skip to Main Content

Από το αφιέρωμα “Ο Μίκης της Θεσσαλονίκης” του τεύχους ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚέΩΝ ΠόΛΙΣ, 54/2015

Ο Μίκης Θεοδωράκης και η Θεσσαλονίκη

του Μακη Τρικουκη, Συγγραφέα

Το 1959 ήμουν πρωτοετής φοιτητής της Νομικής Σχολής στη Θεσσαλονίκη. Τα μεσημέρια, όταν τέλειωναν τα μαθήματα μας, επέστρεφα στο σπίτι μου με μια συμφοιτήτριά μου, γιατί μέναμε στην ίδια γειτονιά, Πύργο, για να ανέβουμε μετά την οδό Ευζώνων, καθώς τα σπίτια μας ήταν πάνω από τη λεωφόρο Στρατού. Σαν φτάναμε ωστόσο στη διασταύρωση της παραλιακής λεωφόρου με την οδό Αιμίλιου Ριάδη, στεκόμασταν πάντα σε μια εξοχική ταβέρνα που βρισκόταν εκεί και είχε στην είσοδό της ένα τζουκ-μποξ με μεγάλη ποικιλία δίσκων μουσικής. Τα τζουκ-μποξ ήταν τότε η εφεύρεση της εποχής, και δεν υπήρχε μικρό ή μεγάλο κέντρο διασκέδασης που να μη διαθέτει, είτε στην είσοδό του είτε σε κάποια αίθουσα, ένα τέτοιο μηχάνημα. Το τζουκ- μποξ λοιπόν είχε μια ειδική υποδοχή, στην οποία έριχνε κανείς ένα κέρμα και πατούσε ένα κουμπί με το όνομα του δίσκου που ήθελε να ακούσει.

Οι δυο μας προτιμούσαμε πάντα τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, ενός νέου συνθέτη, το όνομα του οποίου είχε διαδοθεί ήδη στο πανελλήνιο. Σε λίγο, η αρρενωπή φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση, τραγουδιστή το όνομα του οποίου είχε επίσης γίνει τότε γνωστό, κυριάρχησε στη γύρω ατμόσφαιρα

Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, Μέρα Μαγιού σε χάνω…

Δεν ήταν βέβαια η πρώτη φορά που ακούγαμε αυτούς τους στίχους, μας ήταν ήδη γνωστοί από την ποίηση του Γιάννη Ρίτσου, ο οποίος εμπνεύστηκε το συγκεκριμένο ποίημα έχοντας δει τη φωτογραφία μιας μάνας να θρηνεί τον σκοτωμένο γιο της στην άσφαλτο της Εγνατίας, που είχαν δημοσιεύσει οι εφημερίδες. Το εντυπωσιακό μάλιστα στην τότε ποίησή του ήταν ότι έδινε λυρική διάσταση σε γεγονότα θλιβερά και αποτρόπαια, όπως η εντολή που είχε δώσει ο πρωθυπουργός της χώρας, Ιωάννης Μεταξάς, στην αστυνομία της Θεσσαλονίκης, τον Μάη του 1936, να χτυπήσει “στο ψαχνό” τους απεργούς καπνεργάτες της πόλης, που διαδήλωναν άοπλοι, διεκδικώντας τα δικαιώματά τους. Το αποτέλεσμα ήταν να αφήσουν πολλούς νεκρούς στον κεντρικότερο δρόμο της πόλης, την Εγνατία.

Την επόμενη χρονιά πήγαμε με την ίδια φίλη να ακούσουμε μια συναυλία που έδωσε ο Θεοδωράκης με τον Μπιθικώτση σε ένα θερινό σινεμά που υπήρχε τότε ανάμεσα σε μερικές όμορφες βίλες στη δεξιά πλευρά του δρόμου από τον Λευκό Πύργο προς τα ανατολικά. Την εποχή εκείνη δεν θα μπορούσα να φανταστώ ότι πολύ αργότερα θα δενόμουν’ με στενή φιλία με τον μεγάλο μας συνθέτη. Οι περιπέτειες της Αριστερός συνέβαλαν ασφαλώς στη φιλία αυτή, πρόκειται όμως για μιαν άλλη ιστορία, που δεν είναι της στιγμής.

