skip to Main Content
Συνέντευξη του Μίκη Θεοδωράκη στην Δέσποινα Σαββοπούλου στον «Ελεύθερο Τύπο», 2008

1). Πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα ακόμα βιβλίο «Σε πρώτο πρόσωπο», όπου διηγείστε τη ζωή σας με ένα πιο συμπυκνωμένο τρόπο. Το βιβλίο σταμάτα στις 21 Απριλίου του 1967. Σαράντα ένα χρόνια μετά, πόσο δικαιωμένος αισθάνεστε σε καλλιτεχνικό, όσο και σε πολιτικό επίπεδο;

Μ.Θ. Η λέξη «δικαίωση» με αποπροσανατολίζει, γιατί προκειμένου να κρίνουμε πρόσωπα, νομίζω ότι της λείπει η σαφήνεια: Δικαίωση ως προς τι και ως προς ποιους; Τον εαυτό μας, τους άλλους, το έργο μας, την κοινωνία ή την ιστορία; Αν θα πρέπει λοιπόν κάποιος να απαντήσει, είναι σωστό να μιλήσει μόνο για τον εαυτό του, για το τι ήθελε να κάνει και τι έκανε. Και ως προς όλα αυτά, εγώ τουλάχιστον θα απαντούσα ότι τα αποτελέσματα των έργων και των πράξεών μου δεν δικαίωσαν απολύτως τις προθέσεις, τις φιλοδοξίες και τα όνειρά μου. Και γι’ αυτό ψέγω αποκλειστικά τον εαυτό μου.

2) «Φτάσαμε, σημειώνετε, στο θλιβερό σήμερα, στο τέλος μια εποχής στο αδιέξοδο.» Θα βγούμε από αυτό το αδιέξοδο πιστεύετε, υπάρχει ελπίδα και πως;

Μ.Θ. Δεν θυμάμαι σε ποιο από τα πολλά αδιέξοδα που είναι μπροστά μας αναφέρομαι. Γιατί είναι πολλά και ποικίλα. Βρίσκομαι, όπως ξέρετε, στην περίοδο των απολογισμών, στους οποίους με οδηγούν οι εμπειρίες μιας μακράς ζωής. Η γενική μου αίσθηση είναι ότι ο Άνθρωπος γενικά δεν πάει καλά. Εάν τον δούμε σαν ένα από τα στοιχεία που συνθέτουν τη ζωή στον πλανήτη μας, τον θεωρώ όλο και περισσότερο αρνητικό και επικίνδυνο για την ίδια την ομαλή διαιώνιση της ζωής. Εάν δεν βάλει φρένο, είναι βέβαιο ότι θα οδηγηθεί σύντομα στην καταστροφή του ίδιου του πλανήτη μας. Αυτή λοιπόν την αρνητική εικόνα την συναντάμε παντού. Στις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, τις κοινωνίες, τους λαούς και τα έθνη. Τι φταίει; Μεγάλο και δύσκολο ερώτημα, που μπαίνει όλο και πιο επιτακτικά στις γενιές που μας ακολουθούν. Εμείς ό,τι ήταν να κάνουμε, το κάναμε και οι πράξεις μας, θετικές και αρνητικές ανήκουν πια στην ιστορία.

4). Γίνατε στόχος σημειώνετε, «λόγω ιδιομορφίας και διαφορετικότητας». Για κάποιους καλλιτέχνες η διαφορετικότητα, επίπλαστη ή αληθινή, γίνεται διαβατήριο καταξίωσης. Τι λέτε γι αυτό;

Μ.Θ. Η βασική μου ιδιομορφία είναι το ότι μπορώ να λέω ανοιχτά την σκέψη μου χωρίς να υπολογίζω τους κινδύνους και η διαφορετικότητά μου έγκειται στο γεγονός ότι σε αντίθεση με τους περισσότερους, δεν περιμένω από τους άλλους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα. Αυτά τα δύο στοιχεία αποτελούν για μένα την βάση της ηθικής μου συμπεριφοράς και μετρούν τον βαθμό της καταξίωσης ή όχι μέσα στη ζωή, την κοινωνία και την ιστορία.

