συνδυάζουν την επιστημονική κατάρτιση με την καλλιτεχνική αριστεία και την έρευνα στη μουσική πράξη, την οργανική και φωνητική εκτέλεση, τη διεύθυνση οργανικών/φωνητικών συνόλων και τη σύνθεση/ποιητική. Λόγω αυτής της αδιαμφισβήτητης ιδιαιτερότητας της φυσιογνωμίας του, το ΤΜΕΤ απολαμβάνει της εμπιστοσύνης και της πρώτης προτίμησης των υποψηφίων σπουδαστών με αποτέλεσμα την καταξίωσή του στο χώρο της Τριτοβάθμιας Μουσικής Εκπαίδευσης.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν, με στόχο τη διαρκή εξέλιξη της σχέσης του τρίπτυχου Τέχνη – Παιδεία – Κοινωνία, επιτεύχθηκε η αυτοδύναμη -στο πλαίσιο του προγράμματος σπουδών- λειτουργία Συνόλων Μουσικής Δωματίου, Ορχήστρας Εγχόρδων, Ορχήστρας Πνευστών, Jazz Big Band, Συμφωνικής Ορχήστρας, Χορωδίας και Συνόλων Παραδοσιακής Μουσικής. Με την τακτική δραστηριότητα των οργανικών και φωνητικών του συνόλων που αναπτύσσεται ετησίως σε συνεργασία με φορείς της Θεσσαλονίκης, της Βόρειας Ελλάδας αλλά και της ελληνικής και διεθνούς ακαδημαϊκής κοινότητας, προσφέρονται οι απαραίτητες δυνατότητες σε νέους μουσικούς εκτελεστές και συνθέτες να αναδείξουν το ταλέντο και τις δεξιότητες τους, να αποκτήσουν πλούσιες εμπειρίες, να προβάλλουν και να κάνουν γνωστά στο ευρύ κοινό έργα του ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου.
ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
Ορχήστρα Πνευστών – επίβλεψη: αναπλ. καθ. Αθανάσιος Ζέρβας & Κωστής Χασιώτης
– Αθανάσιος Ζέρβας: Μικρή Συμφωνία σε θέματα Μίκη Θεοδωράκη, για ορχήστρα πνευστών (2017), α’εκτέλεση
Διεύθυνση: Αθανάσιος Ζέρβας
Σύνολα Παραδοσιακής Μουσικής και Εργαστήριο «Ποιητικής» –
επίβλεψη: καθ. Ηλίας Παπαδόπουλος, επικ. καθ.
Λευτέρης Τσικουρίδης και Ανδρέας Καρακότας
«Μίκης Θεοδωράκης: Ο ουρανομήκης ποιητικός»
Σύνολα Παραδοσιακής Μουσικής
ΚΥΚΛΟΣ ΛΑΪΚΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ, στη μνήμη Γιώργου Σεφέρη
– Μέρα μαγιού μου μίσεψες – Από τον ΕΠΙΤΑΦΙΟ, σε ποίηση Γ. Ρίτσου
– Στα περβόλια – Από το ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ, σε ποίηση Μίκη Θεοδωράκη
– Κράτησα τη ζωή μου – Από την ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ, σε ποίηση Γ. Σεφέρη Σολίστ: Κωστής Ονησίλου, Πάρης Παράσχος, Φρειδερίκη Τομπάζου
Εργαστήριο «Ποιητικής» – Σύνολο «Ηλιοδρόμιο»
– Παλμός άνοιξης, αρώματα – σύνθεση Ηλία Σαρηγιαννίδη, σε ποίηση Σαπφούς
ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ
Συμφωνική Ορχήστρα & Χορωδία– επίβλεψη: αναπλ. καθ. Γεώργιος Βράνος / Μαρία Έμμα Μελιγκοπούλου
– Της αγάπης αίματα (αρ.7) από το ορατόριο ΆξιονΕστί για συμφωνική ορχήστρα, λαϊκή ορχήστρα, χορωδία και λαϊκό τραγουδιστή Σολίστ: Ανδρέας Καρακότας
Διδασκαλία Χορωδίας: Μαρία ‘Εμμα Μελιγκοπούλου
Διεύθυνση: Αλέξανδρος Πουρλουκάκης, φοιτητής ειδίκευσης «Διεύθυνση Ορχήστρας»
– Συμφωνία αρ.3 (β’ εκδοχή) για συμφωνική ορχήστρα, χορωδία και σόλο υψίφωνο ή μεσόφωνο, 3ο μέρος
Σολίστ: Αγγελική Καθαρίου, μεσόφωνος, επίκουρη καθηγήτρια Τ.Μ.Ε.Τ Διδασκαλία Χορωδίας: Μαρία ‘Εμμα Μελιγκοπούλου Διεύθυνση: Γεώργιος Βράνος
Ορχήστρα Εγχόρδων – επίβλεψη: καθ. Δημήτριος Χανδράκης
