Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας , ένα αφιέρωμα στην γυναίκα, μ’ ένα μπουκέτο με 15 τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη σε ποίηση ανδρών Ποιητών.
Μέσα από την μουσική του Μίκη Θεοδωράκη αναδύεται η πολυπρόσωπη μορφή της γυναίκας, ως μάνας, αγαπημένης, συζύγου, κόρης, κοριτσιού, ερωμένης, συντρόφισσας, αγωνίστριας, ηρωίδας… Τα τραγούδια του είναι ένα ύμνος στην ζωή, στον αγώνα για τη ζωή. …γιατί η ζωή μας ξεκινά από μια γυναίκα.
Μάνα, το μάννα τ’ ουρανού, σε ποίηση Μάνου Ελευθερίου, με τον Μ. Θεοδωράκη, από την «Αρκαδία III»[1]
Μάνα, σε ποίηση Κώστα Βίρβου, με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, από το «Συνοικία το όνειρο»[2]
Μανούλα μου, ο γιόκας σου, σε ποίηση Λεωνίδα Μαλένη, με τον Γρ. Μπιθικώτσης, από το Χρυσοπράσινο φύλλο (1966)[3]
Μαργαρίτα Μαγιοπούλα, σε ποίηση Ιάκωβου Καμπανέλλη, με την Μαίρη Λίντα, από την «Μαγική Πόλη»[4]
Απρίλης, σε ποίηση Μίκη Θεοδωράκη, με τον Γρ. Μπιθικωτση, από το «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» …για τη Λενιώ ή για τη Ρηνιώ;[5]
Μυρτιά, σε ποίηση Νίκου Γκάτσου, με την Μαίρη Λίντα, από το «Αρχιπέλαγος»[6]
Μαρίνα, σε ποίηση Ο. Ελύτη, με την Σούλα Μπιρμπίλη, από τις «Μικρές Κυκλάδες»[7]
Η Μάγια, σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, με την Ντ. Γιαννακοπούλου, από τις «Μικρές Κυκλάδες»[8]
Η ωραία Ελένη, σε ποίηση Κώστα Καρτελιά, με την Μ. Φαραντούρη, από το «Οδύσσεια»[9]
Ευανθία, σε ποίηση Γιάννη Θεοδωράκη, με την Μαργ. Ζορμπαλά, από το «Ταξίδι μέσα στη νύχτα»[10]
Μαργαρίτα-Μαργαρώ, σε ποίηση Μίκη Θεοδωράκη, με την Μαίρη Λίντα, από το «Αρχιπέλαγος»[11]
Χάθηκα, σε ποίηση Γιάννη Θεοδωράκη, με την Μαργ. Ζορμπαλά, από το «Λιποτάκτες» …για την Κατινιώ[12]
Αγάπη μου (Φαίδρα), σε ποίηση Γιάννη Θεοδωράκη, με την Μ. Φαραντούρη, από τη «Φαίδρα»[13]
Η Βεατρίκη στην Οδό Μηδέν, σε ποίηση Μίκη Θεοδωράκη, με την Μ. Φαραντούρη, από την «Βεατρίκη στην Οδό Μηδέν»[14]
Η αδελφή μας Αθηνά, σε ποίηση Γιώργου Κουλούκη, με τον Μίκη Θεοδωράκη, από το «Η αδελφή μας Αθηνά»[15]
[1] Μάνα, το μάννα τ’ ουρανού, σε ποίηση Μάνου Ελευθερίου, με τον Μ. Θεοδωράκη, από την «Αρκαδία III»
Μάνα, το μάννα τ’ ουρανού,
δέντρο του παραδείσου
στη ρίζα του ψηλού βουνού
φύτεψα την ευχή σου
Κι απ’ την ευχή που φύτεψα,
βγήκε στο φως μια βρύση
κι απ’ τα σκοτάδια γύρισε
πουλί να κελαηδήσει.
Μάνα, το μάννα τ’ ουρανού
κι όνειρο που δε σ’ έχει
στείλε μου πάλι μιαν ευχή,
ο πόνος μου ν’ αντέχει.