Δεν πρέπει άλλωστε να μας διαφεύγει ότι ο Μίκης Θεοδωράκης είχε παλιές φιλίες με πολλούς Θεσσαλονικείς, αξίζει μάλιστα να θυμηθούμε ότι είχε στενό φιλικό δεσμό με τον ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη, στο λογοτεχνικό περιοδικό Κριτική του οποίου δημοσίευσε και ένα άρθρο για τη μουσική. Ο Μίκης μάλιστα μελοποίησε και αρκετά ποιήματα του Αναγνωστάκη, ανάμεσα στα οποία και το «Δρόμοι παλιοί», δίνοντάς του συγκλονιστική μουσική διάσταση.

Με τη Θεσσαλονίκη συνδέεται επίσης μια άλλη πρωτοβουλία του Μίκη, η ίδρυση, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, της ελληνοτουρκικής επιτροπής φιλίας, με επικεφαλής τον ίδιο, και της τουρκοελληνικής, με επικεφαλής τον Τούρκο αρχαιολόγο και πανεπιστημιακό καθηγητή Εκρέμ Ακουργκάλ. Η ίδρυση των δύο επιτροπών ανακοινώθηκε στη Θεσσαλονίκη, παρουσία όλων των μελών τους. Οι επιτροπές εκείνες έχουν εδώ και καιρό αδρανήσει· παρόμοιες Βέβαια επιτροπές δεν συστήνονται για να υποκαταστήσουν τις κυβερνήσεις αλλά για να ωθήσουν στον διάλογο μεταξύ των δύο πλευρών.


Μια διαχρονική σχέση με τη Θεσσαλονίκη

Του Γιώργου Αναστασιάδη, Ομότιμου καθηγητή Πολιτικής Ιστορίας, Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Υπάρχουν ορισμένες στιγμές που σηματοδοτούν την ουσιαστική σχέση του Μίκη Θεοδωράκη [Μ.Θ.] (πότε θα απολαύσουμε μια ταινία για τον διεθνούς φήμης συνθέτη μας με την πολύχρονη και πολυκύμαντη διαδρομή και με σάουντρακ τις μουσικές του, που έχουν σφραγίσει τις ζωές μας;) με τη Θεσσαλονίκη και τους Θεσσαλονικείς.

Και υπάρχει βέβαια κι όλο αυτό το δέσιμο σου με τη μουσική και τα τραγούδια του. Κρατάει 60 χρόνια τουλάχιστον αυτή η «κολώνια»:

Πρωτάκουσες Μ.Θ. το 1954 στον κινηματογράφο «Μακεδονικόν», βλέποντας την ταινία Ξυπόλυτο τάγμα του Γκρεκ Τάλας, (πολλές από τις σκηνές του φιλμ γυρίστηκαν στην πόλη μας). Μετά από χρόνια, πληροφορήθηκες ότι την εντυπωσιακή μουσική για την ταινία είχε γράψει ο Μ.Θ.

Τα τραγούδια του Επιτάφιου (οι στίχοι γράφτηκαν από τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο, αμέσως μετά την αιματηρή καταστολή του λαϊκού ξεσηκωμού τον Μάιο του ’36 εδώ στη Θεσσαλονίκη, με επίκεντρο την επίμαχη και σήμερα διασταύρωση Εγνατία-Βενιζέλου) τα άκουγες στις αρχές του ’60, τελειόφοιτος του Β’ Γυμνασίου και μετά φοιτητής της Νομικής, όχι βέβαια από το ραδιόφωνο ―ήταν απαγορευμένα―, αλλά από τα «τζουκ μποξ» (: ηλεκτρόφωνα) στα σαντουϊτσάδικα της Εθνικής Αμύνης (τότε: Βασιλίσσης Σοφίας).