– Κουαρτέτο εγχόρδων αρ. 2 «Το Κοιμητήριο» (1946) – Adagio Διεύθυνση: Αικατερίνη Σαμπάκου, φοιτήτρια ειδίκευσης «Διεύθυνση Ορχήστρας»
– Σουίτα μπαλέτου ‘Ζορμπάς’ για συμφωνική ορχήστρα, 2 μπουζούκια & μικτή χορωδία, σκηνές 21, 22 και 23
Σολίστ: Γιώργος Μελινιώτης – Νικόλαος Πρωτοπαππάς (τρίχορδο μπουζούκι)
Διδασκαλία Χορωδίας: Μαρία ‘Εμμα Μελιγκοπούλου
Διεύθυνση: Φαίδρα Ζαγοριανού, φοιτήτρια ειδίκευσης «Διεύθυνση Ορχήστρας»
Πληροφορίες Προγράμματος
Αθανάσιος Ζέρβας (1959)
«Μικρή Συμφωνία σε θέματα Μίκη Θεοδωράκη» για ορχήστρα πνευστών (2017), Α’ εκτέλεση
Η Μικρή Συμφωνία σε θέματα Μίκη Θεοδωράκη γράφτηκε για την επετειακή συναυλία της εικοσαετούς λειτουργίας του Τμήματος Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας που είναι αφιερωμένη στον Μίκη Θεοδωράκη. Το έργο αναπτύσσεται σε ελεύθερη τονικότητα και είναι διανθισμένο με μοτίβα και μικρές μελωδικές φράσεις από τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη. Επιπροσθέτως, το έργο πραγματεύεται το ζήτημα της ισορροπίας μεταξύ δύο υποθετικά αντίθετων ηχητικών κόσμων, αφ’ ενός του «ατονικού» που δημιουργείται από την διαστηματική συγκρότηση —εντός του έργου—, και αφ’ ετέρου του «τονικού» που απορρέει από τις δάνειες μελωδικές φράσεις του Θεοδωράκη. Το εύρος και οι σχέσεις των διαστημάτων επιδρούν στις διακυμάνσεις της υφής και στη μορφοπλασία του έργου. Σε συμβολικό πλαίσιο, θα μπορούσαμε να εκλάβουμε την ακουστική εμφάνιση των Θεοδωρακικών φράσεων ως ανάγλυφα ηχητικά επεισόδια εντός ενός πολυ-ηχοχρωματικού καμβά. Μολονότι ο αρχικός σχεδιασμός του έργου καθώς και το «ατονικό» φθογγο-διαστηματικό του περιβάλλον δεν έχει «προγραμματικό» χαρακτήρα, η φιλοξενία μουσικών στοιχείων με έντονο κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο παρακινούν τον πλουραλισμό, στο βαθμό που η «οικουμενική – τραγική» προσωπικότητα του διακεκριμένου τιμώμενου μουσουργού αντανακλάται υπαινικτικά τόσο στην ηχητική επιφάνεια όσο και στις ηχητικές πυκνώσεις εντός της βαθύτερης δομής του έργου.
Αθανάσιος Ζέρβας, Θεσσαλονίκη, 20.12.2017
Μίκης Θεοδωράκης (1925), Της Αγάπης Αίματα (αρ.7), από το Ορατόριο Άξιον εστί για συμφωνική ορχήστρα, λαϊκή ορχήστρα, χορωδία και λαϊκό τραγουδιστή
Το Άξιον εστί ολοκλήρωσε ο Οδυσσέας Ελύτης το 1959 στην Αθήνα. Όπως αναφέρει ο Μίκης Θεοδωράκης, το ποίημα του Ελύτη είναι μνημείο της σύγχρονης ελληνικής τέχνης. Τα μέρη του έργου είναι τρία: Η Γένεσις, Τα Πάθη και το Δοξαστικόν. Ο Θεοδωράκης συνέθεσε το ορατόριο Άξιον εστί επιλέγοντας συγκεκριμένα αποσπάσματα από το έργο του Ελύτη και διαρθρώνοντας το σε τρία μέρη: Γένεσις, Τα Πάθη και το Άξιον εστί. Το έργο είναι γραμμένο για βαρύτονο, λαϊκό τραγουδιστή (λυρικό βαρύτονο), αφηγητή, μικτή χορωδία, συμφωνική ορχήστρα και λαϊκή ορχήστρα. Ο συνθέτης δημιουργεί στο ορατόριο αυτό ένα νέο ηχητικό κόσμο που ο ίδιος θα αποκαλέσει αργότερα μετασυμφωνικό. Στο Άξιον εστί υπάρχουν πέντε λαϊκά τραγούδια, στα οποία, όπως αναφέρει ο ίδιος ο συνθέτης, μένει πιστός στην παράδοση αλλά και δίνει μια νέα πνοή προεκτείνοντας εσωτερικά τις μελωδικές γραμμές και επεκτείνοντας την αρμονική γλώσσα πέρα από την παραδοσιακή λαϊκή μουσική.
