skip to Main Content

1/ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ DIEGO FISCHERMANN, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ PAGINA 12, BUENOS AIRES

2/ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ FERNANDO LOPEZ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ LA NACION

3/ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ AMBITO FINANCIERO

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ DIEGO FISCHERMANN, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ PAGINA 12, BUENOS AIRES

1. Κατά τη διάρκεια των μελετών σας στο Παρίσι, είχατε επαφή με τους πατέρες του serialismo και τους πρωτοπόρους της δεκαετίας του ’50, Olivier Messiaen και René Leibowitz. Το μουσικό σας ύφος έχει πάρει παρ’ όλα αυτά έναν εντελώς διαφορετικό προσανατολισμό. Αναγνωρίζετε σ’ αυτές τις πρωτοπορίες κάποια διδασκαλία που να σας ωφέλησε ιδιαίτερα;Μ.Θ. Μην ξεχνάτε ότι προέρχομαι από μια χώρα με έναν πανάρχαιο πολιτισμό, που ειδικά στον τομέα της μουσικής ακολούθησε σαν ένα ποτάμι που διατρέχει μέσα από τους αιώνες τους δικούς του μουσικούς τρόπους και μορφές. Οι αρχαίοι ελληνικοί μουσικοί «τρόποι» πέρασαν στο Βυζάντιο ακέραιοι αλλάζοντας μόνο το όνομά τους. Δηλαδή από «τρόποι» έγιναν «ήχοι». Για να στηρίξουν στη συνέχεια τη δημοτική μας μουσική και να φτάσουν ως τις μέρες μας με ένα τρίτο όνομα, δηλαδή «δρόμοι», πάνω στους οποίους βασίζονται τα σύγχρονα λαϊκά μας τραγούδια. Έτσι το βασικό χαρακτηριστικό της αρχαίας μουσικής, δηλαδή η οργανική της σύνδεση με την Ποίηση και την Κίνηση, παραμένει ως σήμερα η ουσία της σύγχρονης ελληνικής μουσικής. Σε αντίθεση με την Ευρώπη, όπου όταν λένε «μουσική», εννοούν βασικά την οργανική-συμφωνική και απόλυτη μουσική. Είμαστε λοιπόν δυο κόσμοι διαφορετικοί.

Όμως εγώ υπήρξα παράλληλα και συμφωνιστής. Ή για να το πω καλλίτερα, «αρμονιστής», δηλαδή εραστής της Αρμονίας και μάλιστα της Συμπαντικής, όπως την αποκάλυψε για πρώτη φορά ο Πυθαγόρας, ο οποίος την συνέδεσε άρρηκτα με την Μουσική και τον Ήχο. Σ’ αυτό το σημείο, νομίζω ότι όχι μόνο οι μεγάλοι Ευρωπαίοι συνθέτες αλλά και όλοι οι υπόλοιποι μεγάλοι καλλιτέχνες, ζωγράφοι, γλύπτες, ποιητές, δραματουργοί της Δύσης εμπνεύστηκαν από τις αρχές της Αρμονίας όπως τις βρίσκουμε εφαρμοσμένες στα έργα των αρχαίων Ελλήνων δημιουργών.

Και μην ξεχνάτε, ότι ο Γκαίτε χαρακτήρισε τον Παρθενώνα «παγωμένη Μουσική». Βεβαίως το σωστό είναι ότι οι μουσικοί «ναοί» των Ευρωπαίων συνθετών είχαν ως πρότυπο τις αρμονικές αναλογίες του Παρθενώνα. Με αυτά τα εφόδια κι αυτές τις αρχές ξεκίνησα από πολύ νωρίς το μεγάλο ταξίδι μου στον χώρο της Μουσικής. Και παρ’ όλες τις αντιξοότητες της ζωής μας στην Ελλάδα λόγω της ξένης Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου, κατόρθωσα να σπουδάσω στο Ωδείο Αθηνών αρχίζοντας να συνθέτω παράλληλα με τα τραγούδια μου και τα πρώτα συμφωνικά μου έργα. Έτσι, όταν στα 1954 βρέθηκα στο Παρίσι, μπορώ να πω ότι ήμουν ήδη ένας ολοκληρωμένος συνθέτης, με πλούσιο έργο και παγιωμένες αισθητικές αρχές και αντιλήψεις.

Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσω, ότι ο κύριος λόγος που εγκατέλειψα την Ελλάδα είναι ότι το αντιδραστικό καθεστώς που υπήρχε τότε, με αντιμετώπιζε ως πολίτη Β΄ κατηγορίας. Έτσι βρέθηκα στο Ωδείο των Παρισίων πιο πολύ από περιέργεια παρά από ανάγκη και μάλιστα σε μια εποχή κατά την οποία κυριαρχούσαν όπως λέτε κι εσείς «οι πατέρες του “serialismo”. Μετά τα όσα σας είπα για την αγωγή μου και τα «πιστεύω» μου, καταλαβαίνετε ελπίζω, πόσο ισχυρό ήταν το σοκ που ένοιωσα από εκείνη την επαφή μου. Η αντίθεσή μου υπήρξε εξ αρχής απόλυτη και θα μπορούσα να σας την αναλύσω με χίλιους-δυο τρόπους. Θα αρκεστώ όμως σε μία και μόνο παρατήρηση, που νομίζω ότι τα λέει όλα. Για κάποιον ακατανόητο λόγο όλοι αυτοί οι κύριοι βάλθηκαν να καλλιεργούν, να διαδίδουν και εν τέλει να μονοπωλούν στον χώρο της Ευρωπαϊκής συμφωνικής μουσικής την αισθητική της ασχήμιας.

2. Είθισται να μιλάμε για την παρουσία του ελληνικού παραδοσιακού στοιχείου στη μουσική σας. Παρ’ όλα αυτά η Ελλάδα απέχει κατά πολύ από μια πολιτιστική ενότητα και τα τραγούδια του Βορρά ή οι ρυθμοί της Ανατολής είναι στην πραγματικότητα διαφορετικοί από το Κρητικό ύφος ή τα ρεμπέτικα τραγούδια. Πώς εμφανίζονται οι διάφορες ελληνικές μουσικές παραδόσεις μέσα στο έργο σας; Ποιες απ’ αυτές τις παραδόσεις ανακαλύψατε στην παιδική και τη νεανική σας ηλικία και ποιες αποτέλεσαν το προϊόν των μεταγενέστερων ερευνών σας;

Μ.Θ. Η πολυμορφία της μουσικής μας παράδοσης νομίζω ότι ενισχύει την «unité culturelle» που την χαρακτηρίζουν δύο βασικά στοιχεία: το δωρικό και το ιωνικό. Όμως και σε ό,τι αφορά το τραγούδι, κυριάρχησε τελικά η βυζαντινή-εκκλησιαστική μουσική παράδοση. Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι το ελληνικό τραγούδι (βυζαντινό, δημοτικό και σύγχρονο λαϊκό) διατηρεί τον χαρακτήρα της ανώτατης ψυχικής και πνευματικής έκφρασης της συλλογικής εθνικής μουσικής μας ευαισθησίας. Θα χρησιμοποιούσα μάλιστα την λέξη «θρησκευτικό», με την έννοια που απέδιδαν οι αρχαίοι στις Ωδές στον Τράγο-Διόνυσο, εξ ου και οι λέξεις “Tragodia”, “Tragoudi”. Η λέξη «Tragoudi» όπως βλέπετε, παραμένει ως σήμερα άφθαρτη και γι’ αυτόν τον λόγο είναι αμετάφραστη.