6) Το καλοκαίρι ζήσατε μεγάλες στιγμές όταν δύο μέρες ένα ασφυκτικά γεμάτο Ηρώδειο τραγουδούσε με συγκίνηση τα τραγούδια σας σε δύο βραδιές αφιερωμένες στους πυροπαθείς. Παράλληλα τα σοβαρά σας έργα παρουσιάζονται συχνά και με επιτυχία στο εξωτερικό. Τι σας γεμίζει περισσότερο την ψυχή, το τραγούδι σας στο στόμα του ελληνικού λαού, ή η παγκόσμια αναγνώριση του συμφωνικού σας έργου;

Μ.Θ. Έμαθα ανέκαθεν να συμπεριφέρομαι και να δημιουργώ σαν ένα στοιχείο απολύτως προσαρμοσμένο στην λειτουργία που διέπει τα φυσικά φαινόμενα της ζωής. Από τα πιο απλά έως τα πιο σύνθετα. Και όταν από την παιδική μου ακόμα ηλικία συνειδητοποίησα ότι ζω για να κάνω μουσική, πρώτα για μένα και μετά για τους άλλους, μετρώ την καταξίωση στο βαθμό που το έργο μου με εκφράζει και παράλληλα μπορεί να εκφράζει και τους άλλους, Έλληνες και ξένους. Από την άποψη αυτή δεν έχω παράπονο. Το αντίθετο θα έλεγα. Από κει και πέρα, επειδή γνωρίζουμε όλοι καλά πώς γίνεται η προβολή και η διαφήμιση από μια χούφτα ανθρώπους, γιατί θα έπρεπε να δίνω σημασία; Άλλωστε κι εγώ έχω επωφεληθεί απ’ αυτή τη διαφήμιση και μάλιστα διεθνώς και γνωρίζω καλά γιατί και από ποιους έγινε. Σας βεβαιώ όμως ότι εκείνο που μετρά τελικά είναι η αξία του έργου, η σχέση του με τους άλλους και η αντοχή του στον χρόνο. Φυσικά πάνω από όλα αυτά το «τραγούδι στο στόμα του λαού» είναι η μεγαλύτερη και βαθύτερη καταξίωση για έναν δημιουργό.

7) Πριν μερικούς μήνες κυκλοφόρησε μια σειρά με συμφωνικά σας έργα από τη Legend. Ποια επαφή έχει ο ελληνικός λαός με το συμφωνικό σας πρόσωπο;

Μ.Θ. Ο συμφωνικός ήχος είναι ακόμα ξένος για το αυτί του Έλληνα. Έχω εξηγήσει πολλές φορές τους λόγους. Όπως επίσης έχω τονίσει ότι απ’ αυτή την αρνητική σχέση ζημιωμένος είναι ο λαός μας. Ένα βασικό εμπόδιο είναι το γεγονός ότι τα είδη αυτά της μουσικής, συμφωνίες, ορατόρια, όπερες, έχουν μεγάλο κόστος, το οποίο μπορούσαν να επωμισθούν μόνο οι πλούσιες κοινωνικές τάξεις. Γι’ αυτόν τον λόγο η συμφωνική μουσική που στη χώρα μας ξεκίνησε στις αρχές του περασμένου αιώνα, υπήρξε προνομιακό κτήμα μιας χούφτας πλούσιων Αθηναίων. Όμως το περίεργο είναι ότι αν και κάποτε το ελληνικό κράτος αποφάσισε να χρηματοδοτήσει την Κρατική Ορχήστρα και την Λυρική Σκηνή και στη συνέχεια τα διάφορα Μέγαρα Μουσικής, με σκοπό η μουσική αυτή να πάει στον λαό, ο λαός έμεινε και πάλι έξω… Και φυσικά το μεγάλο θύμα από την κατάσταση αυτή είναι η ελληνική συμφωνική μουσική. Επομένως δεν μου επιτρέπεται να έχω αυταπάτες. Παρατηρώ όμως ότι αυτό το τολμηρό άνοιγμα της Legend δεν πέρασε απαρατήρητο. Νομίζω ότι κάτι γίνεται. Τουλάχιστον τα μηνύματα που έχω είναι θετικά και αισιόδοξα. Θα ήταν όμως πολλαπλώς θετικώτερα εάν η ελληνική συμφωνική μουσική είχε στη διάθεσή της το ένα δέκατο από τα ποσά που δίνει κάθε χρόνο ο Έλληνας φορολογούμενος, από το Διδυμότειχο ως την Ιεράπετρα, για να απολαμβάνουν μια χούφτα Αθηναίοι φιλόμουσοι τα ίδια και τα ίδια έργα των Ευρωπαίων συνθετών.