Η χορωδία παίζει σημαντικό ρόλο στα τραγούδια αυτά. Το τραγούδι Της Αγάπης Αίματα είναι το έβδομο κομμάτι από Τα Πάθη. Είναι γραμμένο σε γρήγορο tempo και σταθερό μέτρο 3/8. Η μελοποίηση είναι στροφική, όπως θα άρμοζε σε λαϊκό τραγούδι. Ο λαϊκός τραγουδιστής και η χορωδία τραγουδούν σ’ ολόκληρο το κομμάτι με τις ίδιες ρυθμικές αξίες το ίδιο ποιητικό κείμενο. Όσον αφορά στην ενορχήστρωση σημαντική είναι η συμμετοχή της λαϊκής ορχήστρας που δίνει ένα ιδιαίτερο ηχόχρωμα στο τραγούδι.
Συμφωνία αριθ.3 (β’ εκδοχή) για συμφωνική ορχήστρα, χορωδία και σόλο υψίφωνο ή μεσόφωνο, 3ο μέρος
Η 3η Συμφωνία είναι γραμμένη για σόλο σοπράνο, μικτή χορωδία και ορχήστρα. Το 3ο μέρος της (από τη β’ εκδοχή της συμφωνίας) είναι ιδιαίτερα ελεγειακό και συνενώνει τη λυρική μελωδικότητα του συνθέτη με τους βυζαντινούς ύμνους των εγκωμίων (α’ και β’ στάσεις) της Μ. Παρασκευής. Ακούγονται στίχοι από το ποίημα του Καβάφη «Η πόλις» και ηχούν οι καμπάνες της Αγια-Σοφιάς από τα κρουστά. Μέσα απ’ όλα αυτά προβάλλεται η ελληνικότητα και η νοσταλγία για τις χαμένες πατρίδες που οδηγούν σε μια αίσθηση τραγικότητας. Το μέρος αρχίζει με μια ιδιαίτερα λυρική μελωδία του συνθέτη που δεσπόζει στο έργο και ακούγεται αρχικά από το σόλο βιολοντσέλο και στη συνέχεια από τη σοπράνο (και τα πρώτα βιολιά) πάνω στους στίχους του Καβάφη «Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δε θα βρεις άλλες θάλασσες. Η πόλις θα σε ακολουθεί, δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό». Μετά από ένα crescendo molto ακούγεται σε fortissimo σαν ξέσπασμα από την ορχήστρα η μελωδία από την γ’ στάση των εγκωμίων της Μ. Παρασκευής. Η αρχική λυρική μελωδία του συνθέτη ακούγεται πάλι από τη σοπράνο σε στίχους από «Την πόλη» και ακολουθεί νέο ξέσπασμα σε fortissimo από όλη την ορχήστρα, τη σοπράνο και τη χορωδία που τραγουδούν τον στίχο από την γ’ στάση των εγκωμίων «Ω γλυκύ μου έαρ». Η σοπράνο και η χορωδία τραγουδούν εκ νέου σε pianissimo στίχους από «Την πόλη» σε μια έντονα ανοδική μελωδική πορεία, για να ακουστεί στη συνέχεια από την ορχήστρα και τη χορωδία σε 7/8 και μετά σε 4/4 ο στίχος από την α’ στάση των εγκωμίων «Η ζωή εν τάφω». Τα κρουστά ηχούν σαν καμπάνες. Μετά από ένα σημείο ιδιαίτερης τραγικότητας το μέρος ολοκληρώνεται με την αρχική λυρική μελωδία της «νοσταλγίας».
