skip to Main Content

Η παγκόσμια πρεμιέρα της «Ηλέκτρας» έγινε το 1995 στο Λουξεμβούργο, ενώ το λυρικό έργο στη συνέχεια παρουσιάστηκε, επανειλημμένως, στην Πολωνία, όπου μαγνητοσκοπήθηκε και μεταδόθηκε από το «Canal +.

Το 1996 η «Ηλέκτρα» παρουσιάστηκε στο Ηρώδειο (31/07) σε σκηνοθεσία Νίκου Κούνδουρου. Το έργο διεύθυνε ο συνθέτης. Ο ίδιος θα πει πριν δυο μήνες στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. «Η συνεργασία μου στο ανέβασμα της Ηλέκτρας με τον Νίκο Κούνδουρο μπορεί να σημάνει την απαρχή μιας νέας προσπάθειας, που θα φέρει το ευρύ ελληνικό κοινό κοντά στον κόσμο των νέων λυρικών έργων, που σε σχέση με το Άξιον Εστί, το Πνευματικό Εμβατήριο ή το Canto General ανήκουν κι αυτά στα μεγάλα λαϊκά ορατόρια, με τη διαφορά ότι εδώ έχουμε ένα νέο στοιχείο: το δράμα, τα τραγικά πρόσωπα, τις βίαιες συγκρούσεις και την εμφάνιση του αρχαίου χορού με σύγχρονους αισθητικούς τρόπους, που θα πρέπει να τον ταυτίζουν με την πνευματική και ψυχική φόρτιση του Έλληνα θεατή-ακροατή. Είθε αυτή η πρώτη απόπειρα -το πρώτο ουσιαστικό πείραμα προς την κατεύθυνση μιας λαϊκής λυρικής τραγωδίας- να μας φέρει όλους πιο κοντά στον άφταστο κόσμο των αρχαίων τραγικών και παράλληλα να σημάνει την αποκάλυψη ενός καινούριου νεοελληνικού μουσικού – ποιητικού – δραματικού κόσμου, που να εμπλουτίσει τη συμμετοχή και τη συνεισφορά μας στην εξέλιξη της μουσικής των λαών.»

Την ίδια χρονιά 1996 (22/10) Πρεμιέρα στη Γερμανία της Λυρικής Τραγωδίας «Ηλέκτρα» στο θέατρο της Χεβρώνας στη Βάδη-Βυρτεμβέργη. Ήταν μια παραγωγή του θεάτρου Πόζναν. Ο συνθέτης παρευρέθηκε στην παράσταση.

Το 1998 η «Ηλέκτρα» παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.

Το 1998 έγινε η ηχογράφηση του έργου, υπό τη διεύθυνση του Μ. Θεοδωράκη, στην Πετρούπολη και το CD κυκλοφόρησε στις αρχές Ιουνίου.

Στις 11 Ιουνίου του 2000 παρουσιάστηκε στο Carnegie Hall «Κάρνεγκι Χολ» της Ν. Υόρκης, με σολίστ τους: Μ. Ιασωνίδου, Ι. Φόρτη, Τάση Χριστογιαννόπουλο, Κ. Γερμανού, Χατζησίμο. Συμμετείχαν η Συμφωνική Ορχήστρα του Μανχάταν και οι Χορωδίες Nyack College και Russian Chamber Chorus, υπό τη διεύθυνση του Πίτερ Τιμπόρις.

Η επιτυχία της παράστασης ήταν θριαμβευτική. Το κοινό, Έλληνες και Αμερικανοί πολίτες, χειροκρότησε με ενθουσιασμό τους συντελεστές, ενώ οι New York Times δημοσίευσαν θερμότατη κριτική. Η εφημερίδα, ύστερα από μία αναδρομή στην πορεία του Μ.Θ. στο χώρο της συμφωνικής μουσικής -από τα φοιτητικά του χρόνια στο Παρίσι και τις πρώτες μεγάλες του επιτυχίες στο Κόβεν Γκάρντεν έως τη δημιουργία των μεγάλων συμφωνικών του έργων και τη σύνθεση των Μήδειας, Ηλέκτρας και Αντιγόνης- κάνει λόγο για μουσική με ιερατική μεγαλοπρέπεια. Καταλήγοντας, επισημαίνει: Ο Θεοδωράκης με το έργο του ανακαλεί το πνεύμα της ελληνικότητας.