8) Είστε ο τελευταίος κορυφαίος του ελληνικού πνεύματος της λαμπρής γενιάς των Ελύτη, Χατζιδάκη, Γκάτσου, Ρίτσου, με τους οποίους συμπλεύσατε. Πως νοιώθετε όντας πια μόνος σ αυτή την πνευματική κορυφή;

Μ.Θ. Είναι περίεργο, όμως όλους αυτούς και πολλούς άλλους που θαύμασα και αγάπησα, τους νοιώθω πάντοτε ζωντανούς και παρόντες. Γιατί τελικά θάνατος είναι μόνο η λησμοσύνη…

9) Ειδικά με το Μάνο Χατζιδάκι συνδεθήκατε ως συνθέτες αναπόσπαστα. Σας λείπει σήμερα ο Μάνος και το πνεύμα του, η σχέση σας, η κοινή αναφορά των ονομάτων σας;

Μ.Θ. Ειδικά για τον Μάνο Χατζιδάκι νοιώθω μια βαθειά νοσταλγία, γιατί η σχέση μας ψυχικά και πνευματικά είχε μεγάλη διάρκεια (ξεκίνησε από τα 1945) και ήταν πάντοτε στενή. Ακολουθήσαμε ουσιαστικά τον ίδιο δρόμο, που τον χαρακτήριζαν τα κοινά μας οράματα και οι κοινές μας προσπάθειες για την ελληνική μουσική, καθώς και οι κοινές μας πεποιθήσεις γύρω από τα μεγάλα προβλήματα της Ελευθερίας, Ανεξαρτησίας, Δημοκρατίας και Ανθρώπινης Αξιοπρέπειας. Και προ παντός η ίδια βαθειά μας πίστη στην Ελλάδα και στην Ελληνικότητα, που ήταν και ο ουσιαστικός μας στόχος στην καλλιτεχνική μας προσπάθεια.

10) Ποια στάθηκε η μεγαλύτερη διάψευση για σας; Και σήμερα ποιο είναι το παράπονο σας;

Μ.Θ. Το γεγονός ότι ακυρώθηκαν τα οράματά μας για μια Ελλάδα της Εθνικής Αναγέννησης.

11) Μια αγαπημένη σας συνήθεια είναι η διήγηση ιστοριών από τη ζωή σας. Προκαλεί πραγματικά δέος η χωρητικότητα της μνήμης σας (για να χρησιμοποιήσουμε όρους σύγχρονης τεχνολογίας). Αλήθεια όλα όσα διηγείστε τα θυμάστε από μνήμης, ή κατά καιρούς έχετε κρατήσει ημερολόγιο ή σημειώσεις στις οποίες ανατρέχετε;

Μ.Θ. Αυτά που εξακολουθώ να θυμάμαι δεν είναι ούτε το ένα δέκατο από αυτά που έχω ζήσει και έχω ξεχάσει.