Άννα-Μαρία Ρεντζεπέρη-Τσώνου Θεσσαλονίκη, 24.12.2017
Κουαρτέτο εγχόρδων αρ. 2, «Το κοιμητήριο» (1946)
Η στενή σχέση του Μίκη Θεοδωράκη με την ποίηση δεν αντανακλάται μόνο στις πολυάριθμες μελοποιήσεις ποιημάτων που έκανε, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο η ποίηση λειτουργούσε συχνά για αυτόν ως πηγή έμπνευσης για έργα ενόργανης μουσικής. Μια τέτοια περίπτωση είναι αυτή του δεύτερου κουαρτέτου εγχόρδων, ενός μονομερούς έργου (Adagio) αφιερωμένου στον Αργύρη Κουνάδη. Ο προγραμματικός τίτλος του κουαρτέτου («Το κοιμητήριο») προδίδει την έμπνευση του συνθέτη από το ποίημα του Διονυσίου Σολωμού «Η τρελή μάνα» ή «Το κοιμητήριο». Στο αυτοβιογραφικό Οι δρόμοι του αρχαγγέλου (1986, τ. 2, σ. 91), ο Θεοδωράκης δηλώνει ρητά ότι το πρώτο τετράστιχο του ποιήματος (το οποίο αναγράφεται και πάνω στο χειρόγραφο της παρτιτούρας) αποδίδει το «μουσικό νόημα» του έργου:
Τώρα που η ξάστερη
νύχτα μονάχους
μας ηύρε απάντεχα,
και εκεί στους βράχους
σχίζεται η θάλασσα
σιγαλινά.
Είναι δύσκολο να αντισταθεί κανείς στον πειρασμό να συσχετίσει ερμηνευτικά την επιλογή του συγκεκριμένου ποιητικού κειμένου με τα πολιτικά γεγονότα που σημαδεύουν το ιστορικό και βιογραφικό συγκείμενο της σύνθεσης του κουαρτέτου. Όπως δηλώνεται στο εξώφυλλο του χειρογράφου, το έργο ολοκληρώθηκε την 25η Μαρτίου 1946, λίγες μόλις μέρες πριν την πορεία που διοργάνωσε το ΕΑΜ στην Αθήνα στο πλαίσιο του μποϊκοτάζ των εκλογών που είχαν προγραμματιστεί για την 31η Μαρτίου. Επικεφαλής της πορείας, ο Θεοδωράκης περικυκλώνεται και υφίσταται άγριο ξυλοδαρμό που τον οδηγεί στο νεκροτομείο. Θα επιζήσει για να γίνει μάρτυρας του νοθευμένου δημοψηφίσματος της 1ης Σεπτεμβρίου που θα επαναφέρει τον βασιλιά και θα οδηγήσει σχεδόν αναπόδραστα στην έναρξη του αδελφοκτόνου εμφυλίου πολέμου τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς. Στο πλαίσιο αυτό, η εικόνα της τρελής μάνας πάνω από τον τάφο όπου βρίσκονται τα δύο νεκρά παιδιά της, «ροδοστεφάνωτα, ασπροεντυμένα, […] αγκαλιασμένα μέσα εις την ύστερη αλησμονιά», αποκτά μια σχεδόν προφητική χροιά. Εύκολα μπορεί να αναγνωρίσει κανείς στη μουσική συμβολικές αναφορές ή/και ηχητικά ανάλογα στον συναισθηματικό αντίκτυπο μιας τέτοιας δυσοίωνης προοπτικής: η φωνητική μελωδία του πρώτου βιολιού συστρέφεται αρχικά μέσα σε ένα σκοτεινό, στατικά χρωματικό περιβάλλον, λες και παλεύει να ξεφύγει όχι μόνο από τον πυκνό αντιστικτικό ιστό που την περιβάλλει, αλλά και από την αδιέξοδη ημιτονιακή της μοίρα. Όταν τελικά τα καταφέρνει, βρίσκεται σε ένα περισσότερο δομημένο διατονικό περιβάλλον, προσπαθώντας διαρκώς να αντισταθεί στις χρωματικές παρεμβολές που απειλούν τη σταθερότητά του. Εν τέλει η μουσική δεν καταλήγει, απλά εγκαταλείπει με τη συνωμοτική υπόσχεση ενός αβέβαιου μέλλοντος πέρα από το ακουστικό της παρόν.