Στο σύγχρονο ελληνικό τραγούδι υπάρχει επίσης η ίδια ενότητα Μουσικής και Λόγου, με αποτέλεσμα οι σύγχρονοι Έλληνες να χρησιμοποιούν στην καθημερινότητά τους κείμενα μεγάλων ποιητών. Υπάρχουν φυσικά και όλα τα άλλα είδη μουσικής, ελαφρά, χορευτικά τραγούδια, της διασκέδασης κλπ. Όμως όπως είπα, με την λέξη «Tragoudi» εννοούμε κάτι διαφορετικό, που έχει άμεση σχέση με την Τέχνη. Αυτό το «Tragoudi» όπως το περιέγραψα υπήρξε η βάση επάνω στην οποία στήριξα το μουσικό μου έργο.

3. Στο έργο σας διακρίνεται έντονα το πολιτικό στοιχείο. Ποια είναι η άποψή σας σήμερα για κείμενα όπως το Canto General και για τη μουσική επένδυση που του έχετε δώσει;

Μ.Θ. Δεν υπάρχει ούτε μπορεί να υπάρξει μουσική «πολιτική». Υπάρχουν βέβαια συνθέτες όπως εγώ, που κακώς με χαρακτηρίζουν ως πολιτικό, ενώ η κανονική μου ιδιότητα είναι ότι υπήρξα αγωνιστής. Πολίτης-αγωνιστής. Όπως ακριβώς και ο Pablo Neruda, με τον οποίο είχαμε τις ίδιες αρχές και ιδανικά. Εγώ θα χαρακτήριζα αυτό το κορυφαίο ποιητικό έργο του 20ού αιώνα σαν ένα κατ’ εξοχήν Ποιητικό Αριστούργημα με το «Π» κεφαλαίο. Και γιατί η καταγγελία του Κακού να κατατάσσεται σε μια τρέχουσα πολιτική άποψη και όχι σε μια Αρχέγονη ποιητική αποκάλυψη της ίδιας της ανθρώπινης μοίρας με τον τρόπο του Σοφοκλή στην «Αντιγόνη» και του Ευριπίδη στις «Τρωάδες»; Παράλληλα με τον ύμνο στη Φύση της Λατινικής Αμερικής, ο Ποιητής σκύβει επάνω στις πληγές της με λόγο υψηλό, αποκαλυπτικό, που συγκλονίζει και συγχρόνως μας αναβαπτίζει στα νοήματα της Αλήθειας.

Και τι υψηλότερο υπάρχει για την Τέχνη από το να υπηρετεί την Αλήθεια και τον ‘Ανθρωπο; Θα συμφωνήσω μόνο στη διαπίστωση ότι μια τέτοια τέχνη είναι επικίνδυνη για τις κάθε είδους Εξουσίες. Γι’ αυτό και με τα όργανά τους προσπαθούν να μας κατατάξουν μεταξύ της τρέχουσας και θνησιγενούς μικροπολιτικής και να μας αναγκάσουν να μοιάσουμε με κείνους τους καλλιτέχνες τους απολιτικούς και αδιάφορους για τον πόνο του ανθρώπου και επομένως τους ακίνδυνους παρατηρητές των εγκλημάτων του κάθε σημερινού Κρέοντα, που επομένως μπορεί έτσι να επιτελεί ήσυχος τις αποτρόπαιες πράξεις του.

4. Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου ήσασταν υπό διωγμόν. Έντονη υπήρξε και η κριτική σας σ’ αυτούς που υποτίθεται ότι συγκρίνουν τα εγκλήματα του Ναζισμού με τις υποτιθέμενες φρικαλεότητες του Κομμουνισμού. Ποιο ρόλο έχει παίξει κατά την άποψή σας ο Κομμουνισμός στην Ευρώπη του 20ου αιώνα και κατά πόσο θεωρείτε σήμερα εφικτή την επικράτηση μιας «αριστερής» ιδεολογίας;

Μ.Θ. Στο δίκαιο του ισχυρότερου, που είναι ο βασικός νόμος του Καπιταλισμού (και της ζούγκλας) αντιτάχθηκε η ιδέα του Σοσιαλισμού. Η οποία, για να ολοκληρωθεί, χρειάστηκε πάνω από έναν αιώνα πνευματικής κυρίως ζύμωσης. Μια από τις μορφές αυτής της ιδέας υπήρξε και ο Σοβιετικός Κομμουνισμός, που ξεκίνησε από την Οκτωβριανή Επανάσταση και κατέληξε στη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και των δορυφόρων της. Ανεξάρτητα από την κριτική στάση που μπορεί να έχει κανείς ως προς τα καθεστώτα, τη μορφή και τις εξελίξεις της, η ωφέλεια από την διάδοση των ιδεών υπήρξε τεράστια κυρίως στα εργατικά κινήματα όλου του κόσμου και συνέτεινε αποφασιστικά στην πτώση του αποικιοκρατισμού. Κορυφαία συμβολή θεωρώ την πάλη των Σοβιετικών Λαών που οδήγησε στην ήττα του Ναζισμού και έσωσε την ανθρωπότητα από τον μεγαλύτερο κίνδυνο που αντιμετώπισε ποτέ.

Σε μας, στην Ελλάδα, ο Κομμουνισμός συνδέθηκε άρρηκτα με την δημιουργία και εδραίωση της εθνικής μας αντίστασης κατά των Χιτλερικών. Οι Κομμουνιστές πρώτοι ύψωσαν τη σημαία του πατριωτισμού όπως αργότερα στην εποχή της στρατιωτικής χούντας (1967) τη σημαία της Δημοκρατίας. Ήταν η εποχή που κι εγώ υπήρξα Κομμουνιστής μαζί με το 70% του Ελληνικού Λαού με μοναδικούς στόχους την Ελευθερία, τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Θέλω να πω ότι ο Κομμουνισμός δεν υπήρξε ένας αλλά πολλοί, ανάλογα με το πού και πώς εκδηλώθηκε.

Πάντως είναι βέβαιο, ότι ο Κρατικός Κομμουνισμός, όπου και όπως έγινε, απέτυχε, γιατί δεν έλυσε κατά τη γνώμη μου τα προβλήματα της Εξουσίας και του Πολιτισμού, όπως εκείνα της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας. Και γι’ αυτό κατέρρευσε -πράγμα πρωτοφανές- σαν χάρτινος πύργος.

Εννοείται ότι εμείς οι Έλληνες κομμουνιστές της ηρωικής περιόδου αποβλέπαμε σε ένα εντελώς διαφορετικό μοντέλο Κράτους και Διακυβέρνησης και φυσικά όταν ήρθαμε σε επαφή με τις πραγματικότητες του «ανατολικού μπλοκ» εισήλθαμε σε βαθειά κρίση, η οποία έχει οδηγήσει την σημερινή Αριστερά σε ρόλο περιθωριακό.

Πάντως η ταυτόχρονη κατάρρευση του Σοσιαλισμού με την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης οδηγεί την ανθρωπότητα σε αδιέξοδο. Η έλλειψη ενός σύγχρονου σοσιαλιστικού μοντέλου που να εμπνέει και να συσπειρώνει τους λαούς, κατέληξε στη μονοκρατορία των ΗΠΑ, που εξελίσσεται με γοργούς ρυθμούς σε ένα αλαζονικό στρατοκρατούμενο καθεστώς με φασίζουσα νοοτροπία και με κύριο στόχο την παγκόσμια κυριαρχία βασισμένη στον τρόμο του πολέμου και στην επιβολή της βίας στη χειρότερή της μορφή, εάν κρίνει κανείς από το τι συμβαίνει σήμερα στο Ιράκ και το τι έγινε χθες στον Λίβανο. Και πάνω απ’ όλα πλανάται ο δαίμονας της ανάδειξης των βασανιστηρίων σε επίσημη πολιτική μιας χώρας που θέλει να θεωρείται όχι μόνο πολιτισμένη αλλά επί πλέον και υπόδειγμα δημοκρατίας και πολιτισμού.