[2] Μάνα, σε ποίηση Κώστα Βίρβου, με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, από το «Συνοικία το όνειρο»
Είναι τής μάνας τ’ όνομα
αγάπη και λατρεία
ό ίσιος δρόμος στη ζωή
κι η ζεστασιά στα κρύα.
Όποιο σπιτάκι δεν έχει μάνα
μοιάζ’ εκκλησιά χωρίς καμπάνα.
Είναι τής μάνας τ’ όνομα
στον άρρωστο κουράγιο
μέσα στον κίνδυνο ευχή
στο ναυαγό μουράγιο.
[3] Μανούλα μου, ο γιόκας σου, σε ποίηση Λεωνίδα Μαλένη, με τον Γρ. Μπιθικώτσης, από το Χρυσοπράσινο φύλλο (1966)
Μανούλα μου ο γιόκας σου
Που έφυγε στα ξένα
Βλέπει τη νύχτα μοναχός
Βλέπει τον πόνο μόνος
Τον λιώνει ο ξενιτεμός
Και τον ε δέρνει ο πόνος
Μανούλα, μανούλα
Μανούλα που ‘ναι ο γιόκας σου
Μανούλα, μανούλα,
που ν’ ο βασιλικός σου
Που είναι τ’ αστέρια τ’ ουρανού
Που είναι η ζωή κι ο βιος σου
Μανούλα στείλε τα πουλιά
Μανούλα στείλ’ τ’ αηδόνια
Να με ξυπνάνε την αυγή
Να ‘ρχονται στα όνειρα μου
Να μη με δέρνει απ’ αντοχή
Να ‘ναι βουνό η καρδιά μου
[4] Μαργαρίτα Μαγιοπούλα, σε ποίηση Ιάκωβου Καμπανέλλη, με την Μαίρη Λίντα, από την «Μαγική Πόλη»
Είχα φυτέψει μια πορτοκαλιά
που την εζήλευε όλη η γειτονιά
Που την εζήλευε όλη η γειτονιά
είχα φυτέψει μια πορτοκαλιά
Αχ, Μαργαρίτα Μαγιοπούλα
Αχ, Μαργαρίτα Μαγιοπούλα
Αχ, Μαργαρίτα μάγισσα
Πρωί-πρωί την πότιζα φιλιά
το δειλινό την πήραν τα πουλιά
Το δειλινό την πήραν τα πουλιά
πρωί-πρωί την πότιζα φιλιά
[5] Απρίλης, σε ποίηση Μίκη Θεοδωράκη, με τον Γρ. Μπιθικωτση, από το «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού»
Απρίλη μου, Απρίλη μου ξανθέ
και Μάη μυρωδάτε, καρδιά μου πώς αντέ-
Καρδιά μου πώς, καρδιά μου πώς αντέχεις
μέσα στην τόση αγάπη
και στις τόσες ομορφιές
Γιομίζ’ η γειτονιά τραγούδια και φιλιά
Την κοπελιά μου τη λένε Λενιώ
Την κοπελιά μου τη λένε Λενιώ
Την κοπελιά μου τη λένε Λενιώ,
μα το ‘χω μυστικό
Αστέρι μου, αστέρι μου χλωμό
του φεγγαριού αχτίδα στο γαϊτανόφρυδο
Στο γαϊτανο-, στο γαϊτανοφρυδό σου
κρεμάστηκε η καρδιά μου
σαν το πουλάκι στο ξόβεργο
Γιομίζ’ η γειτονιά…
Λουλούδι μου, λουλούδι μυριστό
και ρόδο μυρωδάτο, στη μάνα σου θα ‘ρθω
στη μάνα σου, στη μάνα σου θα ‘ρθω
να πάρω την ευχή της
και το ταίρι που αγαπώ
[6] Μυρτιά, σε ποίηση Νίκου Γκάτσου, με την Μαίρη Λίντα, από το «Αρχιπέλαγος»
Είχα μια θάλασσα στο νου
κι ένα περβόλι, περιβόλι τ’ ουρανού.
Την ώρα π’ άνοιγα πανιά
για την απάνω γειτονιά.