Στις 24-11-2008 παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών σε μορφή συναυλίας με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Κρατικής Ακαδημίας Καπέλα της Αγίας Πετρούπολης και διεύθυνε ο ίδιος ο συνθέτης.


Εν όψει της συναυλίας ο Μίκης Θεοδωράκης έδωσε την παρακάτω συνέντευξη στο ΒΗΜΑ (ΚΑΤΙΑ ΑΡΦΑΡΑ) 24 Νοεμβρίου 2008:

“Ζούμε σε μια πνευματική Σαχάρα”

Μια σύγχρονη όπερα. ‘Η ακριβέστερα μια λυρική τραγωδία. Ετσι ονομάζει το έργο του ο συνθέτης του Μίκης Θεοδωράκης που διάλεξε τον σοφόκλειο μύθο για να επικοινωνήσει μουσικά με «αρχέτυπα χαρακτήρων, συναισθημάτων και καταστάσεων». Πρόκειται για την «Ηλέκτρα», το δεύτερο έργο της τριλογίας του «Μήδεια – Ηλέκτρα – Αντιγόνη» που ανέβηκε για πρώτη φορά το 1995 στο Λουξεμβούργο από την όπερα του Poznan. Στη συνέχεια παρουσιάστηκε σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις ενώ δύο χρόνια αργότερα ανέβηκε στο Ηρώδειο σε σκηνοθεσία Νίκου Κούνδουρου. Η «Ηλέκτρα» του Μίκη Θεοδωράκη παρουσιάζεται σήμερα στο Μέγαρο Μουσικής σε μορφή κοντσερτάντε με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Κρατικής Ακαδημίας Καπέλα της Αγίας Πετρούπολης. Το λιμπρέτο έχει γράψει ο Σπύρος Ευαγγελάτος από την ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή κατά τη μετάφραση του Κ. Χ. Μύρη. Ο συνθέτης, ο οποίος σήμερα διευθύνει ο ίδιος την Ορχήστρα στο Μέγαρο Μουσικής ­ στην πρώτη συναυλία της περασμένης Παρασκευής την Ορχήστρα διηύθυνε ο Αλεξάντρ Τσερνουσένκο ­ αποκαλύπτει στο «Βήμα» τους «δρόμους» που τον οδήγησαν στη δημιουργία της λυρικής τραγωδίας του.

­ Τι σημαίνει «γράφω όπερα πάνω σε αρχαία τραγωδία»;

«Αποφάσισα να προχωρήσω στην ολοκληρωμένη μουσική σύνθεση με βάση την αρχαία τραγωδία μονάχα όταν θεώρησα ότι είμαι ώριμος να το πράξω. Ως τότε δεν είχα αντιμετωπίσει το πρόβλημα της μουσικής έκφρασης του προσώπου. Και κατ’ επέκτασιν περισσοτέρων προσώπων-χαρακτήρων (όπως αυτά που συναντάμε στις τραγωδίες) βγαλμένων μέσα από τους μύθους και συνεπώς υπερυψωμένων στο βάθρο του Αρχετύπου. Αυτό σημαίνει ότι ακολουθώντας τις δαιδαλικές εξελίξεις του εσωτερικού κόσμου της Μήδειας ή της Ηλέκτρας αγγίζεις τον πυρήνα του ανθρώπινου χαρακτήρα, εκεί, στη μυστηριακή περιοχή, όπου κρύβεται το μυστικό της δημιουργίας.

Είναι ο άνθρωπος γεννημένος κατ’ εικόνα και ομοίωση του νόμου της συμπαντικής αρμονίας; Και με ποιο τίμημα μπορεί να συνενωθεί με το κέντρο αυτής της αρμονίας για να γίνει ουσιαστικά φως; Νομίζω ότι στα τελευταία δευτερόλεπτα της «Ηλέκτρας» η ηρωίδα γίνεται πράγματι φως. Δηλαδή, κερδίζει την ολοκλήρωσή της πληρώνοντας το αβάσταχτο τίμημα της συμμετοχής της στη μητροκτονία».