Είχες ήδη ξετρελαθεί με το «Αν θυμηθείς το όνειρό μου» (Γιοβάνα) και σου άρεσε να βάζεις στο ηλεκτρόφωνο (ενώ γύρω σου σε κοιτούσαν «υπό γωνίαν» κάτι περίεργοι τύποι, που δεν έμοιαζαν με τους φίλους και συναδέλφους σου, αλλά τότε πού να πάρεις χαμπάρι: έπλεες σε πελάγη ευτυχίας και αθωότητας. Είχες πλήρη άγνοια κινδύνου. Βρισκόσουν στη δική σου «ήπειρο», όπου κυριαρχούσαν μαζί με τα λαϊκά-ρεμπέτικα και τα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι, τα τραγούδια του Μ. Θεοδωράκη), έβαζες λοιπόν το νόμισμα και άκουγες, ανάμεσα σε πολλά άλλα, τον «Κρητικό χορό», το «Σαββατόβραδο» και λίγο αργότερα το «Ένα πλοίο ταξιδεύον», σε στίχους Μποστ («Νήσος των Αζορών»), και βέβαια το «Βρέχει στην Φτωχογειτονιά».

Είχες μαγευτεί όταν άκουσες αυτό το τραγούδι στην ταινία Συνοικία το όνειρο τον Αλ. Αλεξανδράκη, καταφέρνοντας να τρυπώσεις στο κατάμεστο «Ολύμπιον», όπου προβλήθηκε η απαγορευμένη, μετά, ταινία, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου (1961).

Παράλληλα, άκουγες και ψιλοτραγουδούσες σε επιλεγμένες παρέες και άλλα τραγούδια του Μίκη: «Επιφάνεια» (Γ. Σεφέρης), «Μες στην υπόγεια την ταβέρνα» (Κ. Βάρναλης) και το «Χάθηκα» από τους Λιποτάκτες, που μέχρι σήμερα το άκουσμά του σου προσφέρει γνήσια συγκίνηση.

Είναι ενδιαφέρον ότι ο Μ.Θ. αποκαλύπτει (σ’ ένα κείμενό του που δημοσιεύτηκε στους Δρόμους της Ειρήνης, Ιούλιος 61) πόσο του έδωσε φτερά η διαπίστωση ότι οι φοιτητές και οι εργάτες στην Κοκκινιά τον διαβεβαίωσαν ότι αγαπούνε τα τραγούδια από τους Λιποτάκτες, που είχαν θεωρηθεί τότε «δύσκολα».

Τα βράδια πάντως που δεν σ΄ έπιανε ύπνος μπορούσες τότε ν’ ακούσεις τις νεαρές παρέες που ανέβαιναν την Εθνικής Αμύνης να τραγουδούν ως χορωδία το «Είναι μεγάλος ο καημός…».

Υπάρχουν πάντως ορισμένες «συναντήσεις» του Μ.Θ. με τους Θεσσαλονικείς της πόλης που άφησαν εποχή, («Σαν μαγεμένο το μυαλό μου φτερουγίζει» και σε ορισμένες άλλες στιγμές, μία συναυλία στο Παλλάς, μία στο Παλαί ντε Σπορ, και άλλες στο Καυτατζόγλειο κτλ., αλλά χρειάζεται και άλλο ψάξιμο ― δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα μια ολοκληρωμένη καταγραφή).

(1) Σεπτέμβριος 1961

«Ειδική συναυλία υπέρ της ανεγέρσεως του νέου δημοτικού βρεφοκομείου «Άγιος Στυλιανός»

Στο θέατρο ΔΙΑΝΑ, σήμερον Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου ο Μ.Θ. διευθύνει στις 9.30 μ.μ. το Αρχιπέλαγος, την Πολιτεία, τους Λιποτάκτες και τον Επιτάφιο.