Στα παραθύρια τα πλατιά
χαμογελούσε μια μυρτιά.
Κουράστηκα να περπατώ
και τη ρωτώ και τη ρωτώ.
Πες μου, μυρτιά, να σε χαρώ:
Πού θα βρω χώμα, θα βρω χώμα και νερό
να ξαναχτίσω μια φωλιά
για της αγάπης τα πουλιά;
Στα παραθύρια τα πλατιά
είδα και δάκρυσε η μυρτιά.
Την ώρα π’ άνοιγα πανιά
για την απάνω γειτονιά.
[7] Μαρίνα, σε ποίηση Ο. Ελύτη, με την Σούλα Μπιρμπίλη, από τις «Μικρές Κυκλάδες»
Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω,
λουίζα και βασιλικό
μαζί μ’αυτά να σε φιλήσω,
και τι να πρωτοθυμηθώ
Τη βρύση με τα περιστέρια,
των αρχαγγέλων το σπαθί
το περιβόλι με τ’ αστέρια,
και το πηγάδι το βαθύ
Τις νύχτες που σε σεργιανούσα,
στην άλλη άκρη τ’ ουρανού
και ν’ ανεβαίνεις σε θωρούσα,
σαν αδελφή του αυγερινού
Μαρίνα πράσινο μου αστέρι
Μαρίνα φως του αυγερινού
Μαρίνα μου άγριο περιστέρι
και κρίνο του καλοκαιριού
[8] Η Μάγια, σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, με την Ντ. Γιαννακοπούλου, από τις «Μικρές Κυκλάδες»
Η Πούλια πό’ ‘χει εφτά παιδιά
μέσ’ απ’ τους ουρανούς περνά.
Κάποτε λίγο σταματά
στο φτωχικό μου και κοιτά.
-Γεια σας τι κάνετε; Καλά;
-Καλά. Πώς είναι τα παιδιά;
-Τι να σας πω εκεί ψηλά τα
τρώει τ’ αγιάζι κι η ερημιά.
-Γι αυτό πικραίνεσαι κυρά,
δε μου τα φέρνεις εδωνά;
-Ευχαριστώ μα ‘ναι πολλά
θα σου τη φάνε τη σοδειά.
-Δώσε μου καν την πιο μικρή
τη Μάγια την αστραφτερή.
-Πάρ’ την κι έχε λοιπόν στο νου
πως θα ‘σαι ο άντρας τ’ ουρανού.
Λάμπουνε γύρω τα βουνά,
τα χέρια μου βγάνουν φωτιά.
Κι η Πούλια πόχει εφτά παιδιά
φεύγει και μ’ αποχαιρετά.
[9] Η ωραία Ελένη, σε ποίηση Κώστα Καρτελιά, με την Μ. Φαραντούρη, από το «Οδύσσεια»
Δε μας χωράει η γειτονιά
πρέπει να ανοίξουμε πανιά
τι ήταν αυτό το ξαφνικό
Ποιος να το περιμένει …
ήτανε παντρεμένη
η ωραία Ελένη.
Θα το πληρώσουνε ακριβά
τελειώσανε τα χωρατά.
Συγγνώμη θα παρακαλάν
Θα δούμε τι σημαίνει …
Η αναθεματισμένη
η ωραία Ελένη.
Τι κι αν ακούστηκε παντού
πως πήγε με δικό της νου.
Θα λέμε εμείς σαν συγγενείς,
σαν εραστές θιγμένοι.
Δεν ήθελε η καημένη
η ωραία Ελένη.
[10] Ευανθία, σε ποίηση Γιάννη Θεοδωράκη, με την Μαργ. Ζορμπαλά, από το «Ταξίδι μέσα στη νύχτα»
Στην Ήπειρο στο ξάγναντο
π’ ανθεί λουλούδι αμάραντο
το μήνα Μάη μιαν αυγή
είδα τη βεργολυγερή.
Είχε λουσμένα τα μαλλιά
και μ’ αηδονόλαλη λαλιά
ετραγουδούσε η κοπελιά.
