skip to Main Content
Συνέντευξη του Μίκη Θεοδωράκη στο Γιώργο Λιάνη στα ΝΕΑ, 23 Μαΐου 2009.

Το σπίτι είναι σιωπηλό. Στο πάνω πάτωμα ζει η Μυρτώ, η γυναίκα του Μίκη. Εξήντα πέντε χρόνια μαζί. Ο μεγάλος έρωτας της ζωής του. Ο Μίκης τις περισσότερες ώρες της ημέρας είναι στο ισόγειο. Μια κουβέρτα στα πόδια, ένα πούρο που ποτέ δεν ανάβει και μια μικρή γύψινη προτομή του Στάλιν που μοιάζει να περιπαίζει τα πάντα.Τώρα άχραντη σιωπή. Στο μέσα δωμάτιο αισθάνεσαι την παρουσία της γραμματέως του. Η γραμματέας του Μίκη. Αλλά τι γραμματέας. Η σκιά του, η ανάσα του, ο αστυνομικός του, η νοσηλεύτριά του. Όταν ο Μίκης αρχίζει και μιλάει, όλα αποκτούν υπόσταση. Οι μνήμες, οι χαρές, οι λύπες. Ευωδιάζουν.

Πριν από λίγα χρόνια ο Μίκης μου ΄λεγε ότι μέσα στο σπίτι συχνά τον παρακολουθεί ένας «τύπος» που κάθεται απέναντι και του κλείνει κάθε τόσο το μάτι. «Ποιος είναι;» τον ρώτησα. «Ο θάνατος», μου απάντησε!

Ο Μίκης. Έζησε έτσι ακριβώς όπως πρέπει να ζει ένας αληθινός άνθρωπος. Προκαλώντας το μέλλον.

«Ουρλιάζοντας ζωή και τέχνη».

Νιώθω ότι ποτέ μας δεν ξοφλήσαμε το Χρέος απέναντί του. Κι εγώ προσωπικά. Αλλά συνεχίζω απτόητος.

Αυτή θα πρέπει να είναι η πεντηκοστή συνέντευξη. Τι να τον ρωτήσω απόψε;

Το μόνο για το οποίο θα ήθελα να τον ρωτήσω είναι πώς «γεωμετρεί» το τέλος του. Λες και διάβασε τις σκέψεις μου και άρχισε να μου λέει: «Θα ΄θελα όταν το ποσοστό της ζωής που μου αναλογεί το ΄χω ξοδέψει όλο κι έρθει το τέλος, να μην είμαι στην απέραντη μοναξιά.

Θα ΄θελα να έχω ενδοεπικοινωνία με τον πατέρα μου και τον αδελφό μου. Αιώνια ενδοεπικοινωνία. Θα ΄ναι κάτι υπέροχο». Καθαρό χειμωνιάτικο σούρουπο. Απέναντι ο ήλιος κόκκινος βασιλεύει πάνω στην Ακρόπολη. Ο Ήλιος και ο Χρόνος. Ο Μίκης.

 

Πώς κρίνεις τα γεγονότα του περασμένου Δεκεμβρίου;

Μ.Θ.: Το αν τα γεγονότα αυτά είχαν βάθος, πλάτος και δυναμική, φαίνεται από τον αντίκτυπό τους σε βάθος χρόνου, δηλαδή σήμερα. Ήταν μια μαζική εξέγερση της μαθητικής (κυρίως) και της φοιτητικής νεολαίας εξαιτίας των χρόνιων προβλημάτων που ταλαιπωρούν τη μονίμως ανάπηρη Παιδεία μας, που κορυφώθηκε με τον άδικο θάνατο του νεαρού μαθητή. Πίσω όμως από αυτόν τον ξεσηκωμό που ξεκίνησε με καταλήψεις σχολών και σχολείων υπήρξαν τα κόμματα της Αριστεράς (κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ) και πλήθος από αριστερίστικα γκρουπούσκουλα, των οποίων η ιδεολογικοπολιτική συμβολή δεν έφθανε σε βάθος, αρκούμενη σε μια ριζοσπαστική- αντιδεξιά συνθηματολογία.