Τραγουδούν η Γιοβάνα και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης.

Απαγγέλει η Αλέκα Παΐζη.

Σολίστες: Καρνέζης και Παπαδόπουλος

Το ίδιο απόγευμα στις 7μ.μ.

Θα αναλύσει την 1η συμφωνία του από την 1η σουίτα του με ορχήστρα και πιάνο, που θα ακουσθούν από δίσκους.

Η διάλεξη τελεί υπό την αιγίδα της Παγκρητίου Αδελφότητος Θεσσαλονίκης».

Αυτήν την αναγγελία-διαφήμιση μπορούσε να διαβάσει ο αναγνώστης στην εφ. Μακεδονία (13.9.1961).

Υπάρχει όμως κατά κάποιο τρόπο και η συνέχεια: Στην ίδια εφημερίδα, δύο μέρες μετά, δηλ. στο φύλλο της 15/9/1961, διαβάζουμε την παρακάτω διαφήμιση:

«Μετά από τις θριαμβευτικές συναυλίες στο θέατρο ‘ΔΙΑΝΑ’, ο Μ. Θεοδωράκης θα έρθει ειδικώς απ’ την Αθήνα το Σάββατο το βράδυ, για να τιμήσει τον αγαπημένο του τραγουδιστή Γρηγόρη Μπιθικώτση στο κέντρο «Αστέρια» και θα διευθύνει προσωπικά τον Επιτάφιο, με την Αλέκα Παΐζη».

Έγινε τελικά αυτή η εκδήλωση; Όσοι θυμούνται και ήταν κι αυτοί εκεί ας καταθέσουν την πολύτιμη μαρτυρία τους. Σχετικά πάντα με την εκδήλωση της 13/9/1961, η «Μακεδονία» της επομένης μάς πληροφορεί σ’ ένα μονοστηλάκι στη 2η σελίδα:

«Ο Μ. Θεοδωράκης έδωσε διάλεξη και νέα συναυλία ενώπιον πολυπληθούς ακροατηρίου στο κατάμεστο θέατρον «ΔΙΑΝΑ». Η διάλεξη είχε ως θέμα: «Αναζητώντας την ελληνικότητα στην συμφωνική μουσική». Κατά την διάρκειαν της διαλέξεως, μετεδόθησαν αποσπάσματα από τα συμφωνικά έργα του εκλεκτού καλλιτέχνου. Εξάλλου, στις 7μ.μ. δόθηκε η νέα συναυλία του Μ.Θ. και ερμηνεύθηκαν τα τελευταία του τραγούδια ([…]. Ας σημειωθεί ότι οι εισπράξεις θα διατεθούν εξ ολοκλήρου υπέρ των ιδρυμάτων του Δήμου, δοθέντος ότι ο Μ.Θ., ο Γρ. Μπιθικώτσης, οι διοργανωταί της συναυλίας […] δεν δέχθηκαν να λάβουν αμοιβή. Μετά την συναυλία, ηυχαρίστησε τους θεατές και τους καλλιτέχνες ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης κ. Παπαηλιάκης…».

(2) Μάιος 1963

Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη ρίχνει βαριά τη σκιά της στην πόλη.

