Προσωπική μαρτυρία: Ελένη Καραΐνδρου, Συνθέτης
Πριν από λίγο καιρό έφτασε στον υπολογιστή μου ένα ντοκιμαντέρ Ιρλανδικό και μαζί, το αίτημα του σκηνοθέτη, αν μπορούσα, να γράψω πρωτότυπη μουσική. Ο τίτλος της ταινίας, «Το γελαστό παιδί». Και μόνο αυτό ενεργοποίησε μέσα μου μια σειρά από πολύτιμες μνήμες που δένονταν με το τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη. Άρχισα να βλέπω την ταινία, διανθισμένη με μουσικές μου από ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου, που ο σκηνοθέτης είχε βάλει προσωρινά, με την επιθυμία να ενισχύσει το αίτημά του και να μου δείξει πόσο γνώστης είναι της μουσικής μου διαδρομής. Η συγκίνηση ήταν τεράστια. Υπέροχη δουλειά που ξεδιπλώνει την ιστορία της Ελλάδας από το 1943, συνδέοντάς την με τη συνεχή παρουσία του Μίκη. Κατοχή, εμφύλιος, εξορίες, δολοφονία Λαμπράκη, δικτατορία, Πολυτεχνείο, μεταπολίτευση και φτάνει μέχρι τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Παράλληλα, με αφορμή τα γεγονότα της Ελλάδας, η ταινία παρακολουθεί αντίστοιχα γεγονότα της Ιρλανδίας, δένοντας τις δύο χώρες με το τραγούδι του Μίκη Το γελαστό παιδί, από το έργο «Ένας όμηρος» του Μπρένταν Μπήαν, συγγραφέα και αγωνιστή της Ιρλανδίας. Η ταινία ξεδιπλωνόταν μπροστά στα μάτια μου κι αυτά γέμιζαν δάκρυα. Και οι μνήμες αναπηδούσαν ολοζώντανες μες την ψυχή.
Ήταν 1967, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, όταν άκουσα συναυλία του Μίκη και τη Μαρία Φαραντούρη να τραγουδάει το Γελαστό παιδί. Απίστευτη συγκίνηση! Ήδη παρακολουθούσα τη γέννηση των μουσικών έργων του από το ξεκίνημά του.
Ήμουν φοιτήτρια της Φιλοσοφικής και σπουδάστρια στο Ελληνικό Ωδείο. Μουσική κλασσική και πιάνο. Αυτά ήταν τα μουσικά μου ενδιαφέροντα μέχρι τότε. Όταν άκουσα τον Επιτάφιο σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου, έκανα μια γερή βουτιά στη μουσική του Μίκη και ξαναείδα με καινούργια ματιά τη λαϊκή μουσική και το μπουζούκι. Ο νέος αυτός συνθέτης, μας είχε ήδη κατακτήσει. Και ύστερα ήρθαν τα Επιφάνια, η Ρωμιοσύνη, το Άξιον Εστί και τόσα άλλα. Κάθε νέο έργο γινόταν αντικείμενο ειδικής μύησης και μαζευόμασταν φίλοι για να τ’ ακούσουμε. Στις παρέες τραγουδούσαμε τα δικά του τραγούδια. Βέβαια, είχαμε αγάπη και στον Μάνο. Κι αυτός ένας πολύτιμος συνθέτης των νεανικών μας χρόνων. Όμως, η μουσική του Μίκη δέθηκε με τα συνεχώς ταραγμένα χρόνια της πατρίδας μας και το Γελαστό παιδί έγινε το εμβληματικό τραγούδι της κάθε απώλειας στον τόπο μας.
