skip to Main Content

Για την εργασία ομάδας παιδιών της β΄ Λυκείου του Γαλλικού τμήματος του LFH του Ελληνογαλλικού σχολείου της Αγίας Παρασκευής, με θέμα «Η ζωή και η δράση των Ελλήνων που κατέφυγαν στην Γαλλία κατά την διάρκεια της δικτατορίας του 1967 και πώς κατάφεραν να ανταπεξέλθουν στα πολλά προβλήματα που αντιμετώπισαν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους».

1.- Γιατί φύγατε στην Γαλλία; Αισθανόσαστε πιο ασφαλείς εσείς και η οικογένειά σας εκεί;

Μ.Θ. Στα 1970 η στρατιωτική χούντα με είχε καταδικάσει και βρισκόμουν φυλακισμένος στο στρατόπεδο του Ωρωπού. Επειδή όμως η υγεία μου δεν ήταν καλή, με είχαν μεταφέρει στην φυλακή του Νοσοκομείου «Σωτηρία». Για να με γλιτώσουν από τα νύχια της δικτατορίας, εκατοντάδες προσωπικότητες από την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Σοβ. Ένωση είχαν σχηματίσει επιτροπές για την σωτηρία μου. Αποτέλεσμα αυτής της διεθνούς κινητοποιήσεως ήταν να επιστρατευθεί ο Γάλλος δημοσιογράφος και πολιτικός Σερβάν Σρεμπέρ, που κατόρθωσε να πείσει τον Γεώργιο Παπαδόπουλο να με απελευθερώσει και να με παραδώσει σ’ αυτόν, για να με μεταφέρει με ιδιωτικό αεροπλάνο στο Παρίσι. Μετά από ένα μήνα, τρεις Γάλλοι κατάφεραν να φυγαδεύσουν την γυναίκα και τα δύο παιδιά μου και να τους μεταφέρουν κι αυτούς μέσω Τουρκίας στην Γαλλία. Πρέπει όμως να πω ότι στο Παρίσι διαμέναμε ήδη από το 1954 έως το 1961 και διαθέταμε εκεί και δικό μας διαμέρισμα. Επίσης τα δυο παιδιά μας είχαν γεννηθεί στο Παρίσι. Έτσι μπορώ να πω ότι η Γαλλία είχε γίνει για μας δεύτερη πατρίδα.

 

2.- Πώς νοιώθει ένας καλλιτέχνης και ταυτόχρονα ένας πολιτικοποιημένος άνθρωπος όταν «ξεριζώνεται» από την χώρα του γιατί δεν έχει άλλη επιλογή;

Μ.Θ. Τουλάχιστον για μας η υποχρεωτική απομάκρυνση από την πατρίδα μας, αποτέλεσε μια μεγάλη τραγωδία. Γιατί άλλο είναι να επιλέγεις εσύ να ζήσεις στο εξωτερικό και τελείως άλλο να μην μπορείς να γυρίσεις στην χώρα σου.

 

3.- Η ζωή σας εκεί ήταν δύσκολη; Τα νέα από την Ελλάδα έφταναν εύκολα; Με ποιους τρόπους μαθαίνατε τι συνέβαινε στην Ελλάδα;

Μ.Θ. Για μας δεν ήταν δύσκολη, γιατί το Παρίσι ήταν για μένα η κύρια, θα έλεγα, βάση για τις επαγγελματικές μου ενασχολήσεις. Οι Εκδότες της μουσικής μου Σαλαμπέρ και Μάριο Μπουά, οι στενοί μου συνεργάτες όπως ο Ρεϊμόν Ρουλώ και η Λουντμίλα Τσερίνα, η Εταιρία ΣΑΣΕΜ για τα πνευματικά μου δικαιώματα, ακόμα και ο βιογράφος μου Ζάκ Κουμπάρ, είχαν την έδρα τους στο Παρίσι. Έτσι εξακολούθησα να εργάζομαι κανονικά γράφοντας μουσική για φιλμ, για συμφωνικές ορχήστρες, για χορωδίες κλπ. ενώ αργότερα σχημάτισα τη δική μου ορχήστρα, με την οποία από το 1970 έως το 1974 έδωσα σε όλο τον κόσμο χίλιες συναυλίες! Παράλληλα δεν έπαψα βεβαίως ποτέ να ασχολούμαι με την αντιδικτατορική δράση. Άλλωστε ήμουν Πρόεδρος του Πατριωτικού Αντιδικτατορικού Μετώπου (ΠΑΜ), του οποίου ήταν μέλος μεταξύ άλλων και η Μελίνα Μερκούρη.