Βεβαίως, την εξέγερση αυτή την εκμεταλλεύτηκαν ως συνήθως ποικίλες ομάδες αναρχικών, κουκουλοφόρων αναμεμειγμένων με ύποπτους τύπους που μεταβάλανε το κέντρο της Αθήνας σε μια βομβαρδισμένη πόλη, γεγονός που μας άφησε άφωνους, γιατί επρόκειτο για κάτι πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα. Άφωνους, προβληματισμένους και ανήσυχους, δεδομένου ότι από την άλλη πλευρά της κυβερνητικής εξουσίας διαπιστώσαμε μια απίστευτη παθητικότητα, που μας έπεισε ότι η χώρα μας πάσχει βαρύτατα. Γεγονός για το οποίο θεωρώ ότι φταίμε όλοι και όλες, μιας και αφήσαμε τη χώρα μας να γλιστρήσει σ΄ έναν κατήφορο στον οποίο δεσπόζει η αδιαφορία και η ανευθυνότητα, ασχολούμενοι με τα δευτερεύοντα και τα άσχετα και γυρίζοντας την πλάτη στα κύρια και τα σημαντικά.

Τι ορίζεις εσύ ως Αριστερά σήμερα; Γιατί αυτή η Αριστερά επικαλείται συνεχώς τον δικομματισμό. Μια ενωμένη Αριστερά δεν σημαίνει κατάργηση του δικομματισμού;

Το γεγονός ότι εδώ και δεκαετίες κυριαρχεί ο δικομματισμός οφείλεται κυρίως στην ίδια την ιστορική Αριστερά και βασικά στις κατά καιρούς ηγεσίες. Σήμερα χτυπούν τον δικομματισμό, λες και είναι κάτι που μας επεβλήθη από κάποιες μυστηριώδεις δυνάμεις, ενώ οφείλεται, όπως είπα, αποκλειστικά και μόνο σ΄ εμάς τους ίδιους τους αριστερούς. Όσο για το τι θα μπορούσε να είναι σήμερα και τι θα ήταν ικανή να κάνει, το ερώτημα αυτό απαιτεί «θεϊκές» ιδιότητες για να απαντηθεί. Μιας και το χάσμα διαρκώς διευρύνεται μεταξύ των δύο κομμάτων και έτσι δεν βλέπω δυστυχώς δυνατότητα στο εγγύς μέλλον να μεγαλώνει ο ρόλος της Αριστεράς σε βαθμό που να μπορεί να επηρεάσει αποτελεσματικά τις πολιτικές μας εξελίξεις.

Πώς νομίζεις ότι υπερβαίνουμε τη συνολική κρίση που μαστίζει σήμερα την Ελλάδα;

Δυστυχώς το κύριο μέλημα των κομμάτων που μας κυβέρνησαν έως σήμερα υπήρξε η κατάκτηση και διατήρηση της εξουσίας. Έτσι το μεγαλύτερο και ζωτικότερο μέρος ηγεσιών και λαού καταναλώθηκε σ΄ έναν πυγμαχικό αγώνα που συνεχίζεται, με τα φώτα στραμμένα στο ρινγκ και με τα προβλήματα να χρονίζουν και να σαπίζουν.

Από την άλλη πλευρά τα πιο νευραλγικά κέντρα του εθνικού μας οργανισμού, συνδικάτα, σωματεία, ΔΕΚΟ, ΜΜΕ, κράτος κ.λπ., έχουν καταληφθεί από τους ημέτερους του ενός κυρίως εκ των δύο πυγμάχων, η κομματικοποίηση και η φανατικοποίηση των οποίων δεν τα εμποδίζει εντούτοις να θέτουν τα δικά τους συντεχνιακά συμφέροντα υπεράνω όλων, ακόμα και του κόμματος στο οποίο υποτίθεται ότι ανήκουν.