Ο Μ.Θ. έρχεται στην πόλη και βρίσκεται μεταξύ νοσοκομείου «ΑΧΕΠΑ» και Πανεπιστημίου. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα απόσπασμα από σχετική αφήγησή του:

«[…] Μένουμε ο Ρίτσος και εγώ. Έχει νυχτώσει. Μέσα στο σκοτάδι ακούμε να ανεβαίνει σαν ψιθύρισμα ο Επιτάφιος. Νιώθω ρίγος. Στην πόρτα του νοσοκομείου, καθισμένοι στο γρασίδι, νέοι και νέες της Ελλάδας, σιγοτραγουδάνε τον Επιτάφιο. Δρασκελίζουμε το κατώφλι ο Ρίτσος κι εγώ. Μας αναγνωρίζουν, αλλά κανένας δεν κουνιέται. Συνεχίζουν όλοι να τραγουδάνε σιγανά και βαθιά. Προχωρούμε προσεκτικά και καθόμαστε ανάμεσά τους. Το τραγούδι σταματά. Σιωπή. Τώρα είναι ο ποιητής που μιλά. Ύστερα είναι η σειρά του συνθέτη. Ύστερα είναι ένα κορίτσι. Τα δύο ποτάμια: το πολιτιστικό κίνημα της Αντίστασης και το πολιτικό κίνημα του «114» είναι τώρα ένα και μόνο: το ποτάμι της νεολαίας των Λαμπράκηδων».

Και υπάρχει και το παρακάτω απόσπασμα από την μαρτυρία του Μ.Θ. (όπως καταχωρήθηκε στο βιβλίο μου «Το παλίμψηστο του αίματος: Πολιτικές δολοφονίες και εκτελέσεις στη Θεσσαλονίκη, 1913-1968, 2010, σ. 295 επ.):

«Ανάμεσα στο ΑΧΕΠΑ και το κτίριο του Πανεπιστημίου ήταν ακροβολισμένοι εκατοντάδες χωροφύλακες […]. Είχαν ανάποδα τα καπέλα τους και κρατούσαν κάτι τεράστια ρόπαλα, δεν τα είχα ξαναδεί αυτά […]. Έπρεπε να περάσεις μέσα απ’ αυτούς. Και όταν αναγγέλθηκε ότι θα μιλήσει ο Θεοδωράκης, ήρθαν ακόμη περισσότεροι ροπαλοφόροι. Θυμάμαι τον Οικονόμου, που έκανε την εγχείρηση στον Λαμπράκη, να μου λέει «Που πας;» «Εκεί» απάντησα. «Κοίταξε, εμείς έχουμε έτοιμο το ιατρείο εδώ», είπε, «θα έρθεις και θα σε παραλάβουμε αμέσως». Είχε και χιούμορ. Βγαίνω στο μπαλκόνι του κεντρικού πανεπιστημιακού κτιρίου, κάτω στον δρόμο θα ήταν εκατό, διακόσια παιδιά, που φώναζαν διάφορα συνθήματα, αλλά από την απέναντι μεριά ήταν τετρακόσιοι, όχι αστυνομικοί μόνο αλλά και αυτοί οι «αγανακτισμένοι πολίτες», οι οποίοι είχαν σκοτώσει τον Λαμπράκη, φωνάζοντας συνθήματα «θα πεθάνεις», «Βούλγαροι», «κομμούνια» κτλ. Άρχισα να μιλάω στον κόσμο, αλλά τι ομιλία μπορούσα να κάνω, όταν τρέμανε όλοι. […]. Τότε είναι που με πήραν στα χέρια και με πήγαν προς το λιμάνι, και ξαφνικά επενέβη ο συνταγματάρχης Κομνηνός, ο οποίος με συνέλαβε, μ’ έβαλε μέσα στο αυτοκίνητο και, πριν προφτάσω να διαμαρτυρηθώ, μου λέει «Σας έσωσα» […]. Αυτοί που σας πήραν στον ώμο είναι παρακρατικοί. Σας πήγαιναν για να σας σκοτώσουν […]. Όταν πήγα στη δίκη, είπα «Ο κ. Κομνηνός δεν είχε εντολή να αφήσει να με σκοτώσουν, κι έτσι μ’ έσωσε. Αν οι χωροφύλακες είχαν εντολή να σώσουν τον Λαμπράκη, θα τον έσωζαν…».