Τα νέα από την Ελλάδα μας έφταναν από πολλές πηγές, όπως λ.χ. από τις ειδικές εκπομπές των ραδιοφωνικών σταθμών του Παρισιού, του Λονδίνου, του Μονάχου, της Κολωνίας και της Μόσχας. Παράλληλα η οργάνωσή μας είχε συνεχή επαφή με την Ελλάδα.

 

4.- Ο περίφημος Μάης του ΄68 που έφερε νέα πνοή ελευθερίας στους Γάλλους σας έκανε να ελπίζετε ότι θα αλλάξει κάτι στην Ελλάδα;

Μ.Θ. Το ξεσήκωμα της ελληνικής νεολαίας προηγήθηκε κατά δέκα τουλάχιστον χρόνια, μιας και εδώ έως το 1949 είχαμε εμφύλιο πόλεμο. Αμέσως μετά εγκαθιδρύθηκε ένα σκληρό αστυνομικό καθεστώς. Οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν έως το 1954, ενώ στις φυλακές παρέμεναν δεκάδες χιλιάδες πολιτικοί κρατούμενοι. Οι τελευταίοι 5.000 απελευθερώθηκαν στα 1964-65. Από το 1958 η νεολαία άρχισε να ξεσηκώνεται για την Ελευθερία (Κίνημα του 1 – 1 – 4), για την Παιδεία (Κίνημα του 15%), για την Κύπρο. Οι συγκρούσεις κυρίως στην Αθήνα, έγιναν καθημερινές. Δεκάδες χιλιάδες νέοι και νέες με επί κεφαλής τους φοιτητές, έδιναν μάχες με την αστυνομία, με εκατοντάδες τραυματίες, ακόμα και νεκρούς. Όμως το κίνημα γιγαντώθηκε μέσα στα 1963 με τη δολοφονία του Βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη. Αμέσως μετά σχηματίστηκε η νεολαία Λαμπράκη, της οποίας είχα την τιμή να είμαι Πρόεδρος. Η μαζικότητα της νεολαίας αυτής έφτασε τα 300.000 μέλη. Τώρα οι συγκρούσεις γενικεύτηκαν σε όλη την Ελλάδα. Κορύφωση της μαχητικότητας και της μαζικότητάς της υπήρξαν οι Μαραθώνιες Πορείες με την συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων νέων από όλη τη χώρα, καθώς και ο ξεσηκωμός της νεολαίας για την παρεκτροπή των Βουλευτών (τα περίφημα Ιουλιανά του 1965), όπου επί 70 μέρες πενήντα χιλιάδες νέοι καθημερινά έδιναν μάχες με την αστυνομία. Τότε ήταν που σκοτώθηκε και ο φοιτητής Σωτήρης Πέτρουλας, που έγινε σύμβολο αγώνα. Δεν είναι καθόλου απίθανο να έγινε η δικτατορία (1967) μπροστά στον φόβο που προκαλούσε σε κάποιους αυτή η γιγαντιαία μαχητική στάση της νεολαίας. Οι στόχοι μας ήταν ίδιοι με κείνους του Μάη ΄68. Μόνο που τότε όλοι οι τοπικοί ηγέτες αυτού του κινήματος βρισκόταν στις φυλακές και στις εξορίες. Είναι φυσικό λοιπόν να βλέπουμε την εξέγερση στο Παρίσι και στις άλλες πρωτεύουσες σαν ένα αισιόδοξο μήνυμα και για μας τους ίδιους που βρισκόμασταν πίσω από τα σίδερα και για την χώρα μας που στέναζε κάτω από την μπότα της δικτατορίας.

 

5.- Πότε επιστρέψατε στην Ελλάδα; Ήταν εύκολα για σας μετά από τόσο δύσκολα χρόνια να προσαρμοστείτε στην χώρα σας; Η αγάπη του κόσμου σας βοήθησε;

Μ.Θ. Γύρισα στην Αθήνα με ένα τσάρτερ φορτωμένο με Γάλλους τουρίστες αμέσως μετά την επάνοδο του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αυτή ήταν για μένα η ομορφότερη μέρα της ζωής μου. Εγώ προσωπικά έζησα για δυο χρόνια (1974-76) μέσα σ’ ένα όνειρο, αν σκεφτεί κανείς ότι έδινα κάθε 3-4 μέρες και μια συναυλία. Γυρίσαμε έτσι όλα τα στάδια της χώρας, ακόμα τις πιο μικρές πόλεις. Βλέπετε, η μουσική μου ήταν απαγορευμένη για εφτά ολόκληρα χρόνια και ο λαός διψούσε να την ακούσει.