­ Ποια είναι η σχέση σας ως συνθέτη με το τραγικό και την τραγωδία;

«Είμαι νεοέλληνας, άρα έχω και εγώ καταβάλει το αβάσταχτο τίμημα μαζί με όσους συμμετείχαν εθελοντικά στη δίνη των δραματικών γεγονότων για να κερδίσω τη δωρεά της βιωμένης τραγωδίας».

­ Μπορεί η «Ηλέκτρα» να λειτουργήσει σήμερα ως φορέας «θρησκευτικής ιεροτελεστίας», όπως χαρακτηριστικά αναφέρετε στο προλογικό σημείωμά σας στο πρόγραμμα του Μεγάρου Μουσικής;

«Με την προϋπόθεση ότι η «Ηλέκτρα» καθώς και οι υπόλοιπες δύο τραγωδίες, η «Μήδεια» και η «Αντιγόνη» είναι έργα ζωντανά και στέρεα για να αντιμετωπίσουν τη διαδικασία του χρόνου και της αποδοχής από τον παραλήπτη λαό, η διαδικασία ουσιαστικής επιρροής πιστεύω ότι θα είναι μακρά.

Χρειάζονται δημόσιες εκτελέσεις, ηχογραφήσεις, αναλύσεις, συζητήσεις. Παράλληλα είναι απαραίτητο να πνευματοποιηθεί η εθνική μας ζωή που δυστυχώς εδώ και δύο-τρεις δεκαετίες έχει «κάτσει» επάνω σε ένα αφυδατωμένο ξηρό έδαφος, θα έλεγα σε μια πνευματική Σαχάρα, οπότε είναι αστείο να μιλάμε για «θρησκευτικές ιεροτελεστίες» που, αν μη τι άλλο, προϋποθέτουν εσωτερική ενάργεια, πνευματική και ψυχική ανάγκη για πετάγματα επάνω από την καθημερινή ρουτίνα μιας ζωής μίζερης, χωρίς ιδανικά και ομορφιά».

­ Ποια είναι η νέα διάσταση που προσδίδετε στον σοφόκλειο μύθο;

«Οπως ήδη είπα, έχουμε να κάνουμε με αρχέτυπα. Αρχέτυπα χαρακτήρων, συναισθημάτων και καταστάσεων. Δοκιμάζονται τα όρια της ανθρώπινης υπόστασης. Οι διαδρομές που θα πρέπει να ακολουθήσει ο συνθέτης σχολιάζοντας μουσικά την εξέλιξη του μύθου τον υποβάλλουν σε μια υπέρτατη πνευματική δοκιμασία. Το εγχείρημα είναι συναρπαστικό για τον δημιουργό. Μακάρι ένα τμήμα από αυτή την πνευματική έξαρση να φθάσει και στον ακροατή…».

­ Είναι η όπερα ένας τρόπος μη συμβατικού ανεβάσματος της αρχαίας τραγωδίας;

«Η όπερα έχει πάνω-κάτω τέσσερις αιώνες ύπαρξης. Βέβαια υπάρχουν πολλά είδη όπερας, πολλές σχολές, πολλοί συνθέτες που διαφέρουν ριζικά μεταξύ τους. Εγώ ονομάζω τα έργα μου λυρικές τραγωδίες… Η ύπαρξη όμως των κοινών γνωστών μέσων, όπως λ.χ. των μονωδών, των χορωδών και κυρίως της συμφωνικής ορχήστρας, παραπέμπει, θέλουμε δεν θέλουμε, τα έργα αυτά στην κοινώς νοούμενη όπερα.

Θα πρέπει στο μέλλον να υπάρξει μια εντελώς πρωτότυπη σκηνική και σκηνοθετική αντιμετώπιση ώστε οι λυρικές τραγωδίες να αρχίσουν να διαφοροποιούνται από τη δυτική παράδοση της όπερας.

Ακόμη προσβλέπω σε κάποια «ελληνοποίηση» του τρόπου με τον οποίο θα τραγουδούν οι λοιποί μονωδοί ώστε να πλησιάσουν κατά το δυνατόν τον τρόπο εκφοράς των φωνηέντων κυρίως αλλά και των συμφώνων των κλασικών, λαϊκών και δημοτικών τραγουδιών μας, για να ερμηνεύσουν όσο γίνεται πιστότερα τα κείμενα.