Δροσιά που δε θα μαραθεί
δροσιά και άνθια της ροδιάς
η Ευανθία πάντα ανθεί
μέσα στα φύλλα της καρδιάς.
[11] Μαργαρίτα-Μαργαρώ, σε ποίηση Μίκη Θεοδωράκη, με την Μαίρη Λίντα, από το «Αρχιπέλαγος»
Η Μαργαρίτα η Μαργαρώ,
περιστεράκι στον ουρανό…
τον ουρανό
μες στα δυο σου μάτια κοιτάζω,
βλέπω την πούλια και τον Αυγερινό.
Η μάνα σου είναι τρελή
και σε κλειδώνει μοναχή,
σαν θέλω να μπω στην κάμαρή σου
μου ρίχνεις μεταξωτό σκοινί,
και κλειδωμένους μας βλέπ’ η νύχτα,
μας βλέπουν τ’άστρα κ’η χαραυγή.
Η Μαργαρίτα η Μαργαρώ,
βαρκούλα στο Σαρωνικό…
Σαρωνικέ μου,
τα κυματάκια σου δώσ’μου,
δώσ’ μου τ’αγέρι, δώσ’ μου το πέλαγο.
Η μάνα σου είναι τρελή
και σε κλειδώνει μοναχή,
σαν θέλω να μπω στην κάμαρή σου
μου ρίχνεις μεταξωτό σκοινί,
και κλειδωμένους μας βλέπ’ η νύχτα,
μας βλέπουν τ’άστρα κ’η χαραυγή.
Η Μαργαρίτα η Μαργαρώ,
δεντράκι στο Βοτανικό…
Πάρε το τραμ
μόλις δεις πως πέφτει η νύχτα,
πέφτουν οι ώρες, πέφτω, λιποθυμώ.
Η μάνα μου είναι τρελή
και με κλειδώνει μοναχή,
σαν θέλω να’ μπεις στην κάμαρή μου
σου ρίχνω μεταξωτό σχοινί,
και κλειδωμένους μας βλέπ’ η νύχτα
μας βλέπουν τ’άστρα κ’η χαραυγή.
[12] Χάθηκα, σε ποίηση Γιάννη Θεοδωράκη, με την Μαργ. Ζορμπαλά, από το «Λιποτάκτες»
Χάθηκα, μέσα στους δρόμους
που μ’ έδεσαν για πάντα
μαζί με τα σοκάκια, μαζί με τα λιμάνια
Χάθηκα, γιατί δεν είχα τα φτερά
και είχα εσένα Κατινιώ
γιάτ’ είχα όνειρα πολλά
Και το λιμάνι και το λιμάνι είναι μικρό
γιάτ’ ήμουν πάντα μόνος
και θα ‘μαι πάντα μόνος.
[13] Αγάπη μου (Φαίδρα), σε ποίηση Γιάννη Θεοδωράκη, με την Μ. Φαραντούρη, από τη «Φαίδρα»
Αστέρι μου, φεγγάρι μου
της άνοιξης κλωνάρι μου
κοντά σου θα ΄ρθω πάλι
Κοντά σου θα ΄ρθω μιαν αυγή
για να σου πάρω ένα φιλί
και να με πάρεις πάλι
Αγάπη μου, αγάπη μου
η νύχτα θα μας πάρει
τ’ άστρα κι ο ουρανός
το κρύο το φεγγάρι
τ’ άστρα κι ο ουρανός
το κρύο το φεγγάρι
Θα σ’ αγαπώ, θα ζω μες το τραγούδι
θα μ’ αγαπάς, θα ζεις με τα πουλιά
θα σ’ αγαπώ θα γίνουμε τραγούδι
θα μ’ αγαπάς, θα γίνουμε πουλιά
Αγάπη μου, αγάπη μου
η νύχτα θα μας πάρει
τ’ άστρα κι ο ουρανός
το κρύο το φεγγάρι
τ’ άστρα κι ο ουρανός
το κρύο το φεγγάρι
[14] Η Βεατρίκη στην οδό Μηδέν, σε ποίηση Μίκη Θεοδωράκη, με την Μ. Φαραντούρη, από την «Βεατρίκη στην Οδό Μηδέν»
Αχ, αχ, αχ, μικρό πουλί
τι ζητάς στην οδό Ερμού;
Έχασα τη Βεατρίκη,
ίσως να ψάχνει για καινούργιο καπέλο με φτερά
Αχ, αχ, αχ, μικρό πουλί
τι ζητάς στην οδό Μηδέν;
Αύριο η Βεατρίκη δίνει τον όρκο
είναι ο πρώτος πολίτης του Μακρυγιαννιστάν
Το παλληκάρι τ’ ουρανού
φάνηκε στα σοκάκια
κρατά στο χέρι κεραυνούς
και στ’ άλλο αναστεναγμούς
το παλληκάρι, το παλληκάρι
θα ’ρθει το βράδυ στις εννιά
βόηθα Χριστέ και Παναγιά
Αχ, αχ, αχ, μικρό πουλί
τι ζητάς στην οδό Ερμού;
Δεν υπάρχει Βεατρίκη
αν υπήρχε δε θα μ’ έβλεπες ποτέ.