Δυσκολίες φυσικά υπήρχαν, κυρίως στον πολιτικό τομέα, όμως το σημαντικό για μας ήταν ότι είχαμε πια ένα γνήσιο δημοκρατικό καθεστώς και πραγματικές ελευθερίες, για το οποίο καθεστώς και τις οποίες ελευθερίες η δική μου γενιά πάλεψε ασταμάτητα επί τρεις ολόκληρες δεκαετίες μέσα σε πολύ σκληρές συνθήκες ξεκινώντας από την εποχή της εθνικής μας αντίστασης κατά των Γερμανών κατακτητών (1941-44).

Εμένα ειδικά με στήριξε αφάνταστα η αγάπη του κόσμου τόσο για το μουσικό μου έργο όσο και για την αγωνιστική μου δράση.


Ερωτήσεις από τους μαθητές της 3ης Γυμνασίου Γαλλικού – Διεθνούς – Ελληνικού τμήματος

 

  1. Πώς και σε ποια ηλικία αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη μουσική; Ποιες πιστεύετε ότι υπήρξαν οι κυριότερες πηγές έμπνευσης για το (τεραστίων διαστάσεων) έργο σας;
  2. Όταν ήσασταν στην ηλικία μας, έφηβος, ακούγατε μουσική και -αν ναι- τι είδους; Και για τη σύγχρονη μουσική δημιουργία, τι γνώμη έχετε, πιο συγκεκριμένα για τους τραγουδιστές αλλά και για τα ‘ριάλιτι’ που ‘βγάζουν’ τραγουδιστές;
  3. Πώς σκεφτήκατε να εντάξετε λαϊκά στοιχεία στις μουσικές σας συνθέσεις μελοποιώντας ποιητές όπως ο Ελύτης ή ο Ρίτσος; Στη δική σας ζωή, τι παρουσία είχε η ποίηση;
  4. Τα θέματα πολλών τραγουδιών σας στρέφονται γύρω από την ελευθερία, τον έρωτα, τα προβλήματα του απλού λαού. Θα θέλατε να δημιουργήσετε συνθέσεις ή να μελοποιήσετε ποιήματα και με κάποια άλλα θέματα και -σε αυτήν την περίπτωση- ποια;
  5. Έχετε συνθέσει συμφωνικά έργα καθώς επίσης και τραγούδια, άλλα λαϊκά και άλλα αποκαλούμενα ελαφρά. Σε ποιο είδος μουσικής νιώθετε πιο κοντά σήμερα;
  6. Η πιο γνωστή σας μουσική δημιουργία, στην Ελλάδα ίσως και παγκοσμίως, είναι ο Ζορμπάς. Από πού αντλήσατε την έμπνευση;
  7. Οι ελληνικές παραδόσεις έπαιξαν ρόλο στη σύνθεση του έργου σας; Με ποιον τρόπο;
  8. Ποια είναι η αγαπημένη σας μουσική σύνθεση, το όργανο που προτιμάτε, η συναυλία που έχει μείνει στη μνήμη σας; Και από την άλλη, υπάρχει κάποια δημιουργία ή κάτι άλλο στη ζωή σας για το οποίο έχετε μετανιώσει;
  9. Βλέπετε γενικά τη μουσική σαν έναν άλλο κόσμο, έναν κόσμο που μπορεί να λύσει προβλήματα;
  10. Η σημερινή ιδεολογία, των νέων ιδιαίτερα ανθρώπων, θεωρείτε ότι προβάλλεται επαρκώς μέσα από τη μουσική που γράφουν οι συνθέτες του 2000 (κάτι που συνέβαινε παλαιότερα, όπως στις δεκαετίες του ’60 και του ’70);
  11. Πιστεύετε ότι η μουσική αγγίζει οριακά σημεία πολύ υψηλής ή πολύ χαμηλής ποιότητας κατά περιοδικά διαστήματα και ότι, έτσι, μπορούμε να ελπίζουμε σε καλύτερη ελληνική ή ξένη μουσική μετά από μερικά χρόνια;
  12. Τι θα είχατε να συμβουλέψετε τους νέους σχετικά με τη μουσική -ελληνική και ξένη- που ακούνε σήμερα;
  13. Συμμετείχατε ενεργά στην Αντίσταση κατά τη δεκαετία του ’40 και -εάν ναι- ποιοι λόγοι σας ώθησαν σε αυτό; Ποια ήταν η θέση και η δράση σας επί δικτατορίας Παπαδόπουλου;
  14. Πιστεύετε ότι η κοινωνία έχει αλλάξει σε βάθος από τη δεκαετία του 1960, όταν ήσασταν νέος; Αν ναι, προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο;
  15. Η δημοσιότητα θεωρείτε ότι άλλαξε και επηρέασε τη ζωή σας ή τον χαρακτήρα σας;
  16. Τι θα συμβουλεύατε τους νέους της εποχής μας; Ποια εφόδια νομίζετε ότι πρέπει να έχουν για να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις των καιρών μας; Και τι πιστεύετε για την παιδεία σήμερα;
  17. Πόσο δύσκολο είναι να επικρατήσουν στη σημερινή κοινωνία οι αξίες για τις οποίες αγωνιστήκατε, δηλαδή η ειρήνη, η ισότητα, η δικαιοσύνη, δεδομένης της κατάστασης που κυριαρχεί με τους πολέμους και την κοινωνική ανισότητα; 