(3) Ιούνιος 1966

Η εφ. Μακεδονία (21/6/1966) αναγγέλλει συναυλία λαϊκής μουσικής του Μ. Θεοδωράκη στο γήπεδο του Αρεως για την Τετάρτη 29/6 και την Πέμπτη 30/6, ώρα 8:45.

«Τα εισιτήρια προπωλούνται στα εξής σημεία: Βιβλιοπωλείο ‘Θεμέλιο’ (Καστριτσίου 18), ανθοπωλείο ‘San Remo’ (Αγ. Σοφίας 28), κατάστημα ηλεκτρονικών ειδών Ε. Γιαρένη (Εγνατία 99), περίπτερο Αρτικιανός Φ. (Τσιμισκή 49), Αθ. Κόκκοτας (Τριανδρία), Χ. Μαυρόπουλος (περίπτερο Βάρνα), Β. Ιακωβίδης (Μεταμορφώσεως 40, Καλαμαριά), βιβλιοπωλείο ‘Η Δάφνη’ (Χαριλάου), Προ-Πο, Κουϊρουκίδης Χαρ .(Φραγκίνη)».

Στη σχετική αναγγελία της εφ. Θεσσαλονίκη διαβάζουμε ότι συμμετέχουν στις συναυλίες οι τραγουδιστές Μ. Φαραντούρη, Γρ. Μπιθικώτσης, που θα ερμηνεύσουν Ρωμιοσύνη, Μαουτχάουζεν, Επιτάφιο κ.ά. Δημοσιεύονται φωτογραφίες του Μ.Θ. και της Μαρίας Φαραντούρη από προηγούμενες συναυλίες τους (φύλλο της 27/619/66).

Για την πρώτη από τις συναυλίες του Μ.Θ., η εφ. Θεσσαλονίκη (29/6/1966) γράφει:

«Σήμερα η πρώτη συναυλία του Μ.Θ.. Έφτασε χθες στην πόλη μας ο μουσικοσυνθέτης Μ.Θ. με την λαϊκή ορχήστρα του και τους τραγουδιστές Μ. Φαραντούρη, Γ. Πουλόπουλο και Δ. Μητροπάνο.

Στο γήπεδο του Άρεως έγινε η γενική δοκιμή με τα τραγούδια από τη Γειτονιά των αγγέλων, το Τραγούδι του νεκρού αδελφού, τη Ρωμιοσύνη, τον Όμηρο, την Πολιτεία, το Μαουτχάουζεν. Τις συναυλίες θα παρουσιάσει η Ελ. Ροδά» .

Φίλοι που στάθηκαν τυχεροί και παρακολούθησαν τις συναυλίες είχαν να λένε για το πόσο τους είχαν ‘μιλήσει’ τότε τα τραγούδια που παίχτηκαν.

Ωστόσο, οι συναυλίες του Μ.Θ. δεν πέρασαν μόνο στην πολιτιστική ιστορία της πόλης ως «καλλιτεχνικό γεγονός».

Δεν έλειψαν και δημοσιεύματα όπως το παρακάτω στην εφ. Ελληνικός Βορράς (1/7/1966). (Να μην ξεχάσουμε σε ποια συγκυρία πόλωσης βρισκόμαστε):

«[…] Οργανωμέναι οχλοκρατικαί εκδηλώσεις συνέβησαν τη νύχτα στο γήπεδο του Άρεως, κατά τη διάρκεια συναυλίας του Μ.Θ.»

Συνέδεσαν το Μαουτχάουζεν, που είναι αφιερωμένο στα θύματα του ναζισμού, με τα θύματα του βομβαρδισμού στο Ανόι.

Ακούστηκαν συνθήματα «Αίσχος στους Γιάνκηδες», «Να σταματήσει ο πόλεμος στο Βιετνάμ». Και πετάχτηκαν προκηρύξεις με καθαρά κομμουνιστικά συνθήματα («Κάτω η αυλόδουλη κυβέρνηση», «Έξω από το ΝΑΤΟ» κ.ά.)

