skip to Main Content

«Σύντροφε Μάνο, Κρητικόπουλο, Ερωτόκριτέ μας, άξιε γιε της Ρωμιοσύνης

Έρωτας είσαι και ομορφιά και λεβεντιά και αγάπη

στο μπόι σου παίρνει μέτρο η ανθρωπιά και η τέχνη

μες τη φωνή σου ακέριος ο λαός βρίσκει την πιο σωστή φωνή του

μες τη φωνή σου πέντε αηδόνια,

τρεις αητοί κι ένα λιοντάρι δένουν τη φιλία του κόσμου.

Σύντροφε Μάνο,

εσένανε σου πρέπουν αψηλόκορμοι ύμνοι σαν τον πάππο σου τον Ψηλορείτη,

λόγια τρανά για την αντρειά σου και την τέχνη σου,

καθώς αυτά στις ραψωδίες του Ομήρου,

όμως εγώ φτωχές ακούω τις λέξεις μου μπροστά στην ελατόφυτη καρδιά σου,

κι έτσι, μονάχα δέκα στίχους σου αφιέρωσα κι ένα μεγάλο

“Γεια σου ωρέ Λεβεντο-Μάνο”,

ένα μεγάλο “Γεια σου” που αναβλύζει απ’ τις καρδιές

κι από τα στόματα όλων των συντρόφων»

 

Γιάννης Ρίτσος “Στο Μάνο Κατράκη” 14 IV 81


2/09/1984: Έφυγε ο Μάνος Κατράκης (Καστέλι Χανίων 1908 – Αθήνα 1984), μια επιβλητική φυσιογνωμία, του θεάτρου και του κινηματογράφου, ένας ανυπότακτος αγωνιστής, ένας λεβέντης Κρητικός.

Ψηλός, ευθυτενής, με χαρακτηριστική ηχηρή φωνή έγινε ο Αναγνώστης που κόσμησε το Άξιον Εστί. «Για μένα –θα πει ο Μίκης Θεοδωράκης- δεν υπήρχε δεύτερη σκέψη: Μάνος Κατράκης… Κι ας μην ξεχνάμε πως ο Κατράκης τότε ήταν κόκκινο πανί. Πόσοι άλλοι άραγες ηθοποιοί και καλλιτέχνες είχαν πάει στο Μακρονήσι; Περάσαμε ώρες πολλές ο Ελύτης, ο Κατράκης κι εγώ, στο στούντιο της Κολούμπια, έως ότου βρεθεί το σωστό ύφος, που να ταιριάζει με την ποίηση αλλά και με τον γενικό ήχο του έργου. Η ιδέα του Αναγνώστη, δηλαδή η παρουσίαση κειμένων στο δίσκο ήταν δική μου. Και γιατί, όπως είπα, ήθελα να είμαι πιστός στη μορφή της εκκλησιαστικής παράδοσης, δηλαδή στη λειτουργία, αλλά και γιατί πίστευα ότι το μεγάλο κοινό θα πρέπει να μυηθεί στον ποιητικό λόγο, όταν μάλιστα είχε να κάνει με τη μνήμη του λαού μου, που λέει και ο ποιητής. Ήθελα οι επόμενες γενιές να έχουν σαν Ευαγγέλιό τους τα σύγχρονα πάθη της φυλής : την Αλβανία, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο.»

Με το Μίκη Θεοδωράκη συμπατριώτες, συναγωνιστές και συνοδοιπόροι βρέθηκαν μαζί και στον αγώνα και στην τέχνη. Από τα μεγάλα έργα που συνεργάστηκαν εκτός από το «Άξιον Εστί» ήταν και το «Τραγούδι του νεκρού αδερφού».


Μίκης Θεοδωράκης – Μάνος Κατράκης “Ελάτε μ’ έναν πόθο” (1974)

 

Κηδεία Μάνου Κατράκη. Ο Μ. Θεοδωράκης με τον Γ. Ρίτσο.
Οδυσσέας Ελύτης, Μάνος Κατράκης, Μίκης Θεοδωράκης (1974)

 

Οδυσσέας Ελύτης – Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ, (Άξιον Εστί) – Μάνος Κατράκης


Βιογραφικά στοιχεία

Ο Μάνος Κατράκης, κορυφαίος πρωταγωνιστής και θιασάρχης, γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου 1908 στο Καστέλι Κισσάμου της Κρήτης. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης.