Το αποτέλεσμα είναι ότι δημιουργείται ένα σύστημα- καρκίνωμα από το οποίο εξαρτώνται κάθε είδους ζωτικές αποφάσεις. Επομένως, η συνολική κρίση που μαστίζει σήμερα την Ελλάδα, όπως λέτε, οφείλεται στην ύπαρξη και τον κυριαρχικό ρόλο και την παρουσία αυτού του συστήματος- καρκινώματος, που μπορεί σήμερα να αποτελεί τροχοπέδη για τη Ν.Δ. και που όμως είναι περισσότερο από βέβαιο ότι θα αντιδράσει ακόμα πιο άγρια στην περίπτωση που μια κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ θα θελήσει να θίξει τα συμφέροντά του. Με άλλα λόγια, η εξαντλητική προβολή του εθνικού ρινγκ και της δικομματικής πυγμαχίας από τα ΜΜΕ κυρίως αποχαύνωσε λαό και κυβερνήτες, σε βαθμό που αφήσαμε τον γάμο και μας… πνίξανε τα πουρνάρια.

Το πιθανότερο σενάριο είναι ο Γιώργος Παπανδρέου να είναι πρωθυπουργός της χώρας. Τι θα συμβούλευες;

Όπως φαίνεται, τα 2-3 χρόνια που έρχονται θα είναι τα χειρότερα για την παγκόσμια οικονομία και φυσικά και για την ελληνική. Γι΄ αυτό ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τη βιασύνη της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ να θέλει να βγάλει το φίδι από την τρύπα. Διότι περί αυτού πρόκειται.

Τον Γιώργο Παπανδρέου τον αγαπώ και τον εκτιμώ και λυπάμαι πραγματικά που θα πέσει όχι στα βαθιά νερά όπως λένε, αλλά στο μάτι του κυκλώνα, γιατί είναι βέβαιο ότι ο άνεμος της κρίσης που σαρώνει και τις ευρωπαϊκές χώρες θα φθάσει κάποτε κι εδώ.

Στην Ισπανία οι εφημερίδες είναι γεμάτες με αγγελίες ανέργων που πουλάνε τα ζωτικά τους όργανα. Φανταστείτε να γίνει το ίδιο κι εδώ και τότε το ΠΑΣΟΚ θα διαπιστώσει πόσο φιλικά είναι τα «δικά του φρούρια» για τα οποία καμαρώνει σήμερα, σε περίπτωση που θα υποχρεωθεί να πάρει μέτρα που θα θίγουν τα συντεχνιακά τους συμφέροντα. Ας μη γελιόμαστε. «Αυτή είναι η Ελλάδα», όπως είπε και ο κ. Σημίτης και αυτή την Ελλάδα θα υποχρεωθεί και ο Γιώργος Παπανδρέου να κυβερνήσει. Ως φίλος δεν μπορώ παρά να του ευχηθώ να πετύχει… Θα πρέπει όμως, έτσι τουλάχιστον πιστεύω, να οπλιστεί με τη νοοτροπία του Ηρακλή, όταν βρέθηκε μπροστά στους στάβλους του Αυγείου χωρίς να υπολογίζει εχθρούς ή φίλους. Κυρίως φίλους…
«Όλοι εμείς αποβλακώσαμε τον κόσμο»

«Τα τραγούδια μου είναι πια εκτός εποχής»

Υπηρετείς την Τέχνη επτά δεκαετίες. Τι είναι λοιπόν η Τέχνη για σένα;