Φοιτητική Λαϊκή Ορχήστρα Αθηνών, Ελένη Καραΐνδρου, πιάνο, Μαρία Φαραντούρη, Νίκος Πολυκράτης, Τραγούδι. Φώτο αρχείο Κώστα Γκιζελή
Μετά από εκείνη τη συναυλία στο Δημοτικό Θέατρο, αναπτύχθηκε μια φιλία με τον Μίκη αλλά και με τη Μαρία. Έτσι, όταν πάρθηκε η απόφαση να γίνει μια συναυλία με τη Φοιτητική Λαϊκή Ορχήστρα Αθηνών (ΦΛΟΑ) αφιερωμένη στον Θεοδωράκη όπου θα παρουσιάζαμε τα τραγούδια του με τον Νίκο Πολυκράτη, ήρθε και η Μαρία να τραγουδήσει, με μένα στο πιάνο, τα τραγούδια του Μάουτχαουζεν. Φυσικά ο Μίκης ήταν παρών. Η συναυλία έγινε στο θέατρο ΔΙΑΝΑ, όπου εκείνο το βράδυ δεν έπεφτε καρφίτσα. Εγώ, προνοητικό παιδί που ήμουν, κι έχοντας γονιό εκπαιδευτικό, συμμετείχα με ψευδώνυμο. Πονηροί γαρ οι καιροί! Πότε έγινε; Λίγο πριν τη δικτατορία, το 1967! Η συναυλία πήγε περίφημα και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια, ο Κώστας Γκιζελής, αρχιτέκτονας, που έπαιζε μπουζούκι στην ορχήστρα και φύλαξε ως κόρην οφθαλμού την ηχογράφηση, μου έδωσε ένα αντίτυπο. Το έχω! Φύλαξε μόνο την ηχογράφηση της συναυλίας γιατί στο τέλος ανέβηκε ο Μίκης στη σκηνή για να μας συγχαρεί και να καλέσει τον τραγουδιστή μας στο Δημοτικό Θέατρο, για να τραγουδήσει το Άξιον Εστί. Δε σταμάτησε όμως εκεί. Είπε πολλά κι ανάμεσά τους το εξής: «Αν με βρείτε κάτω από κανένα τρίκυκλο, να ξέρετε ότι θα φταίει η Φρειδερίκη». Ο Νίκος Πολυκράτης που εργαζόταν στην τράπεζα άρχισε να οραματίζεται την απόλυσή του και την επόμενη μέρα οι εφημερίδες έγραφαν: ΚΟΚΚΙΝΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΣΤΟ ΔΙΑΝΑ! Ευτυχώς εγώ, ως Ειρήνη Λεβεντάκη (αυτό ήταν το ψευδώνυμο), ήμουν παντελώς άγνωστη στον πατέρα μου.
Σε λίγο καιρό, λίγες μέρες πριν το πραξικόπημα, ο Μίκης πέρασε από το σπίτι που έμενα τότε, στην οδό Διγενή Ακρίτα, και μου έπαιξε ένα από τα νέα του τραγούδια σε ποίηση Λόρκα. Πλησίαζαν και οι εκλογές και τον είδα πολύ αισιόδοξο! Τίποτα δεν προμήνυε την εξέλιξη των επόμενων ημερών. Στο σπίτι μου είχα ένα νέο κορίτσι που πρόσεχε το γιο μου αλλά πήγαινε και σχολείο. Την έλεγαν Φρειδερίκη. Φαντάζεστε ο Μίκης με πόση χαρά πρόφερε τ’ όνομά της!
Και ήρθε η αποφράς ημέρα, 21 Απριλίου, που με βρήκε εκτός Αθηνών, είχα πάει για μια μέρα στη Θήβα, όπου ήταν Έφορος Αρχαιοτήτων ο Νικόλας Φαράκλας, ο πατέρας του γιου μου. Το πρωινό μας ξεκίνησε με τα γνωστά εμβατήρια κι εγώ είχα για πολλή ώρα την απορία. Τι είχε συμβεί; Πραξικόπημα; Κι ο Μίκης γιατί ήταν τόσο αισιόδοξος; Φαίνεται αυτή η αισιοδοξία ανησύχησε τους συνταγματάρχες κι αποφάσισαν να κόψουν το βήχα στους ονειροπόλους αριστερούς. Η ιστορία όμως έχει και συνέχεια. Ώσπου να γυρίσω στην Αθήνα, ο αδερφός μου με αυτοκίνητο του θείου μας Διόδωρου, γιατρού, πήρε το παιδί και τη Φρειδερίκη στο σπίτι του στην Πλάκα. Ο πατέρας μου πάλι, πήγε σπίτι μου κι έκανε εκκαθαριστική επιχείρηση. Πήρε όλα τα βιβλία μου τα μη αρχαιολογικά, όλες τις εφημερίδες και τα περιοδικά και τα εξαφάνισε. Επιστρέφω λοιπόν και βρίσκω ένα πολύ ανάλαφρο διαμέρισμα. Εκτός κινδύνου λοιπόν.