 

ΜΘ.      Είναι γνωστό ότι ο ελληνικός λαός έχει σοβαρό πρόβλημα με την δυτική μουσική τέχνη. Η ελληνική μουσική παράδοση έχει διαμορφώσει ένα γηγενή μουσικό κόσμο που προσφέρει όσα έχει να προσφέρει σε ένα ευαίσθητο και ευφάνταστο λαό με τη δική μας μουσική τέχνη. Προσωπικά υπήρξα και είμαι διχασμένος ανάμεσα στην δυτική και την ελληνική τέχνη. Εθνική Μουσική Σχολή. Αναζήτηση της μουσικής τραγωδίας σε φόρμες δυτικές. Μπαλέτα. Κοντσέρτα για πιάνο, για τσέλο κλπ. Επιστροφή στο τραγούδι -το έντεχνο ελληνικό-, απόπειρα πρόσμιξης δυτικών τεχνικών αισθητικής, «Άξιον Εστί», “Canto General”. Επιστροφή στην συμφωνική μουσική και στα ορατόρια. Είσοδος στην «Τετραλογία».

Με το τελευταίο μπορώ να παίρνω από όλα τα προαναφερόμενα είδη, όσα θεωρώ ώριμα, στερεά και αντάξια του νέου μου στόχου που είναι η δημιουργία μιας αμιγούς ελληνικής μουσικής τραγωδίας με την σφραγίδα, ας πούμε, μιας οικουμενικής ελληνικότητας εμπλουτισμένης με όλα τα βιώματα, τις επιρροές, τις τεχνικές, την αισθητική, τα πιστεύω, τους οραματισμούς κλπ. που υπέπεσαν σε όλα αυτά τα χρόνια στην αντίληψή μου και που με έκαναν να γίνω αυτός που είμαι: Αθηναίος, Κρητικός, Έλληνας, επαρχιώτης, Παριζιάνος, Βερολινέζος, Ιταλιάνος, Ασιάτης, Ευρωπαίος, λαϊκός, αριστοκρατικός, σοφός, απλοϊκός, μοναχικός, μαζικός, αριστερός, πατριώτης και τόσα άλλα.

Αυτές οι ποικίλες βιωματικές, θετικά πανσπερματικές εμπειρίες κατ’ εικόνα και ομοίωση του κόσμου χωρίς σύνορα που ζούμε, εκ παραλλήλου με τις συνεχείς ασχολίες μου με όλα τα είδη της μουσικής, με την μελοποίηση των ποιητών, με ντόπιες και ξένες ορχήστρες και χορωδίες, ήταν επόμενο να έχει αποτέλεσμα την εξέλιξη της χορωδιακής και ορχηστρικής μου γραφής. Εκείνο που πάντως απέφυγα συστηματικά ήταν να ξαφνιάσω, να πρωτοτυπήσω με εξωτερικά κραυγαλέα μέσα, μόνο και μόνο για να εντυπωσιάσω.