Το 1919 η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα, όπου ο Μάνος, που από μικρός είχε δείξει το υποκριτικό ταλέντο του, εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή. Έκανε το ντεμπούτο του σε ηλικία μόλις 18 ετών.

Τέλη του ‘20 εντάχθηκε στο Θίασο της Ελευθέρας Σκηνής της Μαρίκας Κοτοπούλη, του Σπύρου Μελά και του Μήτσου Μυράτ. Το 1930 συνεργάστηκε με το Λαϊκό Θέατρο του Β. Ρώτα και το 1932 προσλήφθηκε στο νεοϊδρυόμενο Εθνικό Θέατρο, όπου ερμήνευσε μεταξύ άλλων τον Κορυφαίο στον Αγαμέμνονα και τον Κρητικό στη Βαβυλωνία. Το 1934 συνεργάστηκε με τον Β. Αργυρόπουλο και το 1935 ξανά με τη Μ. Κοτοπούλη, για να επιστρέψει, την ίδια χρονιά στο Εθνικό Θέατρο. Το 1943 ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και από τη θέση αυτή συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946, οπότε επέστρεψε στο Εθνικό. Εκδιώχθηκε, όμως, ένα χρόνο αργότερα, λόγω των αριστερών πεποιθήσεών του. Αρνούμενος να υπογράψει «δήλωση μετανοίας», εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη.

Επέστρεψε στην Αθήνα το 1952, διοργανώνοντας «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη. Ξανανέβηκε στη σκηνή με το θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, λίγο αργότερα με τον θίασο του Αδαμάντιου Λεμού και αμέσως μετά με τον Θυμελικό Θίασο του Λίνου Καρζή (Προμηθεύς Δεσμώτης). Στη συνέχεια και μέχρι το 1955 εμφανίστηκε με την Κυβέλη και αμέσως μετά συγκρότησε δικό του θίασο με την Ασπασία Παπαθανασίου (Ευγενία Γκραντέ, Βαθιές είναι οι ρίζες, Το κορίτσι με το κορδελάκι κ.ά). Το 1955 ίδρυσε το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο και εγκαταστάθηκε στον υπαίθριο χώρο του Πεδίου του Άρεως, τον οποίο εγκαινίασε με τον Αγαπητικό της Βοσκοπούλας. Καθώς το 1968 του έγινε έξωση από το Πεδίο του Άρεως, ο Κατράκης συνέχισε την πρωταγωνιστική του πορεία, πότε με το θίασό του, πότε με άλλους πρωταγωνιστές. Το 1972 επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο και πρωταγωνίστησε στον Οθέλλο και τον Δον Κιχώτη, και στην Επίδαυρο στον Οιδίποδα Τύραννο (1973) και στον Προμηθέα Δεσμώτη (1974).

Αργότερα, συνεργάστηκε με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, το ΚΘΒΕ, για να επανιδρύσει το 1977 το ΕΛΘ, ανεβάζοντας έργα Αρμπούζοφ (Φθινοπωρινή ιστορία με την Έλλη Λαμπέτη), Γκόρκι (Οι Τελευταίοι), Μπρεχτ (Συντροφιά με τον Μπρεχτ, με τη Μελίνα Μερκούρη), Λέοναρντ (Ντα), Μασάρι (Ταμπού) και τη Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη του Νικηφόρο​υ Βρεττάκου. Η τελευταία του εμφάνιση έγινε το 1984 στο Ηρώδειο, με το μουσικό έργο του Θόδωρου Αντωνίου Προμήθεια.

Λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας Ταξίδι στα Κύθηρα, με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο, άφησε την τελευταία του πνοή, στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, χτυπημένος από καρκίνο των πνευμόνων.

Βιογραφικά στοιχεία πηγή: sansimera.gr

Back To Top