Σουίτα μπαλέτου «Ζορμπάς» για συμφωνική ορχήστρα, δύο μπουζούκια και μικτή χορωδία, σκηνές 21, 22 και 23 (1988)
Τον Δεκέμβριο του 1964, προβάλλεται στην Ελλάδα για πρώτη φορά η κινηματογραφική ταινία Alexis Zorbas ή Zorba the Greek σε παραγωγή και σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη και μουσική Μίκη Θεοδωράκη. Χρησιμοποιώντας το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη ως αφετηρία, αλλά αποκλίνοντας δραστικά από αυτό (ενδεικτικά, βλ. το σχετικό άρθρο του Ευρυπίδη Γαραντούδη στο περιοδικό Σύγκριση [τ. 19, 2008]), η ταινία αποτυπώνει την πορεία μύησης ενός ανώνυμου ελληνοβρετανού διανοούμενου στην κοσμοθεωρία του Αλέξη Ζορμπά, ενός αντισυμβατικού και βέβηλου κρητικού που προκρίνει το να ζει κανείς τη ζωή του με πάθος, απαλλαγμένος από ελπίδες και προσδοκίες. Η πορεία αυτή φαίνεται να τελεσφορεί με την εμβληματική καταληκτική σκηνή της ταινίας, στην οποία ο δεύτερος μαθαίνει στον πρώτο να χορεύει συρτάκι…
Κατόπιν παραγγελίας από την Όπερα της Βερόνας, ο Θεοδωράκης ολοκληρώνει τον Φεβρουάριο του 1988 τη σουίτα μπαλέτου Ζορμπάς για μικτή χορωδία, συμφωνική ορχήστρα, μέτζο σοπράνο, μπουζούκι και κλαρίνο. Στις 23 σκηνές του συμφωνικού πλέον Ζορμπά, ο συνθέτης ενσωματώνει θεματικό υλικό από την προγενέστερη σουίτα μπαλέτου Ελληνική Αποκριά (1947-1953), αλλά και από άλλα τραγούδια του (Μαρίνα, Στρώσε το στρώμα σου, Από το παράθυρό σου, Τον Παύλο και τον Νικολιό). Το έργο κάνει πρεμιέρα στις 6 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς στην Αρένα της Βερόνας.
Η τεράστια επιτυχία της παράστασης θα εξασφαλίσει για το έργο άλλες πέντε παραστάσεις στη Βερόνα τον Αύγουστο του 1990, ενώ έκτοτε, και μέχρι τις μέρες μας, θα γίνουν παγκοσμίως πάνω από 1000 παρουσιάσεις του έργου.
Ο ίδιος ο Θεοδωράκης το θεωρεί το πιο αντιπροσωπευτικό του έργο, καθώς πιστεύει ότι συνθέτει τις τρεις πιο αποφασιστικές επιδράσεις που σημάδεψαν τη διαμόρφωση της μουσικοσυνθετικής του ταυτότητας, την ευρωπαϊκή, την ελληνική και την κρητική (βλ. συνέντευξη στον Αστέρη Κούτουλα στις 23/8/1989 στη Βουδαπέστη). Η ρητή τοποθέτηση του συνθέτη επιβεβαιώνει την υπόρρητη ευθυγράμμιση της αισθητικής του συμφωνοποιημένου Ζορμπά με την ιδέα μιας υπερτοπικής ελληνικότητας ικανής να προσδιορίσει την ιδιότυπη συνεισφορά και θέση της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό και διεθνές πολιτισμικό γίγνεσθαι. Χαρακτηριστικότερα από όλες τις σκηνές της σουίτας, οι τρεις τελευταίες (21, 22, 23) διευρύνουν τον χορό του Ζορμπά, μεταξύ άλλων και μέσω της συμμετοχής της χορωδίας με μια επίκληση στον Διόνυσο:
Στις γιορτές του Διονύσου
Έχεις τον λαό μαζί σου
Γεια σου Κρήτη μάνα γη του Διονύσου
Ζορμπά αδελφέ του Διονύσου.
Επιτελώντας μουσικά αυτό που η καταληκτική σκηνή της κινηματογραφικής
ταινίας επιτελεί αφηγηματικά, ο συμφωνοποιημένος χορός του Ζορμπά αποκρυσταλλώνει το ιδιότυπο της προτεινόμενης ελληνικότητας ως προσδιοριστικού στοιχείου εθνικής ταυτότητας στη βάση μιας αμφίδρομης διαμεσολάβησης λαϊκού και έντεχνου.
Πέτρος Βούβαρης, Θεσσαλονίκη, 24.12.2017