[15] Η αδελφή μας Αθηνά, σε ποίηση Γιώργου Κουλούκη, με τον Μίκη Θεοδωράκη, από το «Η αδελφή μας Αθηνά»
Ήλιος θα βγει
μέσα απ’ τους κόρφους
που στενάζουν
Ήλιος θα βγει
απ’ τις φυλακές και τις χαράδρες
καθώς τα μυρμήγκια
βγαίνουν απ’ τα υπόγεια τους κελιά
Ήλιος τετράγωνος
Δεν θα μπορέσουνε τα στόματα
των κανονιών να τον σκοτώσουνε
τον σημαδεύουν
στου φρυδιού το δρεπάνι
Κι όλο σκοντάφτουν στο νταμάρι του
λεβέντες θα βγουν
απ’ τις δίπλες του πόνου μας
λεβέντες με χοντρές παλάμες
θα χαρακώσουνε τους μοχλούς
και τα βαριά μας όνειρα
χαράζοντας το κούτελο της μέρας
«Θέλουμε να ζήσουμε»
Βιολιά θα βγούν
απ’ τα γκρεμισμένα στέρνα μας
βιολιών χορδές
θα γίνουνε
τα συρματοπλέγματα
φλογέρες θα γίνουν
τα κόκκαλα τα τρυπημένα
και θα στηθεί χορός ανεβαστός
Παντρεύουμε την αλήθεια
παντρεύουμε την γη
την καταφρονεμένη
Την μονάκριβη
παντρεύουμε το γέλιο της,
το γάλα της
τις φλέβες της,
με τα παιδιά μας
Είχε χαράξει
όταν πήρανε
την αδελφή μας Αθηνά
για εκτέλεση
Από βραδύς της δώσαμε
κρυφά δυο πορτοκάλια
μα δεν τα ‘φαγε
τα φίλησε με τόση λατρεία
σαν να ‘κρυβαν
στον χυμό τους
όλη την άνοιξη
όλα τα ζουμερά
νιάτα της γης
Κι ύστερα τα ‘κρυψε
μέσα στο στήθος της
Στου κελιού της την άκρη
Είχε ζαρώσει
σαν φοβισμένο σκυλί
ο θάνατος
Κι αυτή του φώναζε έλα ….
Ψάχνοντας να βρει
το σκυλίσιο του τ’ όναμα
έλα να σου δείξω
τα χνάρια
Έλα να μυρίσεις
τα πορτοκάλια
που έχω μέσα,
που έχω μέσα
στο στήθος μου
Είχε χαράξει
με πέντε ριπές κάρφωσαν
ένα μεγάλο στήθος
χωρίς να προσέξουν
τα πορτοκάλια
που χρυσίζαν
Κι ο χυμός τους
ανακατώθηκε με το αίμα
και τα κουκούτσια τους
βρήκανε γη τιμημένη
Και γιόμισε
ο τόπος πορτοκαλιές
μα κόβεις,
να κόβεις
και να μην σώνονται
για την πρώτη συμφωνία