Δεν αρνούμαι ότι αρκετές φορές το καινούριο εμφανίστηκε με λαμπερά αστραφτερά ηχητικά ενδύματα. Πρόκειται όμως σαφώς για εξαιρέσεις. Έπειτα σε μένα δεν ταίριαζε ποτέ το εξωτερικό, το κραυγαλέο. Γι’ αυτό θέλησα ό,τι καινούριο κι αν είχα να πω, να το πω μ’ έναν τρόπο που να φανερώνεται σιγά-σιγά αλλά -αν ήταν δυνατόν- καταλυτικά. Η μεγάλη μου εμπειρία με οδήγησε σε συμφωνικές γραφές (χορωδία-ορχήστρα) που ο υπεύθυνος μαέστρος θα πρέπει να ψάξει σοβαρά για να ανακαλύψει και να αποκαλύψει. Ε λοιπόν, αυτό το είδος των μαέστρων αναζητώ και είμαι βέβαιος ότι κάθε φορά που θα ανακαλύπτουν τα κλειδιά της μουσικής μου, θα γίνονται ευτυχέστεροι και νομίζω αξιότεροι ως προς το έργο μου.

Αυτή η ζωντανή πανσπερμία στον υψηλότερο και στον πιο «αγοραίο» βαθμό της, ήθελα να υπάρχει, όμως μέσα σε μια αυστηρή ενότητα και αλληλουχία, ώστε κάθε στιγμή η κάθε στιγμή να προσφέρει το υψηλό και άμεσο, το σύνθετο και το απλό, το διαχρονικό και το επίκαιρο, το κοσμοπολίτικο και το ρωμαίικο, την μία αλήθεια και την κοινοτοπία που συμφιλιώνει.

Στα πρώτα χρόνια της ώριμης συνθετικής μου εργασίας υπήρχαν πολλά εξωτερικά ερεθίσματα, κυρίως πνευματικά και ιδιαίτερα μουσικά, που καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό τις μουσικές μου αναζητήσεις. Όμως όσο περνούσε ο καιρός και προχωρούσα στην αποκάλυψη ενός δικού μου προσωπικού ύφους και τρόπου γραφής, η βασική δύναμη που με ωθούσε προς την σύνθεση νέων έργων γινόταν βασικά εσωτερική. Η αυτογνωσία του αποτελέσματος με οδηγούσε έπειτα από κάθε σύνθεση στην ανάγκη να πάω ακόμα παραπέρα προς την κατάκτηση του ιδεώδους μουσικού έργου που υπήρχε μέσα μου, όμως με μορφή ομιχλώδη, και εγώ θα έπρεπε να πλησιάσω ακόμα περισσότερο για να το ανακαλύψω και να το αποτυπώσω. Έτσι η σύνθεση έγινε για μένα ένα καθαρά πνευματικό «παιχνίδι». Μια βαθειά ψυχική ευχαρίστηση που μου χάριζε και μου χαρίζει πληρότητα και γαλήνη.

Όλες αυτές οι σκέψεις με οδήγησαν τελικά στην σύνθεση μουσικών έργων που θα χώριζα χονδρικά σε δύο βασικές κατηγορίες:

Α) Τα καθαρά συμφωνικά, βασισμένα σε οργανικά σύνολα (Μουσική Δωματίου, Συμφωνίες, Κοντσέρτα και Μπαλέτα)

Β) Έργα βασισμένα σε ποιητικά κείμενα (Κύκλοι τραγουδιών, Ορατόρια, Όπερες, Μουσική για Αρχαίο Δράμα).

Στα τελευταία 25 χρόνια είχα την μεγάλη ευτυχία να δω τα έργα μου να παίζονται, να ηχογραφούνται και να κυκλοφορούν διεθνώς από εξαιρετικά ξένα συγκροτήματα και διεθνείς δισκογραφικές εταιρίες, όπως λ.χ. την Τριλογία των Λυρικών μου Τραγωδιών (Οπερών) «Μήδεια», «Ηλέκτρα» και «Αντιγόνη», τις Συμφωνίες αρ. 1, 2, 3, 4 και 7, το “Requiem”, το Μπαλέτο «Ζορμπάς», το “Canto General”, το “Canto Olympico” , το «Καρναβάλι» (Suite-Ballet) κλπ.