Η Τέχνη είναι διάλογος ανάμεσα στον δημιουργό και ένα συγκεκριμένο κοινό στο οποίο απευθύνεται. Αν αυτή η «αρχή» αφορά όλα τα είδη της Τέχνης, για το τραγούδι είναι άμεση και καταλυτική, μιας και ο τραγουδοποιός έχει ως κύριο σκοπό να τραγουδηθεί κατ΄ αρχάς από το συγκεκριμένο κοινό του τόπου και της εποχής του. Περνώντας στην εποχή μας, όπου οι κάθε είδους αλλαγές συντελούνται με όλο και πιο γρήγορους ρυθμούς, κυρίως λόγω της εμποροβιομηχανοποιήσεως των τραγουδιών, είναι φυσικό τα είδη του τραγουδιού να αλλάζουν, όχι πια από εποχή σε εποχή αλλά σχεδόν από χρόνο σε χρόνο. Αν θέλουμε λοιπόν να είμαστε ρεαλιστές, τότε θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι από την άποψη της αμεσότητας και της λειτουργικότητας κάθε εποχή έχει τα δικά της τραγούδια και τους δικούς της τραγουδοποιούς. Που όσο περισσότερο διεθνοποιείται η ζωή μας (οπότε οι ξένες επιδράσεις γίνονται πιο άμεσες) τα χάσματα από είδος σε είδος τραγουδιού, δηλαδή από χρόνο σε χρόνο, γίνονται ολοένα και πιο βαθιά, έτσι που να παύει τελικά η όποια σχέση με το παρελθόν.

Αντιλαμβάνομαι τι πρόκειται να επακολουθήσει. Ας το πούμε πιο καθαρά. Πότε ως τραγουδοποιός λειτούργησες σωστότερα;

Σε ό,τι με αφορά, ως τραγουδοποιός πιστεύω ότι λειτούργησα σωστά, δηλαδή σε διάλογο ζωντανό με το κοινό της εποχής μου, που το τοποθετώ στη δεκαετία του ΄60 και λίγο μετά. Ήδη από τη μεταπολίτευση και μετά η ιδιοσυγκρασία μου δεν μου επέτρεψε να παρακολουθήσω τις νέες εξελίξεις και κυρίως τις νέες συνήθειες, νοοτροπίες και κοινωνικοπολιτικές συμπεριφορές των συμπατριωτών μου.

Το 1958 νομίζω οι Έλληνες αρχίσαμε να γνωρίζουμε τα «παιδιά» που γεννήθηκαν από τον υμέναιό σου με τους ποιητές. Πρώτα πρώτα με τον «Επιτάφιο».

Το γεγονός ότι ο «Επιτάφιος» (1958) είχε αιφνιδίως την απήχηση που είχε, αυτό είναι κάτι που έγινε χωρίς να το περιμένω και ούτε και να το επιδιώξω. Άλλωστε πώς είναι δυνατόν να φανταστώ ότι θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός από το μεγάλο κοινό ένας… μακάβριος τίτλος, που κάθε άλλο παρά παραπέμπει στη διασκέδαση.

Έτσι το ένα έργο έφερνε το άλλο, πάντα σε πολύ στενό και δημιουργικό διάλογο με το πλατύ ελληνικό κοινό κάθε κοινωνικής τάξεως, νοοτροπίας και αγωγής. Έγινα δηλαδή «λαϊκός» με την έννοια της πάνδημης αποδοχής του έργου μου.

Αλλά και τώρα, μετά τα ογδόντα σου, γράφεις ακόμα τραγούδια. Ποια αναγκαιότητα σε ωθεί σε αυτό;

Εξακολουθώ να γράφω τραγούδια και κύκλους τραγουδιών γιατί τα θεωρώ ως ένα κομμάτι του συμφωνικού μου έργου, πράγμα που σημαίνει ότι ο ιδεώδης συνομιλητής μου και αποδέκτης δεν μπορεί να είναι πια το πλατύ κοινό, αλλά ο ίδιος ο εαυτός μου και όσοι μου μοιάζουν και επομένως με γνωρίζουν και με αγαπούν πάνω από μόδες, λαϊκά κέντρα, πωλήσεις δίσκων, σουξέ και άλλα τινά. Δεν μπορώ φυσικά να γνωρίζω- τώρα μάλιστα που ζω απομονωμένος- ποιοι και πόσοι μπορεί να είναι αυτοί.

Back To Top