Τέλος, η πρωταγωνιστική θέση της Χορωδίας που εκπροσωπεί τον αρχαίο χορό ­ μοναδική σε σχέση με την παράδοση της όπερας ­ θέτει στον σκηνοθέτη εντελώς καινούργια προβλήματα, κυρίως κίνησης και ισότιμης προς τους μονωδούς συμμετοχής. Θα χρειασθεί ίσως καιρός ώσπου να καταλήξουμε σε μια παράσταση που να έχει εντελώς δικά της ­ άγνωστα ως τώρα ­ χαρακτηριστικά.

Οι δικές μου φιλοδοξίες φθάνουν ως και στη δημιουργία ενός νέου χώρου ­ κατά το πρότυπο των αρχαίων θεάτρων ­ που όμως να λαμβάνει υπόψη του τις ιδιαίτερες μουσικοηχητικές απαιτήσεις αυτών των έργων».

­ Γιατί η «Ηλέκτρα» ανεβαίνει στο Μέγαρο Μουσικής σε μορφή συναυλίας;

«Το Μέγαρο, όπως είναι γνωστό, έχει προγραμματίσει για τον Οκτώβριο του 1999 το σκηνικό ανέβασμα της νέας όπεράς μου, της «Αντιγόνης». Η «Ηλέκτρα» ανεβαίνει με την ευκαιρία της ηχογράφησης που έκανα τον περασμένο Απρίλιο στην Αγία Πετρούπολη. Ετσι η Συμφωνική Ορχήστρα, η Χορωδία και οι μονωδοί της State Academic Capella του St. Petersburg θα έρθουν να εκτελέσουν ένα έργο που ήδη γνωρίζουν καλά.

Η παρουσίασή του σε μορφή κοντσερτάντε (συναυλιακή) έχει το πλεονέκτημα ότι η ακρόαση της μουσικής κυριαρχεί 100% επί του ακροατή ενώ στην περίπτωση της σκηνικής παρουσίας ο ακροατής-θεατής αποσπάται κατά ένα μεγάλο μέρος από το καθαρά μουσικό άκουσμα.

Στην προσεχή παρουσίαση της «Ηλέκτρας» στο Μέγαρο θα υπάρχει φωτεινός πίνακας πάνω από την ορχήστρα ώστε να προβάλλεται ανάγλυφος ο λόγος όπως τον μετέφρασε ο Κ. Χ. Μύρης και τον μετέτρεψε σε λιμπρέτο ο Σπύρος Ευαγγελάτος. Με λίγη φαντασία νομίζω ότι ο ακροατής μπορεί να παρακολουθεί την τραγική πλοκή που ασφαλώς του είναι οικεία».

­ Τρία χρόνια από την παγκόσμια πρεμιέρα της «Ηλέκτρας». Αισθάνεστε ικανοποιημένος από την ως σήμερα πορεία της;

«Γνωρίζω ότι στην περιοχή της συμφωνικής μουσικής δεν έχω πολλούς φίλους στην Ελλάδα. Για τον λόγο αυτόν κατανοώ τις αντιστάσεις, τα εμπόδια και τις δυσκολίες. Θεωρώ ότι ήδη αυτό που έγινε ως τώρα είναι αρκετά σημαντικό, δεδομένου ότι έργα όπως η «Ηλέκτρα» και η «Μήδεια» (που ανέβηκε και αυτή στο Ηρώδειο) είναι πολυδάπανα. Βέβαια είναι μεγάλη χαρά για τον δημιουργό να βλέπει το έργο του να παίζεται. Οταν όμως πήρα την απόφαση στα 1988 να συνθέσω τρεις όπερες, βυθίστηκα κυριολεκτικά στη σύνθεσή τους ­ για περίπου επτά συνεχή έτη ­ μόνο και μόνο για την ευτυχία της δημιουργίας, χωρίς να προγραμματίζω, χωρίς να ελπίζω, χωρίς στο βάθος ακόμη ακόμη και να επιδιώκω τίποτε. Ετσι ό,τι γίνεται γίνεται θα έλεγα εκ περισσού… Γι’ αυτό στο βάθος δεν είμαι απλώς ευχαριστημένος. Είμαι ευγνώμων γιατί μπορώ να βλέπω να παίρνουν σάρκα και οστά (ηχητικά βεβαίως) τα πιο μυστικά, απόκρυφα και ακριβά καλλιτεχνικά όνειρά μου».

Back To Top