Όμως, λίγο κράτησε αυτό. Λίγες μέρες μετά, κάτω από την εξώπορτά μου γλίστρησε ένα επικίνδυνο κείμενο. Γνώρισα αμέσως το γραφικό χαρακτήρα. Ήταν του Μίκη. Ήταν η διακήρυξη του Πατριωτικού Αντιδικτατορικού Μετώπου. Έπρεπε να κάνω τρία αντίγραφα, με το χέρι φυσικά, και να τα δώσω σε αντίστοιχα πρόσωπα, με άκρα μυστικότητα. Το ένα πρόσωπο ήταν Άγγλος δημοσιογράφος, σύζυγος της πιανίστας Αλίκης Βατικιώτη, φίλης του Μίκη. Όταν έρχονται έτσι τα πράγματα γίνεσαι μυστικός πράκτωρ θέλεις δε θέλεις. Τηλεφώνησα λοιπόν, αφού βρήκα το τηλέφωνό της, από περίπτερο βέβαια, στην Αλίκη, λέγοντας ότι θέλω να της επιστρέψω την παρτιτούρα του κονσέρτου για πιάνο του Σούμαν που μου είχε δανείσει! Μπήκε στο νόημα και μου είπε να περάσω από το σπίτι της. Ήταν άρρωστη, κρεβατωμένη. Με περισσή αγωνία, έχοντας διπλοκρύψει το χαρτί στο εσώρουχό μου, πήγα σπίτι της. Η επιχείρηση εστέφθη υπό επιτυχίας! Για μέρες στηνόμασταν στο ραδιόφωνο για να ακούσουμε τη Ντώυτσε Βέλλε, και επιτέλους ακούσαμε τη διακήρυξη του Πατριωτικού Αντιδικτατορικού Μετώπου. Στον αγαπημένο και έμπιστο φίλο Σήφη Καμάρη έδωσα τα άλλα δύο αντίγραφα της διακήρυξης, το ένα για τον Αντρέα Λεντάκη και το άλλο είναι αδύνατον να θυμηθώ για ποιον. Δυστυχώς ο Σήφης, έφυγε νωρίς αφήνοντας ένα δυσαναπλήρωτο κενό μέσα μας και φυσικά ποτέ δε θα μάθω ποιος ήταν ο τρίτος αποδέκτης της διακήρυξης!
Πέρασε καιρός κι όταν αργότερα, ένα πρωί γύρω στις εφτά, με έπαιρνε η αστυνομία με το τζιπ στη Μπουμπουλίνας, μέσα μου ανησυχούσα μήπως ήξεραν όλη αυτή την ιστορία. Μπα! Τίποτα δεν ήξεραν. Είχε ενοχλήσει που ήμουνα στον κύκλο της Ρένας Χατζηδάκη (της Μαρίνας της Κατάστασης πολιορκίας) και μιλούσαμε συχνά στο τηλέφωνο. Ήδη την είχαν πιάσει και φυλακίσει.
Δεν απορείτε βέβαια που μετά από όλα αυτά, με την πρώτη ευκαιρία έφυγα στο Παρίσι με το παιδάκι μου, πέντε ετών, που είχε υπάρξει μάρτυρας της ανάκρισής μου από τον διαβόητο Καραπαναγιώτη στη Μπουμπουλίνας. Εκεί, στο Παρίσι, βρήκα την Μαρία μου, που αλώνιζε όλο τον κόσμο τραγουδώντας τα τραγούδια του Μίκη. Συχνά ερχόταν να μείνει σπίτι μου και με παρακίνησε να της γράψω τραγούδια. Το έκανα αργότερα όταν ήρθε στα χέρια μου το ποιητικό έργο του Κ.Χ. Μύρη Η μεγάλη αγρυπνία (1972).
Σ’ αυτό το Ιρλανδικό ντοκιμαντέρ του Alan Gilsenan, που έγραψα τελικά τη μουσική και που, πρόσφατα, απέσπασε το 1ο βραβείο στο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ του Μπέλφαστ, υπάρχει ένα συγκλονιστικό ντοκουμέντο με την Μαρία να τραγουδάει στο γήπεδο Καραϊσκάκη, στη μεταπολίτευση (1974), το Γελαστό παιδί. Ήμουν εκεί, σ’ αυτήν την ιστορική συναυλία του Μίκη, με το παιδί μου, τον Γιωργάκη, 12 χρόνων, και με συγκίνηση βιώναμε τον λυτρωτικό άνεμο της ελευθερίας σ’ αυτόν τον βασανισμένο τόπο! Ήταν ο Μίκης μας στην αποθέωσή του! Με απλωμένες τις φτερούγες του, έσβηνε με μαγικό τρόπο τα χρόνια της οδύνης, της εξορίας και της σκλαβιάς.
Δημοσίευση: Περιοδικό “ΤΡΙΤΩΝ” του Πανεπιστημίου Κρήτης: Αφιέρωμα στο Μίκη Θεοδωράκη
https://mikisguide.gr/periodiko-triton-tou-panepistimiou-kritis-afieroma-sto-miki-theodoraki/