5. Με την επάνοδο της Δημοκρατίας στην Ελλάδα σημαντικός υπήρξε ο ρόλος σας ως Βουλευτή. Ποια είναι για εσάς η διαφορά μεταξύ πολιτικής σκέψης και πολιτικής πράξης;

Μ.Θ. Η καθαρά πολιτική σκέψη αποτελεί αναπόσπαστο κλαδί της ανθρώπινης φιλοσοφίας, που έχει να κάνει με το πρόβλημα των ανθρωπίνων σχέσεων μέσα σε μια συγκεκριμένη κοινωνία αλλά και γενικώτερα στο διεθνές επίπεδο των σχέσεων μεταξύ λαών και εθνών, με κεντρικό στόχο την απελευθέρωση του ατόμου από κάθε μορφή δουλείας και καταναγκασμών.

Κάτι τέτοιο -δηλαδή η φιλοσοφική διάσταση της πολιτικής- δεν συμβαίνει συχνά και έτσι η τρέχουσα πολιτική, γυμνή από μεγάλους στόχους, καταντά φτωχή θεραπαινίδα των κομμάτων, που το μόνο στο οποίο αποβλέπουν είναι η κατάκτηση της κρατικής εξουσίας για λογαριασμό των μεγάλων διεθνών και εσωτερικών οικονομικών και άλλων κύκλων, που διεκδικούν τον έλεγχο της πραγματικής εξουσίας και που πασχίζουν όχι για την απελευθέρωση αλλά αντιθέτως για την εκμετάλλευση και υποδούλωση ατόμων και λαών.

Βλέπετε λοιπόν ότι με τη λέξη «Πολιτική» μπορεί να εννοούμε δύο απολύτως αντίθετα πράγματα. Και το πρόβλημα που τίθεται μπροστά σ’ αυτό το δίλημμα για κάθε ελεύθερο πολίτη δεν είναι να γυρίσει την πλάτη του στην πολιτική αλλά αντιθέτως να παλεύει με σκέψη και με πράξεις για την επικράτηση της μορφής της πραγματικής πολιτικής, δηλαδή εκείνης που αποβλέπει στην απελευθέρωση του ανθρώπου με την παράλληλη πάλη για την εξουδετέρωση των κύκλων-δυνάμεων που τον απειλούν.

6. Σε κάποιες δηλώσεις σας, όπως τουλάχιστον ισχυρίζονταν επανειλημμένα ορισμένες εφημερίδες, ασκήσατε κριτική στην ιδέα του ελληνισμού, στις συνέπειές του στην κοινή γνώμη και συγκεκριμένα στις σχέσεις με την Τουρκία. Η δημιουργία του Βραβείου Θεοδωράκη αποσκοπεί στην ανάπτυξη των πολιτιστικών σχέσεων με την Τουρκία. Θα μπορούσατε να αναπτύξετε αυτήν την ιδέα;

Μ.Θ. Δεν άσκησα ποτέ κριτική στην ιδέα του hellenisme (ελληνισμού). Αντίθετα ως άνθρωπος, ως Έλληνας και ως καλλιτέχνης θεωρώ χρέος και τιμή μου να τον υπηρετώ. Ίσως η λέξη που χρησιμοποιήσατε να είναι λάθος και αντί αυτής θα θέλατε ίσως να πείτε «σωβινισμός». Η αρχή μου είναι ότι για να είμαι καλός και σωστός πατριώτης, οφείλω να σέβομαι τον πατριωτισμό των άλλων λαών και ειδικά των γειτόνων. Αυτό με οδήγησε να σπάσω πρώτος το τείχος του μίσους που χώριζε Έλληνες και Τούρκους, γιατί πιστεύω ότι μπορούμε και πρέπει να ζήσουμε δίπλα-δίπλα σε συνθήκες συνεργασίας, φιλίας και Ειρήνης, γεγονός που θα μας ωφελήσει αφάνταστα και τους δύο. Ευτυχώς παρ’ όλα τα εμπόδια και τις δυσκολίες έχουν γίνει και γίνονται βήματα προς την κατεύθυνση αυτή.

7. Εκτός από τα συναυλιακά σας έργα ένα σημαντικό μέρος της καριέρας σας αφιερώθηκε στον κινηματογράφο. Ποια θέση δίνετε στον κινηματογράφο μεταξύ των σύγχρονων τεχνών; Υπάρχει για εσάς κάποια αντιστοιχία με το ρόλο που διαδραμάτισαν η κλασική τραγωδία στην εποχή της ή η όπερα τον 19ου αι.;

Μ.Θ. Ο καλός κινηματογράφος αποτελεί την κατ’ εξοχήν σύγχρονη τέχνη και τη μοναδική μαζί με το τραγούδι τέχνη των μαζών πάνω από σύνορα. Δυστυχώς όμως όλο και πιο πολύ σπανίζουν τα καλά έργα, θύματα κι αυτά της βορειοαμερικανικής υποκουλτούρας, που αποβλέπει στον εκχυδαϊσμό και την αποβλάκωση του ανθρώπου. Γενικά θα έλεγα ότι η τέχνη στην εποχή μας, ακόμα κι αυτή που εξακολουθεί και μπορεί να είναι αληθινή, δεν μπορεί να έχει την απήχηση που της πρέπει, για καθαρά κοινωνικούς (βλέπε πολιτικούς) λόγους. Η δημιουργία της αληθινής τέχνης αποτελεί μια πράξη πνευματικής απελευθέρωσης και απευθύνεται σε ελεύθερους ανθρώπους. Σε μια κοινωνία καταναγκασμών κάθε είδους, που δεν διαθέτει μόρφωση, πολιτισμό και ελεύθερο χρόνο για τα μέλη της όπως η σημερινή, δεν υπάρχει καμιά ελπίδα να φτάσει αυτή η αληθινή, όπως είπα, τέχνη κοντά σ’ εκείνους για τους οποίους δημιουργήθηκε, δηλαδή στους ελεύθερους ανθρώπους, γιατί τέτοιο είδος έπαψε προ πολλού να υπάρχει. Ξεκινώντας από την βασική αρχή ότι ελεύθερος είναι ο υπεύθυνος και υπεύθυνος είναι αυτός που αποφασίζει κυριαρχικά για τη μοίρα του, θα δούμε ότι τέτοιο είδος ελεύθερων πολιτών δεν ευδοκιμεί στις σύγχρονες κοινωνίες, όπου η μόνη ελευθερία που προπαγανδίζεται είναι αυτή της ελεύθερης οικονομίας, δηλαδή της ασυδοσίας των μονοπωλίων που εξασφαλίζει την μοντέρνα εκδοχή της υποδούλωσης κοινωνιών και λαών στα συμφέροντα των ισχυρών.

8. Σε πολλά έργα σας, τόσο τραγούδια όσο και έργα μεγαλύτερης έκτασης, δουλέψατε πάνω σε κείμενα. Παραδοσιακά, οι στίχοι τραγουδιούνται. Σε όλους τους πολιτισμούς, ο μελοποιημένος λόγος εμφανίζεται ως μια πιο εύγλωττη μορφή του απλού λόγου. Ωστόσο, αυτή η σχέση ούτε επιβάλλεται ούτε είναι αυτονόητη. Ποια είναι για σας αυτή η σχέση; Τι θεωρείτε ότι προσφέρει το κείμενο στη μουσική και τι η μουσική στο κείμενο;

Μ.Θ. Νομίζω ότι απάντησα σ’ αυτό στην πρώτη ερώτηση, υπογραμμίζοντας ότι για τον ελληνικό λαό εδώ και χιλιετίες, δε νοείται μουσική χωρίς τον Λόγο. Ποίηση και Μουσική για μας αποτελούν μια αδιάσπαστη ενότητα.