Στους τελευταίους μήνες κυκλοφόρησαν συγχρόνως στην Γερμανία (την χώρα που γνωρίζει και αγαπά περισσότερο από κάθε άλλη την μουσική μου) η «Ραψωδία για τσέλο και ορχήστρα» σε δύο διαφορετικές εκτελέσεις. Η πρώτη με την Ορχήστρα του Aachen και σολίστ τον Johannes Moser και η δεύτερη με την Συμφωνική της Νυρεμβέργης και σολίστ τον Sebastian Hess. Το CD του Aachen περιλαμβάνει ακόμα την μουσική του μπαλέτου «Οι εραστές του Τερουέλ», που συνέθεσα στο Παρίσι στα 1958 έπειτα από παραγγελία της Λουντμίλα Τσερίνα. Το δε CD της Νυρεμβέργης την «Ραψωδία για κιθάρα και ορχήστρα» με σολίστ τον Franz Halasz. Διευθυντές Ορχήστρας είναι οι Marcus Bosch (Aachen) και John Carewe (Νυρεμβέργη).

Ταυτόχρονα κυκλοφόρησε σε διπλό CD η πρώτη μου όπερα «Κώστας Καρυωτάκης» που παρουσίασε σε πρώτη εκτέλεση η Λυρική Σκηνή στα 1987. Αργότερα με την προοπτική μιας μεγάλης περιοδείας στην Γερμανία, αποφασίστηκε για λόγους οικονομίας να γίνει μεταγραφή του έργου για μικρό συμφωνικό σύνολο. Την εργασία αυτή ανέλαβε ο φίλος και συνεργάτης μου Henning Schmiedt τον οποίο εκτιμώ πολύ ως πιανίστα και ως ενορχηστρωτή. Η νέα ονομασία «Οι μεταμορφώσεις του Διονύσου» αποφασίστηκε για να βοηθήσει το ξένο κοινό στην κατανόηση του τόσο ελληνοκεντρικού λιμπρέτου. Δυστυχώς το όνομα «Καρυωτάκης» είναι εκεί παντελώς άγνωστο, ενώ ο Διόνυσος είναι φυσικά σε όλους γνωστός. Άλλωστε η αλλαγή αυτή ταιριάζει απόλυτα με την πεμπτουσία του έργου, όπου ο σύγχρονος Έλληνας ποιητής είναι για μένα κάποιος μακρινός απόγονος του διδύμου Απόλλων-Διόνυσος…

Η ηχογράφηση του έργου έγινε στα 1999 στο Στούντιο του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Βερολίνου. Είχα την τύχη να διευθύνω δύο εξαιρετικά σύνολα: ένα πολωνικό, της όπερας του Γκντάνσκ, σολίστ και χορωδία και ένα γερμανο-πολωνικό, αποτελούμενο από πραγματικά καταπληκτικούς μουσικούς, που συγκρότησαν το μικρό συμφωνικό σύνολο. Όπως θα διαπιστώσει αυτός που θα ακούσει την ηχογράφηση, υπήρξε αυτό που συνηθίζεται να λέγεται «γερμανική τελειότητα» από την πλευρά των Γερμανών ηχοληπτών.

Τα CDs με τα συμφωνικά μου έργα δυστυχώς δεν είναι ευρέως γνωστά στην Ελλάδα. Πώς θα ήταν άλλωστε, εφ’ όσον έως τώρα θα πρέπει να ψάξει κανείς να τα βρει μόνο σε 2-3 μεγάλα δισκοπωλεία των Αθηνών…

Ευτυχώς εδώ και λίγο καιρό η Εταιρία «Έρως» συνήψε συμβόλαιο με την γερμανική “Intuition” (των μουσικών Εκδόσεων “SCHOTT”),  που έχει και τα περισσότερα έργα μου και έτσι δειλά αλλά σταθερά έχει αρχίσει να επεκτείνεται και σε άλλα καταστήματα η διάθεσή τους.

Τέλος πιστεύω ότι ένα μεγάλο βήμα πρόκειται να συντελεσθεί με την επικείμενη κυκλοφορία από την Legend των έργων «Καρναβάλι» (με την Ορχήστρα των Χρωμάτων), «Πρώτη Συμφωνία», «Οιδίπους Τύραννος», «Έρως και Θάνατος» και «Πανηγύρι της Αση-Γωνιάς» (με την ΚΟΑ), «Δεύτερη» και «Έβδομη» Συμφωνία με την Συμφωνική Ορχήστρα και Χορωδία της Πράγας), «Τέταρτη Συμφωνία» με την Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και «Τρίτη Συμφωνία» από την Όπερα της Φρανκφούρτης. Όλα αυτά με βασικό στόχο την ελληνική αγορά. Γεγονός που πάνω απ’ όλα με ικανοποιεί και με συγκινεί, δεδομένης της αγάπης μου για το ελληνικό κοινό.

 

Αθήνα,  Φεβρουάριος 2007

Μίκης Θεοδωράκης

Back To Top