Την τάξη αποκατέστησε «ισχυρά αστυνομική δύναμη».

Δεν γνωρίζουμε αν δόθηκε συνέχεια σ’ αυτή την εφημεριδογραφική καταγγελία.

Πάντως, την ίδια μέρα, 1/7/1966, η εφ. Θεσσαλονίκη δημοσίευσε φωτογραφία του Μ.Θ., του Γ. Πουλόπουλου και της ορχήστρας, και συνέντευξη του μεγάλου συνθέτη, που διαμαρτύρεται για άνιση μεταχείριση και καταγγέλλει τη διεύθυνση του Παλαί ντε Σπορ διότι δεν του παραχώρησε τον χώρο, αν και είχε λάβει εγκαίρως τη σχετική αίτηση.

(4) 1995

Στις βιωματικές μου μνήμες για τον Μ.Θ. στη Θεσσαλονίκη, ξεχωριστή θέση κατέχει μια υπέροχη μουσική βραδιά στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, με τις Μπαλάντες σε ποίηση Μανόλη Αναγνωστάκη.

Εδώ πρέπει ν’ ανοίξει μια μεγάλη παρένθεση, γιατί αξίζει να θυμηθούμε ότι η “συνάντηση” Μ.Θ. και Μ. Αναγνωστάκη είχε γίνει πολύ πιο πριν γραφτεί η μουσική για τις Μπαλάντες. Σε καιρούς δίσεκτους…

«Πάνε αρκετά χρόνια», γράφει ο Μ. Αναγνωστάκης (περιοδικό «Ελίτροχος», Χειμώνας 1996), «από τότε που, πολύ νέοι ακόμα, μια παρέα μαζευόμαστε τα βράδια και κουβεντιάζαμε για την Τέχνη, για τις ιδέες, για την μοίρα του τόπου. Ανάμεσα σ’ όλους μας ο Μίκης ήταν ακόμα ο πιο “άγνωστος”, αν υποθέσεις ότι εμείς που, ένας είχε ήδη τυπώσει μία ποιητική συλλογή, ο άλλος είχε ανεβάσει ένα θεατρικό έργο, φανταζόμασταν τον εαυτό μας περισσότερο γνωστό σε κάποιους ολιγάριθμους κύκλους. Όμως, και κανείς άλλος δεν πίστευε, δεν σκόπευε τόσο ψηλά και δεν κυνηγούσε με τόση επιμονή και πάθος το ιδανικό του, που έγινε έργο ζωής εκεί που σε άλλους απόμεινε όνειρο ζωής, όσο ο Μ.Θ. […]. Έτσι, όταν ύστερα από λίγο καιρό έφευγε για το Παρίσι να δοκιμάσει τα φτερά του στους πλατιούς ορίζοντες, και όταν ακούστηκαν οι πρώτες επιτυχίες, η θριαμβευτική του σταδιοδρομία στα μεγάλα θέατρα του Παρισιού και του Λονδίνου, η περιέργεια και η έκπληξη ήταν για τους απροετοίμαστους άλλους, δεν ήταν για εμάς. […] Σαν επαρχιώτης, έτσι έπεσε ο Μ.Θ. στην καρδιά της Ευρώπης και χωρίς δέος, χωρίς ταλάντευση, μόνο στο χάος μιας μουσικής παράδοσης αιώνων, με απίστευτα σκληρή δουλειά αλλά με ευρύχωρα βήματα, με τεράστια άλματα, κατάκτησε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα μια διεθνή καθιέρωση και μια φήμη απίθανη για ένα τόσο απαιτητικό, αυστηρό και αμείλικτο κοινό […] Στη δική μας τη γενιά, ο Μ.Θ. ξεχωρίζει, υπήρξε ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της και ένα από τα μείζονος ποιότητος κεφάλαια που καταξιώνουν και τιμούν μια εποχή […]».