12) Σ αυτή την πολύ γεμάτη ζωή την οποία έχετε διηγηθεί κατά καιρούς, υπάρχουν στοιχεία και γεγονότα που έχετε κρατήσει για τον εαυτό σας και που κάποια στιγμή θα βγουν κι αυτά στο φως;

Μ.Θ. Πράγματι, εκατοντάδες παλιοί φίλοι που συνάντησα σε κάποια περίοδο της ζωής μου, όταν κατά τύχη τους συναντώ, μου διηγούνται ιστορίες που με αφορούν και σχεδόν δεν τους πιστεύω.

13) Η σχέση σας με τη σύνθεση και τη δημιουργία εξακολουθεί να είναι για σας πηγή ζωής και αισιοδοξίας;

Μ.Θ. Ζω μόνο γι’ αυτό.

14) Ο έρωτας στάθηκε για σας πηγή έμπνευσης;

Μ.Θ. Ο Έρωτας με συγκλόνισε, με άλλαξε, με διαμόρφωσε και με αιχμαλώτισε για πάντα.

15) Σήμερα τι σας προκαλεί χαρά; Μιλήστε μου αν θέλετε και για τις απλές χαρές της ζωής σας για τη σχέση με τα εγγόνια σας, τους φίλους σας, τις συζητήσεις σας, το διάβασμα, το Βραχάτι, ή ότι άλλο γεμίζει την καθημερινότητας σας;

Μ.Θ. Μυρτώ, Μαργαρίτα, Γιώργος, Μίκης, Άγγελος, Στέφανος, Αλέξανδρος, Μυρτώ. Μοιάζει σαν ένα στεφάνι, που οι δυο του άκρες σμίγουν και ενώνονται. Αυτή είναι η μικρή μου οικογένεια και τα ζωντανά ίχνη που αφήνουμε στον χρόνο ύστερα από το πρώτο μας ραντεβού στου Φιλοπάππου τον Ιούλιο του 1944 και από ένα ταξίδι μιας ζωής, που μπροστά του τα πάθη του Οδυσσέα φαντάζουν παιχνιδάκι… Και παρ’ όλα αυτά αυτό το μεγάλο ταξίδι συνεχίζεται γεμίζοντας με νέες αγωνίες αλλά και με χαρές την καθημερινότητά μας.

16) Τι σας φοβίζει; Και είναι κάτι που σας λείπει;

Μ.Θ. Με φοβίζει το μέλλον των παιδιών μου και των παιδιών όλου του κόσμου.

17) Στο βιβλίο «Σε πρώτο πρόσωπο» γράφετε ότι αδιαφορείτε αν το έργο σας γίνει στάχτη. Δεν σας απασχολεί η υστεροφημία σας;

Μ.Θ. Παραδέχομαι ότι πρόκειται για μια σκέψη σκληρή. Όμως για να την καταλάβει κανείς, θα πρέπει να έχει διαβάσει προσεκτικά το βιβλίο «Σε πρώτο πρόσωπο», στο οποίο αναφέρεστε.

18) Αν ξαναρχίζατε από την αρχή θα διορθώνατε κάποια σημεία στη ζωή σας;

Μ.Θ. Μακάρι να το μπορούσα… Να πράξω δηλαδή και να δημιουργήσω τα όσα έπραξα και έκανα, μονάχα με μια μικρή διαφορά: Προσέχοντας λίγο περισσότερο τον εαυτό μου ως μουσικό δημιουργό.

19) Εξακολουθείτε να ονειρεύεστε και τι;

Μ.Θ. Πάντοτε ζω μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας. Και νομίζω ότι αυτό με έχει βοηθήσει να γλιτώσω από την ξηρασία με την οποία μας απειλεί η πεζή, η ρηχή και η άοσμη καθημερινότητα. Πάντα προσπαθώ να «δροσίζω» αυτή την καθημερινότητα και να της δίνω φτερά με την δύναμη των οραμάτων, της φαντασίας και των μεγάλων ιδανικών, που αποτελούν την μετουσίωση των ονείρων και μας βοηθούν να κατακτήσουμε την πεμπτουσία της ζωής.

Back To Top