9. Η Ορχήστρα σας, πριν την άφιξή της στο Buenos Aires, επισκέφτηκε μεταξύ άλλων και το Πεκίνο. Πώς αξιολογείτε το ότι μία μουσική σαν τη δική σας, με τόσο έντονο το τοπικό στοιχείο, έγινε διεθνής;

Μ.Θ. Κάθε αληθινή τέχνη και επομένως κάθε αληθινή μουσική πρέπει κατ’ αρχήν να έχει ρίζες στον τόπο που γεννιέται. Τότε όσο πιο βαθειές είναι αυτές οι τοπικές ρίζες, τόσο πιο ψηλό γίνεται το δέντρο της Τέχνης, με αποτέλεσμα τα φύλλα του και οι καρποί του να φτάνουν και να συγκινούν κάθε άνθρωπο και κάθε λαό, όπου γης. Περιττό να πω ότι το κοινό του Πεκίνου αποδέχθηκε με συγκίνηση και ενθουσιασμό την ελληνική μουσική και τους Έλληνες καλλιτέχνες.

Αθήνα, 23.9.06


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ FERNANDO LOPEZ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ LA NACION

1. Η δημιουργία μιας ορχήστρας που διαδίδει το έργο ενός συνθέτη πραγματοποιεί το όνειρό του; Εκτιμάτε αυτό όπως ένα προνόμιο; Γιατί η ορχήστρα έχει δημιουργηθεί και τι στοχεύει;Μ.Θ. Στα 1961 αποφάσισα να σχηματίσω την πρώτη μου μικρή λαϊκή ορχήστρα με οχτώ-δέκα μουσικούς, για να βγω έξω από τα τείχη των Αθηνών και να πάω τη μουσική μου κοντά στον εργαζόμενο λαό, στις φτωχές συνοικίες και στην ξεχασμένη ελληνική ύπαιθρο. Είχαν περάσει δέκα χρόνια από το τέλος του εμφυλίου πολέμου, το αστυνομικό καθεστώς που είχε νικήσει ήταν σκληρό και ο λαός διψούσε για πολιτισμό και για δημοκρατία. Με αυτό το σχήμα της ορχήστρας έδωσα στην Ελλάδα εκατοντάδες συναυλίες, όπως επίσης στην Γερμανία και στην Σοβιετική Ένωση, όπου ζούσαν πολλοί Έλληνες. Μετά το 1970, όταν η Στρατιωτική Χούντα με εξόρισε από την Ελλάδα, σχημάτισα το ίδιο είδος ορχήστρας με παλιούς και νέους συνεργάτες και με βασικούς ερμηνευτές την Μαρία Φαραντούρη και τον Πέτρο Πανδή. Έτσι ήρθαμε δυο φορές στο Buenos Aires (1972-73) και δώσαμε σε όλο τον κόσμο 2.000 συναυλίες.

Μετά την πτώση της χούντας (1974) συνέχισα τόσο μέσα όσο κι έξω απ’ την χώρα μου να διευθύνω την μικρή μου ορχήστρα έως το 1997, οπότε λόγω υγείας μου επέβαλαν να σταματήσω. Τότε γεννήθηκε η ιδέα για την δημιουργία αυτής της ορχήστρας από τους ίδιους τους μουσικούς, για να συνεχίσει την προσπάθειά μου και με την άδειά μου για την χρήση του ονόματός μου, που πράγματι το τιμά χάρη στην αξία, την πίστη και την εργατικότητα των μελών της.

Ξέρω ότι δεν είναι συνηθισμένο να υπάρχουν μόνιμες ορχήστρες αυτού του είδους, όμως η μοναδικότητα του έργου μου, που δεν μπορεί να καταταγεί σε κανένα από τα γνωστά είδη μουσικής (ούτε ελαφρό, ούτε λαϊκό, ούτε συμφωνικό) το επέβαλε. Έπρεπε να έχω ένα δικό μου «βήμα» για να παρουσιάζω στον κόσμο τη δουλειά μου και για έναν λόγο ακόμα: τόσο οι πολιτικές όσο και οι καλλιτεχνικές ιδέες και «πιστεύω» μου με έφεραν και με φέρνουν σε συνεχή σύγκρουση με τις κατεστημένες απόψεις, κόμματα, συντεχνίες και συμφέροντα και έτσι ό,τι έχω καταφέρει να κάνω έως τώρα, βασίζεται μόνο στις δικές μου δυνάμεις, στην αγάπη των φίλων μου και σε προσπάθειες σαν αυτή της Λαϊκής Ορχήστρας που θα ακούσετε.

2. Μέσα στο έργο σας, ποια είναι η αντίστοιχη επιρροή της ελληνικής μουσικής και της κλασικής μουσικής;

Μ.Θ. Ξεκίνησα να γράφω τραγούδια επάνω στην ποίηση των μεγάλων ποιητών μας από την ηλικία των 12 ετών, όταν μπήκα στην τάξη βιολιού στο Ωδείο Πατρών. Τα τραγούδια και οι εκκλησιαστικοί-βυζαντινοί ύμνοι υπήρξαν η πρώτη και μοναδική μουσική μου τροφή, δεδομένου ότι η ευρωπαϊκή συμφωνική μουσική ήταν τότε άγνωστη στη χώρα μας. Αντιθέτως η Ποίηση, οι Αρχαίοι τραγικοί και η Αρχιτεκτονική, ιδιαίτερα του Παρθενώνα, με επηρέασαν βαθειά. Καθοριστικό ρόλο για την αποκάλυψη της μουσικής αρμονίας υπήρξε η θεωρία που διατύπωσα στα 1942 για την ύπαρξη του Κέντρου της Συμπαντικής Αρμονίας. Αμέσως μετά και όταν ανακάλυψα τον Αναξίμανδρο, τον Πυθαγόρα και τους Πυθαγόρειους, βεβαιώθηκα απολύτως για την ύπαρξη των Νόμων της Συμπαντικής Αρμονίας και την άμεση σχέση τους με το φαινόμενο της Μουσικής.

Από το σημείο αυτό έως την ανάγκη να προχωρήσω στον χώρο της μουσικής δημιουργίας δεν έλειπε παρά μόνο η αφορμή. Και αυτή ήρθε την ίδια εποχή (1942) με την τυχαία ακρόαση του φινάλε της 9ης Συμφωνίας, που με έκανε να βεβαιωθώ ότι γεννήθηκα μόνο και μόνο για να ανακαλύψω, να σπουδάσω και να δημιουργήσω ένα συμφωνικό κόσμο που τον θεώρησα ευθύς εξ αρχής σαν την πιστότερη αντανάκλαση του Κέντρου της Συμπαντικής Αρμονίας στον ίδιο βαθμό με το θαύμα του Παρθενώνα και τις μεγαλύτερες ποιητικές συλλήψεις των Αρχαίων Τραγικών. Έκτοτε λειτούργησα σαν ένας δέκτης των μηνυμάτων που δεχόμουν σε τακτά διαστήματα και το μόνο που όφειλα να κάνω ήταν να βελτιώνω συνεχώς την τεχνική μου, ώστε η αποτύπωσή τους σε μουσικά έργα να είναι όσο γίνεται περισσότερο πιστή και πλήρης. Για να με καταλάβετε καλλίτερα, σας στέλνω μαζί με την παρούσα συνέντευξή μου την εισήγησή μου με θέμα «Μουσική και Συμπαντική Αρμονία» στο διεθνές Συνέδριο που διοργάνωσε το Πανεπιστήμιο Κρήτης τον περασμένο Μάρτιο και στο οποίο έλαβαν μέρος σπουδαίοι επιστήμονες Καθηγητές διαφόρων Πανεπιστημίων από όλο τον κόσμο.

Το ότι υπήρξα «δέκτης» επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι μετά το τέλος των σπουδών μου στο Ωδείο Αθηνών (1946) λόγω της συμμετοχής μου στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο έζησα για πέντε χρόνια μέσα στις πιο απίθανες και ακραίες συνθήκες (φυλακές, παράνομη δράση, εξορίες, στρατόπεδα συγκέντρωσης, βασανιστήρια κλπ.) χωρίς όμως ποτέ να σταματήσω τη σύνθεση συμφωνικών έργων, ακριβώς γιατί ούτε κι αυτές οι φριχτές συνθήκες εμπόδιζαν τη μυστική μου επικοινωνία που όφειλε με κάθε τρόπο να μετουσιωθεί σε ολοκληρωμένο μουσικό έργο.

Βεβαίως το γεγονός και μόνο ότι όφειλα να κινηθώ μέσα σε ένα πρωτόγνωρο για Έλληνα μουσικό κόσμο, τον συμφωνικό, με οδήγησε ευθύς εξ αρχής στην σχολαστική μελέτη κάθε είδους συμφωνικής μουσικής από τον Palestrina έως τον Ξενάκη, για να πάρω κάθε φορά τα στοιχεία που μου έλειπαν, προκειμένου να ολοκληρώνω την προσπάθειά μου. Πρέπει όμως να προσθέσω εδώ, ότι το «χώμα» πάνω στο οποίο «φύτεψα» το συμφωνικό μου έργο υπήρξε και εξακολουθεί να είναι οι μουσικές που με ανέθρεψαν και πρώτα και κύρια η βυζαντινή μουσική. Ανάλογοι λοιπόν θα πρέπει να είναι και οι «καρποί»… Από μικρό παιδί έψελνα στην εκκλησία και σε ηλικία 15 ετών «διορίστηκα» μαέστρος στην Χορωδία της Αγίας Βαρβάρας στην Τρίπολη, με την υποχρέωση να γράφω κάθε Κυριακή νέες εκκλησιαστικές συνθέσεις. Και μόνο αυτό δείχνει νομίζω πόσο βαθειά επίδραση είχε επάνω μου αυτός ο άγνωστος στη δύση βυζαντινός μουσικός κόσμος, πάνω στον οποίο -όπως είναι φυσικό- γεννήθηκαν και γεννιούνται και τα τραγούδια μου. Ακόμα και μέσα στο Canto General θα ανακαλύψετε πάμπολλα τέτοια στοιχεία. ‘Αλλωστε θεωρώ αυτή τη μείζονα μέσα στο σύνολο του έργου μου μουσική σύνθεση σαν ένα πάντρεμα ανάμεσα στην Λατινοαμερικάνικη Ποίηση και Μουσική και στο Βυζαντινό Μουσικό Σύμπαν.

3. Ποιες αξίες πρέπει να έχει ένα ποιητικό κείμενο να σας εμπνεύσουν μια μουσική σύνθεση; Και τι έχετε δημιουργήσει πρόσφατα;

Μ.Θ. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ δυστυχώς να εξηγήσω λογικά. Έχω συνθέσει πάνω από 1.000 τραγούδια μελοποιώντας σχεδόν όλους τους Έλληνες ποιητές, αρχαίους, βυζαντινούς και σύγχρονους (όπως επίσης και F.G. Lorca, Paul Eluard, Brendan Behan, Leopold Senghor και Pablo Neruda). Επομένως έχω αποκτήσει μεγάλη πείρα, από την οποία προκύπτει ότι διαβάζοντας ένα ποίημα άλλοτε «ακούω» ευθύς αμέσως τη μουσική του και άλλοτε όχι. Ανεξάρτητα από την αξία του. Υπάρχει ίσως μέσα στον στίχο κάποιο μυστηριακό στοιχείο, που γεννά μέσα μου την μελωδία, την οποία και καταγράφω χωρίς άλλη προσπάθεια. Όλα τα τραγούδια μου τα έχω κατατάξει σε 77 κύκλους τραγουδιών νομίζοντας ότι λόγω ηλικίας η έμπνευση θα με είχε πια εγκαταλείψει. Να όμως που διαβάζοντας μια σειρά ποιήματα ενός νέου άγνωστου ποιητή, του Κώστα Καρτελιά, με τον τίτλο «Οδύσσεια», συνέθεσα τον περασμένο Απρίλιο τον 78ο κύκλο τραγουδιών μου!

4. Ποια πολιτικά και καλλιτεχνικά θέματα σας ενδιαφέρουν ιδιαίτερα στην Ελλάδα και στη διεθνή σκηνή;

Μ.Θ. Τα προβλήματα της Ειρήνης, του Πολιτισμού και της Προοπτικής. Περιττό να σας πω ότι επιστρατεύτηκα και ήμουν ο βασικός ομιλητής στις συγκεντρώσεις-πορείες που έγιναν στην Αθήνα συμμεριζόμενος την ανησυχία και την αγανάκτηση του ελληνικού λαού απέναντι στους πολέμους που έγιναν γύρω μας στη Γιουγκοσλαυία, στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και στην Παλαιστίνη. Η επίθεση του Ισραήλ στον Λίβανο με τη συμπαράσταση των ΗΠΑ, με οδήγησε σε μια βαθειά αναθεώρηση ως προς την φύση και τα αίτια του πολέμου με τον χαρακτήρα της γενοκτονίας, που μας παραπέμπει στα εγκλήματα του Ναζισμού. Διαπιστώνω δηλαδή ότι η τερατώδης συσσώρευση βίας από ένα κράτος, μεταλλάσσει τον άνθρωπο και τον μεταβάλλει σε κτήνος, όπως ακριβώς συνέβη με την πολιτισμένη Γερμανία, που μέσα σε μια δεκαετία μετέβαλε δεκάδες εκατομμύρια των πολιτών της σε άγρια θηρία, που όχι μόνο βασάνιζαν και σκότωναν αλλά θα έλεγε κανείς ότι αντλούσαν ηδονή σκορπίζοντας τον φόβο, τον πόνο και τον θάνατο, όπως ακριβώς το βλέπουμε να γίνεται και σήμερα και μάλιστα να βιντεοσκοπείται και να μεταδίδεται από τις τηλεοράσεις όλου του κόσμου.

‘Αρα το κτήνος που έχουμε μέσα μας όχι μόνο δεν κατανικείται σε συνθήκες πολιτισμού όπως στην Αρχαία Αθήνα, στην Αγγλία, στην Γαλλία και στην Ισπανία της εποχής της αποικιοκρατίας ή στην χθεσινή Γερμανία των φιλοσόφων και των μουσουργών αλλά θα έλεγε κανείς ότι γιγαντώνεται από την αίσθηση ότι κατέχουν την δυνατότητα της εξαγωγής βίας και θανάτου λόγω των φοβερών πολεμικών μέσων που διαθέτουν. Και έχω καταλήξει πλέον στο συμπέρασμα:

– ότι εάν δεν καταργηθούν οι βιομηχανίες πολέμου κι ακόμα καλλίτερα εάν από βιομηχανίες πολέμου δεν μεταβληθούν σε βιομηχανίες ειρήνης, είναι περιττό πια να ελπίζουμε ότι μπορεί να υπάρξει στο μέλλον για κάθε λαό Ελευθερία, Δημοκρατία, Πρόοδος, Πολιτισμός, Ειρήνη. Λόγω της παγκυριαρχίας των ΗΠΑ έχουμε ήδη φτάσει στο σημείο Μηδέν

– ότι η συνύπαρξη στον ΟΗΕ κρατών-σαρκοβόρων και λαών-«φυτοφάγων» μεταβάλλει αυτόν τον άλλοτε πολύτιμο οργανισμό σε κωμωδία.

– Και ότι τέλος η μόνη σωτηρία είναι να βρεθεί τρόπος να συνεργαστούν οι … «φυτοφάγοι» πριν να είναι αργά γι’ αυτούς. Πιστεύω ακράδαντα ότι κάθε κράτος που διαθέτει ισχυρή βιομηχανία πολέμου είναι δυνάμει υποψήφιο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Υπενθυμίζω τα σημαντικότερα, δηλαδή ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία και Κίνα. Ακολουθούν όσα διαθέτουν οπλοστάσια με πυρηνικά όπλα…

5. Πώς έχετε συνθέσει το διάσημο μουσικό θέμα του Zorba the Greek; Τι σας θυμίζει αυτή η εμπειρία;

Μ.Θ. Είναι γεγονός ότι οφείλω την αναγνωρισιμότητά μου ως συνθέτης στο φιλμ «Zorba the Greek”. Αυτό από μια άποψη είναι καλό, δεδομένου ότι κι εγώ εκτιμώ αυτό το έργο που -μην ξεχνάμε- φέρει την σφραγίδα του Νίκου Καζαντζάκη και συγχρόνως χαίρομαι που προβάλλει την μουσική πλευρά της κοινής μας ιδιαίτερης πατρίδας, της Κρήτης. Όμως από μια διαφορετική οπτική γωνία ο «ήλιος» του Ζορμπά σκιάζει το υπόλοιπο έργο μου, που παραμένει ουσιαστικά άγνωστο στο μεγάλο διεθνές κοινό. Αν ήμουν φυσικά Γάλλος, Γερμανός ή Αμερικανός συνθέτης, τα πράγματα για μένα θα ήταν διαφορετικά… Όμως δεν έχω παράπονο γιατί στο κάτω-κάτω η ευτυχία που μου πρόσφερε η αφοσίωσή μου στη μουσική σύνθεση ήταν πολύ μεγάλη. ‘Αλλωστε το έργο υπάρχει και αυτό για μένα είναι το πιο σημαντικό, δεδομένου ότι η μουσική υπήρξε ο συνεκτικός μου δεσμός με ένα μαγικό κόσμο -της Συμπαντικής Αρμονίας- που μπορεί για τους πολλούς να είναι ένα γέννημα της φαντασίας μου, όμως για μένα υπήρξε και είναι όχι μόνο ένα συνεχές και ισχυρό βίωμα αλλά η πραγματικότητα της πραγματικότητας. Μήπως δεν είναι μαγικό το ότι ένα μουσικό θέμα με δύο μόνο νότες βρίσκει μια τόσο μεγάλη απήχηση μέσα σε κάθε άνθρωπο, όπου και όποτε κι αν ακουστεί; Αναφέρομαι φυσικά στο μουσικό θέμα του Ζορμπά…

6. Για την περιοδεία της ορχήστρας σας στη Λατινική Αμερική, σε ποια κριτήρια έχετε στηρίξει την επιλογή του προγράμματος;

Μ.Θ. Στο πρόγραμμα θα ακουστούν μερικά από τα χαρακτηριστικά μου τραγούδια, καθώς και έξι αποσπάσματα από το Canto General, προσαρμοσμένα ειδικά για την ορχήστρα αυτή και τραγουδισμένα από ένα περίφημο φωνητικό σύνολο, το «Τρίφωνο», εν είδει χορωδίας. Νομίζω ότι αυτή η μορφή ταιριάζει πολύ με τη μουσική σας παράδοση, αν κρίνω από την μεγάλη απήχηση που είχε η συνεργασία μου με το χιλιανό φωνητικό σύνολο “Los Calchakis” στη μουσική του φιλμ “Etat de Siege”, που αναφέρεται σε μια σκληρή πτυχή της πρόσφατης ιστορίας σας με πρωταγωνιστή τον Yves Montant και σκηνοθέτη τον Κώστα Γαβρά.

7. Έχετε μια ιδιαίτερη ανάμνηση μιας προηγούμενης περιοδείας στο Μπουένο Αιρες;

Μ.Θ. Την πρώτη φορά, στα 1972, υπήρχε στρατιωτική δικτατορία, που νομίζω ότι τότε βρισκόταν προς το τέλος της. Γι’ αυτό ίσως και μας επέτρεψαν να πατήσουμε το πόδι μας στην Αργεντινή. Δώσαμε, θυμάμαι, μερικές συναυλίες στο Luna Park, που ήταν γεμάτο από μια φλεγόμενη κυριολεκτικά νεολαία. Την πρώτη μέρα ακούσαμε φωνές έξω απ’ το θέατρο. Βγήκα να δω. Ψιλόβρεχε. Έφιπποι αστυνομικοί χτυπούσαν με τα γκλομπς αγόρια και κορίτσια που έτρεχαν δεξιά και αριστερά για να γλιτώσουν. Καθώς περνούσαν ασθμαίνοντας από μπροστά μου και με αναγνώριζαν, φώναζαν δυνατά “Gracias, Mikis”. Διερωτήθηκα τότε αν υπάρχει μεγαλύτερη τιμή και ευτυχία για έναν άνθρωπο από αυτό το «ευχαριστώ».

Τον επόμενο χρόνο συμπέσαμε με τον προεκλογικό πυρετό με πρωταγωνιστές τον Περόν και την Isabelita και μπορώ να πω ότι η αστυνομία -ξεκινώντας από το τελωνείο- ήταν πιο άγρια μαζί μου. Είχαμε κλείσει για πολλές συναυλίες και πάλι το Luna Park, γιατί αυτή τη φορά περιμέναμε να είναι μαζί μας και ο Pablo Neruda, που ο ίδιος μου είχε ζητήσει να συμμετάσχει στην τουρνέ μας στη νότια Αμερική και να απαγγέλλει πριν από κάθε μέρος του Canto. Στο μεταξύ στο Παρίσι, όπου ο Neruda ήταν Πρέσβυς της Χιλής, είχε παρακολουθήσει τις πρόβες του κοινού μας έργου και την επομένη με κάλεσε σε γεύμα και εκεί μου χάρισε ένα καινούριο τόμο του Canto με πράσινο εξώφυλλο κι αφού μου έγραψε μια πάρα πολύ συγκινητική αφιέρωση με πράσινη μελάνη, γύρισε στα περιεχόμενα και με ένα σταυρό σημείωσε τα μέρη που επιθυμούσε να μελοποιήσω επί πλέον τα Lautaro, Sandino, A Emiliano Zapata, Voy a vivir… Τότε συμφωνήσαμε να κάνουμε την τουρνέ μαζί. Όμως σε λίγες μέρες μου τηλεφώνησε για να μου πει ότι ο Πρόεδρος Αλλιέντε τον καλεί να μεταβεί επειγόντως στο Σαντιάγο. Και θυμάμαι ότι πρόσθεσε: «Φαίνεται ότι αντιμετωπίζει κάποιο σοβαρό πρόβλημα και με θέλει κοντά του. Μείνετε όμως ήσυχος, θα είμαι πιστός στο rendez-vous μας στο Buenos Aires». Όμως παρ’ ό,τι το κοινό τον περίμενε, αυτός δεν ήλθε κι έτσι στο τέλος δέκα και πλέον χιλιάδες φώναζαν «Neruda-Neruda», ευθύς μετά την παρουσίαση για πρώτη φορά των πρώτων τεσσάρων Cantos που είχαν μελοποιηθεί… Κάποιος κάτι είπε στο μικρόφωνο για να δικαιολογήσει την απουσία και αμέσως σπεύσαμε να του τηλεφωνήσουμε. Τον βρήκαμε στο σπίτι του, στην Isla Negra.

– Κύριε Neruda, το κοινό με μια φωνή φώναζε το όνομά σας.

– Με συγχωρείτε κύριε Θεοδωράκη αλλά οι ρευματισμοί μου δεν μου επέτρεψαν να ταξιδέψω. Όμως σας υπόσχομαι ότι την ερχόμενη εβδομάδα θα βρίσκομαι στο πλευρό σας στη συναυλία που θα γίνει στο στάδιο του Σαντιάγο.

Την επόμενη εβδομάδα οι χουντικοί σκότωσαν τον συνθέτη Ο’ Χάρα σ’ αυτό το ίδιο στάδιο, αφού πρώτα φρόντισαν να του κόψουν το χέρι…

Ενώ ήμαστε έτοιμοι να πάμε στην Χιλή, από το γραφείο του Προέδρου με παρακάλεσαν να καθυστερήσω για λίγο τις εμφανίσεις μου εκεί «έως ότου λυθούν μερικά μικρά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε αυτή τη στιγμή…», όπως μου είπαν.

Έτσι βρεθήκαμε στο Caracas όταν συνέβησαν τα τραγικά γεγονότα με το τέλος του Αλιέντε. Ακολούθησε ο θάνατος του Neruda, που μας βρήκε στην πόλη του Μεξικού. Συμμετείχα στην κολοσσιαία πορεία 500.000 ατόμων και το ίδιο βράδυ, στη συναυλία που έγινε στην Όπερα, δήλωσα ότι θα παίζω καθημερινά το Canto, έως ότου πέσει η χούντα του Πινοσέτ. Τελικά μετά από 20 χρόνια μπόρεσα να το διευθύνω στο ελεύθερο Σαντιάγο στη χορωδιακή του μορφή, με τη συμμετοχή τοπικών χορωδιών και μουσικών.

Την επομένη της πρώτης συναυλίας έσπευσα στην Isla Negra να επισκεφθώ τον Neruda στον τάφο του και να του βάλω να ακούσει το “Vienen los pajaros”. Και τότε ένα μεγάλο χρωματιστό και πανέμορφο πουλί, από κείνα που μνημονεύονται στο ποίημα ήρθε και έπεσε νεκρό πάνω στο μνήμα του. Τι ήθελαν μ’ αυτό άραγε να μας μηνύσουν οι ουρανοί;


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ AMBITO FINANCIERO

1. Ποια αιτία σας οδήγησε να δημιουργήσετε μια Ορχήστρα στην προηγούμενη δεκαετία;
Μ.Θ. Η πρωτοβουλία για την δημιουργία της Ορχήστρας δεν προήλθε από μένα αλλά από τους ίδιους τους μουσικούς, που με παρακάλεσαν να τους «δώσω» το όνομά μου. Επειδή μερικοί ήταν παλιοί συνεργάτες μου και προ παντός άξιοι μουσικοί όπως και όλοι οι υπόλοιποι, συμφώνησα μαζί τους. Υπήρξε όμως και υπάρχει πάντοτε και ένας σημαντικός αντικειμενικός λόγος κι αυτός είναι το γεγονός ότι τα τραγούδια μου είναι πολλά (77 κύκλοι), οι Έλληνες εξακολουθούν να τα αγαπούν και έπρεπε να βρεθεί τρόπος να παρουσιάζονται πολλά μαζί σε πολλές συναυλίες.

2. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της Ορχήστρας σας και ποια τα σημεία σύγκρισης με άλλα σχήματα που παίζουν κατ’ εξοχήν ελληνική μουσική;

Μ.Θ. Τα τραγούδια μου γενικώς έχουν τις ρίζες τους στη σύγχρονη λαϊκή μας μουσική και προ παντός στη Βυζαντινή μουσική παράδοση. Έχουν όμως δύο διακριτικά στοιχεία: Πρώτον βασίζονται σε κείμενα των πιο σπουδαίων Ελλήνων ποιητών (και ορισμένα ακόμα και ξένων όπως ο Pablo Neruda) και Δεύτερον ορισμένα έχουν στοιχεία συμφωνικής μουσικής (λ.χ. Λαϊκά Ορατόρια). Έτσι όσον αφορά τον λαϊκό τους χαρακτήρα χρησιμοποιώ τα μπουζούκια, ενώ για τον «δεύτερο» χαρακτήρα τους, το κλασσικό πιάνο, όμποε και βιολοντσέλο. Τα υπόλοιπα όργανα είναι κοινά και στις δύο περιπτώσεις.

3. Όσον αφορά στην ένταξη των μουσικών στην Ορχήστρα σας, από ποιους και πώς γίνεται η επιλογή και ποια τα κριτήρια αυτής (μουσική παιδεία κ.λπ.);

Μ.Θ. Βασικό κριτήριο, όπως σε κάθε καλή ορχήστρα, είναι η αξία και η ποιότητα των μουσικών. Υπάρχει ακόμα και το στοιχείο της διαρκούς ανανεώσεως με νέο αίμα. Λ.χ. με ιδιαίτερη χαρά και υπερηφάνεια βλέπω να συμμετέχει ο εγγονός μου Στέφανος στα κρουστά του Canto General σ’ αυτή την τουρνέ. Έχει κάνει αυστηρές σπουδές και φυσικά «κέρδισε» την έγκρισή μου στις πρόβες που προηγήθηκαν. Εδώ οφείλω να σημειώσω ότι η κόρη μου Μαργαρίτα υπήρξε από την αρχή η ψυχή της Ορχήστρας (διευθύνει εξ άλλου τον Μουσικό Εκδοτικό Οίκο «Ρωμανός» που ασχολείται με την έκδοση και διάδοση των Μουσικών μου Απάντων). Επίσης είναι αυτή που είχε την ιδέα για την συνοδεία της μουσικής με ειδικά video, τα οποία «συλλαμβάνει» και εκτελεί η ίδια. Επομένως μπορεί να λείπω εγώ, όμως ήδη δυο μέλη της οικογένειάς μου με αντιπροσωπεύουν, ελπίζω επιτυχώς.

4. Μπορείτε να φανταστείτε την απήχηση της προσωπικότητάς σας όχι μόνο στον κόσμο της μουσικής, αλλά και στον κόσμο του κινηματογράφου. Γιατί δεν θα συνοδεύσετε την Ορχήστρα;

Μ.Θ. Δυστυχώς πέρασε για μένα ανεπιστρεπτί η εποχή που διηύθυνα ο ίδιος τη μουσική μου και στις τέσσερις Ηπείρους, όπου έδωσα συνολικά 2.000 συναυλίες. Η ηλικία μου πια δεν μου επιτρέπει να ξαναζήσω εκείνες τις μεγάλες συγκινήσεις.

5. Με το πέρασμα των χρόνων, τι είναι αυτό που κρατάτε από το μουσικό σας έργο; Ποια μουσική σας αντιπροσωπεύει περισσότερο;

Μ.Θ. Πριν λίγο καιρό με τη Συμφωνική του Μοντεβίδεο -στη γειτονιά σας- δόθηκαν δύο έργα μου συμφωνικής μουσικής: 7 μέρη του Canto General για χορωδία και συμφωνική ορχήστρα και η Σουίτα Μπαλέτου Los Amantes de Teruel. Τα έργα μου για συμφωνική ορχήστρα, μπαλέτο, όπερες, καντάτες, ορατόρια, μουσική δωματίου κλπ. ξεπερνούν τα εκατό. Οι 77 κύκλοι τραγουδιών αποτελούν μόνο ένα μέρος του συνόλου της μουσικής μου δημιουργίας. Για τον λόγο αυτό σας εσωκλείω τον κατάλογο του «Ρωμανός» με τα «’Απαντα», για να έχετε κάποια εικόνα. Υπήρξα ταυτόχρονα δημιουργός τραγουδιών και συμφωνιστής και θεωρώ ως κορύφωση του μουσικού μου έργου τις τέσσερις όπερες «Μήδεια», «Ηλέκτρα», «Αντιγόνη» και «Λυσιστράτη», που ελπίζω κάποτε να τις ακούσετε, διότι κυκλοφορούν διεθνώς εδώ και αρκετά χρόνια.

6. Παράλληλα με ένα μεγάλο μέρος του έργου σας που έχει υπάρξει ανεξάρτητο από την εικόνα, ένα εξίσου μεγάλο μέρος του είναι στενά συνδεδεμένο με τον κινηματογράφο. Τι σας οδήγησε σ’ αυτόν το δρόμο;

Μ.Θ. Για έναν σύγχρονο συνθέτη το μόνο επικερδές επάγγελμα είναι η μουσική για κινηματογράφο. Για μένα τουλάχιστον υπήρξε η κύρια οικονομική βάση, πάνω στην οποία μπόρεσα να στηρίξω την οικογένειά μου. Υπάρχουν φυσικά και τα ποσοστά από τις εκτελέσεις των έργων και κυρίως από την πώληση των δίσκων. Θα πρέπει όμως να υπάρξει μεγάλος αριθμός για να μπορέσει κανείς να ζήσει αξιοπρεπώς. Ο κινηματογράφος επί πλέον είναι κάτι που μου αρέσει πολύ, αρκεί βεβαίως να έχει κανείς την τύχη όπως εγώ, να συνεργαστεί με σπουδαίους σκηνοθέτες σε σπουδαία έργα. Τότε η εργασία γίνεται απόλαυση και η μουσική σύνθεση αληθινή δημιουργία. Εν τούτοις δεν θεωρώ καμμία από τις μουσικές που έγραψα για τον κινηματογράφο άξια να μνημονευτεί στον Κατάλογο των Έργων μου.

7. Στις δεκαετίες του ’60 και ’70 το όνομά σας συνδέθηκε πολύ στενά με τα απελευθερωτικά κινήματα σ’ ολόκληρο τον κόσμο και ειδικά στη Λατινική Αμερική. Πως γεννήθηκε και αναπτύχθηκε αυτή η σχέση ανάμεσα σε εσάς και τις χώρες μας; Γιατί διαλέξατε να μας κάνετε αυτήν την τιμή;

Μ.Θ. Η εξήγηση βρίσκεται στην κοινή μας μοίρα, που συνοψίζεται σε δυο λέξεις: ΗΠΑ και Στρατιωτική Δικτατορία. Αν και μας χωρίζουν χιλιάδες χιλιόμετρα, οι εμπειρίες μας υπήρξαν κοινές. Χωρίς αυτά τα κακά δαιμόνια οι λαοί μας θα μπορούσαν να ζήσουν ελεύθεροι και ευτυχισμένοι. Εσείς ειδικά με τον φυσικό σας πλούτο θα ήσαστε εδώ και καιρό μια από τις πλουσιότερες και ευτυχέστερες χώρες του κόσμου. Αλλά κι εμείς, στηριγμένοι στην εργατικότητα του λαού μας, θα μπορούσαμε σήμερα να είμαστε σε μια από τις πρώτες θέσεις της Ευρώπης. Σκεφτείτε μόνο ότι στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1940-45) είχαμε 500.000 νεκρούς. Στη συνέχεια οι αγγλοαμερικάνοι μας οδήγησαν σε εμφύλιο πόλεμο (1946-49) με άλλους 100.000 νεκρούς και τη χώρα κατεστραμμένη. Τέλος οι ΗΠΑ μας επέβαλαν τη Στρατιωτική Χούντα (1967-74) με δεκάδες χιλιάδες φυλακισμένους και εκατοντάδες βασανιστές εκπαιδευμένους σε Σχολές των ΗΠΑ στον ηλεκτρονικό βασανισμό.

8. Ποια ανάμνηση κρατάτε από το πέρασμά σας από τον ενεργό πολιτικό βίο (ως Βουλευτής και Υπουργός) και από την περίοδο της αντίστασης στη δικτατορία;

Μ.Θ. Υπήρξα γέννημα-θρέμμα του πολέμου και της Εθνικής Αντίστασης κατά των φασιστών, που είχαν κατακτήσει τη χώρα μας. Έτσι πριν μάθω να ζω, έμαθα να πολεμώ για την Ελευθερία και να μισώ την βαρβαρότητα και τη βία. Όπου βλέπω βία -ας είναι και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά- ξεχνώ τα πάντα και μεταβάλλομαι χωρίς να το επιδιώκω σε ανήμερο θηρίο, έτοιμος να θυσιαστώ, γιατί πιστεύω ότι μόνο έτσι κερδίζω το δικαίωμα να λέγομαι άνθρωπος. Αυτό που εσείς αποκαλείτε «πολιτική», για μένα είναι απλά η συστράτευση του πολίτη ενάντια σε κάθε μορφή βίας. Γιατί βία είναι και το ψέμα, η εκμετάλλευση, η ασχήμια και κάθε τι άλλο που θίγει τις ανθρώπινες αξίες που είναι η Ελευθερία, η Εθνική Ανεξαρτησία, η Δημοκρατία, η Κοινωνική Δικαιοσύνη, η Μόρφωση και ο Πολιτισμός. Χωρίς να ανήκω οργανικά σε κανένα πολιτικό κόμμα, έδρασα και εξακολουθώ να δρω σαν ελεύθερος σκοπευτής ακολουθώντας πιστά και πάντα τον ίδιο δρόμο. Όσο γι’ αυτό που με ρωτάτε, ποια ανάμνηση κρατώ, η απάντηση είναι «της απόλυτης ανεξαρτησίας».

9. Γνωρίζετε καλά τις χώρες μας. Ποιες ομοιότητες και ποιες διαφορές έχουμε με το λαό σας;

Μ.Θ. Είναι φυσικό οι ρίζες των πολιτισμών μας να είναι διαφορετικές. Όμως εκείνο που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι ότι η ανθρώπινη καρδιά είναι παντού η ίδια και χτυπά με τον ίδιο ρυθμό.

10. Πάνω σε ποια είδη μουσικής δουλεύετε αυτήν την περίοδο; Συνθέτετε; Τι συνθέτετε; Η δουλειά σας ως συνθέτη περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από τη δουλειά της Ορχήστρας;

Μ.Θ. Οι δύσκολες συνθήκες μέσα στις οποίες αναγκάστηκα να ζήσω, δεν με εμπόδισαν να δημιουργήσω ένα πολύ μεγάλο -σε διαστάσεις- μουσικό έργο, που αυτή τη στιγμή ολοκληρώνεται η ψηφιοποίησή του στο Μουσικό Αρχείο της Βιβλιοθήκης Βουδούρη, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ώστε από του χρόνου να είναι προσβάσιμο παγκοσμίως. Στο μεταξύ σας δίνω μερικές ηλεκτρονικές διευθύνσεις, όπου μπορείτε να γνωρίσετε ένα μέρος του. Αυτή την εποχή ασχολούμαι κυρίως με την Έκδοση των Μουσικών μου Απάντων. Πριν τρία χρόνια ολοκλήρωσα την τέταρτη μου όπερα «Λυσιστράτη» και ευθύς μετά συνέθεσα δυο νέους κύκλους τραγουδιών, τον 77ο που κυκλοφορεί ήδη και τώρα εργάζομαι στον 78ο, την «Οδύσσεια», που βρίσκεται στο στάδιο της ενορχήστρωσης.

11. Δε σας «τράβηξε» ποτέ η «Avant-Garde» της σύγχρονης μουσικής σκηνής; Σε ποια ή ποιες από τις σύγχρονες λαϊκές μουσικές αισθάνεστε πιο κοντά από άποψη αισθητικής;

Μ.Θ. Δεν πίστεψα και δεν πιστεύω ούτε στη μουσική ούτε και στον όρο “Avant-Garde” που τον θεωρώ ψεύτικο και υποκριτικό. “Avant-Garde” ως προς τι; Ως προς την μουσική; Ως προς τον Λαό; Επί πλέον οχυρωμένοι γύρω απ’ αυτόν τον δήθεν επαναστατικό και πρωτοποριακό όρο συσπειρώθηκαν όλοι εκείνοι που θεωρούν την Τέχνη γενικά και τη Μουσική ειδικά σαν ένα πεδίο «κατασκευαστών» και όχι «γεννητόρων». Γιατί Τέχνη σημαίνει Γένεση. Όμως γι’ αυτό δεν φτάνουν οι γνώσεις. Θα πρέπει να έχεις γεννηθεί για τον σκοπό αυτόν έχοντας την ιδιότητα να «γεννάς» έργα τέχνης που να μπορούν να νικούν τον χρόνο και τον θάνατο και προ παντός να εκφράζουν την βαθύτερη φύση του ανθρώπου που ζητά διέξοδο για να εκφραστεί.

Back To Top