[Απόσπασμα από κείμενο του Μ. Αναγνωστάκη, δημοσιευμένο στην εφ. Κήρυξ των Χανίων την 1.10.1961]

Μετά τη συναυλία στην Ε.Μ.Σ., ο Μ.Θ., με τη γνώριμη αμεσότητά του, παίρνει το μικρόφωνο και αρχίζει να αφηγείται στον κόσμο που είχε κατακλύσει την αίθουσα μερικά απίστευτα στιγμιότυπα από τη ζωή του. Ένα από αυτά ήταν από τη διαμονή του στη Ζάτουνα (στο ορεινό χωριό Ζάτουνα της Πελοποννήσου, ο Μ.Θ. εξορίστηκε στα χρόνια της δικτατορίας 1967-1974). Ο Μ.Θ., αφού παίζει στο πιάνο για τους χωροφύλακες – ανθρωποφύλακές του τον «Υμηττό» του Μάνου Χατζιδάκι, αρχίζει μετά να παίζει και να τραγουδά τα νέα του τραγούδια.

― «Μα τι τραγούδια είναι αυτά που παίζετε;» με ρώτησαν οι χωροφύλακες.

― « Χατζιδάκι παίζω» τους απαντώ.

Βάφτισα ―συνεχίζει ο Μίκης― όλα τα καινούργια μου τραγούδια «Χατζιδάκι» για να μην πάω φυλακή, παίζοντας και ακούγοντας Θεοδωράκη!

Ώσπου κάποια μέρα το ανακάλυψαν και οι φρουροί και βάλανε τα γέλια. Με είχαν πια συνηθίσει! (Άλλωστε, να θυμίσουμε ότι το «Είμαστε δυο, είμαστε τρεις» πρωτοτραγουδήθηκε από ‘χορωδία’ χωροφυλάκων στη Ζάτουνα!…)

5) Μάρτιος 2000

Στις 24 Μαρτίου ο Μ.Θ. αναγορεύεται επίτιμος διδάκτωρ από το Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Α.Π.Θ. Είναι μια πολύ σημαντική ώρα για το πανεπιστήμιο της πόλης.

Τον έπαινο προς τον τιμώμενο εκφωνεί ο πρύτανης του Α.Π.Θ., καθηγητής Μιχ. Α. Παπαδόπουλος.

Στην ομιλία του ο τιμώμενος θα επισημάνει μεταξύ άλλων:

«[…] Η έννοια της άμεσης δημοκρατίας, η αγάπη για την ελευθερία, η αποστροφή στη βία, έχουν διαμορφώσει το DNA του ελληνικού χαρακτήρα, που είναι δυνατότερο από τους εισαγόμενους –ισμούς, που το μόνο που κατάφεραν είναι να μας διαιρούν, να μας αποπροσανατολίζουν και να μας καθιστούν έρμαια ξένων συμφερόντων […]. Επιτέλους, κάποιος θα πρέπει να υπερασπιστεί και να συνεχίσει την ουσία του ιστορικού φαινομένου που ονομάζεται ελληνικότητα».


Σχετική: Ο Διονύσης Σαββόπουλος για τον Μίκη Θεοδωράκη: «Καλώς ήλθες στη ζωή μας, ακριβέ μας δάσκαλε»


Υ.Γ. Το έτος 2000, στις 15, 16, και 17 Φεβρουαρίου, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας οργάνωσε εκδήλωση προς τιμήν του Μ.Θ., με αποκορύφωμα την ανακήρυξη του σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης.

(Βλ. Γ. Λογοθέτη, «Η βράβευση του Μίκη από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας», εφ. Θεσσαλονίκη, 14 Φεβρουαρίου 2000, και Στ. Κουγιουμτζή, «Η κοσμογονία του Μ.Θ.», εφ. Θεσσαλονίκη, 18.2.